Αύξηση κατά 80% παρουσιάζει η κατάθλιψη στην Ελλάδα

Αρνητικά συναισθήματα, βιώνει μεγάλο ποσοστό των Ελλήνων πολιτών, η κατάθλιψη παρουσιάζει αύξηση 80,8%, με τις γυναίκες να υπερτερούν, το 11,3% αδυνατεί να αγοράσει τα φάρμακα του και ποσοστό 13,6% δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να λάβει ιατρική φροντίδα ή θεραπεία.

Τα στοιχεία προκύπτουν από έρευνα για την υγεία του πληθυσμού της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και αφορούν το 2014. Η έρευνα, που πραγματοποιείται κάθε τέσσερα χρόνια και η πρώτη διενεργήθηκε το 2009, έγινε σε 8.223 νοικοκυριά, σε άτομα άνω των 15 ετών. 

Τα προβλήματα στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας και η οικονομική κατάσταση των πολιτών, αποτυπώνονται στα αποτελέσματα της μελέτης. Συγκεκριμένα, ιατροφαρμακευτική φροντίδα καθυστέρησε ή δεν έλαβε καθόλου, το 12,9% του πληθυσμού λόγω μεγάλης λίστας αναμονής, το 6,0% λόγω μεγάλης απόστασης ή προβλημάτων στη μεταφορά, το 9,4% λόγω έλλειψης ειδικοτήτων γιατρών και επαγγελματιών υγείας.

Την οικονομική δυνατότητα για να λάβει ιατρική φροντίδα ή θεραπεία, δεν είχε το 13,6% του πληθυσμού, οδοντιατρική φροντίδα το 15,2%, υπηρεσίες φροντίδας ψυχικής υγείας, το 4,2%, ενώ το 11,3% δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να αγοράσει φάρμακα που είχαν συσταθεί από γιατρό.

Κατάθλιψη

Ανησυχητικό είναι το εύρημα ότι το 4,7% του πληθυσμού δηλώνει ότι έχει κατάθλιψη, ποσοστό που είναι αυξημένο κατά 80,8% σε σχέση με το ποσοστό του 2009 (2,6%). Κατάθλιψη φέρεται να εμφανίζουν τρεις στους δέκα άνδρες και σχεδόν επτά στις δέκα γυναίκες. Ακόμη, το 7,6% του πληθυσμού πάσχει από αγχώδεις διαταραχές, το 1,7% από άλλες ψυχικές διαταραχές. Επιπλέον, το 38,3% δήλωσε ότι βίωσε «αρνητικά» συναισθήματα, ενώ για πρώτη φορά συμπεριλήφθηκε στην έρευνα ερώτημα αναφορικά µε τον αυτοκτονικό ιδεασμό και τη συχνότητα εμφάνισής του. Σύμφωνα µε τις απαντήσεις «σκέψεις ότι θα ήταν καλύτερα να µη ζει ή να βλάψει τον εαυτό του» έκανε, το 3,3% του πληθυσμού.

Νοσήματα

Ένας στους δύο (49,7%) δηλώνει ότι έχει κάποιο χρόνιο πρόβλημα ή χρόνια πάθηση, αύξηση , 25,2%, σε σχέση µε το 2009, εκ των οποίων, έξι στους δέκα (61,8%) είναι ηλικίας 55 ετών και άνω. Ακόμη το 2,1% του πληθυσμού, δήλωσε ότι υπέστη έμφραγμα του μυοκαρδίου, ποσοστό αυξημένο κατά 50,0% σε σχέση με το ποσοστό που κατεγράφη το 2009 (1,4%). Το 2,1% δήλωσε ότι υπέστη αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ή υφίσταται τις χρόνιες συνέπειες παλαιού εγκεφαλικού και 20,9%, δήλωσε ότι πάσχει από υπέρταση και υψηλά επίπεδα χοληστερόλης στο αίμα ανέφερε το 15,4% του πληθυσμού.

Από σακχαρώδη διαβήτη δήλωσε ότι πάσχει το 9,2% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, ποσοστό αυξημένο κατά 16,5% σε σχέση με το 2009 (7,9%).

Νοσοκομειακή περίθαλψη: 

Το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω που έκανε εισαγωγή σε νοσοκομείο µε διανυκτέρευση, ανήλθε σε 9,7%. Σε σχέση µε τα στοιχεία της έρευνας του 2009 σταθερότητα καταγράφεται στις εισαγωγές σε νοσοκομείο µε διανυκτέρευση και αύξηση 28,2% στις ημερήσιες νοσηλείες.

Αναφορικά µε την εξω-νοσοκομειακή περίθαλψη, σύμφωνα µε τα αποτελέσματα της έρευνας, το ποσοστό του πληθυσμού που επισκέφθηκε ή συμβουλεύτηκε (µε κατ’ ιδίαν επίσκεψη, τηλεφωνικά ή ηλεκτρονικά): Οδοντίατρο ή ορθοδοντικό, ανήλθε σε 47,4%, ποσοστό που παρουσιάζει μείωση (9,2%) σε σχέση µε το 2009 (52,2%). Γιατρό γενικής ιατρικής ή παθολόγο, ανήλθε σε 58,8%, ποσοστό που παρουσιάζει σταθερότητα σε σχέση µε το 2009 (57,8%). Γιατρό άλλης ειδικότητας ή χειρουργό (συμπεριλαμβανοµένων των γναθοχειρουργών), ανήλθε σε 46,5%, ποσοστό που παρουσιάζει μικρή αύξηση (2,2%), σε σχέση µε το 2009 (45,5%). Φυσικοθεραπευτή ή κινησιοθεραπευτή επισκέφθηκε το 8,0% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω.

Φάρμακα

Μικρή μείωση (2,9%), παρατηρείται στην κατανάλωση φαρμάκων με συνταγή γιατρού. Ειδικότερα, ένας στους δύο (47,4%), κατανάλωσε φάρμακα, µε γραπτή συνταγή, το ποσοστό της 2009 ήταν 48,8%.

Αύξηση 11,8% καταγράφεται στο ποσοστό (27,5%), που κατανάλωσε φάρμακα, χωρίς συνταγή γιατρού, σε σχέση µε το 2009 (24,6%).

Τα µέλη των νεότερων ομάδων ηλικιών κατανάλωσαν περισσότερα φάρμακα χωρίς συνταγή γιατρού παρά µε συνταγή γιατρού. Το αντίθετο καταγράφηκε για τις μεγαλύτερες ομάδες ηλικιών.

Δραστηριότητες

Συνολικά, το 29,7% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δηλώνει ότι έχει περιορίσει τις δραστηριότητές του λόγω προβλημάτων υγείας.

Αύξηση 15,7% και 39,6% καταγράφεται στο ποσοστό του πληθυσμού που αντιμετωπίζει περιορισμό των δραστηριοτήτων του, πάρα πολύ και όχι πάρα πολύ, αντίστοιχα. Ένας στους δύο ηλικίας 65-74 ετών και σχεδόν οκτώ στους δέκα ηλικίας 75 ετών και άνω δηλώνουν περιορισμό δραστηριοτήτων λόγω προβλημάτων υγείας.


Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.