Η μεγάλη δοκιμασία μόλις αρχίζει
Γράφει ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου
Την περασμένη Τρίτη, η Βρετανία έγινε η πρώτη χώρα της Δύσης που άρχισε να εμβολιάζει μαζικά τους πολίτες της για τον κορωνοϊό. Η κυβέρνηση ονόμασε την 8η Δεκεμβρίου του 2020 «V Day», Ημέρα της Νίκης, παραπέμποντας συνειρμικά στην 8η Μαΐου του 1945, την ημέρα της νίκης κατά του ναζισμού.
Από τους πρώτους που εμβολιάστηκαν ήταν ένας 81χρονος ονόματι Ουίλιαμ Σαίξπηρ, υποθέτουμε ελλείψει κάποιου διαθέσιμου Ουίνστον Τσώρτσιλ. Το μήνυμα του Μπόρις Τζόνσον ήταν σαφές: Απελευθερωμένο από τις δεσμεύσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το μεγάλο νησί μπορεί να μεγαλουργεί, δίνοντας μια πρόγευση για το λαμπρό μέλλον που το περιμένει μετά την 31η Δεκεμβρίου, οπότε εκπνέει η μεταβατική περίοδος του Brexit και μαζί της οι παλιές δεσμεύσεις απέναντι στις Βρυξέλλες.Το αφήγημα διαθέτει μια ρομαντική αύρα, ανάλογη με τους μύθους του βασιλιά Αρθούρου και του ιππότη Λάνσελοτ, αλλά απέχει παρασάγγας, όπως και εκείνοι, από την ιστορική πραγματικότητα. Οι υγειονομικές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου έδωσαν το πράσινο φως στο εμβόλιο των Pfizer και BioNTech όχι χάρη στο Brexit –η χώρα συνέχιζε να δεσμεύεται από τις κοινές, ευρωπαϊκές αποφάσεις– αλλά κάνοντας επίκληση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, κάτι που θα μπορούσε να πράξει και οποιοδήποτε κράτος της Ε.Ε. Η διαδρομή του εν λόγω εμβολίου αποτελεί επιτομή όχι του βρετανικού πατριωτισμού, αλλά της διεθνούς συνεργασίας: επινοήθηκε από τουρκικής καταγωγής Γερμανούς ερευνητές, κατασκευάστηκε από αμερικανική εταιρεία και ήρθε στη Βρετανία από το Βέλγιο, όπου βρισκόταν το εργοστάσιο παραγωγής του. Εν ολίγοις, καλό το παραμύθι, αλλά δεν έχει δράκο.
Οσο για το Brexit, αν και αποτελεί ένα από τα πιο βαρετά θέματα για αναγνώστες και δημοσιογράφους ύστερα από τους τόνους μελάνης που έχουν καταναλωθεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια, γεγονός είναι ότι η στιγμή της αλήθειας έρχεται ή μάλλον ήρθε. Σήμερα, Λονδίνο και Βρυξέλλες αναμένεται να ανακοινώσουν αν η τελευταία προσπάθεια γεφύρωσης των διαφορών τους απέδωσε καρπούς ή αν η Πρωτοχρονιά του 2021 θα δρομολογήσει ένα άτακτο Brexit, χωρίς εμπορική συμφωνία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Οι φόβοι για χαοτικές σκηνές στα τελωνεία, άνοδο των τιμών λόγω εμπορικών δασμών, κλείσιμο εργοστασίων και απολύσεις, ελλείψεις βασικών αγαθών, καθώς και συγκρούσεις αλιευτικών στόλων Γάλλων και Βρετανών, αιωρούνται πάνω από τη Μάγχη.
Ελπίδα της κυβέρνησης Τζόνσον είναι ότι το αναπόφευκτο κόστος από το Brexit θα ισοσταθμιστεί, ίσως και θα υπερκεραστεί, αν καταφέρει να δώσει σάρκα και οστά στο όραμα της Global Britain: απελευθερωμένη από τις δεσμεύσεις και τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών, η Βρετανία θα μπορέσει να συνάψει εμπορικές συμφωνίες με τρίτες χώρες, εξασφαλίζοντας και την εισροή μεγάλων επενδυτικών κεφαλαίων. Την περασμένη Πέμπτη, υπέγραψε σχετική συμφωνία με τη Σιγκαπούρη, ενώ τον Οκτώβριο είχε πράξει το ίδιο με την Ιαπωνία. Ωστόσο οι αριθμοί είναι πεισματάρηδες: και οι δύο χώρες αντιπροσωπεύουν αθροιστικά μόλις το 3,2% του εμπορίου του Ηνωμένου Βασιλείου, ενώ η Ε.Ε. σχεδόν το 50%.
Η σχέση με τις ΗΠΑ
Είναι αλήθεια ότι η κυβέρνηση Τζόνσον διαθέτει ορισμένα ισχυρά χαρτιά. Το οικονομικό κόστος της μεταβατικής περιόδου είναι πιθανό να συγκαλυφθεί εν μέρει από εκείνο της πανδημίας. Η Βρετανία της AstraZeneca, της DeepMind, των έξοχων πανεπιστημίων και του Σίτι δεν θα πάψει να αποτελεί πόλο έλξης για κεφάλαια και μυαλά.
Οι Βρετανοί ψηφοφόροι τάχθηκαν δύο φορές υπέρ του Brexit, την πρώτη με το δημοψήφισμα, τη δεύτερη με τη σαρωτική νίκη του Τζόνσον πριν από ένα χρόνο, δείχνοντας πόσο ισχυρή είναι η συναισθηματική και πολιτική επένδυση στην εθνική κυριαρχία.
Παρ’ όλα αυτά, με τη βρετανική οικονομία να έχει ήδη συρρικνωθεί κατά 11,3% λόγω πανδημίας, με το ποσοστό δημοτικότητάς του να έχει κατρακυλήσει στο 35%, με 60 σκληροπυρηνικούς βουλευτές του έτοιμους για ανταρσία και με την πίεση της Σκωτίας για απόσχιση από το Ηνωμένο Βασίλειο λόγω Brexit να κλιμακώνεται, η θέση του Τζόνσον δεν μοιάζει αξιοζήλευτη.
Δύσκολη καμπή και για την Ε.Ε.
Ασφαλώς οι διαφωνίες για τα αλιευτικά δικαιώματα των Ευρωπαίων στα βρετανικά ύδατα δεν ήταν ο αποφασιστικός παράγων που ώθησε τα πράγματα στο χείλος της άτακτης ρήξης. Οσο σημαντικό κι αν είναι το συμβολικό και πολιτικό βάρος των αλιευτικών κοινοτήτων για τον Τζόνσον και τον Μακρόν, ο συμβιβασμός θα μπορούσε, έστω και δύσκολα, να βρεθεί για έναν τομέα της οικονομίας που αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 0,1% του ΑΕΠ και στις δύο χώρες. Το κατά πολύ σοβαρότερο πρόβλημα αφορά τους «ισότιμους κανόνες ανταγωνισμού». Η Ευρωπαϊκή Ενωση ζητεί ουσιαστικά από τη Βρετανία να δεσμεύεται επ’ άπειρον από τους κανόνες που η ίδια θα καθορίζει και για τους οποίους το Λονδίνο δεν θα έχει κανένα λόγο, θέτοντας όρους πολύ αυστηρότερους από εκείνους που ήδη έχει συμφωνήσει με τον Καναδά. Αυτή η τιμωρητική, έναντι της Βρετανίας, και προειδοποιητική, έναντι όσων θα δελεάζονταν στο μέλλον να ακολουθήσουν το παράδειγμά της, στάση εγκυμονεί όχι μόνο σημαντικό οικονομικό κόστος (π.χ. για τη γερμανική εξαγωγική αυτοκινητοβιομηχανία), αλλά και πολιτικές επιπτώσεις. Ηδη η Ουγγαρία του Βίκτορ Ορμπαν και η Πολωνία του Ματέους Μοραβιέτσκι, δύο χώρες με εθνικιστικές κυβερνήσεις που ομνύουν στην «αντιφιλελεύθερη δημοκρατία», απειλούν να προκαλέσουν το επόμενο μεγάλο ρήγμα στην ήδη ακρωτηριασμένη Ε.Ε. των «27», ρίχνοντας γέφυρες προς το Λονδίνο.
από kathimerini
Δεν υπάρχουν σχόλια: