Φιλμ «γροθιά στο στομάχι» αποτυπώνει την απίστευτη σκληρότητα των σφαγείων
Προσοχή: Τα ζώα στην ταινία αυτή πεθαίνουν πραγματικά...
Θα μπορούσε να είναι μια ταινία χωρίς τέλος. Διαδραματίζεται κάθε μέρα σε όλα τα σφαγεία όπου αλέθονται χιλιάδες ζώα -- ζωές χωρίς όνομα και μέλλον που αντιμετωπίζονται με τον χειρότερο δυνατό τρόπο.
Ακολουθήστε μας στο Facebook Τελευταία Έξοδος
Αυτή όμως δεν είναι ταινία, ούτε αλληγορία, ούτε μεταφορά. Δεν υπάρχουν ηθοποιοί και τα ζώα που εμφανίζονται δεν «παίζουν», πολύ περισσότερο δεν υπάρχει καμία μυθοπλασία, κανένας ρόλος. Ακόμα χειρότερα: όλα είναι αληθινά. Τα ζώα είναι ζωντανά, αλλά λίγο αργότερα δεν θα είναι. Στο ζενερίκ δεν εμφανίζονται καν γιατί δεν είχαν ποτέ ονόματα, φέρουν μόνο επάνω τους βιομηχανικές σφραγίδες... πρόκειται για τους αριθμούς των «σφαγείων» που θα γίνουν.
Η νεαρή σκηνοθέτης Μοντ Αλπί θέλησε να «φυλακίσει» αυτές τις εικόνες στον φακό της και στη συνέχεια να φτιάξει μια ταινία με τον τίτλο: «Λαιμός Καρδιά Στομάχι» (εμπνευσμένο από ένα ποίημα του ιταλού σκηνοθέτη-ποιητή Πιερ Πάολο Παζολίνι). Η ταινία αυτή, πρώτη μεγάλου μήκους της νεαρής σκηνοθέτιδος, προβλήθηκε στο διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου του Λοκάρνο 2016 και απέσπασε ειδική μνεία από τους κριτικούς ως πρωτοεμφανιζόμενο φιλμ.
Από τις πρώτες μόλις εικόνες, η σκηνοθέτης μας εισάγει στον σκοτεινό κόσμο της ταινίας. Βλέπουμε έναν ελεύθερο νεαρό βοσκό, τον Βιργίλιο, να περιπλανιέται με τον σύντροφό του, τον Μπόστον, έναν μαύρο σκύλο (όμοιο με εκείνον στην ταινία του Αντρέϊ Ταρκόφσκι «Στάλκερ»). Ο Μπόστον αντιπροσωπεύει όλη την συμβολική δύναμη του σκύλου-μέντιουμ. Είναι αυτός που νοιώθει και στο μεταδίδει, που βλέπει βαθιά διαισθητικά και μέσα από εκείνον, βλέπουμε και εμείς.
Ο Μπόστον μας εισάγει στην κόλαση του Δάντη. Μέσα από τα μάτια του βλέπουμε, νοιώθουμε, ακούμε, μυρίζουμε όλα ό,σα συμβαίνουν στα σφαγεία: σκόνη, αίμα, λάσπη, ουρλιαχτά, καρδιές που «ξεκουφαίνουν» από τους χτύπους του πανικού, βλέμματα τρελλαμένα από τον φόβο του θανάτου. Τραβώντας με την κάμερα την πορεία των ζώων αυτών προς τον θάνατο, η Αλπί μας «αναγκάζει» να ξεφύγουμε από την θέση ισχύος που έχουμε συνήθως ως θεατές, και να ζήσουμε τη ζοφερή πραγματικότητα. Πρόκειται για κατόρθωμα που κατέστη δυνατόν χάρις στην ταπεινοφροσύνη της Αλπί και στον τρόπο που χειρίστηκε το «ενοχλητικό» αυτό θέμα. Τα πλάνα έχουν γυρισθεί σε πραγματικό χρόνο και τα πρόσωπα είναι όλα αληθινά. Ο Βιργίλιος όντως ήταν βοσκός και οδηγούσε τα ζώα στο σφαγείο.
Στα σκληρά ωστόσο εκπληκτικά, σαν ζωγραφικοί πίνακες πλάνα, όπως εκείνο που δείχνει τον μεταλλικό λαβύρινθο ο οποίος τα οδηγεί σταδιακά προς τον θάνατο, λουσμένο σε ένα φως (άσκοπα και αδικαιολόγητα) γλυκό, σε μία «εκκωφαντική» σιωπή, βλέπουμε να φθάνουν τα ζώα. Αρχίζουν να σπρώχνονται, να μουγκανίζουν, προσπαθούν να ξεφύγουν. Αγελάδες με πελώρια φοβισμένα μάτια, τρομοκρατημένα βόδια, νυσταλέα γουρουνάκια παραδομένα στο τελευταίο όνειρο της σύντομης ζωής τους.
Μία απόκοσμη ομορφιά χάνεται μπροστά στα μάτια μας. Στην κόλαση ενός σφαγείου βλέπουμε συγκλονιστικές σκηνές που προκαλούν χιλιάδες συναισθήματα. Η αίσθηση γι αυτά τα ζώα που τρέμουν μπροστά στον επερχόμενο θάνατο με την επιθυμία να ζήσουν, παγιδευμένα στον προθάλαμο του θανάτου, είναι αβάσταχτα στενάχωρη, συντρίβει. Οι σκηνές αυτές κάνουν κομμάτια την λογική του θεατή.
Απογυμνωμένες από κάθε επεξηγηματικό λόγο που θα δικαιολογούσε, θα ανακούφιζε, η ταινία μας αφήνει ολομόναχους μπροστά στις φρικτές αυτές εικόνες, συγκλονισμένους από μία χιονοστιβάδα συναισθημάτων. Τα σχόλια απουσιάζουν, η Αλπί παίρνει το ρίσκο να εξαφανίσει την απόσταση που μας χωρίζει από το θέμα και να παρουσιάσει το γεγονός αυτό κάθε αυτό. Οι διαδοχικές εικόνες της ταινίας αναδεικνύουν με τρόπο καταιγιστικό ερωτήματα που γενικά αποφεύγει ο κινηματογράφος: υπάρχει άραγε διαφορά ανάμεσα σε δύο νέους ανθρώπους που χαίρονται τη ζωή, κάνουν μπάνιο στη θάλασσα κραυγάζοντας, και σε ένα πρόβατο χαμένο στον θάλαμο που οδηγεί στον θάνατο και κλαίει τόσο «ανθρώπινα»; Ποιος αποφασίζει για την μοίρα τους; Παρακολουθούμε το βλέμμα του νέου άνδρα που κοιτάζει το ταβάνι του σφαγείου, ταυτόχρονα έκπληκτο και ενοχλημένο, καθώς αναρωτιέται πως είναι δυνατόν να πετούν εκεί πουλιά και να κτίζουν τις φωλιές τους!
Πως είναι δυνατόν σε τέτοια μέρη που κυριαρχεί η φρίκη, η ζωή να συνεχίζεται με τέτοια ένταση, υπέροχη, ανήθικη ίσως; Σε έναν κόσμο όπου καθημερινά σφαγιάζονται χιλιάδες ζώα, άραγε αυτά νοιώθουν τον θάνατο να έρχεται; Παρακολουθώντας την ταινία αναρωτιώμαστε πως είναι δυνατόν να τα καταπιέζουμε και να τα θαυμάζουμε ταυτόχρονα. Τα ερωτήματα μας βασανίζουν, τις απαντήσεις όμως θα τις βρούμε μόνοι μας, ίσως ακούγοντας τον Λέοναρντ Κοέν που «επαιτεί» τη χάρη μιας βεβαιότητας που αργεί όμως να έλθει, στο τραγούδι του Show me the Place του 2011.
Δεν υπάρχουν σχόλια: