Ο μύθος του «ισχυρού» ευρώ..., Γράφει ο Όθωνας Κουμαρέλλας

 

Ας δούμε την αξία του ευρώ σε σχέση με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ). Δηλαδή, τι μπορούσε να αγοράσει κάποιος με 100 ευρώ (ή έστω 1 ευρώ) μια κάποια χρονική στιγμή στο παρελθόν, αρχής γενομένης από το 2002, χρονιά που εισήλθαμε με χορούς και πανηγύρια στη νομισματική ένωση, θα διαπιστώσουμε «εκπληκτικά» πράγματα σε σχέση με τι μπορεί ο ίδιος σήμερα να αγοράζει με το ίδιο ποσό. Διότι έτσι προσεγγίζεται η αγοραστική δύναμη της νομισματικής μονάδας και η μεταβολή της στο χρόνο.

Υπάρχει λοιπόν ένας πίνακας στην ΕΛΣΤΑΤ σε excel -ο 2ος στη χρονοσειρά-


(http://www.statistics.gr/statistics/-/publication/DKT87/-), που δείχνει τη μεταβολή αυτής της αγοραστικής ικανότητας (αξίας, ή δύναμης) μιας νομισματικής μονάδας, με έτος αναφοράς (βάσης) ΔΤΚ το 2009 και αρχής γενομένης το 1959 (με δραχμή).

Αν και τα στοιχεία για πριν το 2002 έχουν πλέον ιστορική αξία, και γι' αυτό για λόγους οικονομίας χώρου απαλείφθηκαν από την παράπλευ-ρη εικόνα, ο πίνακας παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον από τη στιγμή που μπήκαμε στο ευρώ το 2002.

Στον πίνακα λοιπόν αυτό βλέπουμε, ότι η αξία του ευρώ σε σχέση με τον επίσημο ΔΤΚ έχασε από το 2002 μέχρι σήμερα το 30,42% της αξίας του. Δηλαδή το 2002 μπορούσαμε να αγοράζουμε τουλάχιστον 30,42% περισσότερα προϊόντα με κάθε ευρώ που είχαμε στην τσέπη μας, απ’ ό,τι αγοράζουμε σήμερα. Μάλιστα το μεγαλύτερο μέρος της αξίας του το ευρώ το έχασε στην πρώτη 7ετία 2002-2009 ένταξής μας στην ΟΝΕ, όπου οι απώλειες ανήλθαν στο 25% της αγοραστικής δύναμης ανά νομισματική μονάδα. Και αυτό χωρίς να υπολογίζονται οι φόροι, τα χαράτσια κτλ, που δεν συμπεριλαμβάνονται στον ΔΤΚ, ούτε φυσικά η μείωση των εισοδημάτων από τις περικοπές και τη μείωση του τζίρου στην αγορά.

Τα στοιχεία όμως αυτά της ΕΛΣΤΑΤ φαίνεται να είναι «πειραγμένα», διότι σε αντίστοιχο πίνακα που είχα κατεβάσει το 2011 για χρήση στις πρώτες μελέτες που έκανα για το εθνικό νόμισμα, η διαφορά μεταξύ 2002-2010 ανέρχονταν σε 29,3% περίπου. Ο πίνακας εκείνος αντικαταστάθηκε με τον πρόσφατο, αλλά έχει διαφορές στους υπολογισμούς της περιόδου 2002 - 2009, συνεπώς αποδεικνύεται, ότι η ΕΛΣΤΑΤ προσπαθεί με «διόρθωση» παλαιοτέρων στοιχείων, να παρουσιάσει χαμηλότερο τιμάριθμο τα τελευταία μνημονιακά χρόνια και έτσι χαμηλότερες εισοδηματικές απώλειες..

Παρ’ όλα αυτά και μένοντας στα τελευταία επίσημα στοιχεία -επειδή με βάση τα πραγματικά που όλοι φανταζόμαστε, τα πράγματα θα είναι πολύ χειρότερα- διαπιστώνουμε ότι η εσωτερική υποτίμησηείχε ξεκινήσει αμέσως μετά την ένταξή μας στην ΟΝΕ, διαβρώνοντας τα εισοδήματα και τις περιουσίες, τη στιγμή μάλιστα που το «ισχυρό» ευρώ είχε εκτιναχθεί μέχρι και στο 1,58 του δολαρίου εκείνη την εποχή, ενώ μέχρι το 2015 ουδέποτε έπεσε κάτω από το 1,30 δολάρια, ενώ η έκτοτε πτώση του δείχνει και τον πραγματικό δυναμισμό του.

Να γιατί προσπαθούν να μας μπερδέψουν με την υποτίμηση που θα φέρει τον κατακλυσμό στην περίπτωση μετάβασης σε εθνικό νόμισμα. Διότι αυτό που μετράει και προσπαθούν με κάθε τρόπο να συσκοτίσουν είναι η αγοραστική δύναμη και όχι η ισοτιμία του νομίσματος που χρησιμοποιούμε με άλλα νομίσματα. Πόσο πιο ασθενές είναι αλήθεια το γιαπωνέζικο γιέν έναντι του ευρώ, όταν 1 ευρώ αντιστοιχεί σε 122 γιέν; Αλήθεια είναι 122 φορές πιο φτωχοί οι γιαπωνέζοι σε σχέση με εμάς που έχουμε (...λέμε τώρα) ευρώ;

Γυρνώντας στα καθ’ ημάς, αν υπολογίσουμε επίσης, ότι οι εισοδηματικές αυξήσεις (συντάξεις - μισθοί) από το 2002 μέχρι και το 2009 δεν ξεπέρασαν ποτέ μεσοσταθμικά το 13%, τότε διαπιστώνουμε πραγματική απώλεια εισοδήματος στα νοικοκυριά -πριν από τα μνημόνια- της τάξης του 25-13= 12%, λόγω της εσωτερικής υποτίμησης της αξίας της νομισματικής μονάδας. Η απώλεια αυτή κρύφτηκε πίσω από τον εύκολο υπερδανεισμό κι έτσι δεν γίνονταν άμεσα αντιληπτή από τους μη και τόσο παρατηρητικούς. Σε αυτές τις απώλειες ήλθαν να προστεθούν με τα μνημόνια οι άμεσες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις που ξεπερνούν μεσοσταθμικά πλέον το 45% και φυσικά η υπερφορολόγηση, τα χαράτσια κτλ. Εάν υπολογίσουμε και αυτά τότε -μεσοσταθμικά πάντα- η φτωχοποίηση φτάνει περίπου το 65%-70% σε σχέση με το 2002.

Φυσικά και με τη δραχμή υπήρχε υποτίμηση της αγοραστικής αξίας του νομίσματος, αλλά όπως οι παλιότεροι θυμόμαστε πολύ καλά, υπήρχαν αντισταθμίσεις μέσω της εισοδηματικής πολιτικής που ακολουθούσαν οι κυβερνήσεις κι έτσι όχι μόνο δεν υπήρχαν σημαντικές απώλειες, αλλά μεσοσταθμικά υπήρχε σταδιακή αύξηση των εισοδημάτων σε σταθερές τιμές. Και αυτή είναι η μεγάλη διαφορά, διότι τότε υπήρχε η δυνατότητα των εισοδηματικών αντισταθμίσεων και των ανεξάρτητων πολιτικών, εισοδηματικών, νομισματικών, συναλλαγματικών, δημοσιονομικών κτλ..

Με το εθνικό νόμισμα ο μισθός σου έχει αξία είτε αναφέρεται σε 500, ή 1.000, ή 500.000 νομισματικές μονάδες, ενώ με το ευρώ η κάθε αξία εξανεμίζεται και γίνεται αέρας κοπανιστός στα θησαυροφυλάκια των τραπεζών και εξουσία στα χέρια των μαφιόζων νεοαποικιοκρατών που άλογα τους παραχώρησαν δωσίλογες κυβερνήσεις το προνόμιο της έκδοσης και της κυκλοφορίας του νομίσματος!

Έτσι πράγματι το ευρώ είναι ισχυρό. Γι’ αυτούς! Ως το απόλυτο μέσο επίβουλης επιβολής μιαςαδίστακτης δικτατορίας των λίγων ντόπιων και ξένων επάνω στους πολλούς….

*Ο Όθωνας Κουμαρέλλας είναι αρχιτέκτονας, μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του ΕΠΑΜ και συγγραφέας του βιβλίου «Ευρώ ή Εθνικό Νόμισμα; Χίλια ψέματα και μια αλήθεια»


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.