Γιατί οι κυρώσεις στη Ρωσία πονάνε και τη Δύση

 


Γράφει ο Γιώργος Ηλιόπουλος

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία οδήγησε τη Δύση να επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία. Αυτές περιλαμβάνουν την αναστολή πιστοποίησης για τον περιβόητο αγωγό Nord Stream 2 και δεσμεύσεις περιουσιακών στοιχείων ορισμένων ρωσικών τραπεζών και κάποιων Ρώσων ολιγαρχών. Η βασική αιτία που ορισμένες κυρώσεις δεν ήταν τόσο αυστηρές όσο προαναγγέλλονταν, είναι ότι ο Δυτικός Κόσμος αφενός επιθυμεί να διατηρήσει κάποιες εφεδρείες για μελλοντικές διαπραγματεύσεις, αφετέρου έχει περιορισμένες επιλογές.

Σε πρώτο στάδιο, η Γερμανία ανέστειλε την πιστοποίηση του αγωγού Nord Stream 2, μετά τις δηλώσεις του καγκελαρίου Σολτς. Ταυτόχρονα όλες οι δυτικές κυβερνήσεις κατήγγειλαν με δριμύτατους χαρακτηρισμούς την ρωσική εισβολή. Στη συνέχεια η Βρετανία δέσμευσε περιουσιακά στοιχεία πέντε ρωσικών τραπεζών και τριών Ρώσων ολιγαρχών. Το βρετανικό Κοινοβούλιο ανακοίνωσε πως πρόκειται να επιβάλει κυρώσεις και στους Ρώσους βουλευτές που υπερψήφισαν την αναγνώριση. Επίσης, ανακοίνωσε ότι θα απαγορεύσει κάθε συναλλαγή βρετανικών εταιρειών με τις περιοχές των αυτονομιστών.

Η ΕΕ στόχευσε Ρώσους πολιτικούς, ενώ οι ΗΠΑ ενέταξαν στη λίστα τέσσερις μεγάλες ρωσικές τράπεζες και μεγάλους οικονομικούς παράγοντες στον Ειδικό Κατάλογο Αλλοδαπών Υπηκόων (U.S. Specially Designated Nationals List). Η άμεση συνέπεια αυτής της πράξης είναι ο αποκλεισμός τους από το αμερικανικό χρηματοοικονομικό σύστημα. Ένας άλλος στόχος αφορά στο ρωσικό εξωτερικό χρέος. Οι κυρώσεις εμποδίζουν την Μόσχα να το ανακυκλώνει με δανεισμό από τις αγορές χρήματος, όπως κάνουν όλες οι χώρες. Η απόφαση, όμως, προκάλεσε αναστάτωση στο χρηματοοικονομικό σύστημα που δραστηριοποιείται στον δανεισμό κρατών σε διεθνές επίπεδο.

Με εξαίρεση το Nord Stream 2, δεν επιβλήθηκε μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές καμία κύρωση σε βάρος του ρωσικού κλάδου ενέργειας και του κλάδου βιομηχανικών μετάλλων. Κι αυτό, λόγω των αρνητικών επιπτώσεων που θα είχαν τέτοιες κυρώσεις στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Η αναστολή λειτουργίας του Nord Stream 2 θίγει περισσότερο την Γερμανία παρά την Ρωσία, σε μία περίοδο που οι Γερμανοί διακόπτουν την λειτουργία των μονάδων παραγωγής ενέργειας από άνθρακα. Χωρίς τον αγωγό η Γερμανία υποχρεώνεται αντί του φθηνού, μέχρι προ μερικών μηνών, ρωσικού φυσικού αερίου να προμηθεύεται το πολύ ακριβότερο LNG.

Ορατές παρενέργειες

Όσον αφορά την Ρωσία, η Gazprom, που έχει κομβική συμμετοχή στο πρόγραμμα του αγωγού, είχε προνοητικά υπογράψει συμβόλαιο για τον διπλασιασμό του όγκου παροχής φυσικού αερίου στην Κίνα μέσω Σιβηρίας. Βραχυπρόθεσμα τα 12 δισ. δολάρια του κόστους κατασκευής του αγωγού θα επιβαρύνουν τον όμιλο, αλλά μεσοπρόθεσμα διαθέτει τα μέσα για να επιβιώσει.

Οι μέχρι στιγμής ανακοινωθείσες κυρώσεις θα έχουν βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις, κυρίως λόγω των ισχυρών θεμελιωδών οικονομικών μεγεθών της Ρωσίας. Το εξωτερικό της χρέος ανέρχεται σε 478,2 δισ. δολάρια και αποτελεί μόλις το 17,8% του ΑΕΠ, ενώ διαθέτει και 630 δισ. δολ. σε συναλλαγματικά αποθέματα που υπερκαλύπτουν ενδεχόμενες διασώσεις τραπεζών. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών διευρύνθηκε το 2021 στα 41,2 δισ. δολάρια όπως και το εμπορικό πλεόνασμα που αυξήθηκε στα 26,7 δισ. δολάρια, οπότε οποιεσδήποτε πιέσεις στις εμπορικές της συναλλαγές μπορούν να αντιμετωπιστούν από τα πλεονάσματά της.

Αν και τα δυτικά ΜΜΕ υπερπροβάλλουν το θέμα των κυρώσεων, αποσιωπούν το γεγονός ότι δεν επιβάλλονται κυρώσεις κατά των ρωσικών κλάδων ενέργειας και βιομηχανικών μετάλλων. Η σιωπή πηγάζει από δύο βασικές αιτίες: Οι μεγάλοι δυτικοί όμιλοι εμπλέκονται επιχειρηματικά και στους δύο κλάδους. Και επειδή η Ρωσία αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους διεθνείς προμηθευτές στις συγκεκριμένες αγορές, οποιεσδήποτε κυρώσεις θα απειλήσουν μία ήδη εύθραυστη παγκόσμια οικονομία.

Ο αποκλεισμός από το SWIFT

Οι φωνές για αποκλεισμό της Ρωσίας από το διεθνές σύστημα συναλλαγών SWIFT (Society for Worldwide Interbank Financial Telecommunication), αδιαφορούν για το γεγονός ότι από το 2015 αναπτύσσεται το κινεζικό εναλλακτικό σύστημα πληρωμών CIPS (Cross-Border International Payments System), στο οποίο συμμετέχουν προς το παρόν μόνον 80 ξένοι τραπεζικοί οίκοι. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως δεν αποτελεί εναλλακτική λύση για τους Ρώσους. Επιπλέον, εάν αποκλεισθεί η Ρωσία από το SWIFT ελλοχεύει ο κίνδυνος να επιταχυνθεί η αποδολαριοποίηση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την θέση των ΗΠΑ στον χρηματοοικονομικό χώρο.

Παράλληλα, οι όμιλοι SHELL, BP και Exxon εμπλέκονται στον ρωσικό κλάδο ενέργειας με την BP να προεξάρχει καθώς κατέχει το 25% της ρωσικής Rosneft. Οι όμιλοι Vitol, Glencore και Trafigura, που πρωταγωνιστούν στην αγορά αγαθών και εμπορευμάτων, είναι επίσης βασικοί εταίροι της Μόσχας, όπως επισημαίνουν οι Financial Times. Σε έρευνά τους αποκαλύπτουν τις επιπτώσεις των κυρώσεων σε αυτούς τους κλάδους για την ρωσική οικονομία, αλλά και για τους συνεργαζόμενους δυτικούς ομίλους.

Η επιβολή κυρώσεων και σ’ αυτούς τους κλάδους συνεπάγεται πολύ μεγάλα προβλήματα, ακόμα και εάν δεν στρέφονται κατά των ρωσικών εξαγωγών ενέργειας Αυτό υποστηρίζει πειστικά ο οργανισμός συμβούλων GPW Consulting στο Λονδίνο. Ως προς την διαπραγμάτευση των ομολόγων των ρωσικών ομίλων ή των μετοχών τους στα δυτικά χρηματιστήρια, δεν γίνεται λόγος για απαγόρευση.

Μπούμεραγκ οι κυρώσεις στη Ρωσία

Κατά την Λίβια Πέιγκι, διευθύντρια του τομέα ανάλυσης πολιτικών κινδύνων του GPW, το ελάχιστο που οφείλουν να πράξουν οι δυτικοί όμιλοι που συνεργάζονται με αντίστοιχους ρωσικούς, είναι ο σχεδιασμός μηχανισμών που θα περιορίσουν την έκθεσή τους στο ενδεχόμενο στοχευμένων κυρώσεων. Στην χειρότερη περίπτωση, εάν δρομολογηθούν κυρώσεις όπως αυτές που έχουν επιβληθεί στην Βενεζουέλα, πρέπει να ρευστοποιήσουν συμμετοχές. Μία τέτοια λύση στη περίπτωση της BP συνεπάγεται την απώλεια τεράστιων εσόδων από την Rosneft.

Το πρακτορείο Reuters δημοσιεύει επίσης μία έρευνα για το ειδικό βάρος της Ρωσίας στο διεθνές εμπόριο βιομηχανικών αγαθών: Το 2021 κατείχε το 6% της αγοράς αλουμινίου, το 4% της αγοράς κοβαλτίου και το 3,5% της αγοράς χαλκού. Ο γιγαντιαίος όμιλος Nornnickel ελέγχει το 7% της αγοράς νικελίου. Αποτελεί παράλληλα τον μεγαλύτερο παραγωγό παλλαδίου και λευκόχρυσου. Επιπλέον η Ρωσία παράγει το 4% του χάλυβα και το 10% του χρυσού.

Πέραν της ενέργειας και των βιομηχανικών μετάλλων, οι ρωσικές χημικές βιομηχανίες παράγουν το 13% των λιπασμάτων. Η Ρωσία είναι και η μεγαλύτερη παραγωγός σιτηρών στον κόσμο. Τα δεδομένα αυτά συνεπάγονται πως δυτικές κυρώσεις είναι αμφίστομη μάχαιρα. Σε περίπτωση που επιβληθούν κυρώσεις στη Ρωσία, οι οποίες θα την πλήξουν αποτελεσματικά, θα προκαλέσουν και μεγάλο κόστος στη Δύση, ειδικά στους κλάδους που έχουν προτεραιότητα στους νέους οικονομικούς σχεδιασμούς της, όπως είναι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τα ηλεκτροκίνητα οχήματα.

από slpress

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.