Οι Ηνωμένες Πολιτείες ως καταστροφέας Εθνών

 


Του Daniel Kovalik (1)
Μετάφραση  ο Γιώργος του Κλικ

Μετά την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ το 2003 – μια εισβολή που πολλοί Ιρακινοί πιστεύουν ότι άφησε την χώρα τους σε χειρότερη κατάσταση από την Μογγολική εισβολή του 1258 – έγινε μεγάλη συζήτηση στα μέσα για τον στόχο της κυβέρνησης Bush περί “κατασκευής ενός έθνους” σε εκείνη την χώρα. Βέβαια, αν υπήρξε ποτέ ένας τέτοιος στόχος, εγκαταλείφθηκε γρήγορα και δύσκολα ακούει πια κανείς τον όρο “κατασκευή έθνους” σαν στόχο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. 

Η σκληρή αλήθεια είναι ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν επιδιώξεις χτισίματος ισχυρών κρατών στην Μέση Ανατολή ή οπουδήποτε αλλού. Περισσότερο, όπως είδαμε ξανά και ξανά – πχ Γιουγκοσλαβία, Σουδάν, Λιβύη, Υεμένη, Συρία, Σομαλία, Ουκρανία – σκοπός της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ είτε δηλωμένος είτε όχι, είναι προοδευτικά και πιο επιθετικά η καταστροφή και η βαλκανιοποίηση ανεξάρτητων κρατών. Εντούτοις, είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι αυτός ο στόχος δεν είναι κάτι το καινούργιο.

Πράγματι, ο λόγιος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Νοτιοκορεάτης Dong Choon Kim, γράφοντας για τον πόλεμο της Κορέας (1950 – 1953) – έναν πόλεμο που θεωρεί πόλεμο γενοκτονίας – εξηγεί ότι ακόμα και τότε η δημιουργία εθνών από λαούς του Τρίτου Κόσμου εθεωρείτο σαν πράξη ανατροπής που έπρεπε να παταχθεί. Όπως εξηγεί, “η Αμερικανική κυβέρνηση ερμήνευε την προσδοκία δημιουργίας ενός ανεξάρτητου κράτους σαν αποκλειστική “κομμουνιστική συνωμοσία” και έτσι αναλάμβανε την ευθύνη για τον θάνατο αθώων ανθρώπων όπως στην περίπτωση του My Lai στο Βιετνάμ” [1]. Χάρη στον πόλεμο των ΗΠΑ στην Κορέα, η Κορέα ακόμα και σήμερα παραμένει μια διαιρεμένη χώρα, χωρίς προοπτικές επανένωσης στον κοντινό ορίζοντα. Ο Kim λέει ότι ο Κορεατικός πόλεμος “ήταν μια γέφυρα για να ενωθούν οι παλιές σφαγές της αποικιοκρατίας με τα νέα είδη της κρατικής τρομοκρατίας και των πολιτικών σφαγών κατά τον Ψυχρό Πόλεμο... Και οι μαζικές σφαγές που έκαναν οι Αμερικανοί στρατιώτες στον Κορεατικό πόλεμο σημείωσαν την έναρξη των στρατιωτικών επεμβάσεων από τις ΗΠΑ στον Τρίτο Κόσμο με τεράστιο κόστος σε θανάτους πολιτών”.

Παρομοίως, ο στόχος των ΗΠΑ στο Βιετνάμ ήταν η καταστροφή κάθε προοπτικής για την δημιουργία ενός ακέραιου, ανεξάρτητου κράτους. Όπως έγραψε ο Jean-Paul Sartre σαν μέλος του Διεθνούς Δικαστηρίου Εγκλημάτων Πολέμου του οποίου προέδρευσε μετά τον πόλεμο μαζί με τον Bertrand Russell, οι ΗΠΑ πρόσφεραν στους Βιετναμέζους μια σκληρή επιλογή: είτε να δεχτούν την συνθηκολόγηση με την διαίρεση της χώρας στα δυο, με το ένα μισό υποτελές στις ΗΠΑ, ή να υποστούν έναν σχεδόν ολοκληρωτικό αφανισμό [2]. Ο Sartre έγραψε ότι, ακόμα και στην πρώτη περίπτωση, στην οποία ένα ανεξάρτητο κράτος “θα κοβόταν στα δυο... η εθνική ενότητα του 'Βιετνάμ' δεν θα εξοντωνόταν με την φυσική έννοια, αλλά δεν θα υφίστατο πλέον οικονομικά, πολιτικά ή πολιτιστικά”. Βέβαια, στη δεύτερη περίπτωση, το Βιετνάμ θα πάθαινε φυσικό εκμηδενισμό. Θα βομβαρδιζόταν “πίσω στην Λίθινη Εποχή” όπως απείλησαν οι ΗΠΑ. Όπως γνωρίζουμε, οι Βιετναμέζοι δεν συνθηκολόγησαν, και συνεπώς υπέστησαν την σχεδόν ολική καταστροφή της χώρας τους από τις ΗΠΑ. Στο μεταξύ, για καλό και για κακό, οι ΗΠΑ βομβάρδισαν παράλληλα και τις γειτονικές Καμπότζη και Λάος ρίχνοντας κι αυτές στην Λίθινη Εποχή.

Για να καταλάβουμε τον σκοπό πίσω από τόσο βίαιες και καταστροφικές ενέργειες, πρέπει να μελετήσουμε το δόγμα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής μετά τον Β ΠΠ, όπως περιγράφονται με σαφήνεια από τον George Kennan που υπηρετούσε σαν Διευθυντής Σχεδιασμού στο Υπουργείο Εξωτερικών το 1948:

Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί όταν μιλάμε για άσκηση “ηγεσίας” στην Ασία. Κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας και τους άλλους όταν προσποιούμαστε πως έχουμε απαντήσεις στα προβλήματα που αναταράσσουν πολλούς από αυτούς τους ασιατικούς λαούς. Επιπλέον, κατέχουμε περίπου το 50% του παγκόσμιου πλούτου αλλά μόνο το 6.3% του πληθυσμού του. Αυτή η δυσαναλογία είναι ιδιαίτερα μεγάλη μεταξύ ημών και των λαών της Ασίας. Σε αυτή την κατάσταση, δεν γίνεται να μην γίνουμε αντικείμενο φθόνου και κακίας. Ο πραγματικός μας σκοπός την ερχόμενη περίοδο είναι να αναπτύξουμε ένα είδος σχέσεων, που θα μας επιτρέψουν να διατηρήσουμε αυτή τη θέση δυσαναλογίας χωρίς φθορά της εθνικής μας ασφάλειας. Για να το πετύχουμε αυτό θα πρέπει να απαλλαχτούμε από όλους τους συναισθηματισμούς και τις ονειροπολήσεις. Η προσοχή μας θα πρέπει να επικεντρωθεί σε κάθε άμεσο εθνικό μας συμφέρον. Δεν πρέπει να εξαπατόμαστε ότι μπορούμε να επιτρέψουμε στον εαυτό μας την πολυτέλεια του αλτρουισμού και του παγκόσμιου ευεργέτη…

Μπροστά σ' αυτή την κατάσταση θα πρέπει καλύτερα να ξεφορτωθούμε ένα αριθμό από αντιλήψεις που έχουν χαρακτηρίσει την σκέψη μας σε σχέση με την Άπω Ανατολή. Πρέπει να απαλλαγούμε από την επιδίωξη να 'είμαστε αρεστοί' ή να μας βλέπουν σαν ένα καταφύγιο υψηλής σύλληψης διεθνούς αλτρουισμού. Πρέπει να σταματήσουμε να θεωρούμε τους εαυτούς μας σαν υπερασπιστές των αδελφών μας και να αποφεύγουμε να προσφέρουμε ηθικές και ιδεολογικές συμβουλές. Πρέπει να πάψουμε να μιλάμε για αόριστους – και για την Άπω Ανατολή – εξωπραγματικούς στόχους όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, την άνοδο του βιοτικού επιπέδου και την δημοκρατία. Δεν απέχει πολύ η ημέρα που θα χρειαστεί να μεταχειριστούμε έννοιες καθαρής ισχύος. Όσο λιγότερο θα έχουμε καθυστερήσει με ιδεαλιστικά συνθήματα, τόσο το καλύτερο.

Ενώ θα ήταν αδύνατον για τις ΗΠΑ να συνεχίσουν να μονοπωλούν το μισό του παγκόσμιου πλούτου από τότε που η Ευρώπη, η Ιαπωνία, η Κίνα και η ΕΣΣΔ, αναπόφευκτα κάποτε σηκώθηκαν στα πόδια τους μετά τον Β ΠΠ, οι ΗΠΑ, παρ' όλα αυτά, κατάφεραν μια σπουδαία δουλειά ελέγχοντας ένα αδικαιολόγητα και δυσανάλογα μεγάλο κομμάτι των παγκόσμιων πόρων.

Έτσι, αυτή τη στιγμή, οι ΗΠΑ έχουν περίπου το 5% του παγκόσμιου πληθυσμού και καταναλώνουν  περίπου το 25% των πόρων του. Ένα άρθρο του Scientific American, αναφερόμενο στον Dave Tilford του Sierra Club, εξηγεί ότι,

“με λιγότερο από το 5 τοις εκατό του παγκόσμιου πληθυσμού, οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν το ένα τρίτο του παγκόσμιου χαρτιού, το ένα τέταρτο του πετρελαίου, 23 τοις εκατό του άνθρακα, 27 τοις εκατό του αλουμινίου και 19 τοις εκατό του χαλκού... Η κατά κεφαλή χρήση ενέργειας, μετάλλων, ορυκτών, δασικών προϊόντων, ψαριών, κρέατος και ακόμα και γλυκού νερού κάνει τα αντίστοιχα ποσοστά των αναπτυσσόμενων χωρών να φαίνονται σαν νάνοι” [3].

Ο μόνος τρόπος με τον οποίο οι ΗΠΑ πέτυχαν αυτό το εντυπωσιακό, αν και ηθικά επιλήψιμο, κατόρθωμα, ήταν υπονομεύοντας, πολλές φορές μοιραία, την ικανότητα των ανεξάρτητων κρατών να υπάρχουν, να υπερασπίζονται τον εαυτό τους και να προστατεύουν τους πόρους τους από την ξένη λεηλασία. Είναι γι' αυτό που οι ΗΠΑ συμμάχησαν με τις πιο απαράδεκτες δυνάμεις στον κόσμο καταστρέφοντας ανεξάρτητα κράτη ανά την υφήλιο.

Για να αναφέρουμε κάποια παραδείγματα, από το 1966, οι ΗΠΑ υποστήριξαν τις δυνάμεις της Ρουάντα και της Ουγκάντα ώστε να εισβάλλουν στην Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, καθιστώντας την χώρα αυτή ακυβέρνητη και λεηλατώντας τους απίστευτους φυσικούς της πόρους. Το γεγονός ότι, κατά την διαδικασία, δολοφονήθηκαν περίπου 6 εκατομμύρια αθώοι δεν ενοχλεί, και σίγουρα δεν έκανε αίσθηση στα κύρια μέσα ενημέρωσης που σπανίως αναφέρουν την ΛΔΚ. Στην Κολομβία, οι ΗΠΑ υποστήριξαν έναν καταπιεστικό στρατό και ακροδεξιούς παραστρατιωτικούς επί δεκαετίες αποσταθεροποιώντας ολόκληρες περιοχές της Κολομβίας, και στηρίζοντας πολυεθνικές εταιρείες, ειδικά βιομηχανίες εκμετάλλευσης φυσικών πόρων, εκτοπίζοντας 7 εκατομμύρια ανθρώπους προκειμένου να αντληθούν τα μεγάλα αποθέματα πετρελαίου, άνθρακα και χρυσού της Κολομβίας.         Και πάλι, ούτε σε αυτό γίνεται αναφορά στα κύρια μέσα ενημέρωσης.

Βέβαια, στην Μέση Ανατολή, την Βόρεια Αφρική και στο Αφγανιστάν, οι ΗΠΑ συμμάχησαν με την Σαουδική Αραβία και ριζοσπαστικές Ισλαμιστικές δυνάμεις – δυνάμεις που οι ίδιες οι ΗΠΑ έχουν χαρακτηρίσει “τρομοκρατικές” - προκειμένου να υπονομεύσουν και να καταστρέψουν κοσμικά κράτη.

Από την δεκαετία του 1970, οι ΗΠΑ άρχισαν να υποστηρίζουν τους μουτζαχεντίν στην επίθεση κατά του κοσμικού, μαρξιστικού κράτους του Αφγανιστάν με σκοπό να καταστρέψουν το κράτος και παράλληλα να αποδυναμώσουν βαριά το Σοβιετικό κράτος, σύμφωνα με τα λόγια του Zbigniew Brzezinski, “παρασύροντας τους Ρώσους στην αφγανική παγίδα... και δίνοντας στην ΕΣΣΔ τον δικό της πόλεμο του Βιετνάμ”. Το Αφγανιστάν ίσως δεν καταφέρει ποτέ να συνέλθει από την καταστροφή που προκλήθηκε από εκείνη την μοιραία απόφαση των ΗΠΑ καθώς και από την συνακόλουθη επέμβαση που σήμερα βρίσκεται στον 15ο χρόνο της. Όπως καλά ξέρουμε, ούτε και η ΕΣΣΔ συνήλθε ποτέ, και οι ΗΠΑ προσπαθεί με το μεγαλείο της τώρα να αποτρέψει την διάδοχο της ΕΣΣΔ, τωρινή Ρωσία, από το να ξαναγίνει ένας ισχυρός αντίπαλος.

Στο μεταξύ, στην Λιβύη, οι ΗΠΑ συμμάχησαν πάλι με τους τζιχαντιστές το 2011 στην ανατροπή και την καταστροφή ενός κράτους το οποίο χρησιμοποιούσε τον πετρελαϊκό του πλούτο για να εγγυηθεί στον λαό του το ανώτερο βιοτικό επίπεδο όλης της Αφρικής ενώ παράλληλα υποστήριζε τους αγώνες ανεξαρτησίας ανά τον κόσμο. Με τον τρόπο αυτό η Λιβύη, που, υπό τον Qaddafi, έτυχε να είναι ένας από τους πιο ένθερμους εχθρούς της Al-Qaeda στον κόσμο, παρουσίαζε μια διπλή απειλή για τις εξωτερικές πολιτικές επιδιώξεις των ΗΠΑ. Μετά την επέμβαση, η σημερινή Λιβύη είναι ένα αποτυχημένο κράτος (failed state) με λίγες προοπτικές να καταστεί ικανή να εξασφαλίσει τους πετρελαϊκούς της πόρους και πάλι για τον λαό της, πόσο μάλλον για κάθε άλλο λαό του Τρίτου Κόσμου. Αποστολή εξετελέσθη!

Επιπρόσθετα, όπως μαθαίνουμε από τον Seymour Hersh, ήδη, από το 2007, οι ΗΠΑ άρχισαν την προσπάθεια για την αποδυνάμωση του Ιράν και της Συρίας υποστηρίζοντας τις εξτρεμιστικές ομάδες σουνιτών ώστε να ανατρέψουν αυτές τις χώρες [4]. Όπως εξηγεί ο  Hersh:

Για την υπονόμευση του Ιράν, το οποίο είναι κυρίαρχα μια σιιτική χώρα, η κυβέρνηση Bush αποφάσισε να αναδιατάξει τις προτεραιότητες της για την Μέση Ανατολή. Στον Λίβανο, η κυβέρνηση των ΗΠΑ συνεργάστηκε με την κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας, που είναι σουνιτική, σε κρυφές επιχειρήσεις που στόχευαν στην αποδυνάμωση της Hezbollah, της σιιτικής οργάνωσης που στηρίζεται από το Ιράν. Οι ΗΠΑ  πήραν επίσης μέρος σε κρυφές επιχειρήσεις εναντίον του Ιράν και της συμμάχου του Συρίας. Ένα υποπροϊόν αυτών των δραστηριοτήτων ήταν η υποστήριξη σουνιτικών εξτρεμιστικών ομάδων που ασπάζονται μια ακραία αντίληψη του Ισλάμ και είναι εχθρικές προς τις ΗΠΑ και φιλικές προς την Al Qaeda.

Μια αντιφατική άποψη αυτής της νέας στρατηγικής είναι ότι στο Ιράκ, το μεγαλύτερο μέρος της ένοπλης βίας εναντίον των Αμερικανών στρατιωτικών προέρχεται από σουνιτικές δυνάμεις και όχι από σιιτικές.

Οι ΗΠΑ συνεχίζουν να παρεμβαίνουν στην Συρία με τρόπο που εμποδίζει το Συριακό κράτος να πετύχει μια αποφασιστική νίκη εναντίον των διαφόρων ομάδων τις οποίες μάχεται – μερικές από τις οποίες οι ίδιες οι ΗΠΑ θεωρούν τρομοκρατικές – ενώ παράλληλα στοχοποιούν μερικές από αυτές τις ομάδες. Πράγματι, όπως μαθαίνουμε, η CIA και το Πεντάγωνο υποστηρίζουν αντίθετες ομάδες που μάχονται μεταξύ τους! [5]. Το αποτέλεσμα είναι ένας πόλεμος που σέρνεται και που κινδυνεύει να αφήσει την Συρία στο χάος και στα ερείπια στο ορατό μέλλον.

Αυτή δείχνει να είναι μια παράφρων τακτική από πλευράς ΗΠΑ, και πράγματι είναι, όμως υπάρχει μέθοδος στην τρέλα. Οι ΗΠΑ φαίνονται να σκορπίζουν ηθελημένα το χάος σε διάφορες στρατηγικές περιοχές του κόσμου. Με τον τρόπο αυτό παύουν να υπάρχουν ανεξάρτητα κράτη σε θέση να υπερασπιστούν τους πόρους τους, ειδικά το πετρέλαιο, από την Δυτική εκμετάλλευση. Και ο στόχος αυτός στέφεται από μεγάλη επιτυχία, ενώ παράλληλα πλουτίζει το μεγαθήριο του στρατιωτικού και βιομηχανικού συμπλέγματος.

Ο Jose Marti κάποτε είπε, “υπάρχουν δυο ειδών άνθρωποι στον κόσμο: εκείνοι που αγαπούν και δημιουργούν, και εκείνοι που μισούν και καταστρέφουν”. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ΗΠΑ απέδειξαν ότι ανήκουν στο δεύτερο είδος. Πράγματι, η ίδια η φύση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής είναι η καταστροφή. Με δεδομένο αυτό, είναι, στην καλύτερη των περιπτώσεων, ανόητο και αφελές, για ανθρώπους οποιουδήποτε πολιτικού πιστεύω, αλλά ιδιαίτερα για όσους αυτοαποκαλούνται αριστεροί, να θεωρούν ότι οι ΗΠΑ ενεργούν για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για την δημοκρατία ή για παρόμοια μεγαλόπνοα ιδανικά, όταν παρεμβαίνουν στρατιωτικά στο εξωτερικό.

Υπάρχει συνεπώς μόνο ένας σωστός στόχος για τους ανθρώπους καλής θέλησης – να αντιταχθούν στην αμερικανική επέμβαση με όλη τη δύναμη του είναι τους.

(1) Ο Daniel Kovalik διδάσκει Διεθνή Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Pittsburgh

Σημειώσεις

Πηγή: strategic-culture

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.