Η τριπλή «ομηρία» του Ερντογάν


Γράφει ο Κώστας Ράπτης

Σε όλη την διαδρομή του στην ηγεσία της Τουρκίας ο Ταγίπ Ερντογάν προσπαθούσε να κατακτήσει ολοένα και μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας κινήσεων, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, όπως αντιστοιχεί όχι μόνο στις προσωπικές του φιλοδοξίες, αλλά και στον δυναμισμό της τουρκικής οικονομίας και κοινωνίας.

Ακολουθήστε μας στο Facebook Τελευταία Έξοδος 

Η ακροβασία ανάμεσα στη σύμμαχο Αμερική και τη νέα φίλη Ρωσία, οι επεμβάσεις στη Συρία και το Ιράκ, η ανάπτυξη τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων σε μέρη όπως το Κατάρ, η προβολή ισχύος στην Αφρική με όχημα την αναπτυξιακή βοήθεια, τα ανορθόδοξα διπλωματικά ανοίγματα σε χώρες όπως η Βενεζουέλα και η Βολιβία, η προσπάθεια μετατροπής της Κωνσταντινούπολης σε κόμβο των διεθνών αερομεταφορών, η πολιτική καθοδήγηση των Τούρκων της διασποράς και βέβαια η οικειοποίηση της καταγγελίας της ισλαμοφοβίας αποτελούν ψηφίδες της ανάδυσης μιας Τουρκίας με μεγαλύτερη αυτονομία και αυτοπεποίθηση.
Όμως η τουρκική ισχύς έχει αντικειμενικά όρια που ο Ερντογάν δεν μπορεί να υπερβεί. Στην πραγματικότητα, ο Τούρκος ηγέτης σύρεται σταδιακά σε μία κατάσταση πολλαπλής ομηρίας.
Στο εσωτερικό, αποδεικνύεται όμηρος της κρατικής γραφειοκρατίας και των εκλογικών του συμμάχων. Στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές οι θεματοφύλακες των θεσμών κατέστησαν σαφή την επιθυμία τους να δημιουργήσουν αποστάσεις ασφαλείας ανάμεσα στο κυβερνών κόμμα και τον κρατικό μηχανισμό – εξ ου – και η Ανώτατη Εφορευτική Επιτροπή αρνήθηκε τη συνολική επανακαταμέτρηση στην Κωνσταντινούπολη, που είχε περίπου προαναγγείλει ο Ερντογάν. Το δε Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (MHP) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί (που από πολλές απόψεις αποτελεί και αυτό τη «φωνή του κράτους”) κατάφερε να αποσπάσει σημαντικό αριθμό ψήφων και εδρών από το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης και κινείται πλέον με τον αέρα πολιτικού «μπαλαντέρ”.
Πολιτικά, η κατάσταση αυτή δημιουργεί ένα «καθοδικό σπιράλ», διότι εγκλωβίζει τον Τούρκο πρόεδρο σε ένα προφίλ, που είναι το αντίθετο αυτού που του εξασφάλισε την εμπέδωσή του στην εξουσία, ήτοι ενός ηγέτη καθησυχαστικού προς τα φιλελεύθερα κοινωνικά στρώματα, και κυρίως με ισχυρή πρόσβαση στην κουρδική ψήφο.
Η ενίσχυση του ΜΗΡ, φορέα ενός εθνικισμού με αντικουρδική εμμονή και αντιδυτικές αιχμές, περιορίζει τις δυνατότητες του Ερντογάν να κινηθεί εφεξής σε κατευναστική κατεύθυνση και τον πιέζει να υλοποιήσει τις προεκλογικές του απειλές για επέμβαση στην βορειοανατολική Συρία, τις οποίες η αμερικανική πλευρά φρέναρε μέχρι τώρα με τους διπλωματικούς της ελιγμούς, ενώ την ίδια ώρα ενίσχυε τη στρατιωτική θέση των Κούρδων συμμάχων στην επίμαχη περιοχή.
Παράλληλα, ο Ερντογάν περιέρχεται σε κατάσταση ομήρου του Βλαντίμιρ Πούτιν, όπως αποκάλυψε και η πολλοστή συνάντηση των δύο ηγετών χθες Δευτέρα.
Η ρωσική πλευρά ήρθε να καλύψει μία βασική υστέρηση της Τουρκίας: την ενεργειακή της εξάρτηση. Εξ ου και τα σχέδια του αγωγού φυσικού αερίου Turkish Stream και του πυρηνικού σταθμού του Ακουγιού προχωρούσαν απρόσκοπτα ακόμη και κατά την περίοδο που οι δύο χώρες είχαν πολιτικά αντιδιαμετρικές θέσεις στην κρίση της Συρίας.
Η ρωσοτουρκική σχέση απέκτησε βαθύτερη δυναμική όταν επεκτάθηκε στον τομέα της ασφάλειας, πατώντας στις ανάγκες της Άγκυρας για αντιαεροπορική-αντιπυραυλική άμυνα. Η διαβεβαίωση του Ερντογάν ότι, παρά τις αμερικανικές προειδοποιήσεις, η παραγγελία των ρωσικών συστημάτων S-400 είναι μη αντιστρεπτή, αλλά και η προαναγγελία νέων εξοπλιστικών ντηλ από τον Πούτιν, αποτελεί τη στιγμή της αλήθειας. Η ακροβασία ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία, με στόχο να ανάβει η γεωπολιτική «τιμή” της τουρκικής «μετοχής”, δεν μπορεί πλέον να συνεχίζεται χωρίς να τραυματισθεί η σχέση με μία από τις δύο πλευρές. Και ο ένοικος του «Λευκού Παλατιού” δείχνει να έχει κάνει την επιλογή του – δεδομένης της βαθιάς καχυποψίας του, τουλάχιστον από την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016 και μετά, ως προς τις προθέσεις της Ουάσιγκτον απέναντί του.
Όμως η ρωσική στήριξη δεν επαρκεί, ιδίως σε έναν κόσμο όπου οι ΗΠΑ ελέγχουν τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές ροές, για να απαλλάξει την Τουρκία από τους οικονομικούς κλυδωνισμούς που γνωρίζει. Και είναι αυτή η τρίτη «ομηρία” του Ερντογάν.
Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι αυτοί που πρωταγωνιστούν πλέον στην προσπάθεια αποκατάστασης των τουρκο-αμερικανικών σχέσεων είναι οι Τούρκοι επιχειρηματίες. Σε παλαιότερες περιόδους, οπότε δεν είχαν λείψει τα περιστατικά τριβών, τον ίδιο ρόλο επιτελούσε το στρατιωτικό κατεστημένο, καθώς η συμμαχία με τις ΗΠΑ αποτελούσε τον «οδηγό” των επιμέρους πολιτικών. Σήμερα, τα υπαρξιακά άγχη που γεννά η κουρδο-αμερικανική συμπόρευση για την ακεραιότητα της ίδιας της Τουρκίας αποτρέπουν κάτι αντίστοιχο.

Πηγή: Capital.gr, μέσω slpress

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.