Ολόκληρο το πολιτικό σύστημα σήμερα είναι πλέον βαθιά αντιδραστικό και συντηρητικό.

του Σταύρου Κατσούλη


Είναι εύκολο κάποιος να ισχυριστεί, ότι η ιδεολογία του έχει προοδευτικό χαρακτήρα. Δεν κοστίζει τίποτα άλλωστε κι εδώ που τα λέμε, έχει αποδειχτεί ότι μπορεί να γίνει και προσοδοφόρο για κάποιους. Ο καθένας μπορεί να παράγει πλήθος ρητορειών μέσα στις οποία να προβάλει και να επεξηγεί δομές και λειτουργίες οι οποίες να προωθούνται ακόμα και ως η κορωνίδα της προόδου. Πρέπει να αναφερθεί εδώ ότι δεν είναι μόνο η φερόμενη ή ακόμη και η κατ' ουσίαν αριστερά η οποία καταπιάνεται με τέτοιου είδους λόγου. Μακράν μάλιστα.   

Ο λόγος του κάθε πολιτικού φορέα, οφείλει εάν θέλει να προάγει νέα σχέδια, να έχει κάποιο ποσοστό προοδευτικότητας για τις μάζες, εάν μη τι άλλο, για να καταπραΰνει τους πόνους και πόθους της και να κρατά την ελπίδα ζωντανή. Δεν υπάρχει στην ουσία μετατροπή που μπορεί να γίνει σε κάποιο υφιστάμενο σύστημα, που να μην πρέπει να παρουσιαστεί τουλάχιστον εν μέρη ως προοδευτικό μέτρο ή ότι θα έχει έστω εμμέσως προοδευτικά αποτελέσματα εάν θέλει κανείς να έχει ένα μεγάλο ποσοστό της κοινωνίας μαζί του.
  ...


Παρ όλ' αυτά, ο παρατηρητικός συμμετέχων στα κοινά, εάν θέλει να είναι ειλικρινής - και ειδικά μέσα στην σημερινή κρίση - θα πρέπει να παραδεχθεί, ότι υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα μεταξύ της ρητορείας και της πρακτικής. Ο πόλεμος που δέχεται η κοινωνία στις μέρες μας, αναγκαστικά ωθεί τις πολιτικές δυνάμεις είτε σε πολιτικές αντίδρασης προς τις δυνάμεις που καταστρέφουν τα πάντα στο διάβα τους, είτε στην απόλυτη υποταγή στις ορέξεις τους. Το τραγικό με αυτές τις δύο πολιτικές και άσχετα με τον πολιτικό λόγο ή προθέσεις που τις συνοδεύει, είναι ότι και οι δύο στάσεις, είναι όχι απλά άκρως καταστροφικές, αλλά και άκρως αντιδραστικές.
 

Οι μεν συμφωνούντες με το καθεστώς πραξικοπηματικής κατοχής στην χώρα μας, αντιδρούν βίαια στην κάθε στοιχειώδη προοδευτική έκφραση από μέρους του λαού που θέλει να σταματήσει εδώ και τώρα η αφαίμαξή τους. Σε αυτήν την επιλογή βλέπουμε ότι κυρίως καταφεύγουν οι μέχρι στιγμής ανίκανοι κυβερνώντες μας ή τα δεκανίκια του πραγματικού καθεστώτος που ελέγχει τα ινία από τα πιο άγνωστα κέντρα.
 

Οι δε διαφωνούντες, καταφεύγουν στην εύκολη και στείρα αντίδραση. Το μόνο που συνεισφέρουν αυτές οι δυνάμεις, είναι κυριολεκτικά στο να έχει εισχωρήσει σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, κλάδους και τάξεις της κοινωνίας μια αντιδραστικότατη παθητική συντηρητική νοοτροπία. Μια νοοτροπία, της οποίας ο κύριος πόθος, είναι είτε η επιστροφή στην προηγούμενη κατάσταση, είτε ακόμη πιο τραγικά η παραμονή μας στην υπάρχουσα. Βρισκόμαστε σε μια εποχή, όπου οι επί της ουσίας και με πρακτικούς όρους ενεργητικές συλλογικότητες, δεν υπάρχουν πλέον.
  Έχουμε εισέλθει, ίσως ανεπιστρεπτί, σε μια εποχή, όπου οι αντιδραστικές δυνάμεις - η καθεμιά με το σκεπτικό της, που όμως έχει το ίδιο και το αυτό αποτέλεσμα - έχουν τον πρώτο και τελευταίο λόγο για κάθε πολίτη που ψάχνεται για εναλλακτικές. Η ύπαρξη μιας ενεργητικής δύναμης η οποία θα χτίσει τα μέσα, τον τρόπο, την πρακτική, στρατηγική και πολιτική ισχύ που θα μπορούσε να ανατρέψει την κατάσταση βρίσκεται τραγικά ακόμη, σε χειρότερο κι από νηπιακό επίπεδο. 

Οι αντιδραστικές δυνάμεις, όπως ακριβώς ορίζει ο τίτλος τους, πηγάζουν την ύπαρξή τους μέσω της αντίδρασης τους σε κάποια άλλη δύναμη την οποία δεν αποδέχονται. Στην ουσία δηλαδή, η απάντησή τους είναι πάντα όχι. Και αυτό το όχι γι αυτές, φτάνει, περισσεύει και δεν υπάρχει καμιά ανάγκη για οτιδήποτε άλλο. Θα μπορούσε κανείς να δει αυτήν την κατάσταση και σε σχέση με διάφορες κοινωνικές ή πολιτικές ομάδες. Μια αντιδραστική ομάδα νοιώθει μόνο δύναμη μέσω του μίσους ή της αποστροφής της προς κάποια άλλη και οι υποτιθέμενες αξίες που προτάσσει, υπάρχουν μόνο δια της αντίδρασης αυτής. Χωρίς αυτήν την αντίδραση, δεν υπάρχει πολιτικό περιεχόμενο, ούτε σκοπός, ούτε και σχέδιο. Αναγκαστικά λοιπόν, οι αντιδραστικές δυνάμεις, εμμέσως πλην σαφώς, επιτρέπουν στις όποιες άλλες δυνάμεις, να εκμεταλλευτούν την κατάσταση και να εφαρμόσουν αυτά που θέλουν, χωρίς να υπάρξει η παραμικρή αντίσταση.
 

Αντιθέτως, οι αυτόφωτες ενεργητικές δυνάμεις, κι όχι απλά και στείρα προοδευτικές στην θεωρία τους, αυτοπροσδιορίζονται αυτόνομα, διότι δεν έχουν ανάγκη την ύπαρξη κάποιας άλλης ομάδας στην οποία πρέπει να αντιδρούν για να υπάρχουν. Οι αρχές και οι αξίες τους τους συνυπάρχουν από την αρχή μαζί με την ίδια την ομάδα και βεβαίως, δεν αποσπούν δύναμη ή λόγο ύπαρξης από κάποιο μίσος προς κάποια άλλη ομάδα με την οποία έχουν διαφορές. Συνεπώς, οι ενεργητικές και αυτόφωτες δυνάμεις, έχουν την δυνατότητα αλλά και ως σκοπό να βελτιώσουν, να επεκτείνουν , να χτίσουν την πρακτική και στρατηγική τους, την πολιτική τους, την ίδια την ιδεολογία τους διότι, αυτή ακριβώς η εξέλιξη και αύξηση της ουσίας τους, είναι που δίνουν λόγο ύπαρξης και ζωή.
 

Το θεμελιώδες πρόβλημα που ζούμε σήμερα, δεν είναι το ότι η κοινωνία δεν αποδέχεται την τάδε αριστερή ή δεξιά νοοτροπία/ιδεολογία, την τάδε λύση, την τάδε κομματική παράταξη, τον τάδε ηγέτη ή την όποια συλλογικότητα. Το θεμελιώδες πρόβλημα, είναι ότι υπάρχει σχεδόν παντελής έλλειψη όχι απλά προοδευτικών κοινωνικών δυνάμεων, αλλά κοινωνικών δυνάμεων που στον πραγματικό κόσμο είναι αυτενεργείς, αυτόφωτες, ενεργητικές οι οποίες σταδιακά να εξελίσσουν και να αυξάνουν την δύναμή τους μέσω κάποιου συλλογικού υποκειμένου.
 

Με άλλα λόγια, το θεμελιώδες πρόβλημα της κοινωνίας μας σήμερα, είναι η απίστευτη αγκίστρωση και εθισμός σε μια παθητική συντηρητικότητα, η οποία πλέον έχει λάβει τον χαρακτήρα ενός ραγδαία μεταστατικού καρκίνου μέσα στην κοινωνία και έχει ως στόχο της την παραμονή ολόκληρης της κοινωνίας μέσα στον βόρβορο της υπάρχουσας κατάστασης, όποιο και να είναι το κόστος, χωρίς λογική και στηριζόμενη σε ένα αφιλοσόφητο «όχι». Προφανώς, δεν είναι δυνατόν η κοινωνία μας να ξεφύγει από το τερματικό σπιράλ θανάτου το οποίο ζούμε, εάν παραμείνει παθητική ή μη, συνεργός στην παραμονή μας μέσα του.
 

Φτάνει να προβάλουμε ως λύση την παιδιάστικη αντιδραστική λογική ότι αυτό πρέπει να σταματήσει; Φτάνει να κάνουμε απλά διαπιστώσεις; Ποιος είναι ο ουσιαστικός χαρακτήρας αυτού του μείζονος προβλήματος;
  Όταν το πλοίο βουλιάζει, αρκεί να διαλαλούμε τρανά και με πυγμή, ότι το πρόβλημα είναι ότι βουλιάζουμε και η λύση είναι να σταματήσουμε να βουλιάζουμε; Όχι βέβαια. Εδώ λοιπόν, δεν έχουμε μια περίπτωση απλής ιδεοληψίας. Εδώ έχουμε την απεμπόλιση κάθε πρακτικής που ιστορικά έχει παράξει πρόοδο, είτε μιλάμε για το κοινωνικό, πολιτικό ή επιστημονικό επίπεδο. Δεν αρκεί να υπάρξει μια διάγνωση και λύση άνευ ρεαλιστικής εφαρμογής, χωρίς να υπάρξει πρώτον ο προσδιορισμός της φύσης του προβλήματος και στην συνέχεια μια συγκεκριμένη θεραπεία η οποία να κάνει χρήση μιας μεθοδολογίας. 

Πολλοί θα έλεγαν, ότι ο λόγος για τον οποίον δεν κινείται κανείς, είναι διότι δεν υπάρχουν οι προθέσεις για κάτι τέτοιο. Θα πουν δηλαδή, ότι οι μέθοδοι και οι πρακτικές υπάρχουν, είναι έτοιμες και έχουν εκφραστεί ιστορικά ποικιλοτρόπως και το πρόβλημα είναι ότι κανένας δεν θέλει ή δεν μπορεί να τις υλοποιήσει. Κι όμως, όπως έχει αποδειχθεί και πρόσφατα, η θεωρία δεν ορίζει αυτομάτως ότι αυτό που γίνεται στον πραγματικό κόσμο θα συνάδει με την θεωρία.
  Η θεωρία ανάλογα με την φύση της και τον τρόπο που την μεταχειρίζεται κανείς, μπορεί κάλλιστα να έχει το άκρος αντίθετο αποτέλεσμα. Δηλαδή, μπορεί να δρομολογήσει εμμέσως, δια του χαοτικού ή καλά υπολογισμένου αποτελέσματος, άλλα αποτελέσματα από τα οποία προτάσσει στο πρωτόγεννες της επίπεδο. Αυτό ισχύει ειδικότερα στην περίπτωση που η θεωρία μετατραπεί σε κύριο σκοπό και αποκτήσει κύριο ρόλο στην ζωή μιας δράσης, πολιτικής ή άλλης.   

Το γενικότερο πολιτικό σύστημα σήμερα, έχει αυξήσει τα πάγια προβλήματά του. Ένα από αυτά, είναι ακριβώς εκείνη η προσκόλληση στην άμετρη συσσώρευση του θεωρητικού λόγου που κρίνεται χρήσιμος. Σήμερα πλέον, η κατάσταση αυτή έχει επιφέρει τα απτά αποτελέσματα. Ασθενεί από μια σοβαρότατη υδροκεφαλίαση στο επίπεδο του λόγου και της θεωρίας και την ίδια στιγμή έχει ατροφήσει στο επίπεδο της πράξης και της δράσης. Το κεφάλι του, έχει γεμίσει από έναν τεράστιο όγκο από ιστορικά παγιωμένες ιδεολογίες θεωρίες ή/και επίκαιρες ή μη αναλύσεις, ενώ την ίδια στιγμή αυτό που βγαίνει έξω πρακτικά, μπορεί να χαρακτηριστεί μόνο ως απόλυτη παθητικότητα.
 

Η ανάγκη του να υπάρξει ένα «καθάρισμα» από τα όποια σκουπίδια, απαρχαιωμένα ή άχρηστα υλικά μέσα στην συσσωρευμένη πληροφορία, αποτελεί ακόμη και σήμερα, μια από τις πιό αιρετικές προτάσεις που μπορούν να ειπωθούν μέσα σε ένα πολιτικό σχήμα. Κι αυτό βεβαίως είναι ένα δείγμα του πόσο συντηρητικό έχει γίνει ολόκληρο το σύστημα. Κι έτσι, ο φόβος που υπάρχει για την πραγματικά καινοτόμα σκέψη, την πιθανότητα έστω, μιας επικαιροποιημένης και πρακτικά εφαρμόσιμης θεωρίας, δεν αφήνει τίποτα το καινούργιο να εισέλθει και γιατί όχι, να πάρει την θέση παλαιών και αποσυρμένων εκ των πραγμάτων στοιχείων κι αυτό άσχετα για ποια παράταξη ή μέρος του πολιτικού φάσματος μιλάμε.
 

Το πρόβλημα της ηθελημένης αυτο-στείρωσης δια της προσκολλήσεως στην θεωρία όχι απλά παραμένει, αλλά προσφάτως έχει γίνει το καθοριστικό χαρακτηριστικό σχεδόν κάθε πολιτικής δράσης είτε αυτή βρίσκεται μέσα στην ή πάνω από την βάση της κοινωνίας.
  Όποιος πάσχει από αυτόν τον υδροκεφαλισμό, είναι σίγουρο ότι λόγω της ατροφίας του σώματός του, δεν δύναται να «τρέξει» την οποιαδήποτε συλλογική δράση - η οποία σήμερα μάλιστα πρέπει να έχει περισσότερη πραγματική αποτελεσματικότητα από ποτέ. Πόσο μάλλον, αν αυτή πρέπει και οφείλει να είναι διαπνεόμενη από υψηλά επίπεδα αυτενέργιας και πηγαίας δύναμης, σε αντίθεση με την εύκολη αντίδραση η οποία διογκώνει το πρόβλημα, άσχετα με το σε ποια ιδεοληψία στηρίζεται. 

Μήπως λοιπόν, κάτω από αυτό το πρίσμα θα έπρεπε να δούμε την ίδια την άρρωστη κατάσταση του πολιτικού περιβάλλοντος ως την κύρια πηγή της παθητικότητας του κάθε οπαδού/ακόλουθου του; Μήπως θα πρέπει να «κλαδέψουμε» λίγο την θεωρία - έστω και προσωρινά - ώστε να δοθεί επιτέλους ζωτικός χώρος στην δράση η οποία θα έχει συγκεκριμένους πρακτικούς σκοπούς; Μήπως ήρθε ή ώρα να εφαρμόσουμε και στην πολιτική μας δράση ως πολίτες το γνωστό σοφό «νο
ς γιής ν σώματι γιε»; 

Εάν το δεχτούμε αυτό, τότε πράγματι μας ανοίγονται καινούργιοι δρόμοι. Δρόμοι που δεν στηρίζονται στην περαιτέρω ανάπτυξη της αρρώστιας μας που είναι η θεωρητικοποίηση των πάντων, η οποία έχει οδηγήσει τις κορυφές στην κινηματική αδράνεια και τις βάσεις στον συντηρητικό φόβο, αλλά στην ενεργοποίηση των διαφόρων συλλογικοτήτων μας, στην βάση μιας ισορροπημένης λειτουργίας, όπου η θεωρία δεν αποτελεί μια υπέρβαρη πηγή παθητικής ή μη αντιδραστικότητας και η πράξη δεν αποτελεί φρένο στην ανάπτυξη, εξέλιξη και επικαιροποίηση της θεωρίας. Πιθανώς έτσι θα αρχίσουμε βήμα-βήμα να απελευθερωνόμαστε από την ζοφερή παθητικότητα που μαστίζει όλους μας και μας οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στον αφανισμό μας.

ΠΗΓΗ: stavroskatsoulis

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.