Η Κίνα «στρίμωξε» ΗΠΑ - Ευρώπη


Γράφει ο Βασίλης Γαλούπης

Το αυξανόμενο εκτόπισμά της στο εμπόριο υποχρεώνει τη Δύση να σκεφτεί νέες λύσεις
Το σημείο - «κλειδί» στη γαλλογερμανική διακήρυξη
Γιατί οι Δυτικοί θεωρούν κίνδυνο το κινεζικό μοντέλο

Ακολουθήστε μας στο Facebook Τελευταία Έξοδος 

 Τις τελευταίες εβδομάδες ΗΠΑ και Κίνα βρίσκονται σε πυρετώδεις διαπραγματεύσεις προσπαθώντας να βάλουν ένα τέλος στον εμπορικό τους πόλεμο. Ορίζονται deadlines για την επιβολή επιπλέον κυρώσεων και μετά παρατάσεις. Δημοσιοποιούνται εκτενείς λεπτομέρειες για τις εισαγωγές σόγιας ή μηχανικών εξαρτημάτων. Το διακύβευμα είναι ένα από τα σημαντικότερα θέματα του 21ου αιώνα: η αξίας 14 τρισ. δολ. οικονομία της Κίνας και το ποια κατεύθυνση θα πάρει.
Μπορεί ο Ντόναλντ Τραμπ να ήταν αυτός που ξεκίνησε τον εμπορικό πόλεμο, όμως σχεδόν όλες οι πλευρές στην Αμερική συμφωνούν ότι το ιδιόμορφο είδος κρατικού καπιταλισμού – ή αλλιώς «ντοπαρισμένου καπιταλισμού» – της Κίνας την καθιστά πρόβλημα για το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα.
Την ίδια άποψη έχουν και πολλές χώρες στην Ασία αλλά και στην Ευρώπη, με τη Γερμανία να ανησυχεί τόσο ώστε εξετάζει το ενδεχόμενο να αναθεωρήσει ολόκληρη τη φιλοσοφία της όσον αφορά το εμπόριο με την Κίνα. ΗΠΑ και Ευρώπη θεωρούν ότι ο τρόπος που λειτουργεί η Κίνα στα ζητήματα οικονομίας - ανταγωνισμού - εμπορίου δεν τηρεί τους κανόνες του fairplay.
Το αποτέλεσμα είναι ότι η Κίνα, κατά τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, στρεβλώνει την αγορά τόσο στο εσωτερικό της όσο και στο εξωτερικό. Ουσιαστικά οι κυρώσεις της Ουάσιγκτον προς το Πεκίνο είναι ο μοχλός πίεσης για να μεταρρυθμίσει η Κίνα την οικονομία της. Μόνο αν το κάνει θα καλμάρει ο εμπορικός πόλεμος, ο οποίος, πάντως, εντάσσεται στο ευρύτερο γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό πλαίσιο, με αρκετά και σοβαρά σημεία εντάσεων μεταξύ των δυο πλευρών.
 «Σινοφοβία» στη Γερμανία
Στη Γερμανία, ωστόσο, η ανησυχία για τις μεθόδους της Κίνας είναι τόσο μεγάλη ώστε άρχισε να μετατρέπεται σε σινοφοβία. Επί χρόνια το μότο της Γερμανίας για την Κίνα ήταν το Wandel durch Handel (αλλαγή μέσω του εμπορίου). Αρχικά η Γερμανία εισήγε φθηνά κινέζικα προϊόντα και εξήγε ακριβά αυτοκίνητα και μηχανήματα. Όμως, σύντομα οι γερμανικές εταιρείες ανακάλυψαν ότι, για να λειτουργούν στην Κίνα, έπρεπε συχνά να «δίνουν» - αποκαλύπτουν τεχνογνωσία και τεχνολογία, πράγμα που άρχισε να γέρνει την πλάστιγγα υπέρ των κινεζικών εταιρειών.
Ήδη πολλές γερμανικές κατασκευαστικές φοβούνται πλέον ότι οι κινεζικές θα τους πάρουν το ψωμί. Κινεζικές εταιρείες, υποστηριζόμενες από κρατικές επιχορηγήσεις, έχουν επιδοθεί σε μια μανιώδη αγοραστική κούρσα στην Ευρώπη. Η Γερμανία ειδικά είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένη στην καινούργια βιομηχανική πολιτική της Κίνας.
Παράλληλα, ο όλο και στενότερος έλεγχος του Κινέζου Προέδρου Σι Τζινπίνγκ στο Κομμουνιστικό Κόμμα και ο όλο και πιο ασφυκτικός έλεγχος του κόμματος πάνω στην κινεζική βιομηχανία εξανέμισε και τις τελευταίες ελπίδες του Βερολίνου ότι η Κίνα βρίσκεται σε τροχιά σύγκλισης με τη Δύση.
 Συστημικός ανταγωνιστής
Τον Ιανουάριο η Ομοσπονδία των Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI), η μεγαλύτερη ομοσπονδία επιχειρήσεων της Γερμανίας, εξέφρασε αυτές τις ανησυχίες για την Κίνα. Σύμφωνα με την έκθεση, εκεί που οι γερμανικές επιχειρήσεις κάποτε έβλεπαν μια προσοδοφόρα νέα αγορά, τώρα βλέπουν «έναν συστημικό ανταγωνιστή».
Η έκθεση της BDI περιλάμβανε δεκάδες λεπτομερείς προτάσεις τόσο προς το γερμανικό κράτος όσο και προς τους ηγέτες της Ευρώπης. Το βασικό μήνυμα της έκθεσης των γερμανικών βιομηχανιών είναι ότι η Γερμανία και η Ευρώπη πρέπει να πάψουν να ελπίζουν ότι η Κίνα πρόκειται να αλλάξει. Αντ’ αυτού πρέπει να ακολουθήσουν πολιτικές που να απαντούν στην άνοδο και τις μεθόδους της Κίνας.
Η πρώτη ανταπόκριση δεν άργησε να έρθει. Την προηγούμενη εβδομάδα ο υπ. Οικονομίας της Γερμανίας Πέτερ Αλτμάιερ και ο Γάλλος ομόλογός του, Μπρινό Λεμέρ αποκάλυψαν ένα κοινό πεντασέλιδο μανιφέστο για τη βιομηχανική πολιτική που θα είναι «κατάλληλο για τον 21ο αιώνα».
 Το μανιφέστο
Το κοινό γαλλογερμανικό μανιφέστο αποφεύγει να αναφερθεί ονομαστικά στην Κίνα, όμως το νόημα είναι ξεκάθαρο, αφού οι δράσεις που περιγράφονται είναι κινήσεις αντιμετώπισης της κινεζικής επέλασης.
1. Οι δυο υπουργοί προτείνουν κοινή δράση με σκοπό την ώθηση των δυνατοτήτων της Ευρώπης στην τεχνητή νοημοσύνη.
2. Δεσμεύονται να χρηματοδοτήσουν με 1,75 δισ. ευρώ την παραγωγή battery-cell μπαταριών επόμενης γενιάς για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
3. Το σημείο - κλειδί, όμως, είναι ότι Γερμανία και Γαλλία θέλουν τώρα να δοθεί στις κυβερνήσεις της Ε.Ε. δικαίωμα να ανατρέπουν αποφάσεις περί ανταγωνισμού που λαμβάνει η Κομισιόν. Οι δυο χώρες πιστεύουν ότι οι σημερινοί κανόνες δυσκολεύουν τις ευρωπαϊκές εταιρείες να ανταγωνιστούν τις κινεζικές με την τεράστια κρατική οικονομική υποστήριξη.
 Αντιδράσεις
Η συγκεκριμένη πρόταση ξεσήκωσε αντιδράσεις στη Γερμανία, αφού για τα γερμανικά στάνταρ θεωρείται επαναστατική και ερμηνεύεται ως απόπειρα της κυβέρνησης να ελέγξει την οικονομία. Κάποιοι είδαν παραλληλισμούς με τη φιλοσοφία προστατευτισμού του Τραμπ στην Αμερική και θεωρούν ότι ο γαλλογερμανικός άξονας θέλει να... «Make Europe great again» (παραφράζοντας το σύνθημα του Τραμπ «Make America great again»).
Η ordoliberal φιλοσοφία της Γερμανίας, ότι δηλαδή είναι δουλειά του κράτους να ορίσει ένα κανονιστικό πλαίσιο για τον ιδιωτικό τομέα και μετά να αφήσει απρόσκοπτη την αγορά να λειτουργήσει μέσα σε αυτούς τους κανόνες, είναι αυτή που ενέπνευσε τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και τώρα πολλοί οικονομολόγοι θεωρούν ότι η γερμανική κυβέρνηση προσπαθεί να τους ξαναγράψει.
Ο Λαρς Φελντ, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ και μέλος του ισχυρού Γερμανικού Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, των «πέντε σοφών της οικονομίας», δήλωσε: «Διαφωνώ έντονα με αυτό το μερκαντιλιστικό σκεπτικό».
Μεταξύ Ουάσιγκτον - Πεκίνου
Εκτός αυτού, η Κίνα απειλεί τις ήδη προβληματικές σχέσεις της Γερμανίας με την Αμερική. Αυτό που θέλει να αποφύγει το Βερολίνο είναι να βρεθεί μπλεγμένο στις σινοαμερικανικές εντάσεις.
Ήδη η γερμανική κυβέρνηση έχει διχαστεί μπροστά στο δίλημμα αν θα υποκύψει στις αμερικανικές απαιτήσεις να μπλοκάρει την κινεζική εταιρεία - μεγαθήριο Huawei από το να κατασκευάσει το 5G δίκτυο τηλεπικοινωνιών της. Οι διπλωμάτες και οι αξιωματούχοι ασφαλείας ζητάνε από το Βερολίνο να την μπλοκάρει, αλλά το θέμα είναι ότι η Huawei μπορεί να προσφέρει καλύτερες υπηρεσίες σε χαμηλότερη τιμή από τους ανταγωνιστές της.

Η ειρωνεία
Μια αξιοσημείωτη ειρωνεία του εμπορικού πολέμου είναι ότι πολλές από τις απαιτήσεις της Αμερικής και της Ευρώπης από την Κίνα θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν την άνοδο της κινεζικής οικονομίας.
Στην Κίνα το μοντέλο που συνοψίζεται στο τρίπτυχο χρέος - εντατικές επενδύσεις - κρατικός έλεγχος αρχίζει να δίνει διαρκώς μειούμενες αποδόσεις. Αυτό το τρίμηνο η ανάπτυξη αναμένεται να πέσει στο 6%, η χειρότερη επίδοση εδώ και τρεις δεκαετίες. Και με τις αντιδράσεις από το εξωτερικό στις κινεζικές τακτικές το Πεκίνο δεν μπορεί να στηρίζεται στον υπόλοιπο κόσμο για ανάπτυξη.
Αν διορθώσει η Κίνα τα βασικά σημεία τριβής με τις δυτικές χώρες, η Δύση θεωρεί ότι ο Σι Τζινπίνγκ θα μπορούσε να δώσει ώθηση στις επιδόσεις της κινεζικής οικονομίας στο εσωτερικό, αλλά και να εξασφαλίσει ένα λιγότερο εχθρικό περιβάλλον στο εξωτερικό.
Ποιες είναι οι βασικές αντιρρήσεις της Δύσης με το υπάρχον κινεζικό μοντέλο;
1. Ο ρόλος της κινεζικής κυβέρνησης: Από το 1980 η κινεζική οικονομία αναπτυσσόταν με μέσο ρυθμό 10% ετησίως καθώς σχεδόν 800 εκατομμύρια άνθρωποι ξέφευγαν από το καθεστώς φτώχειας.
Από το 2013, όμως, το κινεζικό κράτος αυστηροποίησε τον έλεγχό του. Το μερίδιο των νέων τραπεζικών δανείων προς κυβερνητικές εταιρείες εκτινάχθηκε από 30% σε 70% σήμερα. Οι όποιες ιδιωτικές εταιρείες πρέπει να εντάσσουν στο συμβούλιό τους έναν «κυβερνητικό πυρήνα», ο οποίος θα αποκτά λόγο πάνω στις σημαντικές εταιρικές αποφάσεις.
Από το 2015 κι έπειτα οι κεφαλαιακές ροές κατευθύνονται με γνώμονα τις κυβερνητικές επιθυμίες. Το φιλόδοξο σχέδιο «Made in China 2025», ένα μεγαλεπήβολο πλάνο της κινεζικής κυβέρνησης για κυριαρχία στον τομέα της τεχνολογίας, έχει θορυβήσει τον υπόλοιπο κόσμο.
Υπάρχει, όμως, μια σκοτεινή πλευρά στην εντυπωσιακή άνοδο της Κίνας ως καταναλωτική κοινωνία. Είναι μια από τις χώρες με τη μεγαλύτερη ανισότητα στον κόσμο. Το πλουσιότερο 1% κατέχει το 1/3 του ενεργητικού των νοικοκυριών. Έτσι η Κίνα διαθέτει περισσότερους δισεκατομμυριούχους από ό,τι η Αμερική, παρά το γεγονός ότι το κατά κεφαλήν εισόδημα είναι μόλις το 1/5.
2. Η ασφυκτική πίεση στις ιδιωτικές εταιρείες: Η Κίνα διαθέτει 150.000 κρατικές εταιρείες. Έχοντας προνομιακή πρόσβαση στις τράπεζες συγκέντρωσαν το 70% του εταιρικού χρέους. Σε πολλούς τομείς, από τον τραπεζικό μέχρι την τεχνολογία ή τη ναυτιλία, η κινεζική κυβέρνηση εκτελεί αυτό που η ίδια ονομάζει «απόλυτη δύναμη ελέγχου» περιορίζοντας τον ανταγωνισμό και μπλοκάροντας νέους συμμετέχοντες.
Η ανησυχία της Δύσης είναι ότι η συνύπαρξη κρατικού και ιδιωτικού τομέα στην Κίνα, η οποία ήδη ήταν έτσι κι αλλιώς ευάλωτη, αρχίζει τώρα να καταρρέει. Ο τόνος απόλυτου ελέγχου του Κόμματος επεκτείνεται όχι μόνο στις κινεζικές ιδιωτικές εταιρείας, αλλά και στις ξένες πολυεθνικές εταιρείες που λειτουργούν στην Κίνα.
Ακόμα και οι πολυεθνικές υποχρεώνονται να βάλουν «κομματικό πυρήνα», ώστε όποιες αποφάσεις κρίνονται σημαντικές από την κινεζική κυβέρνηση να πρέπει πρώτα να συζητηθούν με τον γραμματέα του «κομματικού πυρήνα» της πολυεθνικής. Το συγκεκριμένο φαινόμενο έχει θορυβήσει Ευρώπη και Αμερική.
3. Η καταπάτηση των δικαιωμάτων των ξένων εταιρειών: Ένα από τα βασικά ζητήματα στον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα είναι ο τρόπος με τον οποίο το Πεκίνο ασκεί την επιρροή του στην αγορά: ως μοχλό πίεσης ώστε οι ξένες εταιρείες να αποκαλύψουν στους Κινέζους την τεχνογνωσία τους. Σύμφωνα με το Αμερικανικό και το Ευρωπαϊκό Εμπορικό Επιμελητήριο, το ένα πέμπτο των μελών τους έχουν αντιμετωπίσει τέτοιες απαιτήσεις από την Κίνα. Στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας το ποσοστό ανεβαίνει στα δύο πέμπτα.
Όταν, το 2001, η Κίνα εντάχθηκε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (WTO), δεσμεύτηκε ότι θα σταματήσει να απαιτεί να μεταφέρουν οι ξένες εταιρείες τεχνογνωσία ως όρο για την είσοδο στην κινεζική αγορά. Η δυσκολία ώστε να τεθεί επίσημα υπόλογη η Κίνα έγκειται στο ότι τυπικά συμμορφώνεται με τις δεσμεύσεις της στον WTO.
Στην πράξη, όμως, ακολουθεί πιο εξευγενισμένες μεθόδους. Ουσιαστικά, σύμφωνα με τον «Economist», το κράτος χρησιμοποιεί τις εταιρείες - τοπικούς συνεργάτες που κάθε ξένη εταιρεία χρειάζεται για να λειτουργήσει στην Κίνα, αλλά και τις ρυθμιστικές της αρχές, οι οποίες, μέσω των δοκιμών προϊόντων και των διαδικασιών έγκρισης, υποχρεώνουν τις ξένες εταιρείες να αποκαλύπτουν πνευματική ιδιοκτησία.
Αυτό που θέλουν Ευρώπη και ΗΠΑ είναι να δώσει το Πεκίνο στις ξένες εταιρείες τον πλήρη έλεγχο των θυγατρικών τους στην Κίνα και την πλήρη προστασία των πνευματικών τους δικαιωμάτων. Κάτι εκ των πραγμάτων δύσκολο, αφού το μπρα ντε φερ δεν γέρνει στο συγκεκριμένο τάιμινγκ υπέρ της Δύσης...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.