Ο «λουστράκος» του ελληνικού σινεμά Βασίλης Καΐλας
Κανένας άλλος μικρός δεν έχει κάνει τέτοια ανεπανάληπτη καριέρα στο ελληνικό σινεμά όσο ο αξέχαστος Βασιλάκης της δεκαετίας του 1960, που συνόψιζε με τα δακρυσμένα μάτια και την παιδιάστικη αφέλεια όλο το μελό των δραμάτων της εποχής.
Αναμφίβολα παιδί-θαύμα του σινεμά, ο Καΐλας ενσάρκωσε πονεμένους ρόλους και έζησε ώρες φτώχειας, ανέχειας και ξεριζωμού στο μεγάλο πανί, μεταφέροντας με την απροσχημάτιστη απλότητά του την αύρα μιας Ελλάδας που δεν υπάρχει πια.
Ανεπιτήδευτος υποκριτικά και χωρίς τυμπανοκρουσίες στο παίξιμό του, ο Καΐλας πλαισίωσε ιδανικά τους μεγάλους πρωταγωνιστές της εποχής μεταφέροντας σε κάθε ταινία λίγη από τη δική του αλήθεια, καθώς το σινεμά και το θέατρο τα αγάπησε ολόψυχα και τα υποστήριξε με συνέπεια και σεβασμό.
Ο μικρός αυτός αστέρας της ελληνικής ηθογραφίας έφτασε να έχει 117 ταινίες στο ενεργητικό του, έναν αριθμό που θα ζήλευαν πολλοί γνωστότεροι συνάδελφοί του. Κι όλα αυτά από ένα παιδάκι που εμφανίστηκε στο πανί πριν κλείσει καλά καλά τα 4 χρόνια ζωής, καθώς η τύχη ήταν από την αρχή με το μέρος του: ως γιος του θυρωρού στην πολυκατοικία που έμενε η Έλλη Λαμπέτη, ο Καΐλας μπήκε στο στόχαστρο του Μιχάλη Κακογιάννη από την πρώτη στιγμή που τον είδε στην καρέκλα του θυρωρού!
Την ώρα που η ελληνική οικογένεια προσπαθούσε να προσαρμοστεί από την τραγική Κατοχή και τα δύσκολα χρόνια του Εμφυλίου στη σύγχρονη εποχή της μεγάλης αστικοποίησης, ένα παιδί ανέλαβε το καθήκον να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη την οπτική των μικρών ηρώων, προδίδοντας τα ροδαλά όνειρα αλλά και τον χαμένο πια ρομαντισμό του παλιού εκείνου καιρού.
Να πώς περιγράφει παιχνιδιάρικα στην αυτοβιογραφία του κάποιους από τους ρόλους που ενσάρκωσε στα περισσότερα από τα 100 φιλμ της καριέρας του: «Σαν ένα παιδί μετράω τα πλάνα … Μια φορά κι ένα νερό, όλα ξεκίνησαν από ένα Μεγάλο Ψέμα, ένα ψεύτικο, περίεργο χαστούκι στο μάγουλο του κυρ-Γιάννη και ο μικρός Βασιλάκης έκλαψε. Το μικρό αδερφάκι της Μανταλένας, αλλά και της Λαφίνας. Ύστερα, έγινα αγωγιάτης της Αλίκης στο Ναυτικό, ο μικρός Αργύρης με την Βασιλειάδου Κυρά-Μαμή. Έπειτα, έγινα Λουστράκος, Εμποράκος, ένας Πολυτεχνίτης και Ερημοσπίτης. Έψαχνα για λίγη Στοργή τα Μεσάνυχτα στη Βίλλα Νέλλη, μαζί με τον Βέγγο, τον Τρελό Καμικάζι. Με την Γκέλυ Μαυροπούλου ήμασταν Κατατρεγμένοι της μοίρας και με την Άντζελα Ζήλια, το Κορίτσι του Πόνου κλάψαμε μαζί με τον Νίκο Ξανθόπουλο και την Μάρθα Βούρτση, γιατί Κάποτε κλαίνε και οι Δυνατοί».
Διαβάστε την συνέχεια στο newsbeast
Δεν υπάρχουν σχόλια: