Τα ελληνοτουρκικά στην ευρωπαϊκή… Βαβέλ
Γράφει ο Θεόδωρος Ι. Θεοδώρου
Μπορεί να αιφνιδιάζεται η Ευρώπη από τις αποφάσεις των ΗΠΑ για το Παλαιστινιακό, τις εξελίξεις στο Αφγανιστάν, την τριμερή στρατηγική συνεργασία της Αυστραλίας, των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου (AUKUS), που θα μπορούσε να διαβασθεί λίγο παραφθαρμένα ως «Ακούς;».
Όταν η Ουάσιγκτον εκφράζεται γεωστρατηγικά στις διεθνείς συναντήσεις, στη Βορειοατλαντική Συμμαχία και στις διμερείς συναντήσεις ΗΠΑ – Ε.Ε. τα κράτη – μέλη, το Συμβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σίγουρα αντιλαμβάνονται τα μηνύματα, που εκπέμπονται από την υπερδύναμη, τις προσδοκίες, αλλά και τους στόχους της. Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί δεν διαφέρουν από τους συνομιλητές τους, διαθέτουν το ίδιο πολιτικό βάρος και προφανώς οι Ευρωπαίοι πολίτες ενοχλούνται από την πιθανότητα όλα «να χάνονται στη μετάφραση».
Η διεθνής κοινότητα, υπό την πίεση των εξελίξεων, αναπροσαρμόζει πολιτικές συμπεριφορές και γεωστρατηγικούς σχηματισμούς. Όσοι δεν μελετούν την ιστορία σε βάθος πιθανώς να παραβλέπουν ότι ύστερα από μεγάλα γεγονότα, που σφραγίζουν την πορεία του κόσμου, προκύπτουν πολιτικοί, γεωστρατηγικοί, περιφερειακοί και διεθνείς σχηματισμοί με νέα κατανομή ρόλων, ώστε κανένας από τους μεγάλους πρωταγωνιστές να μην ηγηθεί με απόλυτη κυριαρχία για να μονοπωλήσει τις εξελίξεις.
Οι αναθεωρητές στο προσκήνιο
Ύστερα από τους δύο παγκοσμίους πολέμους δημιουργήθηκαν διεθνείς οργανισμοί, όπως η Κοινωνία των Εθνών και στη συνέχεια ο ΟΗΕ, περιφερειακοί οργανισμοί ΝΑΤΟ, Σύμφωνο της Βαρσοβίας, Συμβούλιο της Ευρώπης, Ένωση Άνθρακα και Χάλυβα, Ευρωπαϊκή Κοινή Αγορά, που εξελίχθηκε στην Ε.Ε.
Η ένταση, το μίσος, ο ρεβανσισμός τέθηκαν σε πλαίσιο χαλαρού διεθνούς ελέγχου, που στηρίζεται και σέβεται το διεθνές δίκαιο, ώστε τα κράτη με αβυσσαλέο χάσμα διεκδικήσεων, αντιπαραθέσεων, ψυχροπολεμικής λογικής και πολιτιστικών διαφορών να επικοινωνούν, να εκτονώνονται με πολλούς τρόπους για να αποφεύγεται μία νέα παγκόσμια ένοπλη αναμέτρηση.
Βέβαια οι περιφερειακές συγκρούσεις σε διάφορα μέρη του κόσμου, όπως και οι τρομοκρατικές επιθέσεις στη Νέα Υόρκη (11η Σεπτεμβρίου 2001), στο Λονδίνο, στη Μαδρίτη, στο Παρίσι δυστυχώς συνεχίζονται. Η σφοδρότητά των επιθέσεων και η απροκάλυπτη βία αυξάνονται με συνέπειες αντίστοιχες ενός παγκοσμίου πολέμου, όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζουν δημοσίως πολιτικοί ηγέτες και διεθνείς αναλυτές.
Στον πολιτικά απαράδεκτο μηχανισμό της μόχλευσης και αναμόχλευσης των εντάσεων αποφάσισε να συμμετέχει καθημερινώς με παράνομες, ακραίες και ιδιαίτερα επικίνδυνες δράσεις η Τουρκία. Η Άγκυρα ξεπέρασε τα όρια πολλές φορές στο παρελθόν, αλλά και πολύ πρόσφατα, με την κρίση που προκάλεσε στον Έβρο, στην οποία η συμμετοχή της τουρκικής στρατοχωροφυλακής, που έβαλε κατά των ελληνικών δυνάμεων στην ελληνική επικράτεια, αποτελεί διαρκή απειλή πολέμου.
Την τουρκική αυθαιρεσία η γειτονική κυβέρνηση τη συμπληρώνει με μόνιμη απειλή casus belli όταν η Ελλάδα θα ασκήσει τα δικαιώματα που προκύπτουν από το διεθνές δίκαιο, εντείνοντας την πρόκληση με τη δημιουργία των δήθεν γκρίζων ζωνών, βεβαίως την παρενόχληση ερευνητικών σκαφών, που έχουν συμβόλαια με την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία για ενεργειακές έρευνες, καθώς επίσης και τις πειρατικές αλιευτικές κινήσεις Τούρκων ψαράδων, που υποστηρίζει το τουρκικό ναυτικό και η ακτοφυλακή του συμμάχου στο ΝΑΤΟ και του αιτήσαντος να ενταχθεί στην Ε.Ε.
Αποκλίνουσα συμπεριφορά
Ιδιαίτερα η παρενόχληση του γαλλικού ερευνητικού σκάφους από τα τουρκικά πολεμικά, ξεπερνά κάθε αρχή δικαίου και διπλωματικής δεοντολογίας. Η τουρκική πρόκληση στρέφεται κατά του κοινού ευρωατλαντικού γεωστρατηγικού ζωτικού χώρου. Ορθώς η ελληνική κυβέρνηση προέβη σε άμεσα αυστηρά διαβήματα στην Άγκυρα, ως πρώτη αντίδραση, χωρίς να αποκλείει την ανάκληση του πρέσβη μας για διαβουλεύσεις στην Αθήνα, πριν αυτός αποχωρήσει οριστικά από την Άγκυρα, όπως έχει αποφασισθεί από το Ανώτατο Υπηρεσιακό Συμβούλιο.
Ο διάδοχός του, γνωστός και ικανότατος διπλωμάτης, θα χειρισθεί τις σχέσεις με μία χώρα που αποκλίνει από το συμβατικό πλαίσιο του ΟΗΕ, του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. Για να διευκολυνθεί η διμερής επικοινωνία, στην εύθραυστη βάση που ακόμη διασώζεται με απόφαση των δύο ηγετών των χωρών, τα μηνύματα της Αθήνας, που θα προηγηθούν της διαπίστευσης του νέου Έλληνα πρέσβη, πρέπει, με κάθε τρόπο που διαθέτει η διπλωματία, να αποκλείουν ακρότατες συμπεριφορές.
Η συνέχιση της τουρκικής προκλητικότητας θα μπορούσε να εκτιμηθεί από την ελληνική κυβέρνηση ως αδυναμία του Τούρκου πρέσβη να υπηρετήσει ικανοποιητικά τη διμερή συνεργασία. Η αδυναμία αυτή δημιουργεί προϋποθέσεις απέλασης Τούρκων διπλωματών από την Ελλάδα, χωρίς να εξαιρείται ο ίδιος ή και ο γενικός πρόξενος της Τουρκίας στην Κομοτηνή. Πολλοί εταίροι, σύμμαχοι, αλλά και η Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια των μεγάλων εντάσεων και των κοσμογονικών αλλαγών καταφεύγουν στην ακραία διπλωματική κίνηση της απέλασης διπλωματών, που ξεκαθαρίζει το όρια διπλωματικής ανοχής και ανεκτικότητας.
Η Ε.Ε. και η Άγκυρα
Οι διεθνείς εξελίξεις επιβάλλουν να τερματιστεί άμεσα η επικίνδυνη τουρκική συμπεριφορά που υποσκάπτει συνεχώς την ευρωατλαντική γεωστρατηγική ατζέντα στην ανατολική Μεσόγειο και την ευρύτερη Μέση Ανατολή (περιοχή ΜΕΝΑ). Η Ε.Ε. και τα κράτη – μέλη θα πρέπει να στηρίξουν με κάθε ενδεδειγμένο τρόπο, πολιτικές δηλώσεις και λήψη αποτελεσματικών μέτρων, τα δύο πρόσφατα άμεσα διαβήματα της Ελλάδας, που προκαλεί η συνεχής τουρκική παραβατική συμπεριφορά και η διαπιστωμένη παρανομία.
Τα δήθεν εμπόδια στη λήψη σοβαρών αποφάσεων που αφορούν την τουρκική προκλητικότητα, επειδή οι προκλήσεις εκδηλώνονται σε προεκλογική περίοδο και πριν από εκλογικές αναμετρήσεις στην Ευρώπη, δεν αποτελούν πλέον ικανοποιητική πολιτική δικαιολογία. Αντιθέτως προκαλούν οργή και απογοήτευση στους λαούς της Ευρώπης, που βλέπουν την Ε.Ε. σε αποδρομή.
Η ευρωπαϊκή απουσία
Το σύνολο των Ευρωπαίων πολιτών στηρίζει το όραμα της Ενιαίας Ευρώπης και προκαλείται όταν οι πολιτικοί ηγέτες απουσιάζουν από τα διεθνή δρώμενα, αλλά κυρίως από γεγονότα που θίγουν τον κοινό ευρωπαϊκό χώρο και τα συμφέροντα των κρατών – μελών. Κυρίως προκλήσεις που στρέφονται κατά της Ε.Ε., τις γεωστρατηγικές της επιδιώξεις, αλλά και τα οικονομικά συμφέροντα εταιρειών της, οι οποίες δραστηριοποιούνται ιδιαίτερα στον τομέα της ενέργειας, που τόσο πολύ επιθυμεί να εξασφαλίσει η Ε.Ε., δεν μπορεί να αντιμετωπίζονται με «ένα λουλούδι» φιλίας όταν η Τουρκία κινητοποιεί επιθετικά στον κοινό ευρωπαϊκό χώρο, χερσαίο, θαλάσσιο και εναέριο, τις ένοπλες δυνάμεις, την ακτοφυλακή και τη στρατοχωροφυλακή της.
Η ολιγωρία της Ένωσης απέναντι στην Τουρκία, που δεν εξυπηρετεί πλέον καμία συμφωνία και θέτει σε κίνδυνο την οικονομική, εμπορική, επενδυτική και ενεργειακή πολιτική της ευρωπαϊκής επιχειρηματικότητας, έχει πληρωθεί πολύ ακριβά, πολιτικά και οικονομικά, τόσο από συγκεκριμένα κράτη – μέλη, Ελλάδα, Κύπρο, Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία, όσο και από το σύνολο της Ε.Ε.
Η τουρκική επιθετική πολιτική σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου προκαλεί πολύ σοβαρά προβλήματα και καθυστερήσεις στην ανάπτυξή τους, με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται υπέρμετρα οι οικονομίες των δύο χωρών, αλλά και η συνολική αναπτυξιακή ευρωπαϊκή στρατηγική. Δυστυχώς, σε όλη την ανώμαλη κατάσταση, που δημιουργεί η συνεχόμενη αυθαιρεσία του κ. Τ. Ερντογάν, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θεματοφύλακας των Ευρωπαϊκών Συνθηκών, με τις εισηγήσεις της και τις τεχνικές προτάσεις αρμοδιότητάς της, περιπλέκει την κατάσταση.
Απαιτείται νέο πλαίσιο για την Ε.Ε.
Εάν το νομοθετικό πλαίσιο, που καθορίζει τις σχέσεις Ε.Ε. – Τουρκίας, αποδεικνύεται ελλειμματικό τον 21ο αιώνα, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και οι ευρωπαϊκοί λαοί θα πρέπει άμεσα να απαιτήσουν την αναπροσαρμογή του, για να ανταποκρίνεται η Ε.Ε. στις ταχύτατα εξελισσόμενες παγκόσμιες και περιφερειακές αλλαγές.
Η Ελλάδα εργάσθηκε με πολύ μεγάλη συνέπεια και αποτελεσματικότητα όλα τα χρόνια προκειμένου σήμερα να αποτελεί πόλο δημοκρατικής σταθερότητας και συνεργασίας προς όφελος της πολιτικής καλής γειτονίας, των κοινών πολιτικών και γεωστρατηγικών επιδιώξεων, που διέρχονται αναπόφευκτα από την Αθήνα και τη Λευκωσία και αφορούν κυρίως στη βαλκανική, στην ανατολική Μεσόγειο και στην περιοχή ΜΕΝΑ.
Οι ΗΠΑ πρωτίστως, αλλά και πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Ιορδανία, Μπαχρέιν, Ομάν, Κουβέιτ, Κατάρ, Ρωσία και Κίνα κατανοούν, καθεμία με τα μέτρα της και τη στρατηγική της επιδίωξη, την αξία των τριμερών, τετραμερών, ευρύτερων συνεργασιών και ενεργειακών πρωτοβουλιών στα Βαλκάνια και στην περιοχή ΜΕΝΑ.
Θα ήταν άδικο να υποστηριχθεί πολιτικά ότι οι Βρυξέλλες και οι πρωτεύουσες των κρατών – μελών δεν αντιλαμβάνονται τη σημασία της πολιτικής των Αθηνών, αλλά και την υπεραξία που προσθέτει η ελληνική διπλωματική και πολιτική αποτελεσματικότητά της στις ευρωπαϊκές στοχεύσεις.
Δικαιολογημένος όμως προβληματισμός αναπτύσσεται στην ελληνική κοινωνία για την ανοχή της Ε.Ε. απέναντι στην Τουρκία, που με τις παρανομίες και τη συμπεριφορά της βιάζει κατάφορα κάθε αξία και αρχή της ενοποιημένης μας Ευρώπης.
Οργή και θυμός προκαλούνται στην οικονομικά δοκιμασμένη Ελλάδα, που υποχρεώνεται να δαπανά καθημερινά εγχώριους πόρους, κοινοτικά κονδύλια και ιδιωτικά κεφάλαια, καταπονώντας επίσης σε ακρότατο βαθμό προσωπικό και υλικά, για να αντιμετωπίσει τις παρανομίες και τον αυταρχικό παραλογισμό του γείτονα.
Ειδικότερα του κ. Ερντογάν, που αγωνιά για την υστεροφημία του κάτω από τη βαριά σκιά, στο εσωτερικό, του Κεμάλ Ατατούρκ, και στο εξωτερικό από την ύπαρξη δύο συμμαχικών προς την Τουρκία μη αραβικών ισλαμικών κρατών, Ιράν και Αφγανιστάν, τα οποία δημιουργούν αστάθειες στον ευρύτατο μουσουλμανικό και ιδίως στον αραβικό κόσμο. Τα σημαντικότερα προσκυνήματα του Ισλάμ, Σιητών και Σουνητών, βρίσκονται στη Συρία και στη Σαουδική Αραβία. Η Ε.Ε. αδικεί τη σημασία του ρόλου της όταν παραβλέπει τις τουρκικές εκβιαστικές συμπεριφορές και δειλιάζει, κρυπτόμενη υστερόβουλα πίσω από τις ΗΠΑ, να αναμετρηθεί με τη νέα διεθνή πραγματικότητα.
* Ο δρ Θεόδωρος Ι. Θεοδώρου είναι πρέσβης επί τιμή, γενικός δευθυντής του Ερευνητικού Κέντρου ΜΟΧΑ, www.moha.center
από topontiki
Δεν υπάρχουν σχόλια: