Προς μια Ελληνική Αρκτική Πολιτική; Το μονοπάτι για ένα μεσογειακό κράτος στην Αρκτική
Του Απόστολου Τσιουβάλα
Η Βουλή των Ελλήνων στην Αθήνα.
Η περιοχή της Αρκτικής βρίσκεται στο κατώφλι, άνευ προηγουμένου, αλλαγών με βαθιές κοινωνικο-οικολογικές και γεωπολιτικές προεκτάσεις σε όλη την περιοχή και πέρα από αυτήν. Οι τοπικές προκλήσεις έχουν γίνει σήμερα παγκόσμιες και οι ενδιαφερόμενες μη αρκτικές χώρες επιδεικνύουν ένα διαρκώς διευρυνόμενο ενδιαφέρον για ενασχόληση με υποθέσεις της Αρκτικής, καθοδηγούμενο από τις συνέπειες της υπερθέρμανσης του πλανήτη και τις αναδυόμενες γεωπολιτικές πραγματικότητες.
Το αν η Ελλάδα επηρεάζεται από όσα συμβαίνουν στην Αρκτική παραμένει πέρα από κάθε αμφισβήτηση. Το ερώτημα έγκειται στο εάν η Ελλάδα θα πρέπει να ενδιαφέρεται να αυξήσει την εμπλοκή της στις υποθέσεις της Αρκτικής και τελικά να αναπτύξει μια σχετική στρατηγική. Αυτή η σύνοψη πολιτικής στοχεύει στη διατύπωση της εδραιωμένης σχέσης της Ελλάδας με την Αρκτική και διερευνά τα κύρια κίνητρα που μπορεί να οδηγήσουν στη διαμόρφωση μιας πιθανής ελληνικής πολιτικής για την Αρκτική στο μέλλον. Αφού φωτίσει το status quo της υπάρχουσας εμπλοκής της Ελλάδας στην Αρκτική, η σύντομη έρευνα διερευνά στρατηγικές οδούς για την υπέρβαση των συνεχιζόμενων φραγμών και τη διασφάλιση των συμφερόντων του κράτους στην περιοχή.
Ελλάδα και Αρκτική – Από το παρελθόν στο παρόν
Αν και ο βορειότερος ελληνικός οικισμός, το Ορμένιο βρίσκεται περίπου 1.700 μίλια νότια του Αρκτικού Κύκλου, το ενδιαφέρον των Ελλήνων για τον μακρυνό βορρά έχει εκφραστεί για πάνω από δύο χιλιετίες. Ήταν ο Πυθέας της Μασσαλίας, ο αρχαίος γεωγράφος, που έγινε ο πρώτος Μεσογειακός που ακολούθησε μια επιστημονική αποστολή στον Βόρειο Ατλαντικό, και πιθανότατα έφτασε βόρεια ως την Ισλανδία και τον Αρκτικό Κύκλο.(1) Μετά το ταξίδι του Πυθέα στον Βορρά, αρκετοί αρχαίοι Έλληνες στοχαστές έγραψαν εκτενώς για την περιοχή που αργότερα επρόκειτο να ονομαστεί «Αρκτική», προερχόμενη από την ελληνική λέξη ἄρκτος (άρκτος) που προέρχεται από τον βόρειο αστερισμό της Αρκούδας.
Παραβλέποντας αυτό το προμοντέρνο γνήσιο ενδιαφέρον για την κυκλική εξερεύνηση, στη σύγχρονη πολιτική ιστορία του κράτους που είναι γνωστό ως «Ελλάδα», ή καλύτερα «Ελληνική Δημοκρατία», η Αρκτική ήταν τουλάχιστον σκοτεινή αν όχι απούσα. Η εμπλοκή της Ελλάδας με τους πόλους ήταν, ιστορικά, ελάχιστη και το σύγχρονο κράτος στερείται στρατηγικής για την Αρκτική που να σκιαγραφεί τα εθνικά συμφέροντα στην περιοχή ή την προθυμία να συνεισφέρει στην αρκτική έρευνα. Η Ελλάδα δεν είχε ποτέ ερευνητικό σταθμό στην Αρκτική (ούτε στο γεωγραφικό της αντίθετο), ούτε ηγήθηκε ποτέ συστηματοποιημένων πολικών αποστολών.
Υπό τις συνεχείς γεωπολιτικές εξελίξεις και δεδομένων των σημαντικότερων συνεπειών στον κόσμο απο τις δραματικές αλλαγές στην Αρκτική, το κράτος έχει εκφράσει, πρόσφατα, ένα διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον στα θέματα της Αρκτικής (και της Ανταρκτικής). Η Ελλάδα είναι μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία έχει καθιερωθεί εδώ και καιρό ως σημαντικός γεωπολιτικός παράγοντας στον μακρυνό Βορρά, και πολλά από τα κράτη μέλη της έχουν ήδη επιδείξει στρατηγικές ανησυχίες στην περιοχή. Συμπεριλαμβάνονται η Ιταλία και η Γαλλία, οι οποίες είναι μάρτυρες μακράς ιστορικής παρουσίας στην έρευνα και εξερεύνηση της Αρκτικής και επί του παρόντος κατέχουν καθεστώς παρατηρητή στο Αρκτικό Συμβούλιο, το πιο σημαντικό φόρουμ για τη συνεργασία της Αρκτικής.
Η Ελλάδα, μαζί με την Ελβετία, την Τουρκία και τη Μογγολία, υπέβαλαν στο παρελθόν αίτηση για Καθεστώς Παρατηρητή στο Αρκτικό Συμβούλιο,(3) που υποκινήθηκε από την Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών (UGS), η οποία αναγνώρισε την αυξανόμενη αξία των πολικών ναυτιλιακών διαδρομών για την παγκόσμια θαλάσσια οικονομία. Αν και η αίτηση του κράτους για καθεστώς παρατηρητή απορρίφθηκε,(5) σε συνάντηση του 2016 με τον Ρώσο πρόεδρο, ο πρώην Έλληνας πρωθυπουργός δήλωσε το επίμονο ενδιαφέρον του κράτους να αποκτήσει καθεστώς παρατηρητή στο Αρκτικό Συμβούλιο, με την τελευταία φιλοδοξία να ενθαρρύνεται από τη Ρωσία. (6) Το 2017, ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών επιβεβαίωσε την πρόθεση της Ελλάδας να γίνει τελικά παρατηρητής στο Συμβούλιο,(7), αλλά, μέχρι τη στιγμή της σύνταξης αυτού του κειμένου, δεν έχει ακόμη γίνει επίσημη υποβολή. Ωστόσο, το UGS κατάφερε να γίνει μέλος στο Οικονομικό Συμβούλιο της Αρκτικής το 2018,(8) ανοίγοντας το δρόμο προς τη βαθύτερη εμπλοκή του κράτους με τα θέματα της Αρκτικής.
Με πάνω από 16.000 km ακτογραμμή και μόνο 130.647 km2 χερσαία έκταση, η Ελλάδα είναι στην ουσία της ένα παράκτιο έθνος, του οποίου το ένα τρίτο περίπου κατοικεί σε απόσταση έως και 2 km από την ακτή.(11) Το ενενήντα τοις εκατό της τουριστικής υποδομής της χώρας βρίσκεται επίσης σε παραθαλάσσιες περιοχές. Στην έκθεσή της για το 2019, η IPCC προέβλεψε 0,6 έως 1,1 μέτρα παγκόσμια άνοδο της στάθμης της θάλασσας έως το 2100, εάν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου παραμείνουν σε υψηλά ποσοστά, τις επόμενες δεκαετίες, με εμφανείς περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις για τις τοπικές κοινωνίες. Η παγκόσμια παράκτια διάβρωση οφείλεται κυρίως στις αλλαγές στους πόλους, με τη συνεχιζόμενη απώλεια του στρώματος πάγου της Γροιλανδίας και το λιώσιμο των παγετώνων της Ανταρκτικής να αποτελούν σημαντικούς παράγοντες. Ως πρόσθετα παράγωγα του μεταβαλλόμενου κλίματος, οι ημέρες καύσωνα έχουν αυξηθεί στην Ελλάδα, μαζί με δασικές πυρκαγιές και άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα (καταιγίδες, πλημμύρες) που έχουν κατά καιρούς επισφαλείς επιπτώσεις για τους πολίτες και την άγρια ζωή στα κράτη. Το συνεχώς ξηρό κλίμα στη Μεσόγειο εκτιμάται περαιτέρω ότι θα επηρεάσει αρνητικά την ελληνική οικονομία στην ηπειρωτική χώρα, ιδιαίτερα τη γεωργική παραγωγή σε βασικές περιοχές όπως η Θεσσαλία και η Κεντρική Μακεδονία,(13) δικαιολογώντας περαιτέρω την ανάγκη η Ελλάδα να συνεχίσει να ενδιαφέρεται στις διεθνείς συζητήσεις για υπερθέρμανση του πλανήτη και αλλαγές στους πόλους.
Εξίσου σημαντική για την απόκτηση ερείσματος στα φόρα της Αρκτικής είναι η προσέγγιση ενός κράτους προς τους αυτόχθονες πληθυσμούς της Αρκτικής. Χωρίς να έχει αναγνωρίσει καμία ομάδα ιθαγενών εντός της εθνικής της επικράτειας, η Ελλάδα ψήφισε υπέρ της Διακήρυξης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ιθαγενών Λαών (UNDRIP) το 2007. Το κράτος θα μπορούσε να εξασφαλίσει περαιτέρω την υποστήριξή του προς τα δικαιώματα των αυτόχθονων πληθυσμών της Αρκτικής επικυρώνοντας τη Διακήρυξη των Ιθαγενών του 1989 και της Σύμβασης των Φυλετικών Λαών (Αρ. 169) της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας. Άλλα κράτη της ΕΕ, όπως η Ισπανία, το Λουξεμβούργο και πιο πρόσφατα η Γερμανία, έχουν επικυρώσει τη Σύμβαση,(14) ενώ άλλα έχουν υποστηρίξει σθεναρά τον λαό των Σάμι, τον μόνο αναγνωρισμένο αυτόχθονα πληθυσμό της ΕΕ.(15)
Η απόκτηση θέσης παρατηρητή στο Αρκτικό Συμβούλιο θα ήταν τελικά η ιδανική εξέλιξη της αυξανόμενης εμπλοκής της Ελλάδας στην περιοχή της Αρκτικής. Πριν επιστρέψει όμως με μια επικαιροποιημένη αίτηση, η Ελλάδα πρέπει να επιδείξει πολιτική προθυμία καθώς και οικονομική ικανότητα να συνεισφέρει στο έργο του Αρκτικού Συμβουλίου και των Μόνιμων Συμμετεχόντων του. Αν και η ομαλή λειτουργία του Αρκτικού Συμβουλίου έχει προσωρινά επηρεαστεί από τη συνεχιζόμενη κατάσταση στην Ουκρανία, θα μπορούσε αναμφισβήτητα να υποστηριχθεί ότι, σε μια μεταπολεμική εποχή, η επιτακτική ανάγκη για διαιώνιση της ειρήνης και της συνεργασίας στον Βορρά μπορεί να δημιουργήσει χώρο στην Συμβούλιο για πρόσθετα κράτη παρατηρητές εκτός Αρκτικής με έντονο ενδιαφέρον για τον αρκτικό διάλογο.
Ενώ το τεράστιο ενδιαφέρον της Ελλάδας για την παγκόσμια διακυβέρνηση των ωκεανών και το θαλάσσιο εμπόριο είναι αδιαμφισβήτητο, όπως επιβεβαιώθηκε στη Διακήρυξη του Ilulissat του 2008 των πέντε παράκτιων κρατών της Αρκτικής, η διακυβέρνηση της Αρκτικής και η δέσμευση με τα θέματα της Αρκτικής απαιτεί την ειρηνική συνεργασία των κρατών σύμφωνα με τα πρότυπα του διεθνούς δικαίου για την προστασία και διατήρηση του εύθραυστου θαλάσσιου περιβάλλοντος του Αρκτικού Ωκεανού. Ωστόσο, η γεωπολιτική πραγματικότητα στην ανατολική Μεσόγειο αποκαλύπτει τα υπάρχοντα εμπόδια που αντιμετωπίζει η Ελλάδα όσον αφορά τη θαλάσσια συνεργασία, την ασφάλεια, τη διακυβέρνηση των ωκεανών και την εξωτερική πολιτική. Η επίλυση των διαρκών πολύπλευρων διαφορών στο Αιγαίο με το γειτονικό κράτος Τουρκία θα είναι το πρώτο ορόσημο για την ελληνική (και όχι λιγότερο την τουρκική) κυβέρνηση να διασφαλίσει την αξιοπιστία στα φόρα της Αρκτικής και να επιδείξει ισχυρή ικανότητα συνεργασίας και διαλόγου για την βάση του διεθνούς δικαίου της θάλασσας. Πράγματι, ένα πρώτο σημαντικό βήμα προς την ειρηνική επίλυση των θαλάσσιων διαφορών στη Μεσόγειο ήταν η συμφωνία οριοθέτησης του 2020 με την Ιταλία,(17) αποκρυσταλλώνοντας τα σύνορα της ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών και επιλύοντας μακροχρόνια ζητήματα σχετικά με τα αλιευτικά δικαιώματα στο Ιόνιο Πέλαγος.
Η ύψιστη προσοχή στις ιδιαίτερες κοινωνικο-οικολογικές συνθήκες της περιοχής, η υποστήριξη των αυτόχθονων πληθυσμών της Αρκτικής και η συνεχής δέσμευση για την έρευνα και την καινοτομία στην Αρκτική αποτελούν τον απαραίτητο όρο για την ανάπτυξη μιας στρατηγικής για την Αρκτική. Για ένα κράτος όπως η Ελλάδα χωρίς πολική παράδοση και που του λείπει μια θεσμοθετημένη ενιαία προσέγγιση των υποθέσεων της Αρκτικής, η διεκδίκηση της θέσης του στο αρκτικό πεδίο απαιτεί στρατηγικό σχεδιασμό, οικονομικές επενδύσεις και εποικοδομητική συνεργασία με φορείς που έχουν ήδη εδραιωθεί στην περιοχή. Το διεθνές δίκαιο, η θαλάσσια ναυσιπλοΐα, η επιστήμη και η συνεργασία και η υποστήριξη των λαών και των οικοσυστημάτων της περιοχής μπορεί επομένως να αποτελέσουν βασικά στοιχεία για τη διατύπωση μιας μελλοντικής «Ελληνικής Αρκτικής ατζέντας».
This Policy Brief αρχικά γράφτηκε στα ελληνικά με τίτλο «Μια «Αρκτική Στρατηγική» για την Ελλάδα; Χαράσσοντας το Μονοπάτι από το Μεσόγειο στον Πόλο.», δημοσιεύτηκε στο Vol. 3 Νο. 1 (2022): Σειρά HAPSc Policy Briefs. Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτήν την Περίληψη Πολιτικής ανήκουν αποκλειστικά στον συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις επίσημες απόψεις της Ελληνικής Δημοκρατίας. Η έρευνα που διεξήχθη γι αυτό το κομμάτι χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από το έργο The Geopolitics and Geoeconomics of Maritime Spatial Disputes in the Arctic (GEOSEAS) του Ερευνητικού Συμβουλίου της Νορβηγίας αρ. 302176.
από thearcticinstitute, μέσω anixneuseis
Δεν υπάρχουν σχόλια: