Φωτογραφία της στιγμής



 Γράφει η Αρχοντία Κάτσουρα

Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια πανσέληνος. Ανέτειλε ολόλαμπρη για τα μάτια του παρατηρητή της, που βρισκόταν σε ένα χωράφι, σε έναν λόφο κοντά στο μοναστήρι του Αγίου Παύλου, στο Σεν Ρεμί κοντά στην Αρλ της Γαλλίας, στις 13 Ιουλίου 1889.

Αυτή η πανσέληνος δεν θα ξεχαστεί ποτέ. Γιατί είχε την «τύχη» να απαθανατιστεί από έναν από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες στην ιστορία της ζωγραφικής, τον Βίνσεντ βαν Γκογκ. Ο οποίος ήταν μάρτυρας ίσως της μεγαλύτερης πανσελήνου εκείνου του καλοκαιριού καθώς ανέτελλε πίσω από τον λόφο στις 9.08 μ.μ. ακριβώς. Την ίδια ώρα γεννήθηκε και η «Ανατολή της Σελήνη». Στις 9.08 μ.μ., στις 13 Ιουλίου 1889.

Και καλά θα πείτε; Πώς γίνεται να ξέρουμε πότε δημιουργήθηκε αυτός ο πίνακας; Και γιατί ήταν η πανσέληνος του Ιουλίου και όχι του Αυγούστου φέρ’ ειπείν; Και αν υποθέσουμε ότι όντως ήταν του Ιουλίου, πού ξέρουμε ότι η «Ανατολή της Σελήνης» φτιάχτηκε εκείνη ακριβώς την ώρα, εκείνη ακριβώς την ημέρα; Και γιατί πρέπει να μας ενδιαφέρει στο κάτω κάτω;

Πάντως, κάποιους τους ενδιέφερε, καθώς φαίνεται και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Τέξας, αστρονόμος και ντετέκτιβ τέχνης, Ντόναλντ Ολσον, ανέλαβε να βοηθήσει τους ιστορικούς της τέχνης να μάθουν, για την Ιστορία, αλλά και για τη λατρεία τους προς τον Ολλανδό ζωγράφο, που έμελλε να θεωρηθεί «μεγάλος», μόνο αφότου πέθανε, φτωχός και βασανισμένος.

Οι ζωές των ανθρώπων που θαυμάζουμε -για το έργο τους, για τις ιδέες τους, για τους δρόμους που ανοίγουν- πάντα έχουν ενδιαφέρον, και οι ζωές των καλλιτεχνών, των λογοτεχνών συχνά έχουν λίγο μεγαλύτερο. Ισως γιατί «τολμούν» μέσα από το έργο τους να εξωτερικεύσουν ένα μέρος του εσωτερικού τους κόσμου, να εκτεθούν, γιατί δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Είναι ο μόνος δρόμος που ξέρουν.

Ολα αυτά σκεφτόμουν το βράδυ μιας Τετάρτης, όταν πίσω από τα πεύκα της γειτονιάς μου εμφανίστηκε ολόγιομη η Σελήνη, που έριξε τόσο φως στη μαγιάτικη νύχτα ώστε μου πήρε την κούραση και κάποιες λίγο σκοτεινές σκέψεις. Ακόμη και αν το περιβάλλον δεν έμοιαζε με τη φύση της Αρλ, οι πολυκατοικίες έκρυβαν τα περισσότερα δέντρα, και γύρω μου κινούνταν αυτοκίνητα.

Ο Βαν Γκογκ είχε εισαχθεί οικειοθελώς από τον Μάιο του 1889 στο άσυλο του Σεν Ρεμί της Προβηγκίας, στο μοναστήρι του Αγίου Παύλου, όπου έμεινε λίγο παραπάνω από έναν χρόνο -373 ημέρες για την ακρίβεια- και ζωγράφισε μερικά από τα ωραιότερα και γνωστότερα έργα του.

Ζωγράφιζε πάντα, όπως λένε οι ζωγράφοι, εκ του φυσικού: μόλις έβρισκε το θέμα του -εν προκειμένω τη λαμπρή πανσέληνο του Ιουλίου- έπιανε το τελάρο του, άνοιγε τα χρώματά του και ζωγράφιζε. Ανεξάρτητα από το φυσικό φως, το περιβάλλον, τις καιρικές συνθήκες. Δεν σκιτσάριζε, δεν κρατούσε σημειώσεις, δεν έπαιρνε δουλειά για το σπίτι.

Ετσι εκείνο το βράδυ, ο Βαν Γκογκ μέσα στο ημίφως έφτιαξε αυτό το αριστούργημα. Και ο καθηγητής Ολσον, το 2003, κατόρθωσε να μετρήσει τις πανσελήνους και, πηγαίνοντας προς τα πίσω έξι 19ετείς σεληνιακούς κύκλους, να πει τελικά: «Υπήρξε μια πανσέληνος που ανέτειλε από τα νοτιοανατολικά μέσα στο λυκόφως, την οποία είδε και αναπαρήγαγε ο Βαν Γκογκ εκείνο το βράδυ του 1889. Δεν είναι ωραίος ο τρόπος με τον οποίο τα πράγματα μπαίνουν στη θέση τους;».

Είναι πολύ ωραίο τα πράγματα να μπαίνουν στη θέση τους. Αλλά είναι ακόμη πιο ωραίο να ξέρεις ότι αυτό που βλέπεις είναι μια «φωτογραφία της στιγμής». Μια καλλιτεχνική αναπαραγωγή ενός φυσικού φαινομένου που ξεχάστηκε ίσως και λίγες μέρες μετά από όλους όσοι την έζησαν.

Αλλά, εμείς οι τυχεροί, την απολαμβάνουμε ακόμη και σήμερα. Και θα την απολαμβάνουν και οι επόμενοι από εμάς.

από efsyn

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.