Από τον "αντισυστημικό" Τραμπ του 2016 στον τοξικό Τραμπ του 2020



 Γράφει ο Σταύρος Λυγερός

Η αποτυχία των δημοσκόπων να προβλέψουν την εκλογή Τραμπ το 2016, τους έχει κάνει τώρα λίγο προσεκτικότερους. Η αποτυχία τους εκείνη ήταν βαθύτατα πολιτική και την είχαμε δει πριν και στο ελληνικό δημοψήφισμα του 2015 και στο βρετανικό για το Brexit. Κι αυτό, επειδή η "αντισυστημική" ψήφος συνήθως ακολουθεί υπόγειες διαδρομές.

Ειδικά όταν προέρχεται από μικρομεσαίους νοικοκυραίους με συντηρητική ιδεολογία που δεν είχαν συνηθίσει να κάνουν πολιτικό θόρυβο. Πριν 20 χρόνια θα ήταν αδιανόητο ένας τύπος όπως ο Τραμπ να έπαιρνε το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών και πολύ περισσότερο να εκλεγόταν πρόεδρος, όπως συνέβη το 2016. Μικρομεσαία στρώματα και στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη –σε κάθε χώρα με διαφορετικό τρόπο– στρέφουν την πλάτη στις παραδοσιακά κυρίαρχες πολιτικές παρατάξεις.

Κύρια αιτία είναι ότι ανατρέπονται οι σταθερές του βίου τους σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη του Δυτικού Κόσμου. Οι αλλαγές στον πολιτικό χάρτη είναι προϊόν των τεκτονικών αλλαγών που συνεχίζει να προκαλεί η οικονομική κρίση, αυθεντικό προϊόν της απληστίας της ολιγαρχίας του χρήματος. Η ανισοκατανομή του πλούτου έχει προσλάβει τρομακτικές διαστάσεις και στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με την New York Times, στη δεκαετία του 1990 το 1% των Αμερικανών προσποριζόταν το 45% της αύξησης του ΑΕΠ. Στη οκταετία του Μπους (2000-08) το 45% έγινε 65% και στην οκταετία του Ομπάμα εκτοξεύθηκε στο 93%!

Ένα μεγάλο τμήμα του αμερικανικού πληθυσμού δυσκολεύεται να επιβιώσει αξιοπρεπώς. Δεν πρόκειται μόνο για τις μειονότητες και τους παραδοσιακά περιθωριοποιημένους. Η παγκοσμιοποίηση πετάει από το “τρένο” μικρομεσαίους λευκούς νοικοκυραίους, ειδικά την παραδοσιακή λευκή εργατική τάξη που έχει πληγεί καίρια από την αποβιομηχάνιση.

Το "τρένο" της παγκοσμιοποίησης

Η εκλογή Τραμπ ήταν προϊόν αυτής ακριβώς της κατάστασης. Ο εκλογικός χάρτης του 2016 δείχνει ότι η Χίλαρι είχε ψηφισθεί κατά κανόνα από την ανώτερη τάξη και τα μεσαία στρώματα που έχουν ενσωματωθεί στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Επίσης, από τις μειονότητες (μαύροι, ισπανόφωνοι, μουσουλμάνοι κ.α.) που φοβήθηκαν από την αντιμεταναστευτική και συντηρητική ρητορική του Τραμπ. Και οι δύο αυτές κατηγορίες ζουν περισσότερο στην ανατολική και στη δυτική ακτή, οι οποίες και κατά κανόνα είχαν το 2016 βαφτεί γαλάζιες (Δημοκρατικοί). Αντιθέτως, οι ενδιάμεσες Πολιτείες είχαν βαφτεί κόκκινες (Ρεπουμπλικάνοι).

Όταν ο Τραμπ αναρωτιόταν γιατί το iphone να φτιάχνεται στην Κίνα και όχι στις ΗΠΑ, άγγιζε ευαίσθητες χορδές δεκάδων εκατομμυρίων Αμερικανών που άμεσα ή έμμεσα έχουν πληγεί από την αποβιομηχάνιση. Ήταν προεκλογικό “πυρηνικό” όπλο η υπόσχεσή του ότι θα επιβάλλει δασμούς στα εισαγόμενα για να υποχρεώσει σε επαναπατρισμό τις αμερικανικές επιχειρήσεις, που έχουν μεταφέρει τα εργοστάσιά τους σε χώρες χαμηλού εργατικού κόστους και ανύπαρκτων εργασιακών δικαιωμάτων.

Προς την ίδια κατεύθυνση λειτούργησε και η ρητορική του για λήψη δραστικών μέτρων εναντίον του μεταναστευτικού ρεύματος. Η μαζική είσοδος μεταναστών παροξύνει το ένστικτο αυτοσυντήρησης κοινωνιών που νοιώθουν ότι απειλούνται με φτωχοποίηση. Γι’ αυτά τα τμήματα του πληθυσμού, ο ανταγωνισμός από τη φθηνή εργασία των μεταναστών βιώνεται ως πρόσθετη απειλή. Γι’ αυτό και στις ΗΠΑ επικρατεί ένα αίσθημα νοσταλγίας για τις παλιές καλές ημέρες.

Με ιδεολογία Νέας Δεξιάς ο Τραμπ

Οι επαγγελίες του υποψήφιου Τραμπ και (λιγότερο) οι πολιτικές του προέδρου Τραμπ κινούνται στο ιδεολογικό πλαίσιο της λεγόμενης Νέας Δεξιάς, παραλλαγές της οποίας εμφανίσθηκαν και στην Ευρώπη. Η Νέα Δεξιά είναι εναντίον της παγκοσμιοποίησης. Δεν είναι τυχαίο ότι σύσσωμο σχεδόν το διεθνοποιημένο μεγάλο κεφάλαιο, τα κατεστημένα Μίντια και όλα τα παρακλάδια του αμερικανικού και διεθνούς κατεστημένου είχαν στηρίξει με πάθος τη Χίλαρι και τώρα τον Μπάιντεν, παρότι ο Τραμπ ήταν γενναιόδωρος με τους πλούσιους.

Υπενθυμίζουμε ότι το 2016 είχαν επιχειρήσει με κάθε τρόπο να τον γελοιοποιήσουν και να τον αποδομήσουν ηθικά όχι πάντα αβάσιμα. Το 2020 είχε και ο ίδιος με τα καμώματά του βοηθήσει τους αντιπάλους του. Δεν είναι, επίσης, τυχαίο ότι το 2016 ακόμα και η ηγεσία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος όχι μόνο προσπάθησε να τον σαμποτάρει στην κούρσα για το χρίσμα, αλλά και όταν το κέρδισε αρκετά μέλη της είχαν ταχθεί υπέρ της Κλίντον!

Στην προεκλογική περίοδο του 2016, ο Τραμπ είχε με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο εκφράσει πολιτικά την απόγνωση και την οργή των μικρομεσαίων λευκών νοικοκυραίων. Είναι από τις ειρωνείες της Ιστορίας ότι ένας δισεκατομμυριούχος έφθασε να εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ, καταγγέλλοντας την παγκοσμιοποίηση, την οποία η νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία θεωρεί φυσική εξέλιξη!

Η συντηρητική λευκή "βαθιά Αμερική"

Όσο οι παγκοσμιοποιημένες άρχουσες ελίτ συνειδητοποιούν ότι χάνουν τον πολιτικό έλεγχο μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας τόσο σερβίρουν νέου τύπου “αριστοκρατικές” αντιλήψεις, με σκοπό να αμφισβητήσουν την ικανότητα του λαού να αποφασίζει για κρίσιμα ζητήματα. Το είδαμε στο Brexit, το ξαναείδαμε στην εκλογή Τραμπ το 2016. Στην πραγματικότητα, αμφισβητούν τον πυρήνα της αστικής δημοκρατίας, η οποία, στις συνθήκες της παγκοσμιοποίησης, τείνει να μετατραπεί σε κέλυφος.

Οτιδήποτε αμφισβητεί τις κυρίαρχες αντιλήψεις χαρακτηρίζεται λαϊκισμός, απαξιώνεται και εξοβελίζεται. Είναι τέτοια η περιφρόνηση που επιδεικνύουν προς το "πόπολο" και έχει γίνει τέτοια κατάχρηση στην πλύση εγκεφάλου, που έχει φέρει το αντίθετο αποτέλεσμα. Όταν τα κατεστημένα Μίντια υποστηρίζουν με πάθος κάτι, ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας αντανακλαστικά υιοθετεί την αντίθετη θέση. Το βλέπουμε ακόμα και στην περίπτωση της πανδημίας.

Ο Τραμπ έπαιξε το χαρτί της αντι-παγκοσμιοποίησης και της ανάσχεσης της παράνομης μετανάστευσης, συνδέοντας και τα δύο με τη διάχυτη οικονομικοκοινωνική ανασφάλεια της “βαθιάς Αμερικής”. Στην πραγματικότητα, ως υποψήφιος, αλλά στη συνέχεια και ως πρόεδρος, είχε υπερβεί την παραδοσιακή διαχωριστική γραμμή Δημοκρατικοί-Ρεπουμπλικάνοι. Είχε αναδείξει έναν άλλο διαχωρισμό που αναδύεται από τα σπλάχνα της αμερικανικής κοινωνίας και παραπέμπει σε μία νέα κοινωνικοταξική πραγματικότητα.

Σκληρή πολεμική και τοξική συμπεριφορά

Είχε κερδίσει τις εκλογές απευθυνόμενος με όρους Νέας Δεξιάς (μετάλλαξη της παραδοσιακής λαϊκής Δεξιάς) στη συντηρητική λευκή “βαθιά Αμερική”, στους Αμερικανούς που η παγκοσμιοποίηση πετάει έξω από το "τρένο". Αυτούς που η Κλίντον είχε τότε αποκαλέσει ωμά «θλιβερούς ανθρώπους». Σ’ αυτούς που οι Δημοκρατικοί δεν προσέφεραν καμία προοπτική, επειδή τους αντιμετώπιζαν σαν τα αναπόφευκτα θύματα της “προόδου”.

Ως πρόεδρος, ο Τραμπ απευθύνθηκε και πάλι κυρίως σ' αυτούς. Είναι αληθές ότι αντιμετώπισε σκληρή πολλαπλή πολεμική από τους πολιτικούς εχθρούς του. Εξίσου αληθές, όμως, είναι ότι η συμπεριφορά του είναι ακραία τοξική και συνοδεύεται από πολιτική ανεπάρκεια. Στην πραγματικότητα, επένδυσε πολιτικά-εκλογικά στον διχασμό, όπως και οι αντίπαλοί του, οι οποίοι δεν έπαψαν να τον θεωρούν "εισβολέα" και "επιβήτορα" της εξουσίας.

Το 2016 είχε εκλεγεί, επειδή είχε ιππεύσει το σωστό πολιτικό άλογο. Ως πρόεδρος, όμως, αποδείχθηκε ανίκανος να διαχειρισθεί εποικοδομητικά την εξουσία, παρότι μετά την εκλογή του ένα τμήμα του αμερικανικού κατεστημένου είχε σπεύσει να τον πλαισιώσει. Κατάφερε, όμως, να δώσει ώθηση στην αμερικανική οικονομία, γεγονός που πιθανότατα θα του εξασφάλιζε άνετη επανεκλογή.

Η πανδημία και ο πολιτικός αυτοχειριασμός του Τραμπ

Ήρθε, όμως, ο κορωνοϊός όχι μόνο για να πλήξει βαρύτατα την αμερικανική οικονομία, αλλά και για να αναδείξει πλήρως τον τοξικό χαρακτήρα του. Ο τρόπος που χειρίσθηκε την πανδημία είναι παράδειγμα πολιτικού αυτοχειριασμού. Με αυτή την έννοια, είναι ο ίδιος ο Τραμπ που πρόσφερε το καλύτερο όπλο στους αντιπάλους του. Από την άλλη πλευρά, όμως, αυτό που απώθησε μία μεγάλη μερίδα των Αμερικανών "αγκαλιάστηκε" από μία άλλη εξίσου σημαντική μερίδα, επιβεβαιώνοντας το κλίμα διχασμού.

Στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής ο υποψήφιος για την προεδρία Τραμπ είχε παίξει ρητορικά με τον παραδοσιακό απομονωτισμό που έχει ακόμα απήχηση στη λαϊκή βάση ειδικά των Ρεπουμπλικάνων. Γι' αυτό και έκανε προσπάθειες απόσυρσης από κάποια μέτωπα, ενώ δεν έσυρε τις ΗΠΑ σε νέο πόλεμο. Στη "μεγάλη εικόνα" υποστήριζε ένα διαφορετικό δόγμα από το αντιρωσικό νεο-ψυχροπολεμικό πνεύμα που κυριαρχεί σ’ όλο σχεδόν το αμερικανικό κατεστημένο.

Ως υποψήφιος, ο Τραμπ πήγαινε ανάποδα στο ρεύμα. Είχε ταχθεί υπέρ της εξομάλυνσης των σχέσεων και της συνεργασίας με τη Ρωσία, αναγνωρίζοντας ότι έχει και αυτή θεμιτά συμφέροντα, με σκοπό να περικυκλώσει την Κίνα, τον κύριο οικονομικό και γεωπολιτικό ανταγωνιστή των ΗΠΑ. Το βαθύ αμερικανικό κράτος, όμως, τον κατηγόρησε για ανοίκειες σχέσεις με τη Ρωσία και κατ' αυτόν τον τρόπο τον εμπόδισε να εφαρμόσει μία τέτοια πολιτική. Κατάφερε, όμως, να λάβει μέτρα για να στριμώξει στον εμπορικό τομέα την Κίνα και πολύ λιγότερο τη Γερμανία.

από slpress


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.