"Η μεγάλη έξοδος" του Πέτρου Τσερκέζη
Γράφει ο Μάκης Ανδρονόπουλος
Η υποχρεωτική διαφυγή από τη γενέθλια χώρα αποτελεί ένα τραύμα που δεν κλείνει ποτέ. Είναι αντίστοιχο με την έξοδο από τη μήτρα της μάνας και το κόψιμο του ομφάλιου λώρου που αφήνει ένα κόμπο στην κοιλιά. Όταν εγκαταλείπεις την πατρίδα, ο κόμπος μένει στην ψυχή.
Κάποιοι τον υποφέρουν απλά, κάποιοι δεν τον αντέχουν και τρελαίνονται, κάποιοι τον λύνουν σιγά σιγά ματώνοντας τα νύχια της καρδιάς τους, όπως στην περίπτωση του Πέτρου Τσερκέζη.
Κάποιοι άλλοι λύνουν τον κόμπο γράφοντας… Οι ήρωες της «μεγάλης εξόδου» είναι Έλληνες Βορειοηπειρώτες που μετά από 46 χρόνια εγκλωβισμού, έφυγαν διωγμένοι από την πιο απάνθρωπη δικτατορία τρέχοντας προς τον αέρα της ελευθερίας, πλημμυρισμένοι από φιλόδοξα όνειρα και προσδοκίες για μια καλύτερη ζωή. Ο συγγραφέας Πέτρος Τσερκέζης διέφυγε κι αυτός, όπως όλοι οι άλλοι, αλλά είχε το χάρισμα της γραφής.
Πτυχιούχος της αλβανικής και ρωσικής φιλολογίας του πανεπιστημίου των Τιράνων, εργάστηκε ως εκπαιδευτικός στη μέση εκπαίδευση, ως συγγραφέας ρεπερτορίου στο επιθεωρησιακό θέατρο Αργυροκάστρου, ενώ από το 1992 έως το 1994 διηύθυνε την ιδιωτική αλβανοελληνική εφημερίδα "Η Πόλη του Νότου". Μεταξύ των ετών 1972-77 δίδαξε σύγχρονη λογοτεχνία ως εξωτερικός καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Αργυροκάστρου. Είναι διευθυντής της βορειοηπειρώτικης εφημερίδας και τέχνης των γραμμάτων "Αφύπνιση". Από το 1994 ζει και εργάζεται στην Κύπρο.
Βορειοηπειρώτικη λογοτεχνία
Πολυγραφότατος, βραβευμένος ως ποιητής, ο Πέτρος Τσερκέζης ανήκει μεν στην παράδοση της βορειοηπειρώτικης λογοτεχνίας, που καλλιεργεί μέσα από μια γλώσσα ελληνική --και ξεχασμένη στον αστικό βίο του σήμερα στην Ελλάδα-- τη μαγεία της απλής ζωής στο χωριό, μέσα από συγκλονιστικές εξιδανικεύσεις των λέξεων που αποκτούν οντότητα κατά την ανάγνωσή τους. Είναι ένας παλιός κόσμος που χάνεται, αν δεν χάθηκε ήδη. Όμως, ο Τσερκέζης, προφανώς λόγω της φιλολογικής του παιδείας, μπόρεσε να κάνει ένα άλμα και να υπερβεί την παράδοση, μετουσιώνοντάς την σε μια σύγχρονη αφήγηση, διατηρώντας το στοιχείο του μαγικού μέσα από τις λέξεις, αλλά φτιάχνοντας ιστορίες του καιρού μας, χτίζοντας χαρακτήρες που αντιμετωπίζουν τα σύγχρονα αδιέξοδα.
«Η μεγάλη έξοδος» (εκδ. 24 γράμματα - 2018) που θυμίζει τα "100 χρόνια μοναξιάς" του Μάρκες, είναι γεμάτη με ήρωες που βιώνουν τις υπαρξιακές τους αγωνίες μέσα από ανεκπλήρωτους έρωτες, από ηττημένους εχθρούς, κυνηγούς μιας θολής ταυτότητας από το παρελθόν, τάφους, αίμα, τρέλα. Στο επίκεντρο η Νέτα, ένα αθώο κορίτσι από το Αργυρόκαστρο, βιασμένο στα δεκαοχτώ του, σε μια νύχτα γάμου, που θα κρατήσει ένα σπαραχτικό ημερολόγιο ψυχής.
«Τα χέρια τα ‘νιωθα βαριά σαν δυο κούτσουρα και παγωμένα σαν να μη κυκλοφορούσε αίμα μέσα τους. Ανάμεσα στα σκέλια μου είχα μια πληγή. Την ένιωθα. Μ’ έσφαζε. Έβαλα το χέρι. Δεν κατάλαβα αν υπήρχε αίμα ή όχι. Ήμουν ημίγυμνη. Σηκώθηκα και άναψα το φως. Πάνω στο σεντόνι υπήρχε αίμα. Είχα μια εμετική τάση. Η ηβική περιοχή ήταν ερεθισμένη και κατακόκκινη. Ήταν σίγουρο με είχαν βιάσει. Πριν τελειώσει ο γάμος και ξεστρωθεί το κρεβάτι της νύφης, εγώ είχα γίνει το θύμα αυτού του γάμου, είχα χάσει την παρθενιά μου. Αυτό ήταν το πιο τραυματικό γεγονός της ζωής μου».
Γύρω της, αυθεντικοί χαρακτήρες. Ο αντικαθεστωτικός Ορέστης, με καταγωγή από το Αργυρόκαστρο, που μόλις έχει υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση στο νεφρό στην Αθήνα, βλέπει από πάνω του τον πληγωμένο έρωτά του. Ώριμοι πια έχουν περάσει από τους σκληρούς συμπληγάδες του βίου τους και της αποτυχημένης αγάπης. Η Νέτα είχε έναν αποτυχημένο γάμο, με έναν ομοφυλόφιλο, ενώ ο Ορέστης ένα άνοστο αρραβώνα με την κόρη του εργοδότη.
Τοιχογραφία μιας εποχής
Η ζωή τους μπαίνει ξανά στην τροχιά των παλιών ονείρων και προσδοκιών, της μεγάλης και ανεκπλήρωτης αγάπης. Σε αυτό το σκηνικό "εισβάλει" ξαφνικά ένας Έλληνας, ο αδερφός ενός ήρωα, ο Ιωάννης Κάλπαρης, μαχητής κι αυτός του μεγάλου ηρωικού αγώνα του 1940 που ψάχνει να βρει τα οστά του αδελφού του στα κακοτράχαλα βουνά της Κλεισούρας, στο τρομερό ύψωμα 731.
Η τοιχογραφία μιας εποχής με έντονα γεγονότα και πινελιές που διαδραματίζονται από τις δυο όχθες του ποταμού του Άδη, του Αχέροντα. Μια κοινωνία που καταρρέει βιασμένη από το κομμουνιστικό κεκτημένο και μια άλλη που ξεχνάει τις εθνικές αξίες στο τρελό γκαλόπ της κατανάλωσης.
«Ο συγγραφέας ζωγραφίζει με την πένα του τα πορτρέτα των πολλών πρωταγωνιστών που παρελαύνουν στις σελίδες του, με τη λεπτότητα και την ακρίβεια ενός καλού πορτρετίστα, ακούει τον τριγμό της ψυχής τους σαν ένας έμπειρος ψυχολόγος και μας τους φέρνει μπροστά ζωντανούς όπως είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας με όλη τη γκάμα των προβλημάτων που κουβαλά ο σύγχρονος άνθρωπος».
Ιδιαίτερη βαρύτητα σε όλο το μυθιστόρημα παίρνει το αφηγηματικό ημερολόγιο της Ν. Είναι σαν ένας ποταμός που φέρνει όλα τα ρυάκια και τους λάκκους στον ορμητικό ποταμό του καιρού. Αυτό το ημερολόγιο είναι ένας φιλοσοφημένος ερωτικός και κοινωνικός φακός που βλέπεις τον εαυτό σου και τον κόσμο», προλογίζει ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Αλέκος Χατζής.
Τα ολογράμματα του χωριού του
Ο Πέτρος Τσερκέζης είναι πατριδολάτρης και αναπλάθει στην ξενιτιά της αδελφής Κύπρου τα ολογράμματα του χωριού του: «…ζυμώνεται το πιο γλυκό ψωμί του κόσμου», «…θεριεύουν φανταχτερά οι γιορτές, παίρνει φωτιά ο πωγωνίσιος χορός, …καίγεται το πελεκούδι», βιώνοντας στο πετσί του τον πόνο της ανοιχτής μεγάλης και αγιάτρευτης πληγής της άδικης χάραξης των συνόρων.
Όπως γράφει ο φίλος του Αλέκος «νανουρίστηκε από το κελάρυσμα των πηγαδιών της Πολύτσανης, μεγάλωσε μες τις ευωδιές των λιβαδιών, το μεθυστικό άρωμα των βιολετών, του μοσχοτρίφυλλου και του μελισσοβότανου, έτσι και δεν τα αποχωρίστηκε ποτέ. Κουβαλάει αυτό το ελκυστικό “ζάλωμα” για να μας φιλεύει όπως οι μαυρομαντιλούσες μάνες, ένα κουτάλι γλυκό από την ατελείωτη γλύκα της κάνας της λογοτεχνίας».
Αυτές τις μαγείες μπορεί να αναζητήσει ο αναγνώστης και στα έργα του "Τα δέντρα και ο θάνατος" (Locus 7 – Άλλωστε, 2017), "Η έκτρωση", (Διηνεκές, 2005), "Άλλωστε", "Έκτρωση", "Οι ληστές του Ήλιου", "Φλωροκαπνισμένο δακτυλίδι", "Λεβεντοηπειρώτικα" κ.ά.
από slpress.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια: