Μέρες βροχής

 


Γράφει η Αρχοντία Κάτσουρα

Οταν ήμουν μικρή, ποτέ δεν καταλάβαινα γιατί πρέπει να βρέχει το καλοκαίρι. Αυτό δεν σημαίνει άλλωστε και η λέξη; Καλός καιρός. Ηλιος, παγωτά, παιχνίδι χωρίς τέλος. Κανένα καινούργιο βιβλίο και λίγο πριν από τέλος, εκεί στις πρώτες μέρες του Αυγούστου, διακοπές.

Και τι διακοπές… Πρωινό και μερικές φορές απογευματινό μπάνιο, καρπούζι παγωμένο στη βεράντα το απόγευμα. Τα πιο νόστιμα φαγητά του κόσμου -πάντα το φαγητό μετά τις βουτιές και τα παιχνίδια στη θάλασσα ήταν ΝΟΣΤΙΜΟ -έτσι, με κεφαλαία γράμματα.

Φέτος κοιτάζω -για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά- το καλοκαίρι με άλλο μάτι. Ενήλικο μάτι -όπως εδώ και πολλά πολλά καλοκαίρια- αλλά και λίγο φοβισμένο. Και όσο και αν κυβερνώντες και μη προσπαθούν να με πείσουν ότι θα είναι καλύτερο και πιο ασφαλές, μια δυσπιστία την έχω.

Κι ας έχουμε εμβόλια -όταν έχουμε και όσοι έχουμε, άλλωστε η διαδικασία κινείται με πολλές και διαφορετικές ταχύτητες και με τον αδιόρατο φόβο του άγνωστου μέλλοντος- κι ας είμαστε -οι περισσότεροι είμαστε, κι ας μας κουνούν συνεχώς το δάχτυλο- πιο προσεκτικοί. Τόσοι μήνες εγκλεισμού ακόμα δαγκώνουν τις ώρες μας. Ποιος ξέρει για πόσο.

Κι ας είναι η λαχτάρα για εκείνη την πρώτη βουτιά τόσο μεγάλη που δεν υπάρχουν λόγια να την περιγράψεις. Πραγματικά δεν υπάρχουν. Οταν με ρώτησε μια φίλη τι περιμένω από τις διακοπές, της είπα: «Να μουλιάσω. Να μπω στο νερό και να μείνω εκεί ώρες, ώσπου το σώμα μου να ποτίσει μέχρι το κόκαλο αλάτι και ιώδιο και δροσιά». Και όταν θα έχω ξεκουραστεί αρκετά, μετά να κολυμπήσω -για όσο αντέχω.

Προχθές με έπιασε μια μπόρα στον δρόμο. Μια καταιγίδα. Ιούνιος, ο μήνας που συνήθως πλάθει τα όνειρα και καλλιεργεί τις υποσχέσεις. Ενώ το ήξερα ότι θα βρέξει, μαζί μου ομπρέλα δεν είχα πάρει και φορούσα πέδιλα και την πιο γαλάζια στο χρώμα του ουρανού λινή πουκαμίσα που κυκλοφορούσε στην αγορά. Ετσι, ίσως από αντίδραση στη μουντάδα που προέβλεπαν οι μετεωρολόγοι, ίσως γιατί είχα ανάγκη να ζήσω μια μέρα καλοκαιριού -μέσα στην πόλη, τρέχοντας από υποχρέωση σε υποχρέωση και με το σπίτι σε θερινή αναστάτωση. Αλλη μια υπόσχεση αυτή: να το φέρεις στα μέτρα σου, να το χρωματίσεις ανάλογα με τη διάθεσή σου.

Μέρες δύσθυμες, όπου όλα λες ότι δεν πάνε καλά, ότι μάταια προσπαθείς, ότι η ζωή τελικά είναι ένας λαβύρινθος κι εσύ διαρκώς πέφτεις και σπας τα μούτρα σου. Αρκεί να αφεθείς λίγο, να ρίξεις την άμυνα και το επόμενο αδιέξοδο θα βρεθεί μπροστά σου. Και πάλι από την αρχή. Κι ας μην είναι όλα στραβά, κι ας το γνωρίζεις ότι δεν είναι όλα στραβά.

Κι έτσι, εντελώς ξαφνικά, ενώ η μέρα ξεκίνησε με ήλιο λαμπρό και κάτι συμπαθητικά λευκά και αραιά σύννεφα, κι εγώ ίδρωνα καθώς έτρεχα από δω κι από κει για να προλάβω και παρακαλούσα για λίγη δροσιά, έπεσε ο πρώτος κεραυνός και οι ουρανοί άνοιξαν. Πότε σκοτείνιασε, πότε τα σύννεφα έγιναν μαύρα, δεν μπόρεσα να καταλάβω.

Νερό πολύ. Σαν τις ταινίες, που για να δείξουν τη βροχή παλιά, έκαναν σιντριβάνια με το λάστιχο. Ετσι μου το περιέγραψε η κυρία που οδηγούσε το ταξί -πόσο τυχερή ήμουν τελικά εκείνη την ημέρα- και σταμάτησε να με πάρει. Οταν όλα έφευγαν γεμάτα και εγώ περίμενα σε ένα υπόστεγο. Κι έτσι, εγώ, η κουρασμένη γκρινιάρα της ημέρας, που δεν ήμουν ευχαριστημένη με τίποτα, ανακουφισμένη, χάρηκα. Πολύ.

Κι άρχισα να απολαμβάνω τη 15λεπτη διαδρομή ώς τον προορισμό μου. Μπορεί να ήταν μάθημα αυτό. Ή ένα σκούντημα. Αυτό που χρειαζόμαστε κάποιες μέρες λίγο πιο στραβές.

Το ίδιο βράδυ, κατάκοπη, παρατηρούσα τον ουρανό από το μπαλκόνι. Καθαρός, σαν να μην έβρεξε ποτέ. Ολα τα πήρε η βροχή. Και η αλήθεια είναι πως κάτι έφερε. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

από efsyn

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.