Πώς η Μόσχα προσπαθεί να γίνει η Τρίτη Ρώμη
Γράφει ο Δημήτρης Μιχαλόπουλος
Οι μνήμες παραμένουν ζωντανές: «Πάψετε το χερουβικό κι ας χαμηλώσουν τ’ Άγια./Παπάδες, πάρτε τα ιερά και σεις κεριά σβηστήτε,/γιατ’ είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψη». Αυτό το μήνυμα ήρθε από τα πάνω, καθώς γινόταν λειτουργία μέσα στην Αγιά-Σοφιά, το μέγα μοναστήρι. Και τότε… η εικόνα της Παναγιάς δάκρυσε, αλλά η απάντηση και πάλι κατέφθασε ακαριαία: «Σώπασε, Κυρά Δέσποινα, και μη πολυδακρύζης./Πάλι με χρόνους με καιρούς,/πάλι δικά μας θα ’ναι...»
Ποια είναι η εικόνα της Παναγιάς που δάκρυσε; Εκείνη που έσωσε την Κωνσταντινούπολη από τους Αβάρους κατά τον 7ο αιώνα. Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος πολεμούσε τους Πέρσες στις άκρες της Μικράς Ασίας… και οι Άβαροι πολιόρκησαν την Βασιλεύουσα ασφυκτικά. Την οργάνωση της άμυνας, που προϋπέθετε ενθάρρυνση του καταφοβισμένου πληθυσμού, ανέλαβαν ο Πατριάρχης Σέργιος και ο μάγιστρος (= ανώτατος κρατικός αξιωματούχος) Βώνος.
Και πάλι όμως η κατάσταση παρέμενε απελπιστική: «Μόνο αν βγάλετε φτερά, θα μπορέσετε να σωθήτε», διαμηνούσε με αλαζονεία στους πολιορκημένους ο Χαγάνος των Αβάρων. Και όμως, τελικά η Πόλη σώθηκε… περίπου σαν από θαύμα. Και με ευγνωμοσύνη οι Έλληνες του Μεσαίωνα απέδωσαν τη σωτηρία της πρωτεύουσάς τους στη Θεομήτορα, εικόνα της οποίας υπήρχε σε “εκκλησία κτισμένη στις Βλαχέρνες”. Έτσι, η Παναγία θεωρήθηκε η Υπέρμαχος Στρατηγός, στην οποία και σήμερα αναπέμπονται “ευχαριστήρια”.
Η Οδηγήτρια των Βλαχερνών
Τα χρόνια, οι δεκαετίες και οι αιώνες περάσανε… η Υπέρμαχος Στρατηγός “λύτρωνε την Κωνσταντινούπολη από δεινά”, επακολούθησε η εκεί σύντομη κυριαρχία των Λατίνων (1204-1261), που παρά τα φαινόμενα δεν τραυμάτισε καίρια την Ελληνική Ψυχή, και τέλος έφτασε η φοβερή άνοιξη του 1453. Το οθωμανικό στράτευμα και πάλι έζωσε τη Βασιλεύουσα, έχοντας επικεφαλής Σουλτάνο όχι απλώς φιλόδοξο αλλά και εξαιρετικά ικανό, που ήταν και εμβριθής κάτοχος μεγάλου μέρους της Ελληνικής Παιδείας.
Εκτός από τον βασιλιά τους όμως, Κωνσταντίνο ΙΑ΄ Παλαιολόγο, και τους πολύ στενούς συνεργάτες του, οι πολιορκημένοι δεν φαίνονταν πολύ ανήσυχοι: Η Παναγιά θα έκανε και πάλι το θαύμα Της. Έτσι καθώς τελείωνε ο Μάιος, έγινε λιτανεία με την εικόνα της Υπερμάχου Στρατηγού γύρω-γύρω στη μέσα πλευρά των τειχών. Και τότε… ξέσπασε καταιγίδα απρόσμενη, ο κόσμος διαλύθηκε και η εικόνα έπεσε στο χώμα. Πήγαν να τη σηκώσουν… αλλά τώρα αυτή ήτανε πολύ βαριά. Με μεγάλη δυσκολία την ξαναπήραν οι Χριστιανοί στα χέρια τους, η λιτανεία τέλειωσε όπως-όπως και το μήνυμα υπήρξε σαφές: “Η Πόλη έμελλε να τουρκέψει”.
Τα υπόλοιπα είναι γνωστά. Εκείνο που παραμένει μάλλον άγνωστο είναι ότι ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής, μετά το τριήμερο σφαγής και λεηλασίας στο οποίο επιδόθηκαν οι πολεμιστές του, έδειξε ανεκτικότητα προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο και γενικώς τους Ορθόδοξους Χριστιανούς. Σημασία έχει μάλιστα πως η εικόνα της “Οδηγήτριας των Βλαχερνών” (όπως είναι η οιονεί επίσημη ονομασία της) σώθηκε και φυλάχτηκε από καλόγριες στη Μονή του Παντοκράτορος. Κάποια στιγμή όμως οι οθωμανικές αρχές διώξανε από εκεί τις μοναχές. Ο νέος επιστάτης του κτηρίου, Τούρκος βέβαια, ερευνώντας τους χώρους του πρώην γυναικείου μοναστηριού βρήκε τη “ζωγραφιά της Υπερμάχου” κρυμμένη σε παραθυράκι της παλαιάς εκκλησιάς, που είχε επίτηδες σκεπαστεί με ασβεστωμένες σανίδες.
Αφαίρεσε αυτός ό,τι πολύτιμο είχε πάνω της η εικόνα και μετά τη χάρισε σε μια Χριστιανή γειτόνισσά του, η οποία με τη σειρά της την πούλησε στον πρωτοσύγκελλο του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων που τυχαίως τότε βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη. Και αυτός τελικά την έστειλε στον Τσάρο της Ρωσίας Αλέξιο Μιχαήλοβιτς (1645-1676), πατέρα του Μεγάλου Πέτρου. Πατριαρχικό γράμμα, υπογραμμένο από τον Παΐσιο Α΄ (1652-1653, 1654-1655), πιστοποίησε στον Ρώσο μονάρχη την αυθεντικότητα της πολύτιμης δωρεάς. Σήμερα αυτή φυλάσσεται σε παρεκκλήσι στις παρυφές της Μόσχας, που και αυτό ονομάζεται “Βλαχέρναι”, ενώ αντίγραφό της βρίσκεται στην Πινακοθήκη Τρετιάκωφ της ρωσικής πρωτεύουσας.
Η ύπαρξη στη Ρωσική Γη της Οδηγήτριας των Βλαχερνών συνιστά, τουλάχιστον κατά τους Ρώσους, τεκμήριο της αναγωγής της Μόσχας σε Τρίτη Ρώμη των Χριστιανών.
Το ζήτημα της εκκλησιαστικής “πρωτοκαθεδρίας” στο εσωτερικό μιας χριστιανικής επικράτειας είναι περίπλοκο. Από τη μία πλευρά, το έθος επιβάλλει η εκκλησιαστική διοίκηση να ακολουθεί την πολιτική. Από την άλλη όμως σύνηθες είναι πρώτος μεταξύ των επισκόπων μιας χώρας να θεωρείται εκείνος του οποίου η έδρα βρίσκεται στο μέρος που πρώτο έγινε χριστιανικό. Έτσι, στην Αγγλία “αρχηγός” της Εκκλησίας είναι ο Αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρυ και όχι του Λονδίνου και στην Ισπανία “Πριμάτος” είναι ο Αρχιεπίσκοπος του Τολέδου και όχι της Μαδρίτης. Στην Ελλάδα, πάλι, Αρχιεπίσκοπος είναι ο Αθηνών, δηλαδή της πρωτεύουσάς μας, και όχι ο Επίσκοπος της Κορίνθου, όπου σχηματίστηκε η πρώτη χριστιανική κοινότητα.
Έχοντας κανείς αυτά υπόψη κατανοεί το μέγεθος της διαμάχης που ξέσπασε ήδη από τις αρχές του Μεσαίωνα μεταξύ της Ρώμης και της Νέας Ρώμης/Κωνσταντινούπολης. Αρχική πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας ήταν η (Παλαιά) Ρώμη, όπου, χάρη στο έργο κορυφαίων Αποστόλων, είχε αναφανεί μία από τις πρώτες χριστιανικές κοινότητες. Κατά συνέπεια ο Πάπας (= Πατέρας [λέξη ελληνική]) της Ρώμης ήταν ο επικεφαλής της Χριστιανοσύνης.
Η μεταφορά όμως της πρωτεύουσας στο αρχαίο Βυζάντιο, που μετονομάστηκε σε Κωνσταντίνου Πόλη, προκάλεσε ζήτημα οξύτατο. Πώς ήταν τελικά δυνατόν ο “επι γης αντιπρόσωπος του Χριστού” να βρίσκεται στην Παλαιά Ρώμη, η οποία ήδη από το έτος 800 είχε αποτινάξει, μέσω της στέψης ως Αυτοκράτορα του Καρλομάγνου, την κυριαρχία του “Γραικού Βασιλέα της Κωνσταντινούπολης”; Έτσι, το σχίσμα του 1054 απλώς επισφράγισε μια κατάσταση που προϋπήρχε – και η οποία έγινε ακόμα πιο περίπλοκη μετά την κατά το 1453 Άλωση της Κωνσταντινούπολης.
Τη Χριστιανική Οικουμένη, πράγματι, αρχικώς διείπε σύστημα Τριαρχίας, δεδομένου ότι επικεφαλής της εκκλησιαστικώς ήταν οι Επίσκοποι της Ρώμης, της Αλεξάνδρειας και της Αντιόχειας. Στη συνέχεια η Τριαρχία έγινε Πενταρχία λόγω της ίδρυσης των Πατριαρχείων Κωνσταντινούπολης και Ιεροσολύμων. Στο τέλος όμως η όλη κατάσταση εξελίχθηκε σε “Μοναρχία” ως προς τη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη και Τετραρχία (Κωνσταντινούπολη, Αλεξάνδρεια, Αντιόχεια και Ιεροσόλυμα) όσον αφορά τα Βαλκάνια και την Εγγύς Ανατολή.
Ο εκχριστιανισμός των Ρώσων υπήρξε μέγα επίτευγμα της “Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Ελληνικού Έθνους” (όπως ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος προσφυώς ονομάζει την Αυτοκρατορία τη συμβατικώς γνωστή ως “Βυζαντινή”). Και αυτό το επίτευγμα ολοκληρώθηκε κατά τα μέσα του 10ου αιώνα, όταν η πριγκίπισσα Όλγα του Κιέβου βαπτίστηκε στην Κωνσταντινούπολη με ανάδοχο τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ζ΄. Σύμφωνα μάλιστα με μία χαριτωμένη παράδοση, η Όλγα ήταν καλλονή και ο Αυτοκράτωρ την προσέγγισε ερωτικώς… Οπότε αυτή, για να τον αποφύγει (προφανώς δεν της άρεσε), του επισήμανε ότι, μέσω του δικού της βαπτίσματος, αυτός ήταν πια “πνευματικός της πατέρας” και κατά συνέπεια η ερωτική τους “συνεύρεση” ήταν αδιανόητη.
Η Τρίτη Ρώμη
Η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους έφερε το Οικουμενικό Πατριαρχείο σε κατάσταση επίσης παράδοξη: Ήταν δυνατόν ο επικεφαλής της Ορθόδοξης Χριστιανοσύνης να έχει ως κοσμικό του ηγεμόνα Μουσουλμάνο; Έτσι, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίας Β΄, θέλοντας να “αποφορτίσει” τη μάλλον έκρυθμη κατάσταση, ανύψωσε το 1589 τον Ορθόδοξο Αρχιερέα της Μόσχας σε Πατριάρχη Μόσχας και Πασών των Ρωσιών. Συνακολούθως, ρίζωσε στην ψυχή του Ρωσικού Λαού ο “χρησμός” που ήδη κυκλοφορούσε, ότι η Πρώτη Ρώμη εξέπεσε (λόγω του Σχίσματος από την Χριστιανοσύνη), η Δεύτερη έπεσε στους Τούρκους, οπότε Τρίτη Ρώμη είναι η Μόσχα. Και αυτή η Τρίτη Ρώμη δεν θα πέσει ποτέ.
Ακόμη “πιο πονηρά” όμως, οι Ρώσοι ιθύνοντες αντέτειναν ότι δεν ήταν δυνατόν ο Πατριάρχης Μόσχας που έμπαινε στη θέση του Πάπα της Ρώμης να λογίζεται ως “τελευταίος των εν Χριστώ συναδέλφων του”. Και ως τεκμήριο ακαταμάχητο της άποψής τους προέβαλαν τον γάμο που είχε τελέσει κατά το 1472 η Ζωή Παλαιολογίνα, ανεψιά του Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου, με τον Ιβάν Γ΄, Μεγάλο Πρίγκηπα της Μόσχας. Η γαμήλια τελετή υπήρξε αφορμή διακήρυξης από τον Ρώσο ηγεμόνα και τον κλήρο του ότι η Μόσχα ήταν διάδοχος της Κωνσταντινούπολης: Η τελευταία είχε πέσει στους Οθωμανούς, επειδή οι αυτοκράτορες του Οίκου των Παλαιολόγων είχαν δεχτεί την ένωση με τη “αιρετική Ρώμη”. Byzance c’est nous (= εμείς είμαστε το Βυζάντιο) όπως και τώρα συνηθίζουν να λένε, στα γαλλικά, ξένη γλώσσα την οποία προτιμούν, οι Ρώσοι ιθύνοντες στους φιλοξενουμένους τους.
Η κατάσταση πάντως παρουσίασε ακόμη μεγαλύτερη περιπλοκή. Το πρώτο μισό του 18ου αιώνα το Πατριαρχείο Μόσχας καταργήθηκε από τον Πέτρο Α΄ τον Μέγα και αντικαταστάθηκε από Ιερά Σύνοδο, επικεφαλής της οποίας ήταν, όχι κληρικός μα, λαϊκός τον οποίο όριζε ο Τσάρος. Έτσι, η Τρίτη Ρώμη περιήλθε ουσιαστικώς σε κατάσταση “αιχμαλωσίας”. Και για να περιπλακούν τα πράγματα ακόμη περισσότερο, το 1917, ο ρωσικός κλήρος βρήκε την ευκαιρία, λόγω της κατάλυσης του μοναρχικού καθεστώτος στη Ρωσία, να ανασυστήσει το Πατριαρχείο Μόσχας και Πασών των Ρωσιών. Ο Στάλιν, που είχε φοιτήσει σε σεμινάριο ορθόδοξων κληρικών, αρχικώς ανέχθηκε την ανασύσταση του Πατριαρχείου και τελικώς προσπάθησε να την “αξιοποιήσει” σε όφελος του κομμουνιστικού καθεστώτος. Και αυτό επέφερε νέα ρήγματα στο -ταλαίπωρο!- σώμα της Ρωσικής Εκκλησίας.
Σήμερα, δεν υπάρχει πια Μοναρχία στη Ρωσική Γη. Αυτό όμως δεν έχει μεγάλη σημασία. Οι Ρώσοι, πράγματι, σε κραυγαλέα αντίθεση με τους Αμερικανούς και τους Δυτικοευρωπαίους, δεν επιζητούν την Ελευθερία (Liberty) μα την Αλήθεια (Pravda). Με αυτό το δεδομένο και μέσα στις ζυμώσεις και ανακατατάξεις που σήμερα γίνονται, θα αναχθεί τελικώς η Μόσχα σε Τρίτη Ρώμη της Χριστιανικής Οικουμένης; Το ότι η εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας των Βλαχερνών, Υπερμάχου Στρατηγού των Χριστιανών τώρα, βγήκε αλώβητη από τη “θύελλα του Κομμουνισμού” ωθεί τους Ρώσους να δώσουν εμφαντικώς καταφατική απάντηση σε αυτό το ερώτημα.
Το μέλλον θα δείξει – και μάλιστα σύντομα…
από slpress
Δεν υπάρχουν σχόλια: