Οι Δημοκρατικοί απέτυχαν να αντιμετωπίσουν τον Τραμπικό φασισμό

 


Γράφει ο Ανδρέας Κοσιάρης

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, το αποτέλεσμα στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ είναι ακόμα αμφίρροπο και κρέμεται στο τι θα γίνει εν τέλει σε έξι πολιτείες (Νεβάδα, Γουισκόνσιν, Μίσιγκαν, Τζόρτζια, Πενσυλβάνια, Βόρεια Καρολίνα). Όποιο κι αν είναι εν τέλει το αποτέλεσμα, θα είναι σίγουρα οριακό προς τη μία ή την άλλη πλευρά και δείχνει την πλήρη αποτυχία των Δημοκρατικών να αντιμετωπίσουν το νέο πρόσωπο του αμερικανικού φασισμού.

Η επιλογή Μπάιντεν δεν κατάφερε, απολύτως προβλέψιμα, να προσφέρει μια πειστική εναλλακτική στους Αμερικανούς ψηφοφόρους. Παρά την αύξηση της συμμετοχής, αυτή δεν μεταφράστηκε σε μία άνοδο ποσοστών για τον υποψήφιο των Δημοκρατικών – ακόμα κι αν κερδίσει, ο Τζο Μπάιντεν θα έχει σε απόλυτους αριθμούς περίπου την ίδια διαφορά ψήφων με τον Τραμπ που είχε και η Χίλαρι Κλίντον το 2016.

Οι λευκοί ψηφοφόροι των αγροτικών και βιομηχανικών περιοχών, με τους οποίους οι Δημοκρατικοί πίστευαν ότι ο Μπάιντεν έχει «ιδιαίτερη επικοινωνία», δεν γύρισαν την πλάτη στον Τραμπ. Οι μαύροι ψηφοφόροι, παρά το γεγονός ότι ψήφισαν σε συντριπτικά ποσοστά τον Μπάιντεν, δεν ήταν αρκετοί για να δημιουργήσουν το «μπλε κύμα» που επιθυμούσαν οι Δημοκρατικοί – σε μεγάλο βαθμό, σε πολιτείες όπως η Τζόρτζια, αυτό οφείλεται στις μαζικές διαγραφές κυρίως μαύρων ψηφοφόρων από τους εκλογικούς καταλόγους τα προηγούμενα χρόνια. Αλλά σίγουρα έχει συμβάλλει και το γεγονός ότι η επιλογή ενός παραδοσιακού λευκού πολιτικού, με ιστορικό συνεργασίας με ρατσιστές, σκληρή στάση απέναντι στις μειονότητες και περίεργες προεκλογικές ρητορικές γκάφες («όποιος επιλέξει τον Τραμπ αντί για εμένα, δεν είναι μαύρος», είχε πει πριν λίγες εβδομάδες ο Μπάιντεν) και όχι ενός ιστορικού υποστηρικτή των δικαιωμάτων των μαύρων όπως ο Μπέρνι Σάντερς, δεν ενέπνευσε εμπιστοσύνη.

Στους λατίνους, η καμπάνια των Δημοκρατικών φαίνεται να έχει προσπαθήσει να κρατήσει δύο καρπούζια στην ίδια μασχάλη, με αποτέλεσμα να πέσουν και τα δύο. Στον νότο της Φλόριντα, στο Μαϊάμι, όπου κατοικούν πολλοί Κουβανοί (αλλά και Βενεζουελάνοι), επί το πλείστον (ακρο)δεξιοί αντι-Καστρικοί, οι Δημοκρατικοί επιχείρησαν να πουλήσουν αντι-κομμουνισμό και επεμβατικότητα στην εξωτερική πολιτική προς τη Λατινική Αμερική. Οι επιδόσεις των Δημοκρατικών στο Μαϊάμι ήταν πολύ κατώτερες των περιστάσεων, που σημαίνει ότι μάλλον οι Λατίνοι της περιοχής επέλεξαν τον ορίτζιναλ σκληρό αντι-κομμουνισμό των Ρεπουμπλικάνων και του Τραμπ.

Αντίθετα σε πολιτείες όπως το Τέξας και η Νεβάδα, όπου ο πληθυσμός των λατίνων έχει καταγωγή από το Μεξικό και την Κεντρική Αμερική, οι Δημοκρατικοί προσπάθησαν να μιλήσουν περισσότερο για τη μετανάστευση και την οικονομική ανισότητα. Και πάλι όμως απέτυχαν – οι Δημοκρατικοί περίμεναν να παλέψουν στα ίσια για το Τέξας και να πάρουν σχετικά άνετα τη Νεβάδα, όμως έχασαν την πρώτη πολιτεία και τα πράγματα είναι οριακά στη δεύτερη. Εδώ σίγουρα έχει σημασία και το γεγονός ότι δεν κέρδισε το χρίσμα των Δημοκρατικών ο Σάντερς, που είχε άριστες σχέσεις με τους λατίνους, ειδικά στη Νεβάδα.

Η αποτυχία των Δημοκρατικών να εκμεταλλευτούν πολιτικά τέσσερα χρόνια χαοτικής διακυβέρνησης του Τραμπ, την αναζωπύρωση των κοινωνικών αντιδράσεων και, φυσικά, την απώλεια σχεδόν 250.000 ανθρώπων στην πανδημία, λέει πολλά για τη δυναμική του νέου αμερικανικού φασισμού, αλλά και για την απουσία προσφερόμενης εναλλακτικής, δηλαδή τη συνενοχή των Δημοκρατικών στις αιτίες που γέννησαν την προεδρία Ντόναλντ Τραμπ.

Ακόμα κι αν κερδίσει ο Μπάιντεν, ο Τραμπ έχει ήδη βάλει τον σπόρο της αμφισβήτησης του οριακού αποτελέσματος. Όποιος κι αν κερδίσει, θα κυβερνά σε μία ακραία διχασμένη χώρα, και θα έχει να αντιμετωπίσει έναν (ίσως μικρής έντασης, αλλά) μεγάλης διάρκειας «εμφύλιο», με άγνωστα αποτελέσματα. Δηλαδή ακραίο άγχος για το μέλλον, για τους Αμερικανούς, αλλά και για τον υπόλοιπο κόσμο, που παρακολουθεί τα τεκταινόμενα με απορία και φόβο.

από info-war


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.