Last Christmas, lost Christmas
Γράφει ο Γιάννης Κιμπουρόπουλος
…Κι εδώ κανονικά επιστρατεύουμε όλη την τρεμάμενη επινοητικότητά μας για να αποπειραθούμε τη μυριοστή παραλλαγή της «Χριστουγεννιάτικης ιστορίας» του Ντίκενς, που έτσι κι αλλιώς θα τη δούμε σε όλες τις δυνατές κινηματογραφικές και τηλεοπτικές εκδοχές στους τηλεοπτικούς μαραθώνιους της χριστουγεννιάτικης καραντίνας των μέχρι εννιά νομά σε ένα δωμά.
Αλλά ποιον να βάλεις στη θέση του Εμπενίζερ Σκρουτζ ως πειστική εκδοχή του προτεσταντικού πνεύματος του καπιταλισμού τα φετινά χαμένα Χριστούγεννα; Ποια φαντάσματα περασμένων και μελλοντικών Χριστουγέννων να ξυπνήσεις τη νύχτα της χαμένης παραμονής; Έτσι κι αλλιώς όλα τα Χριστούγεννα έχουν γίνει ένα φάντασμα. Το πιο πλήρες, περιζήτητο και παγκοσμιοποιημένο προϊόν της σύγχρονης αγοράς, αυτό το συνονθύλευμα κατάνυξης, εγγύτητας, φιλανθρωπίας, αγοραστικής φρενίτιδας και μέχρι σκασμού κατανάλωσης δεν είναι ούτε σκιά του εαυτού του.
Ποιον να βάλεις στη θέση του Εμπενίζερ Σκρουτζ φέτος; Σε γενικές γραμμές οι υπουργοί Οικονομικών του πλανήτη, εκόντες άκοντες, ξεπέρασαν εαυτούς και αλλήλους σε δαπάνες, άνοιξαν τα πουγκιά όχι βεβαίως με τη χαρά του αναγεννημένου Σκρουτζ, αλλά με τον πανικό του απειλούμενου από ένοπλο ληστή ταμία, και ό,τι μπορούσαν δώκανε. Δώκανε και από τα περισσεύματα των περασμένων Χριστουγέννων και από τα δανεικά των μελλοντικών. Μπορείς, βεβαίως, να ξεχωρίσεις την ακατανόητη εγκράτεια των δικών μας γαλάζιων θησαυροφυλάκων απέναντι στην πληθωρικότητα των ομολόγων τους στη λοιπή Ευρώπη, αλλά ακόμη κι αυτοί επιβεβαιώνουν τον κανόνα του ανανήψαντος Σκρουτζ.
Και πάνω κάτω το ίδιο ισχύει για τους κεντρικούς τραπεζίτες, αν και αυτοί έχουν συνηθίσει πια εδώ και μια δεκαετία να σώζουν χαμένα Χριστούγεννα, χαμένα Πάσχα, χαμένα καλοκαίρια, με το διαρκώς ρέον χρήμα των ποσοτικών χαλαρώσεων έχουν ταυτιστεί πλήρως με το στερεότυπο του γενναιόδωρου Σκρουτζ, το φάντασμα των Χριστουγέννων του 2008 φαίνεται πως ήταν αρκετά τρομακτικό για να τους βάλει οριστικά στο πετσί του νέου απροσδόκητου ρόλου. Από δεσμοφύλακες του πληθωρισμού και των συναλλαγματικών ισοτιμιών έχουν γίνει έσχατοι διασώστες των οικονομιών. Φαίνεται σχεδόν να το απολαμβάνουν.
Φυσικά, με άνεση θα μπορούσαμε να παίξουμε με τους εμπορικούς τραπεζίτες σε ρόλους ψοφοδεών και έντρομων Εμπενίζερ Σκρουτζ που τους κυνηγούν τα φαντάσματα όλων των περασμένων και των μελλοντικών Χριστουγέννων, μαζί με τα φαντάσματα χρεοκοπημένων επιχειρήσεων, ξεσπιτωμένων νοικοκυριών, χρηματοδοτημένων πολεμικών μακελειών ή πανάκριβων έργων τέχνης εξαφανισμένων από τη δημόσια θέα, προορισμένων αποκλειστικά για λεπταίσθητη ιδιωτική απόλαυση ή για ερμητική φύλαξη σε θυρίδα private banking. Πλην όμως και με τους τραπεζίτες ως καρικατούρες του Σκρουτζ εκκλησία κλέβεις. Ούτε τοκογλύφους της προκοπής δεν διαθέτουμε πια, έτσι θανατηφόρα εξαρτημένοι που είναι από το κρατικό χρήμα, τα QE και το ξεφόρτωμα των κόκκινων δανείων τους. Ένα καλό bank run να προκαλέσεις και πάει, κατέρρευσαν σαν πύργοι τραπουλόχαρτων.
Φυσικά, υπάρχει η υπερπροσφορά των υπερπλουσίων που στη διάρκεια της πανδημίας μπάζωσαν τουλάχιστον ένα τρισεκατομμύριο δολάρια εμπορευόμενοι τον φόβο του θανάτου, την ελπίδα της θεραπείας, την ανακούφιση του εμβολίου, την υποκατάσταση της κοινωνικότητας από την εικονικότητα, την ψηφιακή μετάλλαξη των συναλλαγών, την πράσινη ενέργεια, την αποϋλοποίηση της οικονομίας ή αξιοποιώντας απλώς τα αποθέματα του πλουσιότερου 10% της Γης, που επαρκούν για να κάνουν ανάρπαστα μερικά πανάκριβα Tesla. Το πρόβλημα όμως με τους υπερπλούσιους κατόχους της τύχης και του μέλλοντός μας είναι ότι έχουν προ πολλού αφομοιώσει το δίδαγμα των περασμένων και χαμένων Χριστουγέννων, έχουν κάνει επάγγελμα το κοστούμι του αναγεννημένου, γενναιόδωρου και χαζοχαρούμενου Σκρουτζ, ενσωματώνοντας το πνεύμα του φιλανθρωπικού καπιταλισμού στην επιχειρηματική στρατηγική τους. Κάθε δισεκατομμυριούχος έχει και το ίδρυμά του, κάθε δολάριο κέρδους έχει και τη χορηγική του πενταρίτσα, μια ποσόστωση ανθρωπισμού που εξαγοράζει την ανοχή των ζωντανών και την εκδικητικότητα των φαντασμάτων.
Οπότε, θα συμβιβαστούμε με την ιδέα πως φέτος δεν υπάρχει περίπτωση τα φαντάσματα περασμένων και μελλοντικών Χριστουγέννων να διαταράξουν την ησυχία κανενός Σκρουτζ. Οχι γιατί ο Μωυσής του Μαξίμου έχει φροντίσει να τα εξευμενίσει. Ούτε γιατί ο Πραίτορας Προστασίας του Κράτους από τον Πολίτη τους έχει απαγορεύσει την έξοδο από το Υπερπέραν, ούτε γιατί ο Νικ Χαρντ επέβαλε ακόμη και στα εκτοπλάσματα κυκλοφορία μόνο με SMS στους εφιάλτες και στα όνειρά μας. Αλλά γιατί όλος ο κόσμος έχει γίνει ένα φάντασμα του εαυτού του. Ο οικουμενικός καπιταλισμός Ανατολής και Δύσης, Βορρά και Νότου, μεταλλάσσεται σε ένα ασαφές απείκασμα του μέλλοντός του, που δεν ξέρουμε αν θα αφήνει τον παραμικρό χώρο για παραμύθι και ελπίδα σε ένα Κοριτσάκι με τα Σπίρτα ή σε έναν γενναιόδωρο Ευτυχισμένο Πρίγκιπα.
Το επίτευγμα του Ντίκενς ήταν ότι συμφιλίωσε τον άγριο καπιταλισμό της βιομηχανικής βικτωριανής Αγγλίας, που είχε κατατρομάξει και τον ίδιο, με ένα πρωτόκολλο ελάχιστου ανθρωπισμού, έστω και αμπαλαρισμένου στη συσκευασία της φιλανθρωπίας, της χορηγίας και της εμπορευματικής προσφοράς. Επιβίωσε επιτυχώς σχεδόν 200 χρόνια τώρα και η επίδρασή του στον καπιταλισμό των προσχημάτων και των εξαγορασμένων αισθημάτων ήταν τεράστια.
Όμως, το μοντέλο του φιλανθρωπικού καπιταλισμού μάλλον κλείνει τον κύκλο του, τα φαντάσματα των Χριστουγέννων τρόμαξαν κι αυτά, κι ένα νέο φάντασμα πλανιέται πάνω από την ανθρωπότητα. Το φάντασμα του ζοφερού, κυνικού κι ασπόνδυλου καπιταλισμού.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
«Πώς να μην εξάπτομαι», είπε ο θείος, «αφού ζω σ’ έναν κόσμο γεμάτο ηλιθίους; Ακούς εκεί… Καλά Χριστούγεννα! Να τα βράσω τα καλά Χριστούγεννα! Και τι είναι για σένα τα Χριστούγεννα; Να σου πω εγώ; Μια εποχή που πληρώνεις λογαριασμούς χωρίς να ’χεις λεφτά! Μια εποχή που σου φορτώνει έναν χρόνο στην πλάτη, αλλά δεν σε κάνει ούτε μια ώρα πλουσιότερο! Μια εποχή που ανοίγεις τα λογιστικά σου βιβλία, κι από τους δώδεκα μήνες του χρόνου που πέρασε, βγάζεις παθητικό και στους δώδεκα! Αν ήταν στο χέρι μου», συνέχισε οργισμένος ο Σκρουτζ, «θα έβραζα μαζί με την πουτίγκα τον κάθε ανόητο που παίρνει τους δρόμους και εύχεται Καλά Χριστούγεννα δεξιά κι αριστερά, κι έπειτα θα τον έθαβα με μια σφήνα από γκι στην καρδιά!»
Τσαρλς Ντίκενς, «Ο ύμνος των Χριστουγέννων»
από eleutheriellada
Δεν υπάρχουν σχόλια: