Φ.ΤΕΡΖΑΚΗΣ - Η ΕΞΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΛΕΥΚΗΣ ΡΟΜΠΑΣ
Ανάμεσα στους πολλούς ορισμούς της εξουσίας που θα βρει κάποιος στα εγχειρίδια πολιτικής επιστήμης, πρωτεύουσα θέση θα έπρεπε να έχει η κυριότητα επί του θανάτου. Και δεν εννοώ με αυτό την εξουσία ζωής και θανάτου που έχει ο οιοσδήποτε κύριος απέναντι στον δούλο ή τον υποτελή του, αλλά τη δύναμη αυτού ο οποίος σημασιοδοτεί το κατεξοχήν ανεπίδεκτο σημασιοδότησης γεγονός στην ανθρώπινη ζωή, και το διαχειρίζεται τελετουργικά για λογαριασμό της κοινότητας.
ΚΟΙΝΟΙ ΤΟΠΟΙ όλ’ αυτά· όμως η πραγματικότητα που βιώνουμε τούτη τη στιγμή σε πλανητική κλίμακα θα πρέπει να έχει κάνει κατάφωρα όλα εκείνα που ο δυτικός κόσμος αρνιόταν επί δύο τουλάχιστον αιώνες να δει: ότι η «επιστημονική» ιατρική ήταν μέρος τής ίδιας γιγαντιαίας επιχείρησης για κυριαρχία του κόσμου που ανέτειλε μαζί με τη γέννηση του καπιταλισμού, ότι θα μετέτρεπε τον ανθρώπινο σώμα μαζί με καθετί ζωντανό και άψυχο σε «νεκρή φύση», ότι θα χρησίμευε σαν μηχανισμός ελέγχου, αποκλεισμών και στιγματισμού πολύ πιο αποτελεσματικός από την αστυνομία στο πλαίσιο του συνταγματικού κράτους, ότι θα γινόταν το πρώτιστο εργαλείο άσκησης πολιτικής πίσω από τη μάσκα της πολιτικής αμεροληψίας. Προϊόν της ήταν το μηχανικό και επιδιορθώσιμο σώμα, νοούμενο κατ’ αρχήν ως παραγωγική δύναμη, απεριόριστα αναλώσιμο και αντικαταστάσιμο, στον βωμό της βιομηχανικής ανάπτυξης και της απεριόριστης ανακύκλισης του εμπορεύματος. Οργανωμένες εν είδει στρατού, οι λευκές ρόμπες κινητοποίησαν θανατηφόρα όπλα για την εξόντωση του «αόρατου εχθρού», και το νοσοκομειακό ίδρυμα οργανώθηκε στα πρότυπα του μοντέρνου εργοστασίου.
Η ναζιστική εμπειρία στον εικοστό αιώνα ανέδειξε την εικόνα του γιατρού-βασανιστή που έστειλε ρίγη φρικίασης σε όλο τον «πολιτισμένο κόσμο». Εκείνο που ο κόσμος αυτός απέφυγε να δει, ωστόσο, ήταν ότι ο φαρμακευτικός πειραματισμός επί όσων δεν είχαν τον έλεγχο της ζωής τους, οι ευγονικοί σχεδιασμοί, η στείρωση των αποκλινόντων και των «εκφυλισμένων», η κοινωνική τους περιθωριοποίηση και σε οριακές περιπτώσεις η εξόντωσή τους, ήταν πρακτικές που γεννήθηκαν στην καρδιά του φιλελεύθερου κόσμου, στις ΗΠΑ, στη Βρετανία, στη Σκανδιναβία, και πήγαιναν από την πρώτη στιγμή χέρι-χέρι με την ανάπτυξη και τις προόδους της «επιστημονικής» ιατρικής. Δεν εκπλήσσει λοιπόν που οι ίδιες αυτές «δημοκρατικές» μάζες, παρά τη διακηρυγμένη ανθρωπιστική τους ευαισθησία, έστρεψαν στην ίδια αυτή ιατρική, και στην τερατώδη φαρμακευτική βιομηχανία που ήταν το πιο θεματικό μεταπολεμικό της επίτευγμα, τις ελπίδες τους σαν να μην είχε συμβεί τίποτα… Έτσι παρέδωσαν στους δυνάστες τους και το τελευταίο υπόλειμμα της αυτονομίας τους – το σώμα τους στις πιο μύχιες και αδιόρατες πτυχές του, και τις ίδιες ακόμα τις κυτταρικές τους λειτουργίες.
Βιοπολιτική ονόμασαν στις ημέρες μας αυτή τη συγχώνευση της πολιτικής διαχείρισης με τον ιατρικό έλεγχο που έχει γίνει καταστατικός όρος της διακυβέρνησης στις κοινωνίες τού τεχνικοποιημένου καπιταλισμού όπου είμαστε όλοι φυλακισμένοι. Η τεχνική πρόοδος από τον καιρό του ναζισμού έχει κάνει τις πρακτικές του να φαίνονται παιδαριωδώς πρωτόγονες – όμως η λογική και οι βλέψεις του έγιναν πολύτιμο δίδαγμα για τις άρχουσες τάξεις της μεταπολεμικής περιόδου. Η αλματώδης ανάπτυξη της πληροφορικής, της γενετικής μηχανικής, της βιοτεχνολογίας και πρόσφατα της νανοτεχνολογίας γέννησαν το πιο παρανοϊκό όνειρο που έχει συλλάβει ποτέ ανθρώπινος νους: τη δημιουργία υβριδικών ανθρωποειδών (του ευφημιστικά λεγόμενου «μετανθρώπου») επιδεκτικών προγραμματισμού και ελέγχου με τον τρόπο μιας κυβερνητικής μηχανής. Όσο τερατώδες κι αν ηχεί αυτό στα ανυποψίαστα αυτιά, δεν είναι πλέον «επιστημονική φαντασία» αλλά πειραματικό πρόγραμμα. Της πιλοτικής του εφαρμογής γινόμαστε μάρτυρες τούτη τη στιγμή, στο πλαίσιο μιας φρικιαστικής πολιτικής απόφασης —σε πλανητικό ουσιαστικά επίπεδο— που είναι ο υποχρεωτικός «εμβολιασμός» με προϊόντα γενικής τεχνολογίας. Πίσω από τη συνήθη ιατρική αργκό, που το κοινό έχει μάθει να σέβεται απεριόριστα κυρίως επειδή δεν την καταλαβαίνει, κρύβεται η βασική λειτουργία της νέας τεχνολογίας: ακριβώς, η μεταβίβαση εντολής στον κυτταρικό πυρήνα. Αν η μονόδρομη αλυσίδα εντολής-υπακοής είναι ο μηχανισμός λειτουργίας της απολυταρχικής διακυβέρνησης (και του στρατού), πόσο πιο πραγματική έννοια μπορεί να έχει αυτό που λέμε εισβολή του κράτους στο ανθρώπινο σώμα; Και πόσο πιο άμεση ένδειξη μπορεί να υπάρξει αυτού που λέμε ιατρικοποίηση της πολιτικής, δηλαδή, άμεση ανάληψη πολιτικών διαχειριστικών λειτουργιών από ένα εξειδικευμένο ιατρικό σώμα;
ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ να καταλάβουμε αυτή την εξέλιξη; «Είναι αυτό καπιταλισμός;» ρωτούν ορισμένοι. Εξαρτάται από το πώς αντιλαμβανόμαστε τον καπιταλισμό… Η φόρμουλα «εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο» μπορεί να έχει εμπειρική ισχύ, δεν ορίζει ωστόσο τον ιδιάζοντα χαρακτήρα του καπιταλισμού – ισχύει εξίσου, όπως εύκολα βλέπει κανείς, για προ-καπιταλιστικές μορφές εκμετάλλευσης, με πολύ διαφορετικές τεχνικές και μέσα. Ιδιάζουσα λειτουργία του καπιταλισμού είναι η απεριόριστη αναπαραγωγή του κεφαλαίου· και όρος δυνατότητας για την απεριόριστη αναπαραγωγή του κεφαλαίου είναι η εξάλειψη του ανθρώπινου παράγοντα στην παραγωγή. Εχθρός του καπιταλισμού είναι η αυτονομία, με όλες τις δυνατές έννοιες: αυτοδιαχείριση στο επίπεδο της παραγωγής, αυτάρκεια στο επίπεδο της κατανάλωσης, αυτοοργάνωση και αυτοανάπτυξη στην ίδια τη φύση… Στον άνθρωπο, είναι ακριβώς το στοιχείο που ονομάζουμε υποκειμενικότητα. Αυτό είναι το στοιχείο που έπρεπε να εξαλειφθεί, και όλο το πολιτισμικό οικοδόμημα της νεωτερικότητας (φιλοσοφικό, επιστημοτεχνικό, πολιτικό) στοχεύει εμμονικά στην εξουδετέρωση της υποκειμενικότητας (διαδικασία την οποία καλούμε επίσης πραγμοποίηση). Λέμε συχνά ότι η έννοια του αυτοστοχαζόμενου υποκειμένου (που ξεκίνησε την καριέρα του ως «Cogito») είναι το κατεξοχήν φιλοσοφικό δημιούργημα της νεωτερικότητας. Αν προσέξουμε ωστόσο καλύτερα, θα διαπιστώσουμε πως η ίδια η θεματοποίηση της «υποκειμενικότητας» ήταν προϊόν μιας ανησυχίας για το πώς θα μπορούσαν να ελεγχθούν τα απροσδιόριστα, μη τυποποιήσιμα και ποσοτικοποιήσιμα χαρακτηριστικά της: αυτή ήταν περίπου η κόκκινη κλωστή των εξελίξεων από την καρτεσιανή επανάσταση του δέκατου έβδομου αιώνα μέχρι τον νεοκαντιανισμό των αρχών του εικοστού, έως ότου η θετικιστική αντεπίθεση έστειλε την ίδια αυτή παράδοση, και την έννοια που επέμενε στο επίκεντρό της, στον κάλαθο των ιστορικών απολιθωμάτων. Και στην εξάλειψη της «υποκειμενικότητας» ως μυθικού καταλοίπου πρωταγωνίστησε βέβαια η θετική επιστήμη και το θετικοεπιστημονικό σκέπτεσθαι.
Στο πεδίο της πολιτικής ξετυλίγεται η ανάλογη ακριβώς διαδικασία. Πολιτικό σύστοιχο της αυτοκαθοριζόμενης υποκειμενικότητας θα μπορούσε να θεωρηθεί η δημοκρατία, με την καταγωγική έννοιά της, που είναι η συλλογική διαβούλευση και συναπόφαση. Η ανάδειξη της «δημοκρατίας» σε ρητορικό έμβλημα όλης τής νεωτερικής πολιτικής ήταν μέρος των ίδιων των στρατηγικών για τον περιορισμό τής δημοκρατικής πρακτικής υπό τον σιδερένιο βραχίονα του αστικού κράτους, στις διαδοχικές μεταλλάξεις του. Κράτος και επιστήμη, ή διοικητικός και τεχνοεπιστημονικός «εξορθολογισμός» (οι δύο όψεις της εργαλειακής ορθολογικότητας του Βέμπερ) βάδιζαν ανέκαθεν χέρι-χέρι, και την πιο θεαματική τους ταύτιση είδαμε στα μοντέλα του ολοκληρωτισμού τού εικοστού αιώνα – που έγιναν πρότυπα για την αναμόρφωση των δυτικών «δημοκρατιών» (αλλά και των «σοσιαλιστικών» γραφειοκρατιών) μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αν το δούμε από αυτή τη σκοπιά, οι ολοκληρωτισμοί του εικοστού αιώνα που με τόση βδελυγμία αποκηρύσσουν οι φιλελεύθεροι «δημοκράτες» δεν ήταν απλώς ένα ιστορικό ατύχημα· ο ολοκληρωτισμός ενοικεί στον πυρήνα του καπιταλισμού, είναι αυτό στο οποίο τείνει ο καπιταλισμός εάν αφεθεί να εξελιχθεί απρόσκοπτα. Και αυτό σημαίνει επίσης ότι θα αναγεννιέται με όλο και πιο εκλεπτυσμένες μορφές, σε όλη και πιο δυσδιάκριτη σχέση με τον βαθμιαία εκκενούμενο από περιεχόμενο κοινοβουλευτισμό. Αυτό ακριβώς είναι το σημείο που έχουμε φτάσει σήμερα. Η λεγόμενη τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, η γενίκευση των εφαρμογών του αυτοματισμού και του κυβερνητικού ελέγχου, έχουν κάνει το όραμα αυτό πραγματώσιμο όσο ποτέ στο παρελθόν· και, ταυτόχρονα, γίνονται τα όπλα για την εξουδετέρωση των τεράστιων κοινωνικών αναταραχών που αυτή η τελευταία μετάλλαξη του καπιταλισμού είναι αναπόφευκτο να γεννήσει. Όλα και πιο απερίφραστα λέγεται από επίσημα χείλη πως η μαζική δημοκρατία δεν χρειάζεται πλέον – είναι μάλιστα εμπόδιο στις νέες τεχνικές διακυβέρνησης. Και η εξάλειψη της δημοκρατίας, το κατεξοχήν επίδικο του χρηματοπιστωτικού/ψηφιακού καπιταλισμού των ημερών μας, συμπυκνώνεται σε αυτό που λέμε τεχνικοποίηση της πολιτικής.
Το ζοφερό μαύρο ράσο αντικαταστάθηκε από την παγερή λευκή ρόμπα. Και μέσω αυτής, ο αστικός τύπος ανθρώπου αντάλλαξε την ελπίδα της αιώνιας μετά θάνατον ζωής με την εκκοσμικευμένη σωτηριολογία της αιώνιας «υγείας»
ΣΕ ΑΥΤΟ το φιλόδοξο και απονενοημένο εγχείρημα έχει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο να παίξει η ιατρική. Η διαχείριση των ανθρώπων σε μαζική κλίμακα δεν μπορεί ν’ αρκεστεί πλέον στη μαζική προπαγάνδα και υποβολή, στην ψυχολογική χειραγώγηση σαν να λέμε, με τα υπολείμματα αβεβαιότητας που ενέχει, τα οποία είναι μάλλον αδύνατο να εξαλειφθούν. Θα πρέπει να προχωρήσει πιο βαθιά, να φτάσει στην ίδια την καρδιά της ζωής, στον κυτταρικό πυρήνα, μέχρι του σημείου που θα έχει εξαλειφθεί η διάκριση ανθρώπου-μηχανής. Το πρόγραμμα αυτό δοκιμάζεται ακριβώς τώρα, και η συνοδευτική του ιδεολογία είναι η επαγγελία του μετανθρώπου – ως βελτίωση και «αναβάθμιση» (όπως λέγεται, στην ανατριχιαστική ιδιόλεκτο της ψηφιακής τεχνολογίας) της ανθρώπινης φύσης. Η ιατρικοποίηση της πολιτικής είναι η οξύτερη, δραστικότερη αιχμή τής τεχνικοποίησης της πολιτικής, ένα πραξικόπημα απέναντι στην ανθρώπινη φύση (και τη φύση εν γένει) και μια υπολογισμένη στρατηγική αντι-εξέγερσης. Από τούδε και στο εξής η λευκή ρόμπα δεν υπηρετεί απλώς την πολιτική εξουσία· είναι η πολιτική εξουσία.
Είναι το ίδιο άραγε με αυτό που πολλοί, καλή τη πίστει, καταγγέλλουν ως «πολιτικοποίηση της ιατρικής»; Θα έλεγα όχι… Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν στη δεκαετία τού ’30, την επαύριο της ανάδυσης του ναζισμού, τελείωνε το περίφημο δοκίμιό του για «Το έργο τέχνης στην εποχή τής μηχανικής του αναπαραγωγιμότητας» με τη φράση: «Η δεξιά αισθητικοποιεί την πολιτική. Η αριστερά απαντάει πολιτικοποιώντας την τέχνη». Θα μπορούσαμε κάλλιστα να την παραφράσουμε ως: «Η δεξιά ιατρικοποιεί την πολιτική· η αριστερά απαντάει πολιτικοποιώντας την ιατρική». Δεν χρειάζεται υποθέτω να διευκρινίσω πως ο όρος «αριστερά» σε αυτή τη διατύπωση δεν υπονοεί τα καθεστωτικά κόμματα της αυτοκαλούμενης στις ημέρες αριστεράς, τα οποία έχουν αποφασιστικά προσδεθεί στο άρμα των κυριάρχων ως οι «χρήσιμοι ηλίθιοι», αλλά ό,τι θα όφειλε να είναι μια πολιτική αριστερά σύμφωνα με τη συστατική έννοιά της (ή αυτό που εμπράκτως εκφράζει στις τρέχουσες κινητοποιήσεις τη δομικώς αριστερή, δηλαδή αντι-καπιταλιστική, οπτική και στάση, όπως κι αν αυτοπροσδιορίζεται). Εκείνο που έχει ωστόσο τη μεγαλύτερη σημασία να καταλάβουμε είναι το νόημα της «πολιτικοποίησης» στην παραπάνω φράση. Μια ιατρική εγγενώς «μη πολιτική» δεν υπάρχει, διότι, απλούστατα, δεν υπάρχει καμία ανθρώπινη πράξη η σκέψη εγγενώς μη πολιτική. Αν αντιλαμβανόμαστε την πολιτική ως την ίδια τη σφαίρα του ανθρώπινου συνυπάρχειν και συμπράττειν, τον ίδιο τον «αέρα» στον οποίον αναπνέει η ανθρώπινη συλλογικότητα, το ζήτημα είναι ποια πολιτική: στην κατεύθυνση του κατεξουσιασμού και της χειραγώγησης των ανθρώπων είτε στην κατεύθυνση της απελευθέρωσης και της αυξημένης αυτονομίας τους. «Ιατρικοποίηση της πολιτικής» σημαίνει απόκρυψη της τελευταίας αυτής δυνατότητας κάτω από τον τεχνοεπιστημονικό μανδύα· «πολιτικοποίηση της ιατρικής», αντίστοιχα, θα σήμαινε την προσπάθεια να φέρουμε στο φως τα μεγάλα πολιτικά διακυβεύματα που κρύβονται μέσα στην ψευδο-αντικειμενική και ψευδο-ουδέτερη επιστημονική σφαίρα – αλλά κι ένα βήμα πιο πέρα: να ξανασκεφτούμε, ανασκοπώνας το σύνολο της ιστορικής εμπειρίας της ανθρωπότητας και ξανακοιτάζοντας όλους τους αποκλεισμένους δρόμους, τί θα ήταν μια γνήσια απελευθερωσιακή, στην υπηρεσία της ολοκληρωμένης πραγμάτωσης των ενδιάθετων ανθρωπίνων δυνατοτήτων, θεραπευτική τέχνη.
από contradystopia
Δεν υπάρχουν σχόλια: