the shape of things to come



Πριν ένα χρόνο – ενώ ο ιός λάθρα επωαζόταν στα σπλάχνα κάποιου εξωτικού ζώου ή σε κάποιο μυστικό εργαστήριο ή στο γραφείο κάποιου διαβολικού δισεκατομμυριούχου κι ενώ τα υγειονομικά πραξικοπήματα δεν ήταν παρά φευγαλέες εμπνεύσεις στους εγκεφάλους φιλότιμων γραφειοκρατών - μια αμερικανική κυβερνητική υπηρεσία με αντικείμενο την τεχνητή νοημοσύνη (AI) και το πώς αυτή μπορεί «να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις εθνικής ασφάλειας και άμυνας των ΗΠΑ» εξέτασε αναλυτικά τις «δομικές» αλλαγές που πρέπει να συντελεστούν στην αμερικανική κοινωνία και οικονομία ώστε να εξασφαλιστεί η τεχνολογική ανωτερότητα έναντι της Κίνας, σύμφωνα με ένα έγγραφο 120 σελίδων που είδε το φως της δημοσιότητας με βάση τον αμερικανικό νόμο περί ελευθερίας της πληροφόρησης. Σύμφωνα με το έγγραφο, οι ΗΠΑ βρίσκονται πίσω από την Κίνα, αν δεν έχουν ήδη ξεπεραστεί κατά πολύ, στους τομείς που σχετίζονται με τις τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης, ιδιαίτερα στο πεδίο της μαζικής παρακολούθησης. Πρόκειται για μια προσέγγιση που συμπληρώνει την επίσημη αμερικανική γραμμή ότι οι κρατικές επενδύσεις της Κίνας στην τεχνολογία και οι εξαγωγές προηγμένων κινεζικών συστημάτων παρακολούθησης, αποτελούν «μείζονα απειλή για τον αμερικανικό τρόπο ζωής».

Έχει σημασία ότι πολλές από τις προτάσεις της υπηρεσίας για μια «δομική αναδιάρθρωση» στις ΗΠΑ, έτσι όπως παρουσιάζονται στο ντοκουμέντο, προωθούνται τώρα κι εφαρμόζονται ως μέρος της κρατικής απάντησης στην «πανδημία». Μάλλον δεν είναι τυχαίο ότι πολλά από τα στελέχη αυτής της υπηρεσίας έχουν καταλάβει τώρα θέσεις στα κλιμάκια εμπειρογνωμόνων που συμβουλεύουν την αμερικανική κυβέρνηση και κατευθύνουν την πολιτική για «επανεκκίνηση της οικονομίας» και για εφαρμογή των πιο εξελιγμένων τεχνολογιών στον «πόλεμο ενάντια στον κορονοϊό».

Η μελέτη έχει συνταχτεί από μία σχετικά νέα κι άγνωστη υπηρεσία με το όνομα Επιτροπή Εθνικής Ασφάλειας για την Τεχνητή Νοημοσύνη (National Security Commission on Artificial Intelligence - NSCAI). Η υπηρεσία αυτή φτιάχτηκε το 2018 με βάση τον νόμο για την άμυνα (2018 National Defense Authorization Act – είναι ο ετήσιος νόμος που διέπει το υπουργείο άμυνας) και ο επίσημος στόχος της είναι «η ανάλυση των μεθόδων και των μέσων που απαιτούνται για την ανάπτυξη της τεχνολογίας Τεχνητής Νοημοσύνης, της μηχανικής μάθησης (machine learning) και των σχετικών τεχνολογιών ώστε να ανταποκριθούν διεξοδικά στις απαιτήσεις εθνικής ασφάλειας και άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών». Η NSCAI παίζει έναν κομβικό ρόλο στην κρατική πολιτική στο πεδίο της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης, η οποία περιγράφεται από την υπηρεσία ως «μία επανάσταση που χαρακτηρίζεται από ασυνεχή τεχνολογική ανάπτυξη σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη, τα big data, τα δίκτυα τηλεπικοινωνιών πέμπτης γενιάς (5G), η νανοτεχνολογία, η βιοτεχνολογία, η ρομποτική, το Internet of Things και οι κβαντικοί υπολογιστές».

Σύμφωνα με το καταστατικό της υπηρεσίας, ο κύριος στόχος είναι να εξασφαλιστεί ότι «οι ΗΠΑ θα διατηρήσουν το τεχνολογικό πλεονέκτημα στην τεχνητή νοημοσύνη, την μηχανική μάθηση και όλες τις σχετικές τεχνολογίες που αφορούν στην εθνική ασφάλεια κι άμυνα». Ο αντιπρόεδρος της NSCAI Robert Work – πρώην στρατιωτικός, πρώην υφυπουργός άμυνας από το 2014 ως το 2017 επί Ομπάμα και Τραμπ και ανώτερο στέλεχος του βαθυκρατικού ινστιτούτου Center for a New American Security – είχε δηλώσει ότι ο ρόλος της υπηρεσίας είναι «να  προσδιορίσει τον τρόπο που το αμερικανικό οικοδόμημα ασφάλειας θα πρέπει να προσεγγίσει την τεχνητή νοημοσύνη, με έμφαση στο πώς η κυβέρνηση θα μπορέσει να εργαστεί μαζί με την βιομηχανία ώστε να ανταγωνιστεί το κινεζικό μοντέλο της συγχώνευσης του πολιτικού και στρατιωτικού τομέα».

Το έγγραφο της NSCAI που δημοσιοποιήθηκε πρόσφατα είναι μία παρουσίαση με ημερομηνία Μάιος 2019 και τίτλο «Επισκόπηση του Κινεζικού Τεχνολογικού Τοπίου». Με την παρουσίαση αυτή, η NSCAI υποστηρίζει την αναγκαιότητα αναδιάρθρωσης της αμερικανικής οικονομίας και κοινωνίας προκειμένου να μπορέσουν οι ΗΠΑ να επιτύχουν και να διατηρήσουν την τεχνολογική υπεροχή σε βάρος της Κίνας. Το πνεύμα που διατρέχει όλη την παρουσίαση είναι ότι οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να βρεθούν οριστικά πίσω από την Κίνα στον τεχνολογικό ανταγωνισμό και η απώλεια της τεχνολογικής υπεροχής αποτελεί ευθεία απειλή για την ασφάλεια των ΗΠΑ.
Η αιτία πίσω από τον υποσκελισμό των ΗΠΑ σύμφωνα με τις αμερικανικές υπηρεσίες και τα καθεστωτικά μέσα είναι η δολιότητα της Κίνας: το αμερικανικό τεχνολογικό πλεονέκτημα εξανεμίζεται εξαιτίας εκτεταμένης κινεζικής κατασκοπείας και του ανορθόδοξου τρόπου που το κινεζικό κράτος συνεργάζεται με τις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας. Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις του Chris Darby (στέλεχος της NSCAI και διευθύνων σύμβουλος της In-Q-Tel, εταιρεία βιτρίνα της CIA με αποστολή την χρηματοδότηση εταιρειών τεχνολογίας) ότι η Κίνα είναι ο βασικός ανταγωνιστής των ΗΠΑ στην τεχνολογία κι ότι οι νόμοι περί προστασίας της ιδιωτικότητας υποβαθμίζουν την δυνατότητα των ΗΠΑ να αντιπαρατεθούν με την Κίνα:

«Τα data είναι το νέο πετρέλαιο και η Κίνα είναι πλημμυρισμένη από data. Και δεν έχουν τους ίδιους περιορισμούς με εμάς ως προς την συλλογή και χρησιμοποίησή τους, επειδή είναι εντελώς διαφορετική η έννοια της ιδιωτικότητας μεταξύ των δύο χωρών. Η συνθήκη αυτή, ότι δηλαδή κατέχουν την μεγαλύτερη συλλογή επεξεργασμένων data στον κόσμο, είναι η μεγαλύτερη δύναμή τους.»

Ανάλογες είναι και οι δηλώσεις του Michael Dempsey, πρώην διευθυντή των μυστικών υπηρεσιών (θέση στην αμερικανική κυβέρνηση που έχει την συνολική επίβλεψη όλων των μυστικών υπηρεσιών):

«Είναι ξεκάθαρο ότι η Κίνα είναι αποφασισμένη να διαγράψει την τεχνολογική μας υπεροχή και επενδύει δισεκατομμύρια δολάρια σε αυτή την προσπάθεια. Πιο συγκεκριμένα, η Κίνα είναι αποφασισμένη να γίνει ο παγκόσμιος ηγέτης σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη, οι υπολογιστές υψηλής απόδοσης και η συνθετική βιολογία. Αυτές είναι η βιομηχανίες που θα διαμορφώσουν τη ζωή στον πλανήτη και την στρατιωτική ισορροπία δυνάμεων για τις επόμενες πολλές δεκαετίες».

Cyborg 18

Το στρατιωτικό κατεστημένο στις ΗΠΑ έχει επικεντρωθεί σε τέτοιο βαθμό στην υπόθεση του να μην χάσει από την Κίνα στον τεχνολογικό ανταγωνισμό, ώστε πρόσφατα το Πεντάγωνο αποφάσισε να προχωρήσει στην ενοποίηση των στρατιωτικών υπηρεσιών που ασχολούνται με την έρευνα με τους αντίστοιχους τομείς των μυστικών υπηρεσιών, με στόχο «να ξεπεραστεί η Κίνα στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης». Η ενοποίηση αυτή κατέληξε στην δημιουργία του Κοινού Κέντρου Τεχνητής Νοημοσύνης (Joint Artificial Intelligence Center – JAIC) με στόχο «την ανάπτυξη των στρατιωτικών προσπαθειών από κοινού με αυτές των μυστικών υπηρεσιών, επιτρέποντας την συνδυασμένη δράση ώστε να δοθεί αποφασιστική ώθηση στις κυβερνητικές πρωτοβουλίες για την Τεχνητή Νοημοσύνη». Το κοινό Κέντρο θα συντονίζει επίσης τις δραστηριότητες άλλων κυβερνητικών υπηρεσιών, της βιομηχανίας, των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, αλλά και των συμμάχων των ΗΠΑ. Ο Robert Work, που είναι τώρα αντιπρόεδρος της NSCAI, είχε δηλώσει τότε ότι η ίδρυση του Κοινού Κέντρου ήταν «το απαραίτητο πρώτο βήμα σε απάντηση των κινεζικών, δευτερευόντως και ρωσικών, σχεδίων για κυριαρχία σε αυτές τις τεχνολογίες».

Σχετικές ανησυχίες για το χάσιμο των τεχνολογικών πλεονεκτημάτων έναντι της Κίνας έχει εκφράσει και ο πρόεδρος της NSCAI Eric Scmidt, πρώην πρόεδρος της Alphabet, μητρικής εταιρείας της Google, ο οποίος δήλωσε τον Φεβρουάριο στους New York Times ότι η Silicon Valley μπορεί σύντομα να χάσει τον «τεχνολογικό πόλεμο» από την Κίνα εάν η αμερικανική κυβέρνηση δεν πάρει μέτρα σύντομα. Πάντως και οι τρεις ομάδες που εκπροσωπούνται στη NSCAI – οι μυστικές υπηρεσίες, το Πεντάγωνο και η Silicon Valley – αντιμετωπίζουν την κινεζική τεχνολογική ανάπτυξη στην Τεχνητή Νοημοσύνη ως την κύρια απειλή στην αμερικανική ασφάλεια (κι επιπλέον για την Silicon Valley, ως απειλή στα κέρδη και στο μερίδιο της παγκόσμιας αγοράς που κατέχει).

Στην «επισκόπηση του κινεζικού τεχνολογικού τοπίου», η NSCAI υποστηρίζει ότι ενώ οι ΗΠΑ εξακολουθούν να προηγούνται στο στάδιο της «δημιουργίας» της Τεχνητής Νοημοσύνης και των σχετικών τεχνολογιών, υποσκελίζονται από την Κίνα στο στάδιο της «υιοθέτησης» εξαιτίας «δομικών παραγόντων». Σύμφωνα με την επισκόπηση, η «δημιουργία», ακολουθούμενη από την «υιοθέτηση» και τον «πολλαπλασιασμό» είναι οι τρεις φάσεις του «κύκλου ζωής της νέας τεχνολογίας» και η αποτυχία κυριαρχίας στο στάδιο της «υιοθέτησης» θα επιτρέψει στην Κίνα να ξεπεράσει με άλμα τις ΗΠΑ και να κυριαρχήσει στην Τεχνητή Νοημοσύνη στο άμεσο μέλλον.

Η επισκόπηση υποστηρίζει επίσης ότι προκειμένου να ξεπεραστούν οι ανταγωνιστές στις αναδυόμενες αγορές, αυτό που χρειάζεται δεν είναι η «ατομική ιδιοφυία» αλλά αντίθετα, συγκεκριμένοι «δομικοί παράγοντες που υπάρχουν σε συγκεκριμένες αγορές» κι αναφέρει αρκετές περιπτώσεις όπου η Κίνα ξεπερνά με άλματα τις ΗΠΑ εξαιτίας των μεγάλων διαφορών που υπάρχουν ανάμεσά τους σε αυτούς τους «δομικούς παράγοντες». Κατά συνέπεια, οι ΗΠΑ θα πρέπει επειγόντως να αναδιαρθρώσουν αυτούς του «δομικούς παράγοντες» που ευθύνονται για τον υποσκελισμό από την Κίνα.

Βασικός μεταξύ των «δομικών παραγόντων» που προκαλούν προβλήματα, σύμφωνα με την επισκόπηση, είναι τα «legacy systems» (τα παραδοσιακά συστήματα ή κληρονομημένα· η παρακαταθήκη διαδικασιών και ρυθμίσεων που έχουν διαμορφωθεί και ισχυροποιηθεί ιστορικά) που είναι πιο εκτεταμένα κι ισχυρά στις ΗΠΑ απ’ ότι στην Κίνα. Σύμφωνα με την NSCAI, παραδείγματα τέτοιων legacy systems είναι το χρηματοοικονομικό σύστημα που εξακολουθεί να στηρίζεται στα μετρητά και τις κάρτες, η ατομική ιδιοκτησία των οχημάτων, ακόμη και η λήψη ιατρικής φροντίδας από άνθρωπο γιατρό. Το επιχείρημα είναι ότι ενώ αυτά τα legacy systems στις ΗΠΑ είναι «αρκετά καλά», τα πολλά «αρκετά καλά» συστήματα εν τέλει «εμποδίζουν την υιοθέτηση νέων πραγμάτων» και ειδικά των συστημάτων που κατευθύνονται από Τεχνητή Νοημοσύνη.

Ένας άλλος δομικός παράγοντας που θεωρεί η NSCAI ότι περιορίζει την δυνατότητα των ΗΠΑ να διατηρήσουν το τεχνολογικό πλεονέκτημα έναντι της Κίνας είναι η «καταναλωτική αγορά κλίμακας», υποστηρίζοντας την εξίσωση «ακραία αστική πυκνότητα = υιοθέτηση υπηρεσιών on-demand». Με άλλα λόγια, η ακραία αστικοποίηση υποχρεώνει τους καταναλωτές να χρησιμοποιούν εκτεταμένα τις online ή μέσω κινητών υπηρεσίες on-demand, για παράδειγμα υπηρεσίες διαμοιρασμού των μετακινήσεων ή το ηλεκτρονικό εμπόριο. Σύμφωνα με την επισκόπηση, το ηλεκτρονικό σύστημα μαζικής επιτήρησης κι ελέγχου της κινεζικής «τεράστιας πληθυσμιακής βάσης», είναι ένα παράδειγμα του πώς το πλεονέκτημα της «καταναλωτικής αγοράς κλίμακας» επιτρέπει στην Κίνα να κάνει άλματα στα πεδία των σχετικών τεχνολογιών, όπως είναι η αναγνώριση προσώπου.

Cyborg 18

Πέρα από την κατάδειξη των μειονεκτημάτων των αμερικανικών legacy systems και της απουσίας «ακραίας πληθυσμιακής πυκνότητας», η NSCAI καλεί για «περισσότερη και πιο συγκεκριμένη εμπλοκή της κυβέρνησης στις εξελίξεις» σαν ένα τρόπο επιτάχυνσης της υιοθέτησης των νέων τεχνολογιών στις ΗΠΑ. Η εμπλοκή αυτή περιλαμβάνει από «δανεισμό» των κρατικών βάσεων δεδομένων με στοιχεία των πολιτών σε ερευνητικά κέντρα προκειμένου να «εκπαιδεύονται» οι AI, αναφέροντας ειδικά τις βάσεις δεδομένων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για αναγνώριση προσώπου, και φτάνει μέχρι τον πολεοδομικό ανασχεδιασμό των πόλεων με κέντρο τα αυτόνομα οχήματα. Άλλα πεδία εμπλοκής που αναφέρονται είναι η επένδυση μεγάλων κεφαλαίων στις start-ups που ασχολούνται με την Τεχνητή Νοημοσύνη και η πρόσδεση των τεχνολογικών κολοσσών σε μία εθνική ομάδα δράσης, με την σύμπραξη ιδιωτικού και κρατικού τομέα και αντικείμενο την εφαρμογή smart-city τεχνολογιών.

Ειδικά για το ζήτημα των σχέσεων κράτους και εταιρειών, η επισκόπηση αναφέρει ότι «το υψηλό επίπεδο συνεργασίας ιδιωτικού και δημοσίου τομέα» στην Κίνα «υποστηρίζεται κι επιδεικνύεται ανεπιφύλακτα» από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη κι αυτό «έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις διενέξεις που προκαλούνται όταν η Silicon Valley πουλάει κάτι στην κυβέρνηση». Τέτοια «διένεξη», για παράδειγμα, είναι η κινητοποίηση των υπαλλήλων της Google με στόχο να ακυρωθεί το στρατιωτικό «Project Maven», στο οποίο το Πεντάγωνο χρησιμοποιεί την τεχνολογία AI της Google για να αναλύει εικόνες που έχουν τραβηχτεί από drones. Η Google επέλεξε τελικά να μην ανανεώσει το συμβόλαιό, εξαιτίας των κινητοποιήσεων, παρόλο που τα ανώτερα στελέχη της εταιρείας είχαν θεωρήσει το πρότζεκτ σαν την «χρυσή ευκαιρία» για πιο στενή συνεργασία με τον στρατό και τις μυστικές υπηρεσίες.

Η επισκόπηση προσδιορίζει έναν ακόμη τομέα άμεσης κι ενεργούς κυβερνητικής εμπλοκής: το ξεκαθάρισμα των «ρυθμιστικών εμποδίων». Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται εκτεταμένα στην επισκόπηση σε σχέση με τους νόμους περί ιδιωτικότητας στις ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι στην πραγματικότητα οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες, με την δύναμη και το εύρος πεδίου δράσης που έχουν, δεν περιορίζονται πρακτικά από κανένα νομικό πλαίσιο. Παρόλα αυτά, η NSCAI αυτό που προτείνει ουσιαστικά είναι να αλλαχτούν οι σχετικοί νόμοι, τα «ρυθμιστικά εμπόδια», ώστε αυτά που κάνουν οι υπηρεσίες εν κρυπτώ με τα προσωπικά δεδομένα, να μπορούν να τα κάνουν φανερά και πιο εντατικά, χωρίς περιορισμούς. Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα άλλο πεδίο στο οποίο πρέπει να αρθούν οι «ρυθμιστικοί περιορισμοί» σύμφωνα με την NSCAI είναι αυτό των αυτόνομων οχημάτων, με την υπηρεσία να επιμένει ότι θα πρέπει να επιταχυνθεί η υιοθέτηση των αυτοδιευθυνόμενων αυτοκινήτων.

Ένα ακόμη θέμα της επισκόπησης είναι πώς το «πλεονέκτημα υιοθέτησης» της Κίνας – το πόσο γρήγορα κι αποτελεσματικά υιοθετούνται νέες τεχνολογίες – θα της επιτρέψει «να κάνει άλματα μπροστά από τις ΗΠΑ» σε πολλά νέα πεδία, όπως των «έξυπνων πόλεων» και των «AI ιατρικών διαγνώσεων». Η NSCAI προειδοποιεί ότι «το μέλλον θα καθοριστεί στην τομή ιδιωτικών επιχειρήσεων και πολιτικών ηγεσιών μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ» και εάν δεν επιτευχθεί «συνεργασία» στην ρύθμιση της παγκόσμιας αγοράς AI, τότε «οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να βρεθούν εκτός των διαπραγματεύσεων που θα καθορίσουν τους κανόνες που θα διέπουν την AI για όλη την υπόλοιπη ζωή μας».

Η επισκόπηση επίσης επιμένει ιδιαίτερα στο ότι «το βασικό πεδίο μάχης [στην τεχνολογία] δεν είναι η εσωτερική αγορά στην Κίνα και τις ΗΠΑ», αλλά οι αγορές NBU (next billion users, πρακτικά η επέκταση της παγκόσμιας αγοράς που προκαλείται από τις νέες τεχνολογίες και τις νέες online εμπορικές δραστηριότητες), όπου «οι κινέζοι παίχτες θα προκαλέσουν επιθετικά την θέση της Silicon Valley». Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η πρόκληση αυτή, η επισκόπηση υποστηρίζει ότι «με τον ίδιο τρόπο που εξετάζουμε την αγορά των εφήβων για να εντοπίσουμε νέες τάσεις, πρέπει να εξετάζουμε και την Κίνα»

Άλλο ζήτημα που απασχολεί την NSCAI είναι το γεγονός ότι η Κίνα εξάγει τεχνολογίες AI πιο εκτεταμένα κι επιθετικά σε σχέση με τις ΗΠΑ. Παραδείγματα που αναφέρει είναι ότι η Κίνα «έχει ήδη ξεπεράσει τα σύνορα» υποστηρίζοντας την κατασκευή βάσεων δεδομένων για ταυτοποίηση προσώπων στην Ζιμπάμπουε και πουλάει συστήματα αναγνώρισης εικόνας και τεχνολογίες «έξυπνων πόλεων» στην Μαλαισία. Εάν της επιτραπεί, σύμφωνα με την επισκόπηση, «να γίνει ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης στην AI, τότε η Κίνα θα καταλήξει να γράψει μόνη της το εγχειρίδιο των διεθνών κανόνων γύρω από την ανάπτυξη της AI» και κάτι τέτοιο «θα επεκτείνει την σφαίρα επιρροής της Κίνας σε μια παγκόσμια κοινότητα που όλο και περισσότερο στρέφεται στον πραγματιστικό απολυταρχισμό της Κίνας και της Σιγκαπούρης ως μια εναλλακτική στην δυτική φιλελεύθερη δημοκρατία».

Με δεδομένο ότι η επισκόπηση κάνει ξεκάθαρο ότι τα αμερικανικά «legacy systems» αδυνατίζουν την ικανότητα των ΗΠΑ να εμποδίσουν την Κίνα από το να κάνει άλματα στην AI κι έτσι να κυριαρχήσει στο εγγύς μέλλον, έχει σημασία να δούμε τι προτείνει η NSCAI να αντικαταστήσει αυτά τα συστήματα.

Ένα από αυτά τα «παραδοσιακά» συστήματα που αναφέρεται επανειλημμένα στην επισκόπηση είναι τα βασικά μέσα πληρωμής που χρησιμοποιούν ακόμη οι περισσότεροι αμερικανοί, δηλαδή τα μετρητά και οι πιστωτικές / χρεωστικές κάρτες. Η επισκόπηση υποστηρίζει ότι σε αντίθεση με αυτό το legacy system, ο καλύτερος και πιο εξελιγμένος τρόπος είναι η πλήρης μετάβαση στα ψηφιακά πορτοφόλια (digital wallets) μέσω έξυπνων τηλεφώνων.

Ως παράδειγμα αναφέρεται η Ινδία, όπου ο βασικός πάροχος υπηρεσιών digital wallet, η PayTM, ελέγχεται κατά πλειοψηφία από κινεζικές εταιρείες. Γίνεται αναφορά σε ένα άρθρο, σύμφωνα με το οποίο «η μεγάλη τομή έγινε το 2016 όταν η Ινδία ακύρωσε το 86% των χαρτονομισμάτων σε κυκλοφορία, σε μία προσπάθεια να αντιμετωπίσει την διαφθορά και την φοροδιαφυγή, υποχρεώνοντας τους πολίτες να συναλλάσσονται χωρίς μετρητά». Τότε, η απόπειρα της Ινδίας για μία νομισματική αναδιάρθρωση προς την κατεύθυνση μιας οικονομίας χωρίς μετρητά, είχε αντιμετωπιστεί από τους περισσότερους σαν «θεωρία συνωμοσίας». Παρόλα αυτά, η αναδιάρθρωση συνεχίστηκε και πριν ένα χρόνο μία επιτροπή της κεντρικής ινδικής τράπεζας (με επικεφαλής τον πρόεδρο μιας ινδικής εταιρείας που έχει κατασκευάσει την μεγαλύτερη βιομετρική βάση δεδομένων της Ινδίας) κατέληξε στην συγκρότηση του προγράμματος «Αχρήματη Ινδία» που έχει υιοθετηθεί από την κυβέρνηση ως επίσημη πολιτική.

Εξετάζοντας την ινδική χρηματοπιστωτική αναδιάρθρωση, η NSCAI καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «κάτι τέτοιο θα ήταν αδιανόητο στην Δύση. Παρόλα αυτά, όταν το 86% των χαρτονομισμάτων ακυρώθηκε και καθώς σχεδόν κανένας δεν είχε πιστωτική κάρτα, οι online υπηρεσίες digital wallet στην Ινδία εκτινάχτηκαν, θέτοντας το πλαίσιο ενός πολύ πιο εξελιγμένου οικοσυστήματος πληρωμών στην Ινδία σε σχέση με τις ΗΠΑ». Πάντως, αυτό που πριν λίγο καιρό ήταν «αδιανόητο» έχει αρχίσει να γίνεται όλο και πιο ρεαλιστικό, εξαιτίας της πανδημίας και της διαχείρισής της. Ο περιορισμός της χρήσης χαρτονομισμάτων και κερμάτων έχει γίνει «υγειονομικό καθήκον», εξαιτίας του φόβου να μεταφέρεται ο ιός με τα χρήματα, ενώ στις ΗΠΑ η Ομοσπονδιακή Τράπεζα έχει ξεκινήσει προσπάθειες εισαγωγής του «ψηφιακού δολαρίου», μια online υπηρεσία αντίστοιχη με το digital wallet.

Στα ίδια πλαίσια, η NSCAI υποστηρίζει ότι θα πρέπει να μπει ένα τέλος στις επί τόπου επισκέψεις των καταναλωτών στα καταστήματα και η πρακτική αυτή να αντικατασταθεί από τις αγορές αποκλειστικά online. «Οι αμερικανικές εταιρείες έχουν να κερδίσουν πολλά υιοθετώντας τις πρακτικές των κινέζικων εταιρειών» μετακινούμενες στις πωλήσεις αποκλειστικά μέσω του ηλεκτρονικού εμπορίου. Σύμφωνα με την επισκόπηση, μόνο το online shopping παρέχει «αξεπέραστη εμπειρία» (sic), προσθέτοντας ότι «όταν η online αγορά είναι ο μόνος τρόπος για να πάρεις αυτό που θες, τότε οι καταναλωτές θα υποχρεωθούν να μετακινηθούν στο ηλεκτρονικό εμπόριο».

Ένα άλλο «παραδοσιακό» σύστημα που η NSCAI επιμένει στην ανατροπή του είναι η ατομική ιδιοκτησία των αυτοκινήτων, καθώς αυτό που προκρίνει είναι τα αυτόνομα οχήματα κι επιπλέον υποστηρίζει ότι η «η ιδιοκτησία στόλου οχημάτων είναι καλύτερη από την ατομική ιδιοκτησία» καταρρίπτοντας έτσι ευθέως ένα από τα δομικά στοιχεία του δυτικού τρόπου ζωής. Η επισκόπηση εστιάζει συγκεκριμένα στην αναγκαιότητα για «ένα κεντρικά σχεδιασμένο δίκτυο διαμοιρασμού μετακινήσεων» το οποίο «είναι απαραίτητο για να συντονίζει τα αυτοκίνητα ώστε να επιτυγχάνεται 100% αξιοποίησή τους». Πάντως, προλαβαίνοντας παρερμηνείες, η NSCAI προειδοποιεί ότι θα είναι λάθος η προώθηση δικτύων διαμοιρασμού στα οποία «το όχημα θα πηγαίνει πακέτο με τον ανθρώπινο χειριστή του» (τύπου Uber) κι επιμένει ότι «η ιδιοκτησία στόλου οχημάτων» έχει περισσότερη λογική από την ατομική ιδιοκτησία. Επιπρόσθετα, προτείνει τα αυτοκίνητα των στόλων αυτών να μην είναι μόνο αυτόνομα, αλλά και ηλεκτρικά και παραπέμπει σε αναφορές για την Κίνα ότι «έχει τους πιο επιθετικούς στόχους στον κόσμο για την ηλεκτροκίνηση… και επιδιώκει να ηγεμονεύσει σε αυτή την αναδυόμενη βιομηχανία».

Η NSCAI υποστηρίζει ότι η Κίνα είναι κυρίαρχη σήμερα στον τομέα του διαμοιρασμού μετακινήσεων, αν και ήταν αμερικανικής έμπνευσης κι αναπτύχθηκε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ. Εκτός από το legacy system της ατομικής ιδιοκτησίας των οχημάτων, η απουσία «έντονης πληθυσμιακής πυκνότητας» στις ΗΠΑ επέτρεψε στην Κίνα να κυριαρχήσει σε αυτό τον τομέα. Προβλέπει επίσης ότι η Κίνα «θα πετύχει την μαζική υιοθέτηση των αυτόνομων οχημάτων πριν τις ΗΠΑ» επειδή «η περιορισμένη ατομική ιδιοκτησία αυτοκινήτου στην Κίνα επιτρέπει στους καταναλωτές να είναι περισσότεροι δεκτικοί και προσαρμοστικοί στα αυτόνομα οχήματα. Η πρώιμη μαζική υιοθέτηση καταλήγει σε έναν ζωτικό κύκλο που επιτρέπει στην κινεζική τεχνολογία της αυτόνομων οχημάτων  να επιταχύνει πέρα από τις δυνατότητες των δυτικών ανταγωνιστών.»

Εκτός από το χρηματοπιστωτικό σύστημα και το σύστημα αυτόνομων οχημάτων, η NSCAI έχει ανάλογες προχωρημένες προτάσεις και για την επιτήρηση. Η επισκόπηση χαρακτηρίζει την μαζική επιτήρηση ως «έναν από τους πρώτους και καλύτερους πελάτες για τεχνολογίες AI» και ταυτόχρονα ένα «εξαιρετικό πεδίο εκπαίδευσης της AI», ενώ το «να στρώσουμε τους δρόμους με κάμερες είναι μια πολύ καλή υποδομή».
Η επισκόπηση σημειώνει ότι «μια ολόκληρη γενιά καινοτόμων επιχειρήσεων στο τομέα της AI έβγαλε τα περισσότερα έσοδά της από τα κυβερνητικά συμβόλαια στον τομέα της ασφάλειας» και χαρακτηρίζει ως εξαιρετική την χρήση της AI στην ενίσχυση της αστυνόμευσης. Παραδείγματα που αναφέρονται είναι ότι «η αστυνομία μπορεί πλέον να απαγγείλει κατηγορητήρια στηριζόμενη σε τηλεφωνικές κλήσεις που παρακολουθούνται με προγράμματα αναγνώρισης φωνής» κι ότι «τα αστυνομικά τμήματα χρησιμοποιούν τεχνολογίες AI στην αναγνώριση προσώπου για να υποστηρίξουν τα πάντα, από την σύλληψη παραβατών του κοκ, μέχρι την διαλεύκανση υποθέσεων φόνου».

Ειδικά στον τομέα της τεχνολογίας αναγνώρισης προσώπου, η NSCAI θεωρεί δεδομένο ότι η Κίνα έχει πλέον προσπεράσει τις ΗΠΑ, αν και «τα μεγάλα βήματα στην μηχανική μάθηση για αναγνώριση προσώπου αρχικά επιτεύχθηκαν στις ΗΠΑ». Υποστηρίζει ότι το πλεονέκτημα της Κίνας σε αυτή την περίπτωση οφείλεται στην επιβολή επίσημου κρατικού συστήματος μαζικής επιτήρησης και στις τεράστιες κρατικές βάσεις δεδομένων που συνδυάζονται απρόσκοπτα με τις εταιρικές βάσεις πάνω σε μία τεράστια πληθυσμιακή βάση. Κατά συνέπεια, υποστηρίζει η NSCAI, η Κίνα είναι σε θέση να υπερκεράσει τις ΗΠΑ τόσο στις τεχνολογίες αναγνώρισης προσώπου / εικόνας όσο και στην βιομετρία.

Cyborg 18

Το επόμενο πεδίο στο οποίο αναφέρεται η επισκόπηση είναι αυτό της παροχής υγείας, προτείνοντας την εφαρμογή ενός συστήματος που γίνεται όλο και περισσότερο εφικτό σήμερα εξαιτίας της πανδημίας. Εξετάζοντας την χρήση της AI στις υπηρεσίες υγείας (σχεδόν ένα χρόνο πριν ξεσπάσει η υγειονομική κρίση), υποστηρίζει ότι «η Κίνα έχει θέσει τους όρους για να ηγηθεί σε αυτό τον τομέα» και αυτό «μπορεί να της επιτρέψει να εξάγει μαζικά την τεχνολογία της και να καθορίσει τους διεθνείς κανόνες». Ένας λόγος που συμβαίνει αυτό είναι επειδή «η Κίνα έχει αναλογικά λίγους γιατρούς για τον πληθυσμό της», επομένως η στροφή στις ψηφιακές υπηρεσίες υγείας είναι αναπόφευκτη, ενώ ταυτόχρονα στις ΗΠΑ η επιδίωξη να υπάρχουν αρκετοί γιατροί ώστε να στηρίζεται η δυνατότητα της επίσκεψης στο ιατρείο, είναι άλλο ένα legacy system που παρεμποδίζει την καινοτομία. Ένας δεύτερος λόγος είναι οι ρυθμιστικοί κανονισμοί, όπως η «συμμόρφωση με τους ασφαλιστικούς και υγειονομικούς νόμους και η έγκριση από τον οργανισμό φαρμάκων», που θέτουν εμπόδια στις ΗΠΑ, ενώ κάτι ανάλογο δεν περιορίζει τις κινεζικές αρχές.

Το  ανησυχητικό, σύμφωνα με την NSCAI, είναι ότι «η δυνητική συμβολή των τεράστιων βάσεων δεδομένων που ελέγχονται από το κράτος είναι ακόμη πιο καθοριστική στον τομέα της βιολογίας και της παροχής υγείας» και θεωρεί σχεδόν σίγουρο ότι «η κινεζική κυβέρνηση θα επιβάλλει να καταγραφεί και να αποθηκευτεί σε κυβερνητικές βάσεις δεδομένων το DNA κάθε πολίτη, κάτι που είναι σχεδόν αδιανόητο να συμβεί σε μέρη με μεγάλη ευαισθησία για τα προσωπικά δεδομένα όπως οι ΗΠΑ και η Ευρώπη». Και καταλήγει ότι «το κινεζικό κατεστημένο είναι ήδη καλά προετοιμασμένο για να επωφεληθεί» και παρ’ όλες τις ανησυχίες, οι μαζικές βάσεις DNA είναι «το επόμενο λογικό βήμα».

Να ποια είναι τελικά η εκκωφαντική διαφορά μεταξύ της Κίνας και των ανταγωνιστών της, σύμφωνα με την NSCAI: «Στην πολιτική και τον τύπο στην Αμερική και την Ευρώπη, η Τεχνητή Νοημοσύνη περιγράφεται σαν κάτι εκφοβιστικό που παραβιάζει την ιδιωτικότητα και κλέβει δουλειές. Αντίθετα στην Κίνα αντιμετωπίζεται τόσο σαν ένα εργαλείο επίλυσης των μακροοικονομικών προκλήσεων με στόχο την συντήρηση του κινεζικού οικονομικού θαύματος, όσο και σαν μια ευκαιρία ανάληψης της τεχνολογικής ηγεμονίας σε πλανητικό επίπεδο».

Όμως σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, οι «φοβίες» και οι αγκυλώσεις μπορούν εύκολα να ξεπεραστούν, επιβεβαιώνοντας το παρακάτω (από άρθρο των Forbes, στις 13/4): η εκτεταμένη χρήση συνδεδεμένων αισθητήρων κάνει ξεκάθαρο ότι η πανδημία – εσκεμμένα ή όχι – χρησιμοποιείται ως πεδίο δοκιμών για νέες τεχνολογίες επιτήρησης κι ελέγχου που απειλούν την ιδιωτικότητα και τις ατομικές ελευθερίες. Έτσι, πέρα από το να είναι μια παγκόσμια υγειονομική κρίση, η πανδημία εξελίχτηκε εκ των πραγμάτων σε ένα πείραμα πάνω στην επιτήρηση και τον έλεγχο των ανθρώπων σε μεγάλη κλίμακα.

Harry Tuttle

Cyborg 18

από sarajevomag

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.