Το στρίβειν αλά Μητσοτάκη – Αυτά που δεν είπε ο πρωθυπουργός



 Γράφει ο Σταύρος Λυγερός

Η δήλωση διαγγελματικού χαρακτήρα του πρωθυπουργού είναι δείγμα αυτού που μπορούμε να αποκαλέσουμε “στρίβειν αλά Μητσοτάκη”. Επιχειρεί να ανασχέσει την πολιτική πίεση που υφίσταται –όχι μόνο από την αντιπολίτευση, αλλά και από την κοινωνία των πολιτών– και να αναλάβει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Ο πρωθυπουργός κινήθηκε στη γραμμή άμυνας που έχει διαμορφώσει τις τελευταίες ημέρες το Μαξίμου: Όλα έγιναν νόμιμα, αλλά ο διοικητής της ΕΥΠ και η αρμόδια εισαγγελέας υποτίμησαν την πολιτική διάσταση της υπόθεσης Ανδρουλάκη. Ο ίδιος δεν γνώριζε τίποτα και εάν είχε ενημερωθεί δεν θα είχε ποτέ επιτρέψει την παρακολούθηση.

Προφανώς, δεν θα περίμενε κανείς κάτι διαφορετικό από τον Μητσοτάκη. Οτιδήποτε άλλο θα επιδείνωνε δραματικά τη θέση του, εξωθώντας τον ακόμα και σε παραίτηση. Κι αυτό, επειδή ούτε οι ψηφοφόροι της ΝΔ μπορούν να αποδεχθούν την παρακολούθηση των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων του προέδρου του τρίτου κοινοβουλευτικού κόμματος. Υπενθυμίζουμε ότι για παρόμοιες υποθέσεις κυβερνήσεις υποχρεώθηκαν σε παραίτηση, από τον πρόεδρο Νίξον (Γουοτεργκέιτ) μέχρι τον πρωθυπουργό Γκρούεφσκι στη γειτονική Βόρεια Μακεδονία.

Δεν θα σχολιάσω τις αναφορές του πρωθυπουργού στην εθνική χρησιμότητα της ΕΥΠ. Κανείς Έλληνας δεν αμφισβητεί την ανάγκη για μία αξιόπιστη κι αποτελεσματική υπηρεσία πληροφοριών, η οποία να είναι προσανατολισμένη στην αντιμετώπιση των εθνικών απειλών και να σέβεται τα δημοκρατικά δικαιώματα των πολιτών. Το πρόβλημα προκύπτει από το γεγονός ότι η ΕΥΠ, αντί να ασχολείται με τις υπαρκτές εθνικές απειλές, παρακολουθεί πολιτικούς, δημοσιογράφους και πιθανότατα επιχειρηματίες. Είναι ακριβώς αυτή η πρακτική που προκαλεί «ρωγμές στην εμπιστοσύνη των πολιτών» προς τη συγκεκριμένη υπηρεσία, για να χρησιμοποιήσω την έκφραση του πρωθυπουργού.

Ο Μητσοτάκης χαρακτήρισε ξεκάθαρα “λάθος” την παρακολούθηση του Ανδρουλάκη, χωρίς να ζητήσει ρητά συγγνώμη, όπως είχε ανεπισήμως προαναγγελθεί. Προφανώς, κρίθηκε από το επιτελείο του ότι εάν ζητούσε συγγνώμη, έστω και συνειρμικά, θα συνδεόταν με το σκάνδαλο. Έτσι, προτίμησε διατυπώσεις που διατηρούν την απόσταση ανάμεσα σ’ αυτόν και σ’ αυτό. Είναι αξιοσημείωτο, μάλιστα, ότι ερμήνευσε την παραίτηση του “αντ’ αυτού” Γρηγόρη Δημητριάδη ως πράξη ανάληψης της πολιτικής ευθύνης εκ μέρους του Μαξίμου. Με τον τρόπο αυτό επιχειρεί να κλείσει κι αυτό το ζήτημα.

Κατά τα άλλα, ο πρωθυπουργός μίλησε για “πρόσθετα φίλτρα” για ενίσχυση της λογοδοσίας της ΕΥΠ στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, για αναβάθμιση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, για θωράκιση του πλαισίου νομίμων παρακολουθήσεων πολιτικών προσώπων (για δημοσιογράφους, επιχειρηματίες κ.α. η ΕΥΠ άραγε θα συνεχίσει κανονικά όπως μέχρι τώρα;) και για εσωτερικές αλλαγές στην ΕΥΠ. Με τις τέσσερις αυτές γενικόλογες κινήσεις είναι προφανές πως το Μαξίμου επιδιώκει μία θετική γι’ αυτό διαχείριση της πολιτικής ζημιάς που υφίσταται.

Το στρίβειν αλά Μητσοτάκη

Έδωσε ο Μητσοτάκης πειστικές απαντήσεις στα κρίσιμα ερωτήματα; Πρώτα από όλα, δεν είπε ούτε λέξη για τον λόγο που η ΕΥΠ ζήτησε από την αρμόδια εισαγγελέα Βλάχου να παγιδευτεί το τηλέφωνο του υποψήφιου προέδρου και στη συνέχεια εκλεγμένου προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Για ποιο λόγο μπορεί η ΕΥΠ να παρακολουθεί τον Ανδρουλάκη; Οι “πληροφορίες” ότι της το είχαν ζητήσει οι υπηρεσίες πληροφοριών της Ουκρανίας και της Αρμενίας(!) διαψεύσθηκαν με αγανάκτηση. Αλλά ακόμα κι αν ένα ξένο κράτος είχε ζητήσει από την ΕΥΠ κάτι τέτοιο, η ΕΥΠ εκτελεί εντολές ξένων υπηρεσιών; Η αρνητική απάντηση στο ερώτημα μπορεί να φαίνεται σε κάθε Έλληνα προφανής, αλλά αμφιβάλλω εάν είναι και στην πράξη, ειδικά εάν πρόκειται για αίτημα π.χ. από μεγάλο σύμμαχο.

Η παρακολούθηση του Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ θα ήταν δικαιολογημένη μόνο εάν της είχαν περιέλθει πληροφορίες ότι λειτουργεί σαν πράκτορας ξένης δύναμης, ή τέλος πάντων εμπλέκεται σε εθνικά επιβλαβείς δραστηριότητες. Και μάλιστα, θα ήταν δικαιολογημένη εάν οι πληροφορίες είχαν ελεγχθεί σε πρώτο επίπεδο και είχαν κριθεί αρχικά αξιόπιστες. Ναι τότε, καλώς η ΕΥΠ πρότεινε την παγίδευση του τηλεφώνου του, καλώς η εισαγγελέας Βλάχου έδωσε έγκριση και κάκιστα δεν ενημερώθηκε ο πρωθυπουργός για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα.

Για να λέει εκ των υστέρων ο Μητσοτάκης ότι η παρακολούθηση ήταν λάθος, προφανώς δεν ίσχυε τίποτα από τα παραπάνω. Τότε, γιατί προτάθηκε και εγκρίθηκε η παγίδευση του τηλεφώνου Ανδρουλάκη; Επανερχόμαστε, λοιπόν, στο ίδιο κρίσιμο ερώτημα. Και επειδή είχε προηγηθεί η αποδεδειγμένη και ομολογημένη παρακολούθηση σε βάρος του δημοσιογράφου Κουκάκη, είναι εξόφθαλμο πως πρόκειται για “φάμπρικα” που για σημαντικό αριθμό περιπτώσεων δεν έχει καμία σχέση με την εθνική ασφάλεια.

Αυτό αποδεικνύεται και από τα επίσημα στοιχεία της ΑΔΑΕ (Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών) ότι το 2021 δόθηκαν από την εισαγγελέα Βλάχου σχεδόν 14.000 εγκρίσεις για “νόμιμη” παρακολούθηση από την ΕΥΠ ισάριθμων ή και περισσοτέρων τηλεφώνων. Παρακολουθείται, λοιπόν, ένας τόσο μεγάλο αριθμός προσώπων για λόγους εθνικής ασφαλείας, ή μήπως “μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά”; Μήπως, δηλαδή, πίσω από την εθνική σκοπιμότητα κρύβονται ουσιαστικά παράνομες παρακολουθήσεις πολιτικών, δημοσιογράφων κ.α., τις οποίες “νομιμοποιεί” η “σφραγίδα” της εισαγγελέως Βλάχου;

Πριν προχωρήσω, αναρωτιέμαι εάν η εν λόγω εισαγγελέας θα απολογηθεί για την πράξη της να εγκρίνει την παρακολούθηση των Ανδρουλάκη και Κουκάκη; Εάν ο όποιος εισαγγελέας εγκρίνει χωρίς έλεγχο ό,τι του προτείνει η διοίκηση της ΕΥΠ δεν υπάρχει κανένας λόγος να βρίσκεται εκεί για να δίνει άλλοθι νομιμότητας σε παράνομες πράξεις. Ούτε μπορεί η Βλάχου να κρύβεται πίσω από τη θέση της. Αντί, όμως, ο προϊστάμενός της εισαγγελέας του Αρείου Πάγου να της ζητήσει εξηγήσεις, διέταξε έρευνα για το πως διέρρευσαν πληροφορίες από την ΕΥΠ! Ας το έκανε κι αυτό, αλλά το γεγονός ότι δεν κάλεσε τη Βλάχου να δώσει εξηγήσεις μιλάει από μόνο του. Και μετά απορούν πώς απαξιώνεται ο θεσμός της Δικαιοσύνης.

Η αμαρτωλή τροπολογία και το Predator

Ας επιστρέψουμε, όμως, στο εάν ο Μητσοτάκη γνώριζε ή όχι. Δυστυχώς γι’ αυτόν, υπάρχει απόδειξη όχι μόνο ότι γνώριζε, αλλά κι ότι ενορχήστρωνε. Είναι η δική του κυβέρνηση που κατέθεσε και η δική του κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που προ καιρού ψήφισε τροπολογία που ουσιαστικά απάλλαξε την ΕΥΠ από την υποχρέωση να δίνει απαντήσεις στην Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών. Και μάλιστα η νομοθετική ρύθμιση είχε αναδρομική ισχύ για να απορριφθεί το νόμιμο αίτημα, το οποίο είχε καταθέσει ο Κουκάκης!

Προφανώς, μία τέτοια πολιτική και κοινοβουλευτική κίνηση συγκάλυψης δεν μπορούσε να είχε γίνει εν αγνοία του πρωθυπουργού. Γιατί εάν ήταν εν αγνοία του, θα έπρεπε να είχε παραιτηθεί για λόγους εγκληματικής ανικανότητας. Επειδή αυτό δεν συμβαίνει, είναι προφανές ότι η “φάμπρικα” λειτουργούσε, έχοντας το δικό του “πράσινο φως” και υπό την άμεση εποπτεία του ανεψιού και “αντ’ αυτού” Γρηγόρη Δημητριάδη.

Προς το παρόν, δεν μπορεί να προεξοφληθεί εάν ο Μητσοτάκης θα καταφέρει με τη βοήθεια των συστημικών ΜΜΕ να “κουκουλώσει” το σκάνδαλο. Εάν έχουν βάση οι πληροφορίες που κυκλοφορούν για πέντε ακόμα στοιχειοθετημένες περιπτώσεις υποκλοπών, το “κουκούλωμα” θα καταστεί πολιτικά αδύνατον ακόμα και στη σημερινή Ελλάδα, όπου οι θεσμοί λειτουργούν προσχηματικά, έχοντας επί της ουσίας καταρρακωθεί.

Άφησα για το τέλος την πτυχή του σκανδάλου που αφορά το κακόβουλο λογισμικό Predator, για το οποίο ο πρωθυπουργός δεν είπε επίσης λέξη. Η σχέση της ΕΥΠ με τον παράνομο αυτό μηχανισμό υποκλοπών είναι ακόμα ασαφής, αλλά το γεγονός ότι το Predator στόχευσε και τα δύο θύματα της “νόμιμης” παρακολούθησης (Ανδρουλάκη και Κουκάκη) μιλάει από μόνο του. Το σκάνδαλο, μάλιστα, θα προσλάβει άλλης ποιότητας διαστάσεις εάν επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες ότι το εν λόγω λογισμικό είναι στα χέρια ιδιώτη, ο οποίος, μάλιστα, συνεργαζόταν με την διοίκηση της ΕΥΠ, καταπατώντας κάθε έννοια νομιμότητας.

Αν και όπως προανέφερα είναι ακόμα νωρίς να προεξοφληθεί η πολιτική δυναμική του σκανδάλου, είναι ξεκάθαρο ότι η πρώτη απόπειρα του Μητσοτάκη να οριοθετήσει και “στεγανοποιήσει” πολιτικά το σκάνδαλο έπεσε στο κενό, τουλάχιστον για τους πολίτες που δεν τους αρέσει να κρύβονται πίσω από το δάκτυλό τους. Κι αυτό όχι μόνο φουσκώνει τα πανιά των κομμάτων της αντιπολίτευσης, όχι μόνο φθείρει την πολιτική αξιοπιστία της κυβέρνησης, αλλά και εκ των πραγμάτων θα εγείρει ζήτημα συνοχής στο εσωτερικό της ΝΔ εάν ο πρωθυπουργός αρχίσει να χάνει τον έλεγχο.

από slpress

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.