ΚΑΤΑΡΓΗΣΤΕ ΠΛΕΟΝΑΣΜΑΤΑ, ΙΣΟΣΚΕΛΙΣΜΕΝΟΥΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥΣ!
Γράφει ο Λεωνίδας Βατικιώτης
Καθόλου τυχαία ή άσχετη με τη συζήτηση που διεξάγεται στην Ευρώπη δεν ήταν η αναφορά του ευρωπαίου επιτρόπου για την Οικονομία, Πιέρ Μοσκοβισί, από το βήμα μάλιστα της Ελληνικής Βουλής για μια πιθανή, μελλοντική αναθεώρηση των δυσθεώρητων πρωτογενών πλεονασμάτων που έχει αναλάβει η Ελλάδα.
Ακολουθήστε μας στο Facebook Τελευταία Έξοδος
Τα συγκεκριμένα πλεονάσματα ύψους 3,5% μέχρι το 2002 και 2,2% από το 2023 μέχρι το 2060, συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο του Γιούρογκρουπ, τελευταία φορά τον Ιούνιο του 2018 κι αποτέλεσαν όρο για την εκταμίευση των δόσεων. (Εδώ αναλυτικά η απόφαση του Γιούρογκρουπ) Επιπλέον αυστηρή προϋπόθεση για την έξοδο από τα Μνημόνια τον Αύγουστο του 2018 και την μη ενεργοποίηση άλλων σχεδίων όπως η προληπτική γραμμή.
Τα δημοσιονομικά δεσμά που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα είναι συνέχεια και προέκταση σειράς μέτρων που ψηφίσθηκαν στο απόγειο της πρόσφατης κρίσης και συμπυκνώθηκαν στο λεγόμενο Ευρωπαϊκό εξάμηνο. Αιχμή του δόρατος της νέας αυτής διαδικασίας άγριας λιτότητας κι επιτήρησης είναι οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί. Η άλλη όψη τους είναι η μείωση των κοινωνικών δαπανών και η στασιμότητα των μισθολογικών δαπανών στον δημόσιο τομέα.
Πλέον όμως σειρά ευρωπαίων οικονομολόγων και διανοουμένων, που ανήκουν στις ηγετικές ελίτ της Ευρώπης, έχουν αρχίσει κι αμφισβητούν δημόσια τόσο την αναγκαιότητα όσο και την αποτελεσματικότητα των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών. Ένας εξ αυτών είναι κι ο γερμανός Πίτερ Μπόφινγκερ, που συμπεριλαμβάνεται στους πέντε σοφούς της γερμανικής οικονομίας, τους οποίους συμβουλεύεται η καγκελαρία. Ο Μπόφινγκερ δεν είναι η πρώτη φορά που ξαφνιάζει με τις απόψεις του.
Το έχει κάνει κατ’ επανάληψη επικρίνοντας για παράδειγμα το ευρώ. Αυτή τη φορά αμφισβήτησε τον έτερο πυλώνα της ευρωπαϊκής οικονομικής ορθοδοξίας: τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Εδώ το πλήρες άρθρο. Ή, το «μαύρο μηδενικό», όπως τους αποκαλεί, καλώντας μάλιστα το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα να τους απορρίψει, όπως δειλά αρχίζει και κάνει με τις αντεργατικές μεταρρυθμίσεις του 2005, το περίφημο πακέτο «Χαρτζ 4».
Ο 64χρονος γερμανός οικονομολόγος, που στο παρελθόν μάλιστα είχε εργαστεί στην κεντρική τράπεζα της Γερμανίας, με άρθρο του που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα Social Europe (και ήταν το πρώτο μιας σειράς σχετικών παρεμβάσεων) αρχικά απορρίπτει τον ευρέως διαδεδομένο ισχυρισμό ότι οι επιτυχίες της Γερμανίας στην παγκόσμια αγορά οφείλονται στη μείωση των επιδομάτων ανεργίας. «Αν αυτή η μεταρρύθμιση άλλαξε τους όρους του παιχνιδιού, οι οικονομίες της Ιταλίας και της Ελλάδας θα ανθούσαν, επειδή εκεί οι μακροχρόνια άνεργοι δεν λαβαίνουν καμιά κρατική υποστήριξη», είναι το …συντριπτικό επιχείρημά του.
Ερχόμενος στα δημοσιονομικά υποστηρίζει ότι ακόμη και οι πιο σοβαρές έρευνες τις οποίες επικαλείται η ορθόδοξη σκέψη για να καταλήξει σε ένα ιδανικό επίπεδο χρέους, μετά το οποίο έρχεται η …συντέλεια του κόσμου, βρίθουν λαθών. Τέτοια για παράδειγμα ήταν η επιστημονική ανακοίνωση των Κάρμεν Ράινχαρτ και Κένεθ Ρογκόφ στο American Economic Review το 2010, που όριζε το χρηστό επίπεδο του χρέους στο 90% του ΑΕΠ. (Εδώ το πρωτότυπο επιστημονικό άρθρο). Κατά συνέπεια, δεν υφίσταται κανόνας για το ποιο είναι το ανεκτό επίπεδο χρέους.
Περνώντας στη Γερμανία ο Μπόφινγκερ υπενθυμίζει ότι το δημόσιο χρέος της ανέρχεται στο 56% του ΑΕΠ. Υπολείπεται δηλαδή ακόμη και του κριτηρίου του Μάαστριχτ που είχε θέσει την «κόκκινη γραμμή» στο 60% του ΑΕΠ, βάζοντας τους όρους για τα δεινά που ακολούθησαν την εισαγωγή του ευρώ. Καμία άλλη χώρα μεταξύ των 7 πλουσιότερων του πλανήτη (G7) δεν έχει τόσο χαμηλό χρέος. Ο Καναδάς έχει 85%, η Αγγλία 87%, η Γαλλία 96%, οι ΗΠΑ 108%, η Ιταλία 129% και η Ιαπωνία 237 του ΑΕΠ! Η Γερμανία υποστηρίζει ο νεο-κεϋνσιανός οικονομολόγος θα μπορούσε κάλλιστα να δαπανά κάθε χρόνο 60 δισ. ευρώ επιπλέον σε κάθε είδους δημόσια επένδυση χωρίς καν να υπερβεί το όριο χρέους του Μάαστριχτ.
Ο συλλογισμός του είναι απλός και προκύπτει από έναν ευρέως διαδεδομένο τύπο: Πολλαπλασιάζοντας τους ρυθμούς της προβλεπόμενης μεγέθυνσης του ΑΕΠ (3% για την περίπτωση της Γερμανίας) επί το λόγο του (επιθυμητού έστω) χρέους προς το ΑΕΠ (60%) συνάγεται ότι ένα ετήσιο έλλειμα της τάξης του 1,8% δεν αυξάνει το χρέος! Έτσι, το έλλειμμα της Γερμανίας θα συμβάδιζε με το έλλειμμα των άλλων χωρών του G7: Καναδάς 1,1%, Αγγλία και Ιταλία 1,7%, Ιαπωνία 2,8% και ΗΠΑ 5%. Το αίτημά του, για αύξηση του δημόσιου χρέους ώστε να χρηματοδοτηθούν αναγκαίες επενδύσεις, συμβαδίζει ακόμη και με την άποψη του συντηρητικού, όπως το χαρακτηρίζει ο ίδιος ο Μπόφινγκερ, Γερμανικού Συμβουλίου Οικονομικών Ειδικών που υποστήριξε ότι «η απαίτηση μιας γενικής απαγόρευσης χρέους θα ήταν οικονομικά τόσο παράλογη όπως η απαγόρευση του δανεισμού σε ιδιώτες ή εταιρείες».
Τα πολιτικά διακυβεύματα ωστόσο από την ριζοσπαστική πρόταση του Μπόφινγκερ είναι πολύ πιο σημαντικά από τα οικονομικά κι αφορούν τρία πεδία: Την αντιμετώπιση της πολιτικής αστάθειας που κλυδωνίζει τη Γερμανία με την άνοδο της ακροδεξιάς Εναλλακτικής, την ισορροπία της ευρωζώνης καθώς θα μειωθούν οι ανισορροπίες που προκαλούν τα γερμανικά πλεονάσματα και την βελτίωση των γερμανο-αμερικανικών σχέσεων μιας και οι ΗΠΑ δεν είναι διατεθειμένες να ανεχθούν για πολύ ακόμη το σταθερά πλεονασματικό γερμανικό ισοζύγιο.
Η κριτική του Πίτερ Μπόφινγκερ, όσο κι αν εμπεριστατωμένη και πειστική, δυστυχώς δε συνάδει με το κυρίαρχο ιδεολογικό και πολιτικό κλίμα που συντείνει σε ακόμη πιο αυστηρή λιτότητα, εκφράζοντας τα συμφέροντα της χρηματοπιστωτικής ολιγαρχίας που έχει αναδείξει σε υπ’ αριθμόν ένα εχθρό τον πληθωρισμό. Ακόμη κι έτσι ωστόσο αναδεικνύει ότι η έμπλεη εκρηκτικών αντιθέσεων σημερινή πολιτική της φτωχοποίησης δεν αποτελεί μονόδρομο, αλλά μια βαθιά πολιτική επιλογή…
Τα δημοσιονομικά δεσμά που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα είναι συνέχεια και προέκταση σειράς μέτρων που ψηφίσθηκαν στο απόγειο της πρόσφατης κρίσης και συμπυκνώθηκαν στο λεγόμενο Ευρωπαϊκό εξάμηνο. Αιχμή του δόρατος της νέας αυτής διαδικασίας άγριας λιτότητας κι επιτήρησης είναι οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί. Η άλλη όψη τους είναι η μείωση των κοινωνικών δαπανών και η στασιμότητα των μισθολογικών δαπανών στον δημόσιο τομέα.
Πλέον όμως σειρά ευρωπαίων οικονομολόγων και διανοουμένων, που ανήκουν στις ηγετικές ελίτ της Ευρώπης, έχουν αρχίσει κι αμφισβητούν δημόσια τόσο την αναγκαιότητα όσο και την αποτελεσματικότητα των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών. Ένας εξ αυτών είναι κι ο γερμανός Πίτερ Μπόφινγκερ, που συμπεριλαμβάνεται στους πέντε σοφούς της γερμανικής οικονομίας, τους οποίους συμβουλεύεται η καγκελαρία. Ο Μπόφινγκερ δεν είναι η πρώτη φορά που ξαφνιάζει με τις απόψεις του.
Το έχει κάνει κατ’ επανάληψη επικρίνοντας για παράδειγμα το ευρώ. Αυτή τη φορά αμφισβήτησε τον έτερο πυλώνα της ευρωπαϊκής οικονομικής ορθοδοξίας: τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Εδώ το πλήρες άρθρο. Ή, το «μαύρο μηδενικό», όπως τους αποκαλεί, καλώντας μάλιστα το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα να τους απορρίψει, όπως δειλά αρχίζει και κάνει με τις αντεργατικές μεταρρυθμίσεις του 2005, το περίφημο πακέτο «Χαρτζ 4».
Ο 64χρονος γερμανός οικονομολόγος, που στο παρελθόν μάλιστα είχε εργαστεί στην κεντρική τράπεζα της Γερμανίας, με άρθρο του που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα Social Europe (και ήταν το πρώτο μιας σειράς σχετικών παρεμβάσεων) αρχικά απορρίπτει τον ευρέως διαδεδομένο ισχυρισμό ότι οι επιτυχίες της Γερμανίας στην παγκόσμια αγορά οφείλονται στη μείωση των επιδομάτων ανεργίας. «Αν αυτή η μεταρρύθμιση άλλαξε τους όρους του παιχνιδιού, οι οικονομίες της Ιταλίας και της Ελλάδας θα ανθούσαν, επειδή εκεί οι μακροχρόνια άνεργοι δεν λαβαίνουν καμιά κρατική υποστήριξη», είναι το …συντριπτικό επιχείρημά του.
Ερχόμενος στα δημοσιονομικά υποστηρίζει ότι ακόμη και οι πιο σοβαρές έρευνες τις οποίες επικαλείται η ορθόδοξη σκέψη για να καταλήξει σε ένα ιδανικό επίπεδο χρέους, μετά το οποίο έρχεται η …συντέλεια του κόσμου, βρίθουν λαθών. Τέτοια για παράδειγμα ήταν η επιστημονική ανακοίνωση των Κάρμεν Ράινχαρτ και Κένεθ Ρογκόφ στο American Economic Review το 2010, που όριζε το χρηστό επίπεδο του χρέους στο 90% του ΑΕΠ. (Εδώ το πρωτότυπο επιστημονικό άρθρο). Κατά συνέπεια, δεν υφίσταται κανόνας για το ποιο είναι το ανεκτό επίπεδο χρέους.
Περνώντας στη Γερμανία ο Μπόφινγκερ υπενθυμίζει ότι το δημόσιο χρέος της ανέρχεται στο 56% του ΑΕΠ. Υπολείπεται δηλαδή ακόμη και του κριτηρίου του Μάαστριχτ που είχε θέσει την «κόκκινη γραμμή» στο 60% του ΑΕΠ, βάζοντας τους όρους για τα δεινά που ακολούθησαν την εισαγωγή του ευρώ. Καμία άλλη χώρα μεταξύ των 7 πλουσιότερων του πλανήτη (G7) δεν έχει τόσο χαμηλό χρέος. Ο Καναδάς έχει 85%, η Αγγλία 87%, η Γαλλία 96%, οι ΗΠΑ 108%, η Ιταλία 129% και η Ιαπωνία 237 του ΑΕΠ! Η Γερμανία υποστηρίζει ο νεο-κεϋνσιανός οικονομολόγος θα μπορούσε κάλλιστα να δαπανά κάθε χρόνο 60 δισ. ευρώ επιπλέον σε κάθε είδους δημόσια επένδυση χωρίς καν να υπερβεί το όριο χρέους του Μάαστριχτ.
Ο συλλογισμός του είναι απλός και προκύπτει από έναν ευρέως διαδεδομένο τύπο: Πολλαπλασιάζοντας τους ρυθμούς της προβλεπόμενης μεγέθυνσης του ΑΕΠ (3% για την περίπτωση της Γερμανίας) επί το λόγο του (επιθυμητού έστω) χρέους προς το ΑΕΠ (60%) συνάγεται ότι ένα ετήσιο έλλειμα της τάξης του 1,8% δεν αυξάνει το χρέος! Έτσι, το έλλειμμα της Γερμανίας θα συμβάδιζε με το έλλειμμα των άλλων χωρών του G7: Καναδάς 1,1%, Αγγλία και Ιταλία 1,7%, Ιαπωνία 2,8% και ΗΠΑ 5%. Το αίτημά του, για αύξηση του δημόσιου χρέους ώστε να χρηματοδοτηθούν αναγκαίες επενδύσεις, συμβαδίζει ακόμη και με την άποψη του συντηρητικού, όπως το χαρακτηρίζει ο ίδιος ο Μπόφινγκερ, Γερμανικού Συμβουλίου Οικονομικών Ειδικών που υποστήριξε ότι «η απαίτηση μιας γενικής απαγόρευσης χρέους θα ήταν οικονομικά τόσο παράλογη όπως η απαγόρευση του δανεισμού σε ιδιώτες ή εταιρείες».
Τα πολιτικά διακυβεύματα ωστόσο από την ριζοσπαστική πρόταση του Μπόφινγκερ είναι πολύ πιο σημαντικά από τα οικονομικά κι αφορούν τρία πεδία: Την αντιμετώπιση της πολιτικής αστάθειας που κλυδωνίζει τη Γερμανία με την άνοδο της ακροδεξιάς Εναλλακτικής, την ισορροπία της ευρωζώνης καθώς θα μειωθούν οι ανισορροπίες που προκαλούν τα γερμανικά πλεονάσματα και την βελτίωση των γερμανο-αμερικανικών σχέσεων μιας και οι ΗΠΑ δεν είναι διατεθειμένες να ανεχθούν για πολύ ακόμη το σταθερά πλεονασματικό γερμανικό ισοζύγιο.
Η κριτική του Πίτερ Μπόφινγκερ, όσο κι αν εμπεριστατωμένη και πειστική, δυστυχώς δε συνάδει με το κυρίαρχο ιδεολογικό και πολιτικό κλίμα που συντείνει σε ακόμη πιο αυστηρή λιτότητα, εκφράζοντας τα συμφέροντα της χρηματοπιστωτικής ολιγαρχίας που έχει αναδείξει σε υπ’ αριθμόν ένα εχθρό τον πληθωρισμό. Ακόμη κι έτσι ωστόσο αναδεικνύει ότι η έμπλεη εκρηκτικών αντιθέσεων σημερινή πολιτική της φτωχοποίησης δεν αποτελεί μονόδρομο, αλλά μια βαθιά πολιτική επιλογή…
Πηγή: Νέα Σελίδα, μέσω leonidasvatikiotis
Δεν υπάρχουν σχόλια: