«Τσουχτερή» αγωγή κατά του iefimerida από την Βασιλική Θάνου – Τι κρύβεται πίσω από το ηχητικό Βγενόπουλου
Αγωγή αποζημίωσης ύψους 300.000 ευρώ κατά του iefimerida.gr κατέθεσε η πρώην πρόεδρος του Αρείου Πάγου και πρώην υπηρεσιακή πρωθυπουργός, Βασιλική Θάνου, ζητώντας την άρση της προσβολής σχετικά με το ηχητικό Βγενόπουλου. Μέρος του ποσού θα προσφέρει στην Ιερά Μητρόπολη Χαλκίδος και στην Ιερά Μητρόπολη Κύμης για το κοινωνικό τους έργο.
Η κα Θάνου επικαλείται ότι η αρθρογράφος και ο διευθυντής της ιστοσελίδας iefimerida, στο επίμαχο δημοσίευμα της 23-2-2022, έκαναν χρήση ενός ηχητικού ντοκουμέντου αμφιβόλου νομιμότητας και γνησιότητας, το οποίο παρουσίασαν στους αναγνώστες – χρήστες, με σχολιασμούς, που περιείχαν γεγονότα ψευδή και εκφράσεις άκρως δυσφημιστικές για το πρόσωπό της.
Συγκεκριμένα εκθέτει ότι η «εναγομένη αρθρογράφος, υιοθετώντας απολύτως όσα ακούγονται στο ηχητικό, παρουσίασε ψευδώς: α) ότι αυτά δήθεν τελέσθηκαν εκ μέρους της Προέδρου του Αρείου Πάγου και β) ότι όσα ακούγονται στο ηχητικό δήθεν «επιβεβαιώνουν» την μήνυση του Βγενόπουλου.
Το αληθές είναι ότι η ενάγουσα Β. Θάνου ουδεμία γνώση ή ανάμειξη είχε σε όσα ακούγονται στο ηχητικό και ουδέποτε απέστειλε στον Βγενόπουλο την συνομιλήτρια του Δ.Μ., ως δήθεν «αγγελιοφόρο» της και γενικότερα ουδέποτε ζήτησε ή αποπειράθηκε να ζητήσει οποιοδήποτε αντάλλαγμα από οιονδήποτε. Αντίθετα υπήρξε πάντοτε ιδιαίτερα αυστηρή και ανυποχώρητη απέναντι στη διαφθορά. Και αυτή η στάση της, κατά την άποψή της ενάγουσας, ήταν η αιτία της εναντίον της μεγάλης επίθεσης του Βγενόπουλου, τον Μάϊο του 2016. Δηλαδή, ο επιχειρηματίας πίστευε, λόγω της μεγάλης ισχύος του, ότι οι υποθέσεις του θα έχουν ευνοϊκή έκβαση από την Ελληνική Δικαιοσύνη. Και όταν διαπίστωσε το αντίθετο, σχετικά με τις υποθέσεις που εκκρεμούσαν τότε ενώπιον του Αρείου Πάγου, κατέθεσε τη μήνυσή του, εναντίον της Προέδρου. Έτσι έστειλε ένα μήνυμα, τόσο για να επιδείξει τη δύναμή του, ότι δηλ. μπορεί να καταμηνύσει, με «κατασκευασμένες» καταγγελίες ακόμα και την Πρόεδρο του Ανώτατου Δικαστηρίου, όσο και για να εκφοβίσει την ενάγουσα, ως κορυφή της ιεραρχικής πυραμίδας της Δικαιοσύνης και όσους Δικαστές και Εισαγγελείς χειρίζονταν τότε τις υποθέσεις του, ελπίζοντας ότι στο μέλλον θα επιτύχει ευνοϊκή έκβαση αυτών.
Επίσης, επικαλείται ότι είναι ψευδέστατο το ότι δήθεν το ηχητικό «επιβεβαιώνει» τη μήνυση Βγενόπουλου. Το αληθές είναι, όπως προκύπτει και από την απλή αντιπαραβολή αυτών των δύο (ηχητικού και μήνυσης), ότι τα ίδια ακριβώς περιστατικά, για τα οποία ο Βγενόπουλος με τρόπο καταφανώς προσχεδιασμένο, υποβάλλει ερωτήσεις στην συνομιλήτριά του , επιμένοντας να λάβει τις απαντήσεις που εκείνος ήθελε, ακριβώς τα ίδια καταγγέλλει στη μήνυσή του, ένα μήνα αργότερα, ως δήθεν τελεσθέντα από την ενάγουσα . Επισημαίνει ότι εξάλλου ο μηνυτής Βγενόπουλος ούτε προσκόμισε ούτε επικαλέστηκε ποτέ την κασέτα αυτή, την οποία είχε στα χέρια του κατά την κατάθεση της μήνυσής του
Επικαλείται, επίσης, η ενάγουσα ότι είναι χονδροειδές ψεύδος το γεγονός ότι δήθεν η ποινική έρευνα για την μήνυση του Βγενόπουλου «έκλεισε μέσα σε 5 ημέρες», όπως παρουσίασαν οι εναγόμενοι, προσπαθώντας να εμφανίσουν έτσι ως διαβλητή την εισαγγελική διάταξη περί αρχειοθέτησης της μήνυσης. Ενώ, το αληθές είναι ότι η έρευνα διήρκεσε έξι (6) μήνες, διεξήχθη με τρόπο απόλυτα νόμιμο και διαφανή και εξετάσθηκε μεγάλος αριθμός μαρτύρων. Ο ίδιος ο Βγενόπουλος κατέθεσε ενώπιον του Εισαγγελέα ότι δεν φρόντισε να διαπιστώσει εάν η Δ.Μ. του έλεγε αλήθεια ότι δήθεν ενεργούσε ως απεσταλμένη της Προέδρου και ότι δεν ζήτησε από την Δ.Μ. ούτε να του επιδείξει το κινητό της, όπου, σύμφωνα με την μήνυση Βγενόπουλου ισχυριζόταν αυτή ότι είχε μηνύματα και κλήσεις της Προέδρου ούτε καν της ζήτησε να επικοινωνήσει παρουσία του με την Β. Θάνου.
Επίσης, επικαλείται ότι, με την παρουσίαση των ως άνω ψευδών πληροφοριών, πέραν της παραβίασης των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα (361-363, εξύβριση, δυσφήμιση, συκοφαντική δυσφήμιση), οι εναγόμενοι παραβίασαν και το τεκμήριο αθωότητας, το οποίο πηγάζει από την εισαγγελική διάταξη περί αρχειοθέτησης της μήνυσης Βγενόπουλου, καθώς και τους κανόνες της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, διότι δεν επικοινώνησαν προηγουμένως, όπως όφειλαν, με την ενάγουσα και δεν παρουσίασαν και τη δική της άποψη, μέσα στο μακροσκελές δημοσίευμα τους. Αντίθετα, παρουσίασαν στο κοινό την είδηση μονομερώς και με σχολιασμούς που περιείχαν ψευδή γεγονότα και δυσφημιστικές εκφράσεις. Αγνοούν ότι δικαιούνται μεν να ασκούν κριτική και να σχολιάζουν, ακόμη και με οξύ τρόπο, όχι όμως με ψευδείς πληροφορίες, το ψεύδος των οποίων γνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν.
Η ενάγουσα Β. Θάνου αναφέρει ότι οι εναγόμενοι δεν ενήργησαν από δικαιολογημένο ενδιαφέρον προς ενημέρωση του κοινού, αλλά αντίθετα παραπλάνησαν το κοινό, με μοναδικό σκοπό τους τον διασυρμό του προσώπου της ενάγουσας, όπως αυτό αποδεικνύεται και από τον τρόπο και τις περιστάσεις, κάτω από τις οποίες ενήργησαν. Δεδομένου, μάλιστα, ότι έκαναν χρήση ενός ηχητικού, το οποίο εμφάνισαν έξι (6) χρόνια μετά την παράνομη καταγραφή του, και το οποίο περιήλθε σ ’αυτούς από «ύποπτο» πρόσωπο, με «ύποπτο» τρόπο και με «ύποπτους» σκοπούς, χωρίς μέχρι τώρα να εξηγήσουν για ποιο λόγο παρέμεινε κρυμμένο επί τόσα χρόνια και γιατί δεν το κατέθεσαν, όπως όφειλαν, στον αρμόδιο εισαγγελέα, ώστε να ελεγχθεί η νομιμότητα και η γνησιότητά του. Αλλά αντίθετα επέλεξαν τον επικοινωνιακό τρόπο της ανάρτησης στο διαδίκτυο, ώστε να επιτύχουν τον σκοπό τους, δηλαδή τον κατά το δυνατόν μεγαλύτερο διασυρμό του προσώπου της ενάγουσας.
Επικαλείται, τέλος, ότι η προσβολή της προσωπικότητάς της η οποία έγινε εξακολουθητικά και σε ευρύτατο κύκλο προσώπων, μέσω του διαδικτύου, είναι βαρύτατη, διότι οι εναγόμενοι αμφισβητούν την δικαστική της υπόσταση και ακεραιότητα, την οποία στα 42 χρόνια της δικαστικής της σταδιοδρομίας ουδείς ουδέποτε αμφισβήτησε, εκτός από τον ελεγχόμενο από την Δικαιοσύνη επιχειρηματία Βγενόπουλο και από τους εναγόμενους, οι οποίοι, προφανώς, εξυπηρετούν τα σχέδια και τις σκοπιμότητες αυτών που κρύβονται από πίσω τους».
Δεν υπάρχουν σχόλια: