Η ελληνική γλώσσα και η θέση της στην παράδοση
Κάθε μια από αυτές εξέφρασε την εποχή της χωρίς να προδώσει την παράδοση, αλλά και χωρίς αυτή να αποτελέσει άκαμπτο και ανένδοτο νάρθηκα.
Ξεκινώντας από τον ‘Ομηρο και φτάνοντας ως τις μέρες μας, η ελληνική γλώσσα έχει προσφέρει εξαιρετικά δείγματα χρήσης του λόγου. Η ιστορία του ελληνικού λόγου είναι κατάμεστη από παραδείγματα ανυπέρβλητης διατύπωσης υψηλών φιλοσοφικών διανοημάτων, ρητορικής έκφρασης, ιστορικής καταγραφής, θεατρικού και λυρικού λόγου, αλλά και νομοθετικού και πολιτικού λόγου.
Ακολουθήστε μας στο Facebook Τελευταία Έξοδος
Ανατρέχοντας
στον γλωσσικό αυτό θησαυρό, διαπιστώνει κανείς ότι οι κορυφώσεις
του δεν είναι τίποτε άλλο παρά η προσπάθεια της κάθε εποχής να καταστήσει
με την μέγιστη καλαισθησία και καθαρότητα κατανοητή στον κοινό άνθρωπο
τη δεσπόζουσα σκέψη και τον επικρατούντα διαλογισμό. Έτσι καθένα
από τα δείγματα αυτά φέρει ανεξίτηλα τη σφραγίδα του καιρού του· το
ιδιαίτερο εκείνο ύφος που το κάνει να ξεχωρίζει από παρόμοια
και ομόλογα άλλων εποχών. Είναι αυτό ακριβώς που το καθιστά εξέχον,
αλλά ταυτόχρονα και ανεπανάληπτο.
Γιατί πώς στ’ αλήθεια θα φάνταζε
– παρ’ όλο που επιχειρήθηκαν παρόμοια – ένας εκκλησιαστικός ύμνος
στο ύφος μιας αρχαίας τραγωδίας[2] ή πώς θα μπορούσε να αποδοθεί η ερωτική
διάθεση ή ηρωϊκή διάθεση ενός δημώδους του 18ου-19ου αιώνα
στην κοινή αλεξανδρινή; Ο Θούριος του Ρήγα στη γλώσσα των ομηρικών επών;
Κι αν γινόταν ποιος από τους συγκαιρινούς ακροατές θα μπορούσε
να ανταποκριθεί σ’ αυτό, και πώς;
Εκείνο
που γνωρίζουμε με βεβαιότητα, είναι πως κατά καιρούς άλλοτε δόκιμα
και άλλοτε αδόκιμα επιχειρήθηκε η έκφραση σε παρελθόντα γλωσσικά
πρότυπα. Αλλά κι όταν ακόμα το αποτέλεσμα ήταν επιτυχές έως και
εξαιρετικά επιτυχές από πλευράς χρήσης του λόγου και διατύπωσης,
τα κείμενα έμειναν στο περιθώριο της κοινωνίας που συνέχιζε τη ζωή
της υπακούοντας στους κανόνες της εξέλιξης.
Οι εξαιρετικές – όσες
και αν υπήρξαν – αυτές εξαιρέσεις χωρίς να χάνουν την γραμματολογική
και αισθητική τους αξία, έμειναν έξω από τον βηματισμό της εποχής
κατά την οποία παρουσιάστηκαν και προσπεράστηκαν.
Στο
συναπάντημα των παρατεταγμένων στη διαδρομή της γλωσσικής μας ιστορίας,
ανά εποχή αναρίθμητων αριστουργημάτων, ανακαλύπτεται και διαπιστώνεται
ένας αναλλοίωτος κανόνας ήθους ο οποίος, ανάλογα με τις απαιτήσεις
των καιρών προσδιορίζει το γλωσσικό ύφος, που καθιστά επαγωγό και αποτελεσματικό
το όργανο της επικοινωνίας.
Μια εσώτερη και βαθύτερη λειτουργία
ενός σταθερού τρόπου θεώρησης του κόσμου και επιθεώρησης των φαινομένων,
παρέχει στην εκάστοτε εποχή το μέτρο και το ύφος της έκφρασής
της, που της προσδίδουν την ιδιαιτερότητά της χωρίς όμως να την αποκόπτουν
από τον κορμό του δέντρου, στον γενετικό κώδικα του οποίου υπακούει
και ο οποίος προκαθορίζει τις όποιες προσαρμογές και μεταλλαγές
της.
Από
τη μια ο ηθικός κανόνας του τρόπου, ο οποίος προσδιορίζει εκ των
προτέρων την καλλιέπεια και την καθαρότητα του λόγου και από την άλλη
η αναγκαιότητα των διαδοχικών βιοτικών μεταβολών και μεταμορφώσεων,
που απαιτούν την οικοδόμηση επαγωγών διόδων επικοινωνίας, οριοθετούν
και προδιαγράφουν τη μετεξέλιξη της γλώσσας. Από τη μια η παράδοση,
ο αξιακός κώδικας, βέβαιος και αταλάντευτος και από την άλλη η ροή
και διαρκής αλλαγή του κόσμου.
Αξίζει
εν προκειμένω η παραπομπή στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, ένα συγγραφέα
με βαθύ και δραματικό, θα έλεγα, γλωσσικό αίσθημα.
Μεταγράφω
εδώ δύο αποσπάσματα από το γνωστότατο διήγημά του «Στο Χριστό στο
κάστρο».
……………………………………………………………………………………….
Α)
«Εκεί επάνω, πριν διέλθωσι την γέφυραν, από την σιδερόπορταν του Κάστρου
ηκούσθησαν φωναί:
“Ποιοι
είστε; Ποιοι είστε;”
Και
αντήχησε βαρύς ο τριγμός των εσκωριασμένων στροφέων, ως να εδοκίμαζέ
τις να κλείση έσωθεν την σιδηράν πύλην. Ηκούσθει δε και μικρός κρότος,
ως της υψώσεως σκανδάλης τουφεκίου. (τυφεκίου)
“Καλοί!
Καλοί! Πατριώτες!” απήντησεν ο μπάρμα-Στεφανής και συγχρόνως δια του
βλέμματος εσυμβουλεύοτο τον παπάν.
“Μπα!
Αυτή είναι η φωνή του αδερφού μου” ανέκραξεν ο Βασίλης της Μυλωνούς.
Και
είτα εντείνας την φωνήν:
“Αργύρη
εγώ είμαι! ” εφώναξε».
(συνεχίζεται)
[2] Εδώ θα μπορούσε να υπομνησθεί η επιτυχημένη
παράφραση σε ηρωϊκό εξάμετρο του Νικοδήμου Αγιορείτου της Ευαγγελικής
περικοπής του Κατά Ιωάννη Ευαγγελίου, που διαβάζεται στον Εσπερινό
του Πάσχα και της οποίας το άκουσμα τόσο ξενίζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια: