Τι δείχνει η "ακτινογραφία" των NPEs των τραπεζών.


Μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα που ξεπερνούν ακόμη και το 76% των δανείων που έχουν χορηγήσει σε συγκεκριμένους επιχειρηματικούς κλάδους έχουν οι τράπεζες, με τον κλάδο της εστίασης να παρουσιάζει το μεγαλύτερο πρόβλημα. Το ¼ των δανειακών αυτών ανοιγμάτων θεωρείται αβέβαιο ότι θα εισπραχθεί, ενώ οι συσσωρευμένες προβλέψεις των τραπεζών καλύπτουν το 50,1% των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους.

Της Νένας Μαλλιάρα

Όπως προκύπτει από την Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική 2015-2016 της ΤτΕ, στα τέλη του 2015, από τους κλάδους µε σημαντικά υπόλοιπα τραπεζικών δανείων, η εστίαση παρουσιάζει ποσοστό μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων 76,3%, οι βιομηχανικοί κλάδοι της κλωστοϋφαντουργίας και ξυλείας 73% και 72,5% αντίστοιχα, οι κατασκευές 52,5% και το εμπόριο 48,5%.

Στο σύνολο των επιχειρηματικών δανείων, το ποσοστό μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων διαμορφώνεται σε 43,8%, ενώ αισθητά χαμηλότερα ποσοστά καθυστερήσεων σε σύγκριση µε τους υπόλοιπους κλάδους, μόλις 3,5%, εμφανίζει ο κλάδος της ενέργειας και των πετρελαιοειδών.

Σημειώνεται ότι το υψηλότερο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων καταγράφεται στα καταναλωτικά δάνεια (54,7%) και ακολουθούν τα επιχειρηματικά (43,8%) και τα στεγαστικά δάνεια (41%). Το μερίδιο των συνολικών ανοιγμάτων που χαρακτηρίζονται ως μη εξυπηρετούμενα έφτασε το 44,2% τον Δεκέμβριο του 2015 από 39,9% τον Δεκέμβριο του 2014, ενώ, σύμφωνα με προσωρινά στοιχεία, το ποσοστό αυτό αυξήθηκε περαιτέρω σε 45,2% τον Μάρτιο του 2016.

Όπως καταγράφεται στην Έκθεση της ΤτΕ για τη Νομισματική Πολιτική 2015-2016, η ποιότητα του χαρτοφυλακίου δανείων των τραπεζών επιδεινώθηκε το 2015, αντιστρέφοντας την εικόνα βελτίωσης που είχε αρχίσει να διαμορφώνεται το 2014. Ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των δανείων αυξήθηκε κατά περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες κατά τη διάρκεια του 2015 (Δεκέμβριος 2015: 35,6%, Δεκέμβριος 2014: 33,8%), ενώ μεγαλύτερη ήταν η επιδείνωση όσον αφορά τα µη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (Non-Performing Exposures-NPEs. Δεκέμβριος 2015: 44,2%, Δεκέμβριος 2014: 39,9%).

Επιδείνωση του λόγου των δανείων σε καθυστέρηση παρουσίασαν όλες οι κατηγορίες δανείων: καταναλωτική πίστη (2015: 54%, 2014: 49,5%), στεγαστικά δάνεια (2015: 31,5%, 2014: 28,6%) και επιχειρηματικά δάνεια (2015: 34,3%, 2014: 33,5%).

Εν τω μεταξύ, περίπου το ¼ των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών χαρακτηρίζεται ως αβέβαιης είσπραξης ("unlikely to pay"). Πρόκειται για δάνεια που είτε (α) επί του παρόντος δεν εμφανίζουν καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών, εντούτοις οι τράπεζες θεωρούν ότι υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις για δυσκολίες των δανειοληπτών σχετικά µε την εμπρόθεσμη αποπληρωμή τους, είτε (β) έχουν ρυθμιστεί πρόσφατα και γι' αυτό χρήζουν στενότερης παρακολούθησης για εύλογο χρονικό διάστημα.

Δυσκολότερα ως προς τη διαχείριση είναι τα δάνεια των οποίων οι δανειακές συμβάσεις έχουν ήδη καταγγελθεί από τις τράπεζες, τα οποία αποτελούν το 44% περίπου των µη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.

Στο πλαίσιο της διαχείρισης των µη εξυπηρετούμενων δανείων, οι τράπεζες έχουν προβεί σε ρυθμίσεις δανείων. Εξ αυτών, λύσεις βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα εφαρμόστηκαν στο 61% των περιπτώσεων, λύσεις μακροπρόθεσμου χαρακτήρα στο 33% και λύσεις οριστικής διευθέτησης µόνο στο 6% των περιπτώσεων.

Βραχυπρόθεσμοι τύποι ρυθμίσεων θεωρούνται όσοι έχουν διάρκεια μικρότερη των δύο ετών, καθώς αφορούν περιπτώσεις όπου οι δυσκολίες αποπληρωμής κρίνονται βάσιμα προσωρινές. Ενδεικτικά, οι βραχυπρόθεσμοι τύποι ρυθμίσεων περιλαμβάνουν κεφαλαιοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών, καταβολή µόνο τόκων κατά τη διάρκεια καθορισμένης βραχείας περιόδου, περίοδο χάριτος κ.λπ.

Στις μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις κατατάσσονται όσες ισχύουν για διάρκεια μεγαλύτερη των δύο ετών και στοχεύουν στη μείωση της τοκοχρεολυτικής δόσης ή και της δανειακής επιβάρυνσης, λαμβάνοντας υπόψη συντηρητικές παραδοχές για τη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη μέχρι τη λήξη του προγράμματος αποπληρωμής. Οι ρυθμίσεις αυτής της κατηγορίας μπορεί να περιλαμβάνουν μείωση του επιτοκίου, επιμήκυνση της διάρκειας αποπληρωμής του δανείου, διαχωρισμό οφειλής σε τμήμα του δανείου το οποίο ο δανειολήπτης εκτιμάται ότι μπορεί να αποπληρώνει και σε τμήμα το οποίο τακτοποιείται μεταγενέστερα, μερική διαγραφή οφειλής, λειτουργική αναδιάρθρωση μιας επιχείρησης κ.λπ.

Ως λύση οριστικής διευθέτησης ορίζεται οποιαδήποτε μεταβολή του είδους της συμβατικής σχέσης μεταξύ τράπεζας και δανειολήπτη ή ο τερματισμός αυτής, µε στόχο την οριστική τακτοποίηση της απαίτησης έναντι του δανειολήπτη, όπως π.χ. η διαγραφή οφειλής, η ρευστοποίηση σε πλειστηριασμό, ο εξωδικαστικός διακανονισμός κ.λπ.

Σημειώνεται ότι οι ρυθμίσεις δανείων οι οποίες πραγματοποιούνταν στο παρελθόν, συχνά είχαν πρόσκαιρα µόνο αποτελέσματα, καθώς 70% περίπου των δανείων που είχαν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης ("forborne exposures") εμφανίζει εκ νέου καθυστέρηση. Θετικό είναι το γεγονός ότι το ποσοστό κάλυψης των µη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από τις συσσωρευμένες προβλέψεις στους ισολογισμούς των τραπεζών αυξήθηκε σημαντικά (2015: 50,1%, 2014: 44%), στο πλαίσιο της προσπάθειας των τραπεζών να ανταποκριθούν και στις σχετικές διαπιστώσεις του Ελέγχου της Ποιότητας των Στοιχείων Ενεργητικού (Asset Quality Review-AQR) που διενεργήθηκε στο πλαίσιο των stress test το φθινόπωρο του 2015.

Πηγή: capital.gr μέσω neakriti.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.