Πρώιμο ελληνικό σινεμά: Από τη μυθοπλασία στο ρεαλισμό μιας κοινωνικής αποτύπωσης
Γράφει η Ιφιγένεια Καλαντζή
Το ελληνικό σινεμά στα σπάργανα υποστηρίχτηκε κυριολεκτικά από παθιασμένους ερασιτέχνες δημιουργούς, που επιχείρησαν να μιμηθούν με μηδαμινά μέσα τις δαπανηρές αμερικάνικες υπερπαραγωγές.
Ως εκ τούτου νοσεί από όλες τις «παιδικές αρρώστιες» μιας πρώιμης ξενόφερτης τέχνης, πράγμα που διαφαίνεται στις πέντε ελληνικές βωβές ταινίες, αποκατεστημένες και ψηφιοποιημένες από την Ταινιοθήκη της Ελλάδος, που προβλήθηκαν διαδικτυακά στα πλαίσια του προγράμματος Η ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ, στο διάστημα 8/4-23/4/2020. Σε αυτές τις ταινίες γίνεται αισθητή η εξέλιξη του ελληνικού κινηματογράφου προς το ρεαλισμό μιας κοινωνικής αποτύπωσης, από την αρχικά πιστή προσαρμογή του σε δυτικότροπα πρότυπα, όπως συνέβηκε και με τη ζωγραφική και τη μουσική.
Το 23λεπτο «Οι Περιπέτειες του Βιλλάρ» (1924) σκηνοθέτησε ο εκ Βουδαπέστης Ζόζεφ Χέπ (1887-1968), μηχανικός προβολής αρχικά και ονομαστός διευθυντής φωτογραφίας σε ελληνικές ταινίες μεταπολεμικά, ένας από τους πρώτους οπερατέρ που κινηματογράφησαν ιστορικά γεγονότα στη χώρα μας. Πρωταγωνιστεί ο κωμικός Νικόλαος Σφακιανός, γνωστός από λαοφιλείς κωμωδίες που προσάρμοζαν στην αθηναϊκή πραγματικότητα το πρότυπο των αμερικανικών μπουρλέσκ κωμωδιών του Μαρκ Σένετ.
Μποέμ καλλιτέχνης εκ Παρισίων, ο καταφερτζής γόης Βιλλάρ βιοπορίζεται στην Αθήνα του 1920 ως υπάλληλος σιδερωτηρίου. Από την αρχή εμφανίζεται αγουροξυπνημένος, ανάμεσα σε αγελάδες που μασουλάνε το σανό που τον σκεπάζει, αποκαλύπτοντας τις τρύπιες κάλτσες του. Υιοθετώντας τα ενδυματολογικά πρότυπα των ρακένδυτων δανδήδων των Σένετ και Τσάπλιν, ο ανέμελος χαμογελαστός Βιλλάρ περιφέρεται με φαρδύ παντελόνι που πέφτει, χαζεύοντας τις βιτρίνες μιας κοσμοπολίτικης Αθήνας. Φλερτάρει επίμονα μια όμορφη καλοντυμένη δεσποινίδα, μπαίνει μαζί της στο αμάξι, βολτάρουν στο ναό του Ολυμπίου Διός, στο Ηρώδειο και καταλήγουν σε παραθαλάσσιο κέντρο στο Φάληρο, με ορχήστρα ντίξιλαντ, με μαύρους μουσικούς!
Σε μια Αθήνα, έναν αιώνα πριν, όπου μεγάλες λεωφόροι και μνημεία αποτυπώνονται ανάμεσα σε κάμπους, αναδεικνύεται ένα κοσμοπολίτικο αθηναϊκό κέντρο, κατά τα ξένα πρότυπα, λανσάροντας μέσα από το σινεμά τον «μοντέρνο» αστικό τρόπο ζωής και διασκέδασης, με αποκορύφωμα λίγο αργότερα την αβανγκάρντ ταινία «Βερολίνο, η Συμφωνία μιας Μεγαλούπουλης» (1927/Βάλτερ Ρούτμαν).
Ο Βιλλάρ αναπαράγει τις φουριόζικες κινήσεις των κλόουν, σκοντάφτει, πέφτει ή σέρνεται πίσω από ένα όχημα, τρέχει να ανέβει ή πηδάει από το τραμ σε ένα ταξί παραδίπλα. Στη βωβή αυτή ταινία, ο χορευτικός ρυθμός αποδίδεται δίχως ήχο, με επεξεργασμένο μοντάζ, όπως στη σκηνή χορού στο Φάληρο, με τα εναλλασσόμενα αντιπαραθετικά χορευτικά πλάνα του Βιλλάρ, του μαύρου και των μουσικών της ορχήστρας.
Θερμός υποστηρικτής του Κάιζερ, αλλά και συνεργάτης της Λένι Ρίφενσταλ στην Ελλάδα, ο Χεπ υιοθετεί τα ρατσιστικά πρότυπα του αποικιοκρατικού σινεμά των κυρίαρχων δυτικών χωρών. Αναγράφοντας στους μεσότιτλους «η εκδίκησις του αράπη», εμφανίζει τον μαύρο να χορεύει σαν ξεχαρβαλωμένος, με έντονες γκριμάτσες και κλοουνίστικο λευκό χαμόγελο, αποικιοκρατικό στερεοτυπικό κατάλοιπο «διασκεδαστή υπηρέτη νέγρου». Μετά την τιμωρία του πάνω στη θερμάστρα, ο Βιλλάρ διασχίζει τρέχοντας το κέντρο της Αθήνας, για να ανακουφίσει τα φλεγόμενα οπίσθιά του, καταλήγοντας κάτω από την Ακρόπολη, μάρτυρας σε ένα σουρεαλιστικό γαμήλιο φαγοπότι, με παραμορφωμένες φυσιογνωμίες και κουτσοδόντηδες. Βγαλμένη από την ελληνική σκωπτική αποκριάτικη λαϊκή παράδοση, η σκηνή αυτή, αποτυπώθηκε αργότερα σε τραγούδια τύπου «Στου Λινάρδου την ταβέρνα» (1936/ Παναγιώτη Τούντα), αγγίζοντας και την εικονογραφική παράδοση του τσίρκου, ανάμεσα σε κωμικό και γκροτέσκο. Άλλωστε, στο πρώιμο σινεμά παγκοσμίως, φτώχεια και εξαθλίωση παρουσιάστηκαν αρχικά μέσα από το κωμικό στοιχείο.
Διαβάστε την συνέχεια στο edromos
Δεν υπάρχουν σχόλια: