Γιατί οι υπέρ-υπερηχητικοί πύραυλοι τρυπάνε κάθε αντιπυραυλική άμυνα

 


Γράφει ο Ευθύμιος Τσιλιόπουλος

Στην ατελείωτη αναζήτηση για όπλα που θα δώσουν σε μια μεγάλη δύναμη τη δυνατότητα να υπερισχύσει των αντιπάλων της, προέκυψε ένας νέος τύπος όπλου. Οι εξαιρετικά ταχείς υπέρ-υπερηχητικοί πύραυλοι, σε αντίθεση με τους κλασικούς βαλλιστικούς πυραύλους μπορούν να αλλάξουν στόχους εν πτήσει οπουδήποτε στη Γη με τεράστια ταχύτητα, γεγονός που τους επιτρέπει να τρυπάνε κάθε αντιπυραυλική άμυνα.

Τα υπερηχητικά οχήματα ολίσθησης (HGV), όπως όλοι οι πύραυλοι που εκτοξεύονται με τη βοήθεια άλλων πυραύλων, μπορούν να αναπτύσσουν ταχύτητες τουλάχιστον 5 Mach (πενταπλάσια του ήχου). Η βασική διαφορά μεταξύ των πυραύλων HGV και των κλασικών βαλλιστικών πυραύλων δεν είναι η ταχύτητά τους, αλλά η ικανότητά τους να κάνουν ελιγμούς και να αλλάζουν πορεία αφού αποκοπούν από τον πύραυλο που τους έχει εκτοξεύσει. Οι αμυνόμενοι μπορούν να ανιχνεύσουν την εκτόξευση, όπως ανιχνεύουν την εκτόξευση βαλλιστικού πυραύλου, αλλά δεν μπορούν να προβλέψουν την πτήση του HGV. Έτσι είναι πιο δύσκολο να προβλεφθεί ποιος είναι ο στόχος και να κατευθυνθεί η αντι-πυραυλική άμυνα προς το επιτιθέμενο HGV.

Ο όρος υπέρ-υπερηχητικό σημαίνει οτιδήποτε κινείται με πέντε φορές την ταχύτητα του ήχου και πάνω (πάνω από 6.174 χλμ ανά ώρα). Η ταχύτητα είναι σημαντική καθώς δίνει στον αντίπαλο λιγότερο χρόνο να αντιδράσει. Οι περισσότεροι βαλλιστικοί πύραυλοι κινούνται ήδη τόσο γρήγορα. Αυτό που κάνει τους υπέρ-υπερηχητικούς πυραύλους διαφορετικούς είναι ότι γλιστρούν στην ανώτερη ατμόσφαιρα και είναι εξαιρετικά ευέλικτοι. Οι βαλλιστικοί πύραυλοι, όταν εκτοξευτούν, ουσιαστικά δεν έχουν δυνατότητα να αλλάξουν πορεία. Μοιάζουν, δηλαδή, με βλήμα πυροβολικού.

Οι νέοι πύραυλοι είναι δύο τύπων. Ο πρώτος είναι τα HGV, τα οποία αφήνουν την ατμόσφαιρα της Γης και στη συνέχεια βυθίζονται ξανά σε αυτήν, γλιστρώντας στα ανώτερα στρώματα σε μια ρηχή, τυχαία σειρά καμπυλών και στροφών, με σκοπό να ξεγελάσουν το ραντάρ του εχθρού ως προς τον στόχο τους. Ο δεύτερος τύπος είναι ο υπερηχητικός πύραυλος κρουζ (HCM). Ενώ αυτός δεν είναι τόσο γρήγορος, έχει σχεδιαστεί για να πετάει σε χαμηλό ύψος και με διαφορετικές ταχύτητες, προκειμένου να αιφνιδιάζει τον εχθρό, δίνοντάς του πολύ λίγο χρόνο να αντιδράσει.

Συγκριτικά οι τροχιές των διαφόρων όπλων

Τεχνολογικές προκλήσεις

Οι τεχνολογικές προκλήσεις και για τους δύο τύπους είναι τεράστιες. Πετώντας σε ακραίες ταχύτητες, η τριβή αποτελεί βασική πρόκληση, αφού οι θερμοκρασίες φτάνουν στους 2.200 βαθμούς Κελσίου. Για να γίνει κατανοητή η δυσκολία, το τιτάνιο λιώνει στους 1.670 C. Αυτοί οι πύραυλοι, επομένως, πρέπει να κατασκευαστούν από πολύπλοκα υλικά σχεδιασμένα να αντέχουν σε ακραίες συνθήκες.

Η επικοινωνία είναι ένα πρόβλημα γι’ αυτά τα όπλα, καθώς η υψηλή θερμότητα δημιουργεί σύννεφο υπερ-φορτισμένων σωματιδίων (πλάσμα), στο οποίο είναι πολύ δύσκολο να διεισδύσουν οι κανονικές ραδιοεπικοινωνίες. Παρόμοιο πρόβλημα υπάρχει για τα διαστημόπλοια κατά την επανείσοδό τους στην ατμόσφαιρα και σε εκείνες τις στιγμές η επικοινωνία συνήθως γίνεται αδύνατη. Η ευελιξία σε τέτοιες υψηλές ταχύτητες, που είναι βασικό χαρακτηριστικό αυτών των όπλων, δημιουργεί σοβαρές πιέσεις στη δομή του πυραύλου. Τα μοντέλα που χρησιμοποιήθηκαν στις αρχικές δοκιμές κυριολεκτικά διαλύθηκαν όταν κλήθηκαν να αλλάξουν πορεία. Στην πραγματικότητα, τα νέα αυτά όπλα δεν έχουν ακόμη αναπτυχθεί πλήρως.


ΗΠΑ, Ρωσία και Κίνα

Ενώ οι ΗΠΑ και η Ρωσία παραδοσιακά ήταν στην πρώτη γραμμή αυτών των τεχνολογιών, η Κίνα απειλεί να τις προσπεράσει. Πραγματοποίησε πλήγμα με τον DF-17 HGV, ενώ παρουσίασε δημοσίως τον πύραυλο σε παρέλαση στο Πεκίνο τον Οκτώβριο 2019. Αυτό το όχημα-όπλο έχει σχεδιαστεί για να εκτοξεύεται με έναν συμβατικό βαλλιστικό πύραυλο και έχει τη δυνατότητα να χτυπήσει οποιαδήποτε περιοχή στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας σε 13 λεπτά.

Κινεζικά συστήματα DF-17

Η Ρωσία δοκιμάζει τον δικό της Avangard, που χρησιμοποιεί παρόμοια διαμόρφωση με την κινεζική. Εκτοξεύεται από προωθητικό βαλλιστικό πύραυλο, αποσπάται από αυτόν στο διάστημα και μπαίνει ξανά στην ατμόσφαιρα, ελισσόμενος προς τον στόχο με απίστευτες ταχύτητες έως και 33.000 χλμ ανά ώρα. Οι πρώτοι πύραυλοι με το νέο αυτό όπλο τέθηκαν σε υπηρεσία τον Δεκέμβριο 2019, καθιστώντας τη Ρωσία την πρώτη χώρα που ενσωματώνει ανοιχτά ένα λειτουργικό HGV στο οπλοστάσιό της. Και άλλες χώρες ερευνούν τέτοιες τεχνολογίες. Η Ινδία αναπτύσσει μια υπέρ-υπερηχητική παραλλαγή του πυραύλου BrahMos. Γαλλία και Ιαπωνία θα έχουν έναν υπέρ-υπερηχητικό πύραυλο κρουζ στα οπλοστάσια τους έως το 2022 και το 2026, αντίστοιχα.

Ενώ οι Ρώσοι αναλυτές ισχυρίζονται ότι αυτοί οι πύραυλοι είναι άτρωτοι, η κινεζική έρευνα έδειξε ότι ο “φάκελος” πλάσματος που εκπέμπουν τους καθιστά ορατούς στο ραντάρ. Αυτό διευκολύνει τον εντοπισμό, αλλά οι ακραίες ταχύτητες και η ευελιξία καθιστούν δύσκολο για την αντιπυραυλική άμυνα να προβλέψει την διαδρομή του εχθρικού πυραύλου. Αυτό σημαίνει ότι ένας τέτοιος πύραυλος μπορεί να διεισδύσει σε οποιαδήποτε αντιπυραυλική ασπίδα έχει σχεδιαστεί μέχρι τώρα.

Με συμβατικές ή πυρηνικές κεφαλές;

Το κρίσιμο ερώτημα για την άμυνα είναι εάν τέτοιοι πύραυλοι μεταφέρουν συμβατικές ή πυρηνικές κεφαλές. Όποια χώρα ανιχνεύσει έναν τέτοιο πύραυλο να κατευθύνεται εναντίον της δεν ξέρει εάν πρόκειται για συμβατική ή πυρηνική κεφαλή. Έχοντας ελάχιστο χρόνο να αποφασίσει, υποθέτει το χειρότερο, ότι πρόκειται για πυρηνική επίθεση. Άρα, το πιθανότερο είναι να εξαπολύσει πυρηνική αντεπίθεση πριν καταστραφούν οι δικές της δυνάμεις.

Όταν οι ΗΠΑ άρχισαν πειραματίζονται με υπέρ-υπερηχητικούς πυραύλους στις αρχές της δεκαετίας 2000, προσπάθησαν να αναπτύξουν συστήματα μεγάλης εμβέλειας που να μπορούν να φτάσουν στην ενδοχώρα του αντιπάλου με σκοπό να καταστρέψουν θωρακισμένους στόχους με ισχυρή αντιπυραυλική άμυνα. Πρόσφατα, το Πεντάγωνο αύξησε τη χρηματοδότηση και ενέκρινε την ανάπτυξη πυραύλων μικρού και μέσου βεληνεκούς με σκοπό επιθέσεις εναντίον ισχυρών αμυντικών στόχων σε περιφερειακές συγκρούσεις.

Το αμερικανικό Υπουργείο Άμυνας αναπτύσσει τέτοια όπλα στο πλαίσιο του ναυτικού “Συμβατικού Αμέσου Πλήγματος”, καθώς και μέσω προγραμμάτων της Αεροπορίας, του Στρατού και του Οργανισμού Ερευνών Προηγμένων Έργων Άμυνας (DARPA). Σε αντίθεση με τη Ρωσία και την Κίνα, οι ΗΠΑ δεν αναπτύσσουν HGV με πυρηνικές κεφαλές. Αυτό σημαίνει ότι οι αμερικανικοί HGV απαιτούν να είναι πιο ακριβείς. Αυτό σημαίνει ότι η ανάπτυξή τους είναι τεχνικά δυσκολότερη από τα οπλισμένα με πυρηνικά κινέζικα και ρωσικά HGV.

Τι αλλάζουν οι υπέρ-υπερηχητικοί πύραυλοι

Τα υπέρ-υπερηχητικά όπλα αποτελούν άλμα στην πολεμική τεχνολογία και ως εκ τούτου θα επιφέρουν ίσως ριζικές αλλαγές. Οι σκεπτικιστές μπορούν να επικαλεστούν επαναστάσεις στην ταχύτητα και την εμβέλεια του πολέμου, όπως η έλευση της στρατιωτικής αεροπορίας το 1909, ή οι υποηχητικοί πύραυλοι του 1950, οι οποίοι επίσης μείωσαν το τακτικό βάθος, αλλά τελικά ξεπεράστηκαν. Η διαφορά είναι ότι τα αεροσκάφη και οι υποηχητικοί πύραυλοι κρουζ ταξίδευαν ακόμα και για ώρες για να φτάσουν σε απομακρυσμένους στόχους. Το πλεονέκτημά τους ήταν οι μικρές δυνατότητες ανίχνευσής τους, οι οποίες, όμως, βελτιώθηκαν και αποκατέστησαν την αίσθηση του στρατηγικού βάθους.

Δεν υπάρχει τίποτα που καθιστά τα υπέρ-υπερηχητικά όπλα μη ανιχνεύσιμα. Ωστόσο, η ταχύτητά τους καθιστά την ανίχνευση σε μεγάλο βαθμό άχρηστη. Πρέπει ο υπέρ-υπερηχητικός πύραυλος να έχει εκτοξευθεί από πολύ μεγάλη απόσταση για να έχει επαρκή χρόνο αντίδρασης στην αντιπυραυλική άμυνα. Για να φτάσει ένας υποηχητικός πύραυλος σε στόχο που απέχει 100 χλμ χρειάζεται πέντε λεπτά. Ένας υπέρ-υπερηχητικός πύραυλος με ταχύτητα 10 Mach για να πλήξει τον ίδιο στόχο χρειάζεται 30 δευτερόλεπτα. Πέντε λεπτά χρειάζεται εάν εκτοξευθεί από απόσταση 1000 χλμ.

Προφανώς θα δούμε προσπάθειες ανάπτυξης τέτοιων όπλων, γεγονός που θα προκαλέσει νέα κούρσα εξοπλισμών αφενός για την βελτίωση των υπέρ-υπερηχητικών πυραύλων, αφετέρου για την ανάπτυξη αντιπυραυλικών συστημάτων ικανών να ανιχνεύσουν εγκαίρως και κυρίως να αναχαιτίσουν μέσω αλγορίθμων και τεχνητής νοημοσύνης υπέρ-υπερηχητικούς πυραύλους. Δορυφόροι προσφέρουν πολλά υποσχόμενες δυνατότητες καλύτερης ανίχνευσης και ενδέχεται η όλη προσπάθεια να προκαλέσει μεγαλύτερη στρατιωτικοποίηση του διαστήματος.

Όπως ανέφερε ο αναλυτής Άλαν Κάμινγκς του Πανεπιστημίου Ταφτς: «Προς το παρόν, φαίνεται ότι κυρίαρχη αξία των υπέρ-υπερηχητικών όπλων είναι να δοθεί στις χώρες που τα έχουν μια ικανότητα κατά το δόγμα Κλάουσεβιτς (δηλαδή να φτάσει σε ένα περιορισμένο αποκορυφωτικό σημείο νίκης γρήγορα και αποφασιστικά) για να υποστηρίξει μια στρατηγική εμπνευσμένη από τον Σουν Τσου (δηλαδή να κερδίσει χωρίς μάχη)».

από slpress

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.