Η οικονομική πολιτική Μητσοτάκη στηρίζεται σε αβέβαιο εργαλείο


Γράφει ο Κώστας Μελάς

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει δώσει στίγμα για την οικονομική πολιτική που προτίθεται να ακολουθήσει, αλλά για να αποφανθούμε με βεβαιότητα πρέπει να περιμένουμε μέχρι την κατάθεση του νέου προϋπολογισμού.

Κεντρικό στοιχείο της πολιτικής είναι η δραστική μείωση του φορολογικού βάρους των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.

Ενώ η μείωση των φορολογικών συντελεστών σε σειρά δραστηριότητες κρίνεται αναγκαία και ως εκ τούτου επιθυμητή, εν τούτοις θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι υπάρχοντες περιορισμοί της οικονομίας, αλλά και της οικονομικής θεωρίας και εμπειρίας. Υπάρχει ο περιορισμός του πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% του ΑΕΠ, το οποίο έχει συμφωνηθεί μέχρι και το 2022.
Αυτό αποτελεί τον αρνητικό υπερκαθορισμό της ελληνικής οικονομίας και στενεύει τα όρια άσκησης της δημοσιονομικής πολιτικής. Μάλιστα σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΕΕ αλλά και της Τραπέζης της Ελλάδος, η Ελλάδα κινδυνεύει να μην εκπληρώσει την υποχρέωσή της ως προς το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2019, μετά τα δημοσιονομικά μέτρα που ψηφίστηκαν την 15η Μαΐου 2019. Προκύπτει δημοσιονομικό κενό ύψους 0,6% του ΑΕΠ και επομένως το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί σε 2,9%, έναντι στόχου 3,5% του ΑΕΠ. Η κυβέρνηση, βεβαίως, υποστηρίζει ότι θα επιτευχθεί ο στόχος.
Αναφορικά με την εκτιμώμενη μεγέθυνση του ΑΕΠ για το 2019 (ΕΕ 2,1%, Τράπεζα Ελλάδος 1,9%, ΙΟΒΕ 1,8%), αυτή υπολείπεται σημαντικά  του μεγέθους που υπάρχει στον προϋπολογισμό του 2019 (2,5%). Δυσκολεύεται έτσι περαιτέρω η εκτίναξη του ΑΕΠ σε σχεδόν διπλάσια μεγέθη που επιθυμεί και διακηρύττει η νέα κυβέρνηση για το 2020.

Οικονομική πολιτική και μεγέθυνση του ΑΕΠ

Η αυξημένη εξωστρέφεια καθιστά την ελληνική οικονομία περισσότερο ευάλωτη στις επιρροές από την επιβράδυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας. Οι πιθανότητες να  περιέλθει η γερμανική οικονομία σε ύφεση, με τεχνικούς όρους είναι σχεδόν 50%. Το ΑΕΠ συρρικνώθηκε σε τριμηνιαία βάση κατά 0,07% το δεύτερο τρίμηνο. Ενώ προβλέπουμε στασιμότητα της οικονομίας το τρίτο τρίμηνο, υπάρχει υψηλός κίνδυνος το ΑΕΠ να υποχωρήσει ελαφρώς περισσότερο. Δύο συναπτά τρίμηνα με συρρίκνωση ΑΕΠ θεωρούνται τεχνική ύφεση.
Όπως είναι γνωστό, στόχος της κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι να πάμε όσον αφορά στη μεγέθυνση από το 2% στο 4% του ΑΕΠ. Για να συμβεί αυτό, όμως, δεν αρκούν οι φοροελαφρύνσεις. Χρειάζεται και δομικός μετασχηματισμός της οικονομίας, που μόνο σε μικρό βαθμό έχει επιτευχθεί την τελευταία δεκαετία. Μετά 10 χρόνια εφαρμογής των μνημονίων, το παραγωγικό υπόδειγμα εξακολουθεί να έχει όλα, ή σχεδόν όλα τα χαρακτηριστικά της προ κρίσεως εποχής.
Η διατήρηση ρυθμών ανάπτυξης ύψους 2% ετησίως, ή και υψηλότερων τα επόμενα χρόνια, αποτελεί πρόκληση, η οποία προϋποθέτει:
  • Πρώτον, υγιή αύξηση των επενδυτικών δαπανών και του παραγωγικού δυναμικού, ιδίως σε κλάδους υψηλής παραγωγικότητας.
  • Δεύτερον, ποιοτική αναβάθμιση της εργασίας.
  • Τρίτον, ενίσχυση του ποσοστού των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών που συμμετέχουν ενεργά στην οικονομική ανάκαμψη.
Όλα αυτά δεν μπορούν να προέλθουν μόνο από τη μείωση των φορολογικών συντελεστών. Ο Ακαθάριστος Σχηματισμός Παγίου Κεφαλαίου για το 2018 διαμορφώθηκε στο 11,09% του ΑΕΠ, πολύ χαμηλά συγκριτικά με το μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης. Είναι μάλιστα μειωμένος σε σύγκριση με το 2017, που ήταν 12,51% του ΑΕΠ.

Η αγαπητή ιδέα των νεοφιλελεύθερων

Η αγαπητή ιδέα της νεοκλασικής-νεοφιλελεύθερης σκέψης ότι οι μειώσεις των συντελεστών φορολογίας και συνεπώς οι μειώσεις των συνολικών φορολογικών εσόδων καλύπτονται μέσω της μεγέθυνσης του ΑΕΠ που δημιουργούν, δεν επιβεβαιώνεται εμπειρικά. Αυτό π.χ. δεν συμβαίνει στις ΗΠΑ. Για να καλυφθεί η "τρύπα" που ανοίγει η μείωση των φορολογικών συντελεστών, η ελληνική οικονομία θα πρέπει να μεγεθύνεται με ρυθμό πάνω από 4%!
Αυτός ο ρυθμός δεν φαντάζει καθόλου εφικτός, δεδομένου ότι σήμερα βρίσκεται στο 1,9%. Το 1,9% αποτελεί έναν ρυθμό διόλου ευκαταφρόνητο, ειδικά αν αναλογιστούμε ότι η Ευρωζώνη εκτιμάται ότι θα αναπτυχθεί με ρυθμό 1,2% το 2019) και 1,4% το 2020. Στις ΗΠΑ που έχει ρυθμό μεγέθυνσης 2,9% το 2019 μόνο το 0,3% μπορεί να αποδοθεί στη μείωση των φορολογικών συντελεστών.
Συνεπώς θα πρέπει να δούμε στην πράξη το πως θα λειτουργήσει η μείωση των φορολογικών συντελεστών στο ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ και πως στη συνέχεια αυτή η μεγέθυνση θα οδηγήσει σε αύξηση των φορολογικών εσόδων ώστε να καλυφθεί η φορολογική "τρύπα".
Είναι σχεδόν σίγουρο, πάντως, ότι οι αυτοματισμοί που προβλέπει η νεοκλασική θεωρία ότι η μείωση των φορολογικών συντελεστών οδηγεί σε αύξηση του ΑΕΠ αυτή σε αύξηση των εσόδων πάσχουν θεωρητικά και εμπειρικά. Η επιτυχημένη άσκηση της οικονομικής πολιτικής προϋποθέτει την χρήση όλων των διαθέσιμων οικονομικών μέσων σε κατάλληλους συνδυασμούς, ανάλογα με την προκύπτουσα οικονομική συγκυρία.
από slpress.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.