Πού είναι ο Γιάννης;



 Γράφει ο Μανώλης Πιμπλής

Ο Γιάννης Αγιάννης θα ήταν μάλλον καλύτερα να είχε αποδοθεί στα ελληνικά ως Γιάννης Ναγιάννης, αφού το Jean Valjean στα γαλλικά είναι παραφθορά της φράσης «Να ο Γιάννης» (voilà Jean). Αλλωστε το Αγιάννης παραπέμπει σε αξιωματούχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κάτι εντελώς άσχετο με την περίπτωσή του.

Οπως και να ’χει, τόσο στους «Αθλιους» του Ουγκό στις αρχές του 19ου αιώνα, όσο και στη λονδρέζικη βικτοριανή φτώχεια που παρουσιάζει ο Ντίκενς, τα μυθιστορήματα κατόρθωσαν να αποδώσουν τόσο καίρια τις κοινωνικές ανισότητες της εποχής, που σημάδεψαν τις συνειδήσεις και έφτιαξαν στη φαντασία μας μια εικόνα πολύ σαφή των τότε κοινωνικών συνθηκών.

Τη σημερινή εποχή δεν μπορεί παρά να σκεφτεί κανείς, και να το σκέφτεται ολοένα και συχνότερα, ότι οι αναλογίες είναι πολύ μεγάλες. Βέβαια, η εικόνα των πραγμάτων σήμερα δεν είναι τόσο σαφής όσο τη φιλοτέχνησαν στην εποχή τους οι δύο αυτοί σπουδαίοι συγγραφείς. Ενας λόγος θα μπορούσε να είναι ακριβώς ότι δεν έχει εμφανιστεί ένας Ουγκό ή ένας Ντίκενς να την περιγράψει με τέτοια καθαρότητα. Ενας άλλος λόγος είναι ότι την ίδια ώρα που βλέπεις άστεγους στους δρόμους, βλέπεις και μποτιλιαρίσματα παρά την εξωφρενική τιμή της βενζίνης. Και είναι δύσκολο να βάζει κανείς τον εαυτό του να θυμάται συνεχώς ότι απλώς είμαστε πολλοί, ότι υπάρχει μια ασθμαίνουσα μεσαία τάξη που παρ’ όλα αυτά παλεύει για τη σωτηρία της, αλλά και ότι για κάθε αυτοκίνητο που κυκλοφορεί υπάρχει σίγουρα μια οικογένεια που υποφέρει και το κρατάει παρκαρισμένο -αν το διαθέτει- σε κάποιο δρομάκι.

Επίσης οι κοινωνικοί διαχωρισμοί δεν έχουν την επισημότητα και τη νομική επικύρωση που είχαν άλλοτε. Δεν υπάρχουν τίτλοι ευγενείας ούτε υπηρέτες και μπάτλερ. Ή μάλλον υπάρχουν, αλλά χωρίς τον επίσημο τίτλο. Γιατί έχει μεσολαβήσει μια ενίσχυση των δικαιωμάτων και της ισότητας, με παράλληλη, τυπικά τουλάχιστον, κατάργηση των επίσημων νομικών διακρίσεων.

Αυτό ωστόσο που θολώνει περισσότερο την εικόνα και την κρίση μας, σε σχέση με τους Αγιάννηδες της εποχής μας, είναι ότι στη συντριπτική τους πλειονότητα είναι ξένοι. Ο ξένος δεν έχει ορατότητα, δεν λαμβάνεται υπόψη, δεν πειράζει αν δεν πληρώνεται καλά, αν δεν πληρώνει ασφαλιστικές εισφορές, αν κρατείται παράνομα ή αν δεν έχει στέγη να κοιμηθεί και οικογένεια να τον περιθάλψει. Αντίθετα με τον 19ο αιώνα, όταν οι Αγιάννηδες ήταν επαρχιώτες στην πρωτεύουσα, τώρα είναι απλώς ξένοι. Ξένοι οι οποίοι όμως αιφνίδια χρειάζονται απολύτως, όπως επισημαίνει το ωραίο σαββατιάτικο πρώτο θέμα της «Εφημερίδας των Συντακτών», η χώρα μπορεί να χρειάζεται και 200.000 ετησίως από αυτούς, όχι μόνο να κλαδέψουν (αυτή ήταν η δουλειά του ήρωα του Βικτόρ Ουγκό) αλλά κυρίως να μαζέψουν τη συγκομιδή, να δουλέψουν σε ξενοδοχεία. Λείπουν από όλη την Ευρώπη, λείπουν όμως ακόμα περισσότερο από την Ελλάδα που τους κακομεταχειρίζεται και τους διώχνει. Κάπως έτσι ο σημερινός Γιάννης Αγιάννης θα μπορούσε να λέγεται Γιάννης Πουγιάννης. Πού είναι ο Γιάννης;

από efsyn

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.