Αυτογκόλ για την κυβέρνηση η υπόθεση Λιγνάδη
Γράφει ο Σπύρος Γκουτζάνης
Σε μείζον πολιτικό ζήτημα έχει εξελιχθεί η υπόθεση της αποφυλάκισης του Δημήτρη Λιγνάδη, καθώς επάνω στις έντονες και κινηματικού χαρακτήρα κοινωνικές αντιδράσεις που προκάλεσε η αντίθετη με το κοινό αίσθημα δικαστική απόφαση, στήθηκε η συνολική αντιπαράθεση κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης. Πολιτικά ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται να εκφράζει το κοινό αίσθημα που προδόθηκε από την δικαστική απόφαση.Σε ότι αφορά την κυβέρνηση, αυτή δίνει μάχες οπισθοφυλακών, εισπράττοντας και το αντίστοιχο πολιτικό κόστος από την υπόθεση Λιγνάδη. Ο Δημήτρης Λιγνάδης καταδικάστηκε πρωτοδίκως για δύο βιασμούς ανηλίκων, άσκησε έφεση και αφέθηκε ελεύθερος, όπως προβλέπει ο νόμος του 2010 τον οποίο, όπως επισημαίνει σε κάθε ευκαιρία η ΝΔ, δεν τροποποίησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Το δικαστήριο αξιοποίησε τις πρόνοιες του νόμου, αυτή την φορά υπέρ του καταδικασθέντος.
Έτσι ενώ η Δικαιοσύνη στην προηγούμενη φάση της υπόθεσης είχε διατάξει την προφυλάκισή του ως επικίνδυνο να διαπράξει νέα εγκλήματα, τώρα έκρινε ότι δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος και μπορεί να αφεθεί ελεύθερος, με περιοριστικούς βέβαια όρους, μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης του σε δεύτερο βαθμό.
Δεν είναι ο μέσος πολίτης
Ο Δημήτρης Λιγνάδης δεν είναι ο μέσος πολίτης. Διορίστηκε διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, με αλλαγή του τρόπου διορισμού από την κυβέρνηση της ΝΔ, λόγω των πολιτικών γνωριμιών του, σε κάθε περίπτωση με την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη. Την παράστασή του προ διετίας στην Επίδαυρο είχε παρακολουθήσει ο πρωθυπουργός που είχε μεταβεί με στρατιωτικό ελικόπτερο (υπάρχουν και αρκετές φωτογραφίες-).
Η δε τοποθέτησή του στον διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου είχε προσλάβει και πολιτική διάσταση, ως απάντηση στην αριστερή επικυριαρχία στον κόσμο του θεάτρου”. Επιπλέον, στην πρώτη φάση των καταγγελιών και μέχρι την σύλληψη και προφυλάκισή του υπήρξε κάλυψή του από την υπουργό Πολιτισμού και υπεκφυγές, παρά τις κατηγορίες που αντιμετώπιζε.
Η κυβέρνηση για την υπόθεση Λιγνάδη
Μέσω του κυβερνητικού εκπροσώπου, χθες η κυβέρνηση πήρε θέση: στηρίζει την δικαστική απόφαση της αποφυλάκισης και ταυτόχρονα εξαπολύει επίθεση κατά του ΣΥΡΙΖΑ, καταλογίζοντάς του ότι επιχειρεί να καταστήσει μία ποινική υπόθεση πολιτικό ζήτημα και αντικείμενο στυγνής πολιτικής εκμετάλλευσης. Εν ολίγοις εμφανίζεται σαν εγγυητής των θεσμών απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ, που του καταλογίζει ότι επιθυμεί να στήσει “λαϊκά δικαστήρια” και να μετατρέψει την χώρα σε “λατινοαμερικανική μπανανία”.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εκ πρώτης, αποφεύγει να πάρει θέση για το περιεχόμενο της απόφασης και δείχνει συγκατάβαση «στην κοινωνία και στους πολίτες που δεν είναι δικαστές» και για αυτό τους αναγνωρίζει ότι «είναι εύλογος ο προβληματισμός και οι απορίες». Αλλά μέχρι εκεί, αφού στην συνέχεια εξαπολύει μία συνολική επίθεση στον ΣΥΡΙΖΑ, χρεώνοντάς του τις κοινωνικές αντιδράσεις. Του καταλογίζει ότι με την σύνδεση του Λιγνάδη με την εξουσία λειτουργεί αντιθεσμικά και υποθάλπει “λαϊκά δικαστήρια”, δημιουργώντας συνθήκες ρωμαϊκής αρένας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει
Ο ΣΥΡΙΖΑ φυσικά απάντησε, επιμένοντας στην δική του επιχειρηματολογία, ότι ο Λιγνάδης είναι «κολλητός της εξουσίας», όπως είχε δηλώσει ο Αλέξης Τσίπρας. Αποδίδει στην αλαζονεία της κυβέρνησης ότι χαρακτηρίζει την δίκαιη κριτική και τις αντιδράσεις από την κοινωνία, τα πολιτικά κόμματα και τις συλλογικότητες ως έκφρασή “λαϊκισμού” και “δημαγωγίας”.
Συμπυκνώνοντας ο ΣΥΡΙΖΑ καταλογίζει στον Κυριάκο Μητσοτάκη και στην Λίνα Μενδώνη ότι «ενοχλούνται από κάθε διαμαρτυρία σαν να είναι δική τους υπόθεση, γιατί από ό,τι φαίνεται επέλεξαν από την πρώτη στιγμή να την αντιμετωπίσουν σαν να τους αφορά προσωπικά» και ρωτά: «Γιατί προσβάλλονται τόσο πολύ από την κριτική στον καταδικασμένο βιαστή Λιγνάδη και γιατί ενοχλούνται από την δίκαιη κριτική στις αντιφάσεις της συγκεκριμένης απόφασης;».
Για τον ΣΥΡΙΖΑ η όλη υπόθεση είναι βούτυρο στο αντιπολιτευτικό του ψωμί. Από την πρώτη φάση την προσέγγισε με αυτό τον τρόπο και την εκμεταλλεύτηκε. Η υπόθεση τα έχει όλα: “ένας ισχυρός παράγων με πλάτες στην εξουσία, βιάζει ανηλίκους και αθωώνεται από μία Δικαιοσύνη που, είτε δεν αντιλαμβάνεται το κοινό αίσθημα, είτε λειτουργεί (αυτό υπονοείται) κατόπιν άνωθεν παρεμβάσεων”.
Στο φόντο των πολιτικών αιτιάσεων του ΣΥΡΙΖΑ (δεν θα το πει ποτέ ευθέως) είναι ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Η αγανάκτηση του μέσου πολίτη, που αποστρέφεται τους βιαστές, συμβαδίζει με το κινηματικό και δικαιωματιστικό Metoo που αναπτύχθηκε ευρέως και στην Ελλάδα.
Το τελικό ερώτημα για την υπόθεση Λιγνάδη
Η συνθήκη που δημιουργείται είναι δύσκολη για την κυβέρνηση και γίνεται δυσκολότερη από την αλαζονεία που επέδειξε ο ίδιος Λιγνάδης, μετά την αποφυλάκισή του και ο συνήγορός του, ο οποίος επιτίθεται σε όλους, ακόμη και σε μέλος της κυβέρνησης. Πολιτικά η κυβέρνηση χάνει πολλαπλά: από το δικό της δεξιό λαϊκό κοινό που βλέπει “έναν βιαστή να κυκλοφορεί ελεύθερος γιατί στα κλιμάκια της εξουσίας κυβερνητικής και δικαστικής τα βρίσκουν”.
Εν τέλει το ερώτημα είναι: Γιατί θίγεται η κυβέρνηση από τις κοινωνικές αντιδράσεις και, καλυπτόμενη πίσω από το κύρος της Δικαιοσύνης, στηρίζει το περιεχόμενο της δικαστικής απόφασης, παρά την κοινωνική αγανάκτηση; Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε την δυνατότητα να κινητοποιεί τόσο μαζικά τον κόσμο, όσο του καταλογίζει το Μαξίμου, δεν θα ήταν πίσω στις δημοσκοπήσεις. Μάλλον θα ήταν ήδη κυβέρνηση…
από slpress
Δεν υπάρχουν σχόλια: