Όταν οι ανθρακωρύχοι απέργησαν κατά της ρύπανσης. του Milo Probst *



Του Milo Probst *

Μετάφραση από τα γερμανικά Άλεξ Κάντζιας – Ρόντε

πηγή: Jacobin.de

Το περιβαλλοντικό κίνημα δεν εμφανίστηκε για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1970. Μια απεργία το 1888 δείχνει πώς μπορεί να μοιάζει η «προστασία του περιβάλλοντος των φτωχών».

Η προστασία του περιβάλλοντος αποτελεί μέλημα της καλομαθημένης στην ευζωία μεσαίας τάξης. Αυτό το επιχείρημα διατυπώνεται από σχολιαστές και κοινωνικούς επιστήμονες από την εμφάνιση του περιβαλλοντικού κινήματος πριν από περίπου πενήντα χρόνια. Ενάντια σε αυτή την άποψη, οι ερευνητές Ramachandra Guha και Joan Martínez-Alier, μεταξύ άλλων, ανέπτυξαν την έννοια της «προστασίας του περιβάλλοντος από τους φτωχούς» ήδη από τη δεκαετία του 1980.

Αντί να διατηρήσουν την ίδια τη φύση ή να την προστατεύσουν για τις μελλοντικές γενιές, αυτά τα οικολογικά κινήματα επικεντρώνονται στα πραγματικά, υλικά συμφέροντα των καταπιεσμένων και υφιστάμενων διακρίσεων πληθυσμών: ρύπανση νερού, εδάφους και αέρα, πρόσβαση στη γη και τους πόρους. Οι Guha και Martínez-Alier περιγράφουν με τον όρο αυτό κυρίως αγώνες στον παγκόσμιο νότο και κινήματα για περιβαλλοντική δικαιοσύνη στις ΗΠΑ, όπου ειδικότερα οι έγχρωμες κοινότητες κινητοποιούνται κατά της περιβαλλοντικής ρύπανσης. Όπως δείχνει ο Juan Martínez-Alier στα κείμενά του ωστόσο ιστορικούς προδρόμους των κινημάτων υπήρχαν επίσης ιστορικοί πρόδρομοι για την προστασία του περιβάλλοντος από τους φτωχούς και στην Ευρώπη: ένα απεργιακό κίνημα στην Ανδαλουσία το 1888.

Καταστροφική Εξόρυξη Χαλκού

Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, η ανδαλουσιανή επαρχία Huelva έγινε βασική περιοχή εξόρυξης στην Ευρώπη. Μετά από ένα κύμα φιλελευθεροποίησης στη δεκαετία του 1870, ξένες και ειδικά βρετανικές εταιρείες ανέπτυξαν την εξόρυξη χαλκού στην περιοχή. Το μεγαλύτερο ορυχείο βρισκόταν στα περίχωρα της κοινότητας Riotinto, το οποίο λειτουργούσε από το 1873 η ομώνυμη βρετανική εταιρεία Rio Tinto, η οποία εξακολουθεί να είναι διαβόητη για την καταστροφή του περιβάλλοντος που προκαλεί. Μόλις πρόσφατα υπήρξαν βίαιες διαμαρτυρίες στη Σερβία κατά της κυβέρνησης, η οποία ήθελε να χρησιμοποιήσει νομοθεσία φιλική προς τις επιχειρήσεις για να ενθαρρύνει τη Rio Tinto στην περιβαλλοντικά καταστροφική εξόρυξη λιθίου

Πριν από 130 χρόνια, η εξόρυξη χαλκού στην Ανδαλουσία ήταν ιδιαίτερα επιβλαβής για το περιβάλλον και την υγεία: ο πυρίτης που εξαγόταν από το έδαφος συσσωρευόταν σε κωνικούς σωρούς και πυρπολούνταν στο ύπαιθρο. Οι σωροί πυρίτη καίγονταν για πέντε έως έξι μήνες μέχρι να σχηματιστεί θειικός χαλκός, από τον οποίο σε ένα επόμενο στάδιο κερδιζόταν ο χαλκός. Αυτή η μέθοδος ονομάστηκε «υπαίθρια φρύξη».

Αυτό απελευθέρωσε μεγάλες ποσότητες διοξειδίου του θείου στην ατμόσφαιρα . Ένας μάρτυρας της εποχής αναφέρει πως «οι άνθρωποι δεν μπορούσαν πλέον να αναγνωριστούν σε απόσταση δέκα μέτρων και το μόνο που φαινόταν από τον ήλιο ήταν ένα φλεγόμενο κοκκινωπό δαχτυλίδι». Το αέριο προσέβαλε επίσης τους πνεύμονες και το πεπτικό σύστημα, με αποτέλεσμα να προκαλούνται προβλήματα υγείας. Σε επαφή με τον υγρό αέρα δημιουργούνταν επίσης θειικό οξύ, το οποίο μόλυνε το έδαφος και το νερό.

Αυτή η όξινη βροχή είχε καταστροφικές συνέπειες για τη γεωργία: ορισμένοι μιλούσαν για «καμένα» λιβάδια, βοσκοτόπια και κήπους. Οι αποικίες μελισσών πέθαιναν, τα οπωροφόρα δέντρα έριχναν τα άνθη τους και οι βελανιδιές γίνονταν κόκκινες και σχεδόν δεν είχαν πλέον βελανίδια. Γύρω από τα ορυχεία η αγροτική παραγωγή κατέρρευσε. Σε μια κοινότητα, η παραγωγή σιταριού έπεσε κατακόρυφα κατά 88% ενώ η εκτροφή αιγών μειώθηκε κατά 91% και εκείνη των προβάτων κατά 80%. Στη Βρετανία, η «υπαίθρια φρύξη» είχε ήδη απαγορευτεί λόγω των επιπτώσεών της, ενώ στην Ανδαλουσία η κυβέρνηση και οι εταιρείες απλά τις αρνούνταν.

Δουλεύοντας στον καπνό

Ειδικά οι ανθρακωρύχοι ένιωθαν από πρώτο χέρι την ατμοσφαιρική ρύπανση. Ο καπνός όχι μόνο προσέβαλε τους πνεύμονές τους, αλλά δημιούργησε και οικονομική ανασφάλεια. Αν και οι ανθρακωρύχοι κέρδιζαν για παράδειγμα περισσότερα από τους αγρεργάτες, αν κάποιες μέρες και υπό ορισμένες καιρικές συνθήκες υπήρχε τόσος καπνός που η εργασία έπρεπε να σταματήσει δεν έπαιρναν καθόλου ή έπαιρναν μόνο μια πολύ μικρή αποζημίωση. Αν ως αποτέλεσμα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης αρρώσταιναν έπρεπε να καταφύγουν στην ιατρική υπηρεσία της ίδιας της εταιρείας. Αυτή ήταν απρόθυμη να  αναγνωρίσει επαγγελματικές ασθένειες και οι εργάτες έπρεπε να χρηματοδοτήσουν οι ίδιοι τη θεραπεία με κρατήσεις από τους μισθούς.

Για δεκαετίες, οι κάτοικοι της περιοχής εξέφραζαν ανεπιτυχώς τη δυσαρέσκειά τους με επιστολές και αιτήσεις. Όταν οι δραστηριότητες εξόρυξης αυξήθηκαν σημαντικά γύρω στο 1880, ίδρυσαν το «ένωση κατά του καπνού». Αυτή η διαταξική συμμαχία τοπικών πολιτικών και μικρών και μεγάλων αγροτών προσπάθησε να προωθήσει την απαγόρευση αυτής της επιβλαβούς για το περιβάλλον μεθόδου εξόρυξης χαλκού.

Στη δεκαετία του 1880, το κίνημα του αναρχισμού εξαπλώθηκε στην περιοχή εξόρυξης της Huelva. Ηγετική φυσιογνωμία μεταξύ των ανθρακωρύχων ήταν ο κουβανικής καταγωγής αναρχικός Maximiliano Tornet, ο οποίος εργαζόταν στο ορυχείο Rio Tinto από το 1883. Λίγο μετά την άφιξή του αντιμετώπισε προβλήματα υγείας. Εξαιτίας της υποκινητικής και προπαγανδιστικής του δράσης γρήγορα ήρθε σε σύγκρουση με τη διοίκηση της εταιρείας. Γιατί ο Tornet ήξερε πώς να συνδέσει τις ανησυχίες της «ένωσης κατά του καπνού» με αυτές των εργαζομένων.

Μια Απεργία για καλύτερο αέρα

Πυροδοτούμενη από μια προγραμματισμένη περικοπή μισθών, στις αρχές του 188 ξέσπασε μια εργατική διαμάχη, η οποία υποστηρίχθηκε τόσο από τα μέλη της ένωσης όσο και από τους χωρικούς. Την 1η Φεβρουαρίου περίπου 5.000 εργαζόμενοι κατέβηκαν σε απεργία.  «Η προλεταριακή τάξη απειλείται από τους εκμεταλλευτές», έγραφαν σε ένα έγγραφο. Τα αιτήματά τους περιελάμβαναν: καμία περικοπή μισθών για ιατρική περίθαλψη, μείωση της εργάσιμης ημέρας από δώδεκα σε εννέα ώρες, όχι αμοιβή με το κομμάτι, όχι πρόστιμα και μειώσεις μισθών τις ημέρες που ο καπνός καθιστούσε αδύνατη την εργασία. Ασκούσαν έντονη κριτική στην υπαίθρια πύρωση επειδή «είχαν να θρηνήσουν θύματα ασφυξίας κάθε μέρα».

Τα αιτήματά τους δείχνουν πώς η ατμοσφαιρική ρύπανση επηρέαζε άμεσα την υγεία και τις συνθήκες εργασίας των ανθρακωρύχων. Οι εργαζόμενοι κατάφεραν να μεταφράσουν τις καθημερινές τους ανησυχίες σε διεκδικήσεις προς  την  εταιρεία και τις  αρχές.

Τρεις μέρες αργότερα, στις 4 Φεβρουαρίου, 12.000 άνθρωποι διαδήλωσαν στο Riotinto για τα αιτήματα των εργατών. «Κάτω ο καπνός», «Ζήτω η γεωργία» και «Θέλουμε δικαιοσύνη» λέγεται ότι φώναξαν. Η διαμαρτυρία κατεστάλη βίαια από τον στρατό που άνοιξε πυρ εναντίον των διαδηλωτών. Ο στρατός προκάλεσε ένα πραγματικό λουτρό αίματος. Σύμφωνα με πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του ιστορικού Gérard Chastagnaret, ο στρατός σκότωσε περίπου 200 διαδηλωτές. Ο Μαξιμιλιάνο Τορνέτ κατάφερε να δραπετεύσει στην Πορτογαλία, από όπου σύντομα κατέφυγε στην Αργεντινή.

Οι ανθρακωρύχοι έλαβαν περαιτέρω αλληλεγγύη από τους αναρχικούς συντρόφους τους. Η αναρχική εφημερίδα της Βαρκελώνης El Productor έγραφε μια εβδομάδα μετά τη σφαγή: «Τα χωράφια που προηγουμένως υμνούνταν για την πλούσια ζωή και τη λαμπρή ομορφιά τους έχουν γίνει ερημιές εξαιτίας της αποπνικτικής  ατμόσφαιρας που δημιουργήθηκε από μια επιχείρηση που μετατρέπει την καταστροφή μιας επαρχίας σε πλούτο για μερικούς λίγους.» Η αναρχική Federación Libertaria» της Βαρκελώνης ξεκίνησε έρανο για τα σκοτωμένα «αδέρφια» της και τις οικογένειές τους.

Η σφαγή στο Riotinto, που θα περάσει στην ιστορία ως «έτος των πυροβολισμών», μετατράπηκε σε μια πολυσυζητημένη κρατική υπόθεση. Το κοινοβούλιο συζήτησε το περιστατικό ενώ οι λομπίτστες της εξόρυξης βγήκαν δημόσια για να υποτιμήσουν τις βλάβες που αυτή προκαλούσε στην υγεία. Τελικά, η δημόσια πίεση ανάγκασε την κυβέρνηση να καταργήσει σταδιακά την υπαίθρια φρύξη. Αλλά το διάταγμά της δεν έγινε ποτέ νόμος - οι εταιρείες σαμπόταραν τις προσεκτικές προσπάθειες της κυβέρνησης να την απαγορεύσει. Και έτσι ο τελευταίος σωρός πυρίτη στο ορυχείο Riotinto δεν έσβησε παρά το 1907.

Οικολογία και ανθρώπινη υγεία

Η απεργία των ανθρακωρύχων στο Riotinto είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα προστασίας του περιβάλλοντος από τους φτωχούς. Απεικονίζει πως κοινωνικές και οικολογικές διεκδικήσεις  συγκλίνουν με τις υλικές ανάγκες των ανθρώπων. Η απεργία των ανθρακωρύχων δεν αφορούσε μια αφηρημένη περιβαλλοντική ηθική, αλλά τα συγκεκριμένα συμφέροντα εκείνων που έπρεπε να αναπνέουν καθημερινά μολυσμένο αέρα και να παρακολουθούν την καταστροφή της γεωργικής τους γης. Μια οικολογική συνείδηση ​​των φτωχών προκύπτει επίσης εκεί όπου οι άνθρωποι αγωνίζονται για την υγεία τους και για αξιοπρεπείς συνθήκες στο χώρο εργασίας και στις κοινότητές τους. Γιατί η καταστροφή του περιβάλλοντος και η εκμετάλλευση των ανθρώπων έχουν κοινό πυροδότη και δεν αποτελούν μεταξύ τους αποκομμένα ζητήματα.

Το παρόν μας διαφέρει από πολλές απόψεις από τις συνθήκες που επικρατούσαν στην Ανδαλουσία τη δεκαετία του 1880. Ωστόσο ακόμα και σήμερα εκατομμύρια πεθαίνουν κάθε χρόνο σε όλο τον κόσμο ως αποτέλεσμα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που προκαλείται από την καύση ορυκτών καυσίμων.  Η δουλειά αρρωσταίνει πολλούς ανθρώπους. Το κίνημα για το κλίμα θα πρέπει επομένως να συνδυάσει την προστασία του περιβάλλοντος και του κλίματος με τα απτές ανησυχίες των εργαζομένων. Θα πρέπει να κινητοποιηθεί για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, τη μείωση των ωρών εργασίας και τη διεύρυνση της κοινωνικής ασφάλισης. Μια τέτοια προστασία του περιβάλλοντος και του κλίματος δεν αντλεί τη δύναμή της από το φόβο της κλιματικής καταστροφής, αλλά και από την έγνοια του καθενός για τους συνανθρώπους του και τον εαυτό του.

 

* Ο Milo Probst είναι ιστορικός και ενεργός στο κίνημα για τη δικαιοσύνη για το κλίμα.

από kommon

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.