Το κενό της Δύσης στο Αφγανιστάν επιχειρεί να καλύψει η Κίνα



 Γράφει ο Γιώργος Ηλιόπουλος

Με τους Αμερικανούς να αποχωρούν πλέον από το Αφγανιστάν, μετά από δύο σχεδόν δεκαετίες μάλλον αποτυχημένης εμπλοκής, αυξάνονται οι ανησυχίες του Πεκίνου για την αστάθεια και την επικείμενη αναταραχή σε μία από τις στρατηγικές ζώνες της Κεντρικής Ασίας. Κατά τα φαινόμενα, πάντως, ισχύει και για την περίπτωση αυτή ένα κομβικό αξίωμα της ατομικής θεωρίας του Δημοκρίτου που εστιάζεται στην “πρὸς τὸ κενούμενον ἀκολουθία”, δηλαδή την αλληλουχία των κινήσεων που έπονται της δημιουργίας κενού με στόχο την πλήρωσή του από τα υλικά σωματίδια του περιβάλλοντος χώρου του.

Στην περίπτωση της Κίνας ο βασικός μοχλός των κινήσεων εδράζεται στην πρωτοβουλία των Μεγάλων Εμπορικών Δρόμων (BRI) με επέκτασή της στο Αφγανιστάν με προοπτική τουλάχιστον μίας πενταετίας. Με εξαίρεση τον Αλέξανδρο που εγκαταλείπει μεν μετά από μία διετία την περιοχή, αλλά επιτρέπει με την επέμβασή του την ανάδειξη μίας ελληνιστικής αυτοκρατορίας της Κεντρικής Ασίας και της Ινδίας, με διάρκεια ζωής τριών και πλέον αιώνων, όλοι οι φιλόδοξοι μιμητές του αποτυγχάνουν παταγωδώς.

Κατά την διάρκεια των αιώνων που ακολουθούν ο τραγικός αυτός τόπος μαγνητίζει την προσοχή των εκάστοτε υπερδυνάμεων, που επιχειρούν να επιβάλλουν μία νέα παγκόσμια τάξη, πλην όμως όλες οι απόπειρες έχουν να επιδείξουν αποτελέσματα άλλοτε επιεικώς αμφίβολα κα άλλοτε εντελώς καταστροφικά. Οι διαδοχικές δραματικές αποτυχίες των Μογγόλων, των Τουρανο-Μογγόλων, των Βρετανών, των Ρώσων και πλέον πρόσφατα των Αμερικανών και των συμμάχων τους, επαναφέρουν με θλιβερό τρόπο το Αφγανιστάν στο προσκήνιο, προκαλώντας εύλογες απορίες για την ποιότητα του σχεδιασμού των επεμβάσεων.

Δυστυχώς όλες οι επιχειρήσεις διακρίνονται στο αρχικό στάδιο για την υπερβολική αισιοδοξία τους που σχεδόν εγγίζει ή και υπερβαίνει τα όρια της υπερφίαλης συμπεριφοράς, για να καταλήξουν σε καταστροφικά και ταπεινωτικά αποτελέσματα. Όμως, μετά από κάθε αυτοκρατορική αποχώρηση μία νέα παράσταση σκιωδών δυνάμεων αναδύεται στο παρασκήνιο, με πρώτη την Κίνα να στρέφεται με ανησυχία προς τα δυτικά της σύνορα, αναζητώντας λύσεις στον αφγανικό γρίφο.

Με την αφγανική κυβέρνηση να ανησυχεί για τις ενδεχόμενες αντιδράσεις του Λευκού Οίκου, το Πεκίνο διαβουλεύεται προς το παρόν με τους Ταλιμπάν, αν και παραμένει το ακανθώδες ερώτημα ως προς το εάν και κατά πόσον οι ισλαμικές πολιτοφυλακές τους έχουν την δυνατότητα να καλύψουν το κενό που δημιουργείται με την αποχώρηση των Αμερικανών. Όμως παράλληλα προβάλλει και το ζήτημα του εάν η Κίνα, παρά την μακροχρόνια πολιτική της με επίκεντρο την μη εμπλοκή σε εσωτερικά θέματα άλλων χωρών, προτίθεται να αποτελέσει την επόμενη υπερδύναμη που θα αναμειχθεί ενεργά στην μελλοντική πολιτική εξέλιξη του Αφγανιστάν.

Κίνα και Ουιγούροι

Οι Κινέζοι ήδη έχουν προχωρήσει σε διαβουλεύσεις με τους Ταλιμπάν και παρά το γεγονός ότι οι διαδικασίες καλύπτονται με πέπλο απόλυτης μυστικότητας, κυβερνητικοί αξιωματούχοι, διπλωμάτες και αναλυτές από το Αφγανιστάν, την Ινδία, την Κίνα και τις ΗΠΑ, διαβλέπουν πως σχηματίζονται πλέον οι πυλώνες μίας ευρύτερης στρατηγικής. Ινδοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν πως το Πεκίνο επιθυμεί διακαώς να αποκαταστήσει και αναβαθμίσει τις κατεστραμμένες υποδομές της χώρας σε συνεργασία με τους Ταλιμπάν.

Η χρηματοδότηση πρόκειται να κινηθεί μέσω του Πακιστάν, στενό εταίρο της Κίνας στην περιοχή, με πρώτο βήμα την επέκταση του προγράμματος ύψους 62 δισ. δολαρίων που διατίθενται για τις πακιστανικές υποδομές. Ούτως ή άλλως το Πεκίνο αποτελεί το θησαυροφυλάκιο του Πακιστάν, όπως διατείνονται οι Ινδοί και αναμένεται να υποστηρίξει τους Ταλιμπάν, μετά και από τις θερμές εκκλήσεις των Πακιστανών.

Όμως, όπως επιμένει συγκεκριμένος Ινδός αξιωματούχος το Πεκίνο απαιτεί την πλήρη διακοπή των σχέσεων των Ταλιμπάν με ομάδες Ουιγούρων και κάποιες άλλες οργανώσεις. Οι οργανώσεις αυτές κινούνται με την συλλογική ονομασία Ισλαμικό Κίνημα του Ανατολικού Τουρκεστάν (East Turkestan Islamic Movement-ETIM), όπως τους αποκαλεί η κινεζική ηγεσία και αποτελούν θέμα που απασχολεί τις κινεζικές υπηρεσίες ασφαλείας στην περιοχή. Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ υπολογίζει πως απαρτίζονται συνολικά από 3.500 μαχητές, με πολλούς από αυτούς να παραμένουν εγκατεστημένοι στην πλευρά του Αφγανιστάν που συνορεύει με την Κίνα.

Ο ΟΗΕ και οι ΗΠΑ χαρακτηρίζουν από 2002 το ETIM, τρομοκρατική οργάνωση, αν και τον Νοέμβριο 2020 αρκετά παράδοξα ο προηγούμενος Αμερικανός πρόεδρος το αποχαρακτηρίζει. Το Πεκίνο κατηγορεί το ETIM για πολλές τρομοκρατικές επιθέσεις στην βορειοδυτική μεθοριακή περιφέρεια Xinjiang, όπου πάντως έχει συγκεντρώσει σε στρατόπεδα περίπου ένα εκατομμύριο ανθρώπους για επιμόρφωση κατά του ακραίου Ισλάμ και της τρομοκρατίας, αλλά στην πραγματικότητα για να στερήσει από τις ομάδες των τρομοκρατών τα σημεία στήριξής τους στην συγκεκριμένη περιφέρεια.

Η ασφάλεια των εμπορικών δρόμων

Μία οφθαλμοφανής ένδειξη της αποφασιστικότητας του Πεκίνου να αντιμετωπίσει το ETIM και άλλες παρεμφερείς ομάδες, προέρχεται από τον Κινέζο υπουργό Εξωτερικών Wang Yi, που τον περασμένο Μάϊο απευθύνεται στους ομολόγους του από το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν, το Τατζικιστάν, το Κιργκιζιστάν και το Τουρκμενιστάν. Ο Κινέζος υπουργός καλεί τις χώρες της Κεντρικής Ασίας να αναλάβουν ουσιαστική δράση για να αντιμετωπισθούν οι τρείς δαιμονικές δυνάμεις (ακραία θρησκευτική, τρομοκρατική και αυτονομιστική), συμπεριλαμβάνοντας και το ETIM.

Η ασφάλεια της πρωτοβουλίας των Μεγάλων Εμπορικών Δρόμων (BRI), απαιτεί κατά τον Wang Yi την απόλυτη προστασία των μεγάλης κλίμακας δραστηριοτήτων και των προγραμμάτων υποδομών που εντάσσονται στην BRI, την βασική στρατηγική του προέδρου Xi Jinping, για την διεύρυνση της κινεζικής επιρροής στο εξωτερικό. Ένα από τα βασικά κίνητρα της Κίνας στην επιδίωξή της να παγιωθεί η ασφάλεια και η σταθερότητα στο Αφγανιστάν, πηγάζει από την ανάγκη προστασίας των μεγάλων προγραμμάτων της BRI στον τομέα των υποδομών του Πακιστάν και άλλων χωρών της Κεντρικής Ασίας που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία της.

Ταυτόχρονα, προσπαθεί να δημιουργήσει προοπτικές για μελλοντικές επενδύσεις στο Αφγανιστάν και κατά τον Qian Feng (διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Ινστιτούτο Στρατηγικής του Πανεπιστημίου Tsinghua του Πεκίνου) Αφγανιστάν και Κίνα έχουν επιδείξει ισχυρή πολιτική βούληση για συνεργασία. Αυτό συνεπάγεται κοινή γραμμή πλεύσης στην πρωτοβουλία BRI και εάν το Αφγανιστάν επιτέλους σταθεροποιηθεί θα διευκολύνει δραστικά τις εμπορικές ροές μεταξύ Κίνας και Ευρασίας. Ένα πρώτο δείγμα των κινεζικών προθέσεων αποτελούν οι συζητήσεις για τον αυτοκινητόδρομο που πρόκειται να συνδέσει το Peshawar με την αφγανική πρωτεύουσα Καμπούλ.

Ζητούμενο η σταθερότητα στο Αφγανιστάν

Από την πλευρά του ο Fan Hongda (καθηγητής του Ινστιτούτου Μεσανατολικών Σπουδών στην Σαγκάη) υποστηρίζει πως η Κίνα προτίθεται να υποστηρίξει ενεργητικά τις προσπάθειες για την αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας στο Αφγανιστάν. Αν και το Πεκίνο παραμένει εξαιρετικά επιφυλακτικό επί σειράν ετών στην προοπτική στρατιωτικών αποστολών στο εξωτερικό, εάν προηγηθεί σχετικό ψήφισμα του ΟΗΕ, τότε θα συνδράμει με αποστολή ειρηνευτικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν.

Η συνεχιζόμενη αναταραχή στο Αφγανιστάν –κατά Αμερικανούς αναλυτές– ίσως μετατρέψει την χώρα σε νέο λίκνο τρομοκρατίας, που σε κάποιο βαθμό επηρεάσει αποσταθεροποιητικά και την κινεζική περιφέρεια Xinjiang, κέντρο των Ουιγούρων. Όμως εξελίξεις αυτής της μορφής ίσως να αποτραπούν εάν γενικευθεί ανεξέλεγκτα η βία με την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων.

Η δυνατότητα της αφγανικής κυβέρνησης να σταθεροποιήσει την κατάσταση μειώνεται συνεχώς, κυρίως λόγω του ότι είχε βασισθεί στην υποστήριξη των Αμερικανών και την αξιοποίηση υπερσύγχρονων οπλικών συστημάτων. Όμως μετά την αποχώρησή τους το τακτικό πλεονέκτημα εξανεμίζεται και η υπόσχεση των Αμερικανών να παραχωρήσουν 37 ελικόπτερα τύπου Black Hawk δεν πρόκειται να μεταβάλλει δραστικά την κατάσταση.

Σε 34 επαρχίες οι κυβερνητικές δυνάμεις έχουν την δυνατότητα να καλύψουν αποτελεσματικά μόλις το 40% του εδάφους χωρίς την αμερικανική υποστήριξη, υποστηρίζει Αφγανός διπλωμάτης. Ο αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο George Washington και συγγραφέας διατριβής με τίτλο The war on the Uyghurs (Ο Πόλεμος κατά των Ουιγούρων), Sean Roberts, υποστηρίζει πως η επιτακτική ανάγκη της Κίνας να δημιουργήσει χερσαίους διαδρόμους προς την Ευρώπη και την Μέση Ανατολή, αναπόφευκτα θα την υποχρεώσει να εμπλακεί στις εσωτερικές διαμάχες του Αφγανιστάν.

Κατά τον Roberts το Αφγανιστάν αποτελεί το τέλειο παράδειγμα του πώς η Κίνα δεν θα αποφύγει τελικά τον κίνδυνο ανάμειξής της σε θέματα τοπικής πολιτικής και ασφάλειας για να προστατεύσει τα οικονομικά της συμφέροντα. Κατά την διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων οι πολιτοφυλακές των Ταλιμπάν αποκτούν τον έλεγχο περισσότερων από 100 επαρχιών στις στρατηγικές βόρειες και βορειοδυτικές περιφέρειες. Στα τέλη Ιουνίου από τις 421 επαρχίεςνέχουν τον έλεγχο σε 142 και μάχονται σε ακόμα 170 για να τις αποσπάσουν από την κυβέρνηση.

Επιθέσεις και στο Πακιστάν

Το πρόσφατο και μάλλον όχι τελευταίο τρομοκρατικό πλήγμα στο ορεινό βορειοδυτικό Πακιστάν ήταν επίθεση εναντίον λεωφορείου με περισσότερους από 30 Κινέζους μηχανικούς που εργάζονται στο φράγμα Dasu. Πρόκειται για υδροηλεκτρικό έργο που κατασκευάζεται στα πλαίσια του BRI και εντάσσεται στις υποδομές του Πακιστανικού Οικονομικού Διαδρόμου (Pakistan Economic Corridor-CPEC), συνολικού κόστους 62 δισ. δολαρίων. Η αιματηρή επίθεση άφησε εννέα Κινέζους και τέσσερις Πακιστανούς (από το προσωπικό ασφαλείας) νεκρούς.

Με το Πεκίνο να επιχειρεί να προσεταιρισθεί τους Ταλιμπάν, οι καθυστερήσεις στα έργα του διαδρόμου στο Πακιστάν και οι εντεινόμενες ανησυχίες σε ζωτικά θέματα ασφαλείας, προσθέτουν αμφιβολίες για το μεγαλεπήβολο κινεζικό σχέδιο διασύνδεσης των ζωτικών κόμβων της Κεντρικής Ασίας. Από την πλευρά του το Πακιστάν τείνει κλάδο ελαίας προς τους αντάρτες του Βαλουχιστάν που εντείνουν τις αντι-κινεζικές και αντι-πακιστανικές επιθέσεις κυρίως στην νοτιοδυτική περιφέρεια του Βαλουχιστάν και ορισμένοι υποθέτουν ότι η πρόσφατη έξαρση αποτελεί παράγωγο της αποχώρησης των Αμερικανών από το Αφγανιστάν.

Συγκλίνοντας προς τις προθέσεις του Πεκίνου, το πακιστανικό Κοινοβούλιο εγκρίνει την πρόταση για διενέργεια διαβουλεύσεων με τους αντάρτες. Ο πρωθυπουργός Imran Khan ορίζει τον ειδικό βοηθό του σε θέματα συμφιλίωσης και ασφαλείας στο Βαλουχιστάν υπεύθυνο των διαπραγματεύσεων. Αν και προς το παρόν δεν υπάρχει επίσημη ανάληψη ευθύνης για την αιματηρή ενέργεια, κανείς δεν αμφιβάλλει πως το Πεκίνο πιέζει για άμεση διευθέτηση των διαφορών και επιστροφή σε ομαλές συνθήκες που θα εγγυούνται την ασφάλεια των έργων.

από slpress

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.