Στη παράδοση Ομπάμα η Καμάλα Χάρις – Ατού ή βαρίδι για την υποψηφιότητα Μπάιντεν;



 Γράφει η Νεφέλη Λυγερού

Ενδεικτικό του κατά πόσο έχει μετατοπιστεί η αμερικανική πολιτική σκηνή το τελευταίο διάστημα, είναι ότι μια έγχρωμη γυναίκα, κόρη μεταναστών ακαδημαϊκών και κατά συνείδηση απούσα από "το θείο δώρο της μητρότητας" αποτέλεσε την επιλογή του υποψηφίου των Δημοκρατικών Τζο Μπάιντεν. Η επιλογή της Καμάλα Χάρις (Καμάλα σημαίνει λωτός ενώ συχνά χρησιμοποιείται ως προσωνύμιο για τη θεά του πλούτου, της ευημερίας και της ομορφιάς) δεν προκάλεσε έκπληξη.

Την ώρα που οι ΗΠΑ ταλανίζονται από τις διαχρονικές φυλετικές αδικίες, η δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ δημιούργησε πίεση στον Μπάιντεν, ο οποίος οδηγήθηκε να επιλέξει τη Χάρις. Πρόκειται για επιλογή με βαρύνουσα σημασία αν αναλογιστεί κανείς την προχωρημένη ηλικία του υποψήφιου προέδρου (είναι ήδη 78 ετών) και της δημόσιας δήλωσής του ότι δεν πρόκειται να επιδιώξει δεύτερη θητεία. Ο ίδιος, μάλιστα, αποκαλεί τον εαυτό του μεταβατικό υποψήφιο.

Παρ’ ότι μετράει λιγότερο από τέσσερα χρόνια στην κεντρική πολιτική σκηνή, η 55χρονη Καμάλα Χάρις δεν άργησε να εκτοξευθεί στην πρώτη γραμμή. Τα Μίντια φάνηκαν να ανακαλύπτουν στο πρόσωπό της μία δυνάμει πολιτική σταρ, σε μία εποχή που αυτοί έχουν εκλείψει από τον πολιτικό στίβο. Παρ’ όλα αυτά, δεν ήταν λίγοι οι πολέμιοί της. Δεν βρίσκεται τόσο αριστερά, όπως ο Μπέρνι Σάντερς και η Ελίζαμπεθ Γουέρεν. Δεν ανήκει, όμως, ούτε στο μετριοπαθές κέντρο, όπως ο Μπάιντεν.

Καυστική όπου χρειάζεται, αλλά και περισσότερο ήπια από όσο θα επιθυμούσε το λεγόμενο υπερπροοδευτικό κομμάτι των Δημοκρατικών, έχει περάσει τη δημόσια ζωή της αγκυροβολημένη μεταξύ των παθιασμένων ακτιβιστών και του συστημικού πυρήνα των Δημοκρατικών. Παρ’ όλα αυτά στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, έχει χαρακτηριστεί «ιδανική αντι-Τραμπ υποψήφια», επειδή η ταυτότητά της έρχεται σε αντίθεση όχι μόνο με την αντιμεταναστευτική στάση του προέδρου Τραμπ, αλλά με όλα όσα αυτός πρεσβεύει.

Παιδί ακαδημαϊκών μεταναστών

Ως παιδί μεταναστών από την Τζαμάικα και την Ινδία ενσαρκώνει την αστική πολυπολιτισμική Αμερική. «Γνωρίζει προσωπικά πώς οι οικογένειες των μεταναστών εμπλουτίζουν τη χώρα μας», δήλωσε ο Μπάιντεν, προσθέτοντας ότι «η προσωπική ιστορία της είναι η ίδια η ιστορία της Αμερικής». Ενόσω η Καμάλα τον κοίταζε τρυφερά από την άκρη της σκηνής, έχοντας απόλυτα αποδεχτεί τον ρόλο του δεύτερου βιολιού, ο έμπειρος πολιτικός  αναφέρθηκε στην αντίδραση των «μικρών μαύρων και καφέ κοριτσιών, που τόσο συχνά αισθάνονται ότι παραβλέπονται και υποτιμούνται στις κοινότητές τους. Ίσως σήμερα για πρώτη φορά μπορούν να δουν τον εαυτό τους υπό ένα διαφορετικό πρίσμα», είπε με μπόλικο συναισθηματισμό.

Για την πρωτότοκη κόρη δύο μεταναστών ακαδημαϊκών, ο πολιτικός ακτιβισμός κληροδοτήθηκε. Κάτι σαν γενετήσιο  δικαίωμα! Οι παππούδες της αγωνίστηκαν για την ανεξαρτησία της Ινδίας από τη βρετανική κυριαρχία και εκπαίδευσαν αγρότισσες γυναίκες στο πώς μπορούσαν να επιλέγουν αν και πότε επιθυμούσαν να φέρουν στον κόσμο παιδιά, μέσω της αντισύλληψης. Οι γονείς του πατέρα της επίσης πρωτοστάτησαν στην Τζαμάικα, αγωνιζόμενοι για την οικονομική ανεξαρτησία του νησιού τους και τον αξιοπρεπή βίο των κατοίκων του.

Οι γονείς της, έχοντας ο καθένας τη δική του αφετηρία, ένωσαν δυνάμεις όταν γνωρίστηκαν στο φημισμένο πανεπιστήμιο Μπέρκλεϋ. Τότε ολοκλήρωναν την διδακτορική τους διατριβή. Πολύ σύντομα έγιναν ζευγάρι και πρωτοστάτησαν στα μαζικά κινήματα της εποχής τους που σχετίζονταν με τα πολιτικά δικαιώματα. Ως μικρό παιδί η Καμάλα βρέθηκε ανάμεσα στα πολιτικοποιημένα πλήθη. Από τις πρώτες αναμνήσεις της είναι «μια θάλασσα ποδιών που κινούνται με ρυθμό, η ενέργεια και ο συντονισμός φωνών και σωμάτων, τα συνθήματα».

Τα κινήματα για τα πολιτικά δικαιώματα

Οι γονείς της φιλοξένησαν πολλούς ηγέτες κινημάτων, ενώ σύστησαν στο ακαδημαϊκό κοινό της Καλιφόρνια εβδομαδιαίες ομάδες μελέτης. Εκεί μελετούσαν τα βιβλία συγγραφέων από το κίνημα κατά του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική έως το κήρυγμα του Malcolm X. Η οικογένεια της μητέρας της ζούσε στην Ινδία και έτσι η Καμάλα δεν γνώρισε αυτό το κλαδί της οικογένειάς της.

Η μαύρη κοινότητα του Όκλαντ έγινε σύντομα κάτι σαν φυσικός χώρος της. Κάτι που δεν άλλαξε ακόμα και μετά από τον χωρισμό των γονιών της όταν ήταν εφτά ετών. Η Καμάλα και η μικρότερη αδερφή της Μάγια υπήρξαν μέλη μίας παιδικής χορωδίας σε μια από τις πιο γνωστές εκκλησίες για Αφροαμερικάνους. Παρακολουθούσαν μαθήματα ζωγραφικής και θεάτρου στο Rainbow Sign, ένα πρωτοποριακό πολιτιστικό κέντρο για την μαύρη κοινότητα.

Μετά το σχολείο, οι αδελφές περνούσαν τον απογευματινό τους χρόνο σε ένα κέντρο παιδικής μέριμνας, με ιδρυτή έναν γείτονά τους. Στόχος του ήταν να μάθουν τα νέα παιδιά για την ζωή και το έργο μαύρων ηγετών. Δεν άργησε να βιώσει τον ρατσισμό και μάλιστα μέσα στο σχολικό που την πήγαινε στην πρώτη τάξη του δημοτικού. Αργότερα, όπως έχει διηγηθεί η ίδια στην αυτοβιογραφία της, όταν επισκέπτονταν με την αδελφή της τον πατέρα τους στην πόλη Πάλο Άλτο όπου ζούσε μετά το διαζύγιο, τα υπόλοιπα παιδιά της γειτονιάς δεν έπαιζαν μαζί τους επειδή ήταν μαύρες.

Μαύρη Αμερικανίδα

Παρά τις ιδιαίτερες εθνικές της καταβολές, η ίδια είναι προσεκτική στον αυτοπροσδιορισμό της, δηλώνοντας πως είναι «μαύρη Αμερικανίδα» και ως τέτοια πορεύτηκε μέχρι τώρα στη ζωή της. Εκείνες οι πρώτες εμπειρίες επηρέασαν κομβικά την επαγγελματική εξέλιξή της. Αρχικά, σπούδασε οικονομικά και πολιτικές επιστήμες στο πανεπιστήμιο Howard στην Ουάσιγκτον, ένα ακαδημαϊκό ίδρυμα του οποίου η ιστορία φτάνει πίσω στο 1868, όταν ιδρύθηκε για να προσφέρει ευκαιρίες στους Αφροαμερικανούς.

Στη συνέχεια σπούδασε νομική στο Σαν Φρανσίσκο. «Όταν πήρα την απόφαση να γίνω εισαγγελέας, ήταν μια πολύ συνειδητή απόφαση. Και η απόφαση που πήρα ήταν ότι θα προσπαθήσω να ενταχθώ στο σύστημα, όπου δεν χρειάζεται να ζητήσω άδεια για να αλλάξω αυτά που πρέπει να αλλάξουν». Στη δεκαετία του 1990, προσχώρησε στις εισαγγελικές αρχές της κομητείας Αλεμάντα και αργότερα στο Σαν Φρανσίσκο, με αρμοδιότητα την επίβλεψη της εκεί ειδικής αντι-εγκληματικής μονάδας.

Τότε ήταν που ήρθε σε σύγκρουση με τον προϊστάμενο και μέντορά της. Προέτρεψε τους συνομήλικους της στο γραφείο να τον αμφισβητήσουν, κατηγορώντας τον για κακοδιαχείριση. Εντέλει, έθεσε υποψηφιότητα με το σύνθημα «δεν υπάρχει τίποτα προοδευτικό στο να είναι κανείς επιεικής στο έγκλημα». Στρεφόμενη εναντίον του απέσπασε την υποστήριξη της τοπικής ηγεσίας των Δημοκρατικών, καθώς και μεγάλο προβάδισμα στις προεκλογικές χρηματοδοτήσεις, καταφέρνοντας τελικά να εκλεγεί Εισαγγελέας του Σαν Φρανσίσκο.

Η σκληρή θορυβώδης εισαγγελέας

Έκτοτε, η παρουσία της στην Εισαγγελία αποδείχθηκε θορυβώδης. Έδωσε σκληρούς αγώνες, πολλούς από τους οποίους έχασε. Ανέκαθεν τη συνόδευε η φήμη της "σκληρής". Επέκτεινε τις έρευνές της στον χώρο του περιβαλλοντικού, του διαδικτυακού και του επιχειρηματικού εγκλήματος. Πέτυχε υψηλό βαθμό καταδικών, ενώ εστιάστηκε και σε θέματα που αφορούσαν ανηλίκους, όπως οι πρωτοβουλίες για την καταπολέμηση του σκασιαρχείου.

Πολλοί, όμως, την έχουν κατηγορήσει και για μία αδικαιολόγητη αναβλητικότητα. Ισχυρίστηκαν ότι έδινε μεγαλύτερη προσοχή στην προσωπική της άνοδο παρά στην καταπολέμηση του εγκλήματος. Η αλήθεια είναι ότι προσέγγισε με φόβο και αμηχανία πληθώρα επίμαχων θεμάτων, αναζητώντας σε κάθε υπόθεση την επικοινωνιακή νίκη.

Το 2004 ήταν αντίθετη στην ελάφρυνση των ελάχιστων ποινών, τις οποίες βεβαίωνε ωστόσο ότι θέλει να μεταρρυθμίσει όταν έκανε την προεκλογική της εκστρατεία για το χρίσμα των Δημοκρατικών. Το 2010 ξέσπασε αμήχανα σε γέλια όταν βρέθηκε αντιμέτωπη με ερώτηση για τη νομιμοποίηση της κάνναβης για ψυχαγωγικούς λόγους, το οποίο ήταν ωστόσο ένα πολύ σημαντικό θέμα στην Καλιφόρνια. Τελικά το μέτρο αυτό υιοθετήθηκε το 2018.

Δυστυχώς, δεν επέδειξε τόλμη ούτε στο επίκαιρο όσο ποτέ ζήτημα της αστυνομικής βίας. Το 2015 δεν έλαβε θέση αναφορικά με πρόταση νόμου που είχε στόχο να καταστούν συστηματικές οι ανεξάρτητες έρευνες στις περιπτώσεις "θανατηφόρας χρήσης βίας" από αστυνομικούς. Οι περιπτώσεις αυτές είναι γνωστό ότι αφορούν δυσανάλογα τους πληθυσμούς των μαύρων και των ισπανόφωνων.

Γενική Εισαγγελέας στην Καλιφόρνια

Γεγονός παραμένει ότι έσπασε τους φραγμούς, όταν εξελέγη πρώτη Αφροαμερικανίδα γυναίκα Γενική Εισαγγελέας της Καλιφόρνιας των 40 εκατομμυρίων κατοίκων. Είχε προηγηθεί η εισαγγελία της περιοχής του Σαν Φρανσίσκο. Η ίδια χαρακτήρισε τον εαυτό της «προοδευτική εισαγγελέα» και υποστήριξε ότι είναι δυνατόν να είναι κάποιος σκληρός απέναντι στο έγκλημα και συγχρόνως να αντιμετωπίζει τις βαθιές ανισότητες του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης.

Η Καμάλα Χάρις έγινε η δεύτερη μαύρη γερουσιαστής στην ιστορία του σώματος όταν εξελέγη το 2016. Κατά τη διάρκεια της θητείας της, ξεχώρισε λόγω των αιχμηρών ερωτήσεών της στο Κογκρέσο στη διάρκεια των ακροάσεων για το “Russiagate”, ενώ εξαπέλυσε σκληρή κριτική στο αντιμεταναστευτικό διάταγμα του Τραμπ, χαρακτηρίζοντάς το «ασύμβατο με τις αμερικανικές αξίες». Ήταν τόσο ανελέητη στις ερωτήσεις της, που ορισμένοι Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές προσπαθούσαν να τη διακόψουν, προκαλώντας την οργή γυναικών ως επί το πλείστον στα social media, οι οποίες έκαναν σύνθημα το #LetKamalaTalk.

Οι πολιτικές της φιλοδοξίες φάνηκαν ότι δεν εξαντλούνταν με την είσοδό της στο Κογκρέσο. Οι συναντήσεις της στο πολυτελές θέρετρο Χάμπτονς στο Λονγκ Άιλαντ της Νέας Υόρκης με μεγάλους χρηματοδότες των Δημοκρατικών, μεταξύ των οποίων και ορισμένοι που υποστήριξαν τους Κλίντον και τον Ομπάμα, φάνηκαν να ανοίγουν το δρόμο της για την προεδρία. Το γεύμα της με το ζεύγος Κλίντον επιβεβαίωσε τις φήμες ότι η Καμάλα Χάρις ύστερα από μόλις μία θητεία θα διεκδικήσει το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος για τις προεδρικές εκλογές.

Υποψήφια για το χρίσμα

Το σύνθημα που είχε επιλέξει ήταν «η Καμάλα Χάρις για τον λαό». Επικεφαλής της προεκλογικής καμπάνιας της είχε αναλάβει η αδελφή της, επίσης νομικός στο επάγγελμα. Σήμερα η Μάγια εργάζεται ως πολιτική αναλύτρια στο καλωδιακό κανάλι MSNBC. Το 2015 ήταν μια από τους τρεις ανώτερους συμβούλους διαμόρφωσης της πολιτικής ατζέντας για την προεδρική εκστρατεία της Χίλαρι Κλίντον.

Παρά το δυνατό ξεκίνημά της, η Καμάλα αδυνατούσε να επικοινωνήσει τις θέσεις της σε βασικά ζητήματα. Έμοιαζε να μην έχει καταρτίσει ξεκάθαρη πολιτική πλατφόρμα, ενώ η πολιτική της απειρία δεν μπορούσε να κρυφτεί. Δυσκολεύτηκε και στις δημόσιες ομιλίες της. Της έλειπε το πάθος που είναι αναγκαίο για να ξεσηκώσει τους οπαδούς της. Τελικά αναγκάστηκε να αποχωρήσει από τον αγώνα για το χρίσμα στα τέλη του 2019, εξαιτίας της χαμηλής απήχησης και της έλλειψης πόρων. «Δυστυχώς δεν είμαι εκατομμυριούχος. Δεν μπορώ να στηρίξω εγώ την προεκλογική μου καμπάνια», δήλωσε απογοητευμένη.

Παρ’ όλα αυτά, είχε και κάποιες αξιομνημόνευτες στιγμές. Ήταν η μοναδική υποψήφια που πρότεινε να απαιτείται ομοσπονδιακός έλεγχος σε περίπτωση κρατικών περιορισμών στην άμβλωση, μια θέση την οποία υιοθέτησαν αργότερα οι περισσότεροι δημοκρατικοί υποψήφιοι. Κατά τη διάρκεια ενός ντιμπέιτ μεταξύ των Δημοκρατικών υποψηφίων, οι συντονιστές δεν είχαν ακόμα δώσει τον λόγο στην Καμάλα, αλλά εκείνη άρπαξε το μικρόφωνο: «Ως το μόνο μαύρο πρόσωπο σε αυτήν τη σκηνή, θα ήθελα να μιλήσω για το ζήτημα της φυλής». Σε γενικές γραμμές, ωστόσο, φάνηκε να στερείται καθοδηγητικής πολιτικής ιδεολογίας.

από slpress


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.