Και εγεννήθη το πρώτο Χρηματιστήριο «κόκκινων» δανείων στην Ελλάδα




Πάνος  Παναγιώτου

Ήταν 9 Μαρτίου του 2000 όταν ο πρωθυπουργός της Ελλάδας,  Κώστας Σημίτης, ενημέρωνε  από το Ζάππειο Μέγαρο τους Έλληνες ότι «το 2001, η δραχμή, το νόμισμά μας … μετατρέπεται σε ΕΥΡΩ … μπαίνουμε στην ΟΝΕ με το σπαθί μας. Οι κόποι, οι προσπάθειες και οι θυσίες του ελληνικού λαού «πιάσαν τόπο» … τελειώνει οριστικά η εικόνα μιας Ελλάδας μικρής και ανασφαλούς.. κάθε Έλληνας πολίτης κερδίζει από την ένταξη… σε ασφάλεια και σιγουριά για τον ίδιον, σε καλύτερες ευκαιρίες και δυνατότητες για τα παιδιά του».

Αυτά τα γεμάτα αισιοδοξία και εθνική υπερηφάνεια λόγια συνέπεσαν με το κραχ του Χρηματιστηρίου το οποίο μέχρι το 2001 είχε εξαϋλώσει  την περιουσία εκατομμυρίων Ελλήνων.
Προκειμένου να αποφευχθεί μία μεγάλη ύφεση η οποία, μεταξύ άλλων, θα αναδείκνυε την ανετοιμότητα της ελληνικής οικονομίας να εγκαταλείψει το εθνικό της νόμισμα, η ελληνική κυβέρνηση προσπάθησε να υποκαταστήσει το ελληνικό χρηματιστήριο ως ένα από τους βασικούς μοχλούς ανάπτυξης της οικονομίας με την ενίσχυση της εσωτερικής κατανάλωσης.

Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής αύξησε την πίστωση στις ελληνικές επιχειρήσεις κατά 20% και στα ελληνικά νοικοκυριά κατά 35% και χαλάρωσε τις νομισματικές συνθήκες κατά 5% μέσα σε λίγους μήνες, κάνοντας την πρόσβαση των Ελλήνων σε δανεικά κεφάλαια και ρευστότητα ευκολότερη απ’ ότι σε οποιαδήποτε στιγμή από το Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Μέσα σε λίγα χρόνια δεν υπήρχε Έλληνας χωρίς ένα ή περισσότερα δάνεια.
Σε έκθεση του για την ελληνική οικονομία το 2001 ο ΟΟΣΑ ανέφερε χαρακτηριστικά: «Η εσωτερική ζήτηση αποτέλεσε την κύρια μηχανή της δραστηριότητας, λαμβάνοντας ώθηση από τα χαμηλά ονομαστικά και πραγματικά επιτόκια, την ισχυρή καταναλωτική εμπιστοσύνη, τη μεγάλη ροή κεφαλαίων από το Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης και τις προετοιμασίες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες …  η είσοδος της Ελλάδας στο ευρώ άνοιξε το δρόμο για την αναβάθμιση του αξιόχρεου της σε Α από Α- στα τέλη του 2000 … τα επιτόκια τριμήνου μειώθηκαν κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες από τα τέλη του 1999 ..   το εταιρικό χρέος αυξήθηκε ταχύτατα από το 15% του ΑΕΠ το 1999 σε 40% σήμερα …  σε συνδυασμό με την αδυναμία του ευρώ έναντι του δολαρίου οι νομισματικές συνθήκες έχουν χαλαρώσει ουσιαστικά από τα τέλη του 1999 στηρίζοντας την οικονομική δραστηριότητα σε όλο το 2001».

Προκειμένου όμως αυτό το μοντέλο να μην οδηγήσει την οικονομία στην πτώχευση, η κυβέρνηση είχε δεσμευτεί από το 2001 στην υλοποίηση μίας σφιχτής δημοσιονομικής πολιτικής η οποία θα έπρεπε να παράγει «πλεονάσματα πάνω από το 6% του ΑΕΠ … για να φέρει το δημόσιο χρέος κάτω από το 60% του ΑΕΠ μέχρι το 2010» όπως αναφέρεται σε έκθεση του ΔΝΤ, όπου σημειώνεται η υπόσχεση της ελληνικής κυβέρνησης και για μία ριζική μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος το 2002, η οποία δεν έγινε ποτέ.

Το 2004, το υπέρογκο κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων έφερε την ελληνική οικονομία στα γόνατα ενώ στα επόμενα χρόνια η νέα ελληνική κυβέρνηση απομακρύνθηκε εντελώς από τη ρυθμιστική ατζέντα με την οποία και είχε εκλεγεί και αρκέστηκε στη διαχείριση του οικονομικού μοντέλου που κληρονόμησε απ’ την προηγούμενη.
Το αποτέλεσμα ήταν στο τέλος του 2007 η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας να είναι  η χειρότερη μεταξύ όλων των αναπτυγμένων οικονομιών του κόσμου. Την ίδια χρονιά σε έκθεση του ο ΟΟΣΑ έκανε λόγο για μία χαμένη δεκαετία για το συνταξιοδοτικό και ασφαλιστικό σύστημα τονίζοντας την επιτακτική ανάγκη για μεταρρυθμίσεις προκειμένου τα ταμεία να μπορούν να αντεπεξέλθουν στις μελλοντικές τους υποχρεώσεις.

Έτσι , η είσοδος της Ελλάδας στο ευρώ και η παραμονή της σε αυτό στηρίχτηκε σε μία πολιτική προώθησης της πίστωσης με τις κυβερνήσεις να προβάλλουν μία ειδυλλιακή εικόνα της οικονομίας και τις τράπεζες να απολαμβάνουν ασύλληπτα κέρδη προωθώντας και πουλώντας κάθε μορφής δάνεια στους πολίτες στα πλαίσια του κυβερνητικού σχεδιασμού.

Το κακόφημο, σήμερα, αλλά δημοφιλές το 2008-2009, ‘λεφτά υπάρχουν’,  του Γιώργου Παπανδρέου εξαπάτησε τους πολίτες κρύβοντας τους το μέγεθος της επικείμενης απειλής και  καθησυχάζοντας τους  αντ’ αυτού,  εμποδίζοντας τους , έτσι, να αντιληφθούν την οικονομική πραγματικότητα και να προστατευθούν προσαρμόζοντας τις καταναλωτικές τους συνθήκες και αλλάζοντας τον οικογενειακό τους προγραμματισμό ως προς την έκθεση τους σε δανεισμό και επιχειρηματικό ρίσκο.

Χιλιάδες άνθρωποι συνέχισαν να λαμβάνουν καταναλωτικά, στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια, αγνοώντας ότι σύντομα η οικονομία θα τινάζονταν στον αέρα και θα ήταν αδύνατο να εκπληρώσουν της υποχρεώσεις τους και έτσι το 2009 τα συνολικά δάνεια των τραπεζών προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις σκαρφάλωσαν στο ιστορικό ρεκόρ των 250 δις ευρώ.

Μετά το ξέσπασμα της κρίσης στα τέλη του 2009 και μέχρι το 2014, τα 87 δις ευρώ εξ αυτών, ήτοι περίπου το 40% του συνόλου των δανείων (εν έτη 2014) μετατράπηκαν σε μη εξυπηρετούμενα, από 12,5 δις ευρώ και 5% του συνόλου των δανείων το 2009. Στο διάστημα αυτό η Ελλάδα κατέγραψε τη μεγαλύτερη ύφεση διεθνώς στα τελευταία 80 και πλέον χρόνια, ενώ οι μισθοί κατέρρευσαν και η ανεργία εκτοξεύτηκε στο υψηλότερο επίπεδο μεταξύ των αναπτυγμένων κρατών του κόσμου.

Μέσα σε αυτό το εκρηκτικό κλίμα η κυβέρνηση Σαμαρά ανετράπη και ήρθε στην εξουσία η κυβέρνηση Τσίπρα με στόχο τη διαγραφή ενός μεγάλου τμήματος του ελληνικού χρέους και την εκδίωξη της Τρόικας. Ωστόσο η  διαπραγμάτευση και η διαχείριση της οικονομίας υπό τις οδηγίες του νέου υπουργού Οικονομικών οδήγησαν σε μαζική εκροή κεφαλαίων απ’ τις τράπεζες, σε επιδείνωση της οικονομίας  και τελικά στο κλείσιμο των τραπεζών, την επιβολή ελέγχων κεφαλαίων, την αποτυχία πληρωμής δόσης στο ΔΝΤ και την επιστροφή στην ύφεση. Φτάσαμε έτσι στις εκλογές του Σεπτεμβρίου και στο τρίτο, πολύ σκληρό Μνημόνιο Μαμούθ, ενώ στο μεσοδιάστημα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια εκτοξεύτηκαν στα 107 δις ευρώ επί συνόλου 212 δισ. ευρώ.

Και έτσι ενώ για τον Αλέξη Τσίπρα ως πρόεδρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης η λύση στο θέμα των κόκκινων δανείων θα ερχόταν μόνο μέσω μίας νέας «σεισάχθειας» και με την παράλληλη αποφυγή των πλειστηριασμών κατοικιών και την πώληση των δανείων σε ξένες εταιρίες για τον Αλέξη Τσίπρα ως πρωθυπουργό, για δεύτερη φορά και κάτω από πολύ δραματικότερες συνθήκες απ’ αυτές της πρώτης, σύντομης, θητείας τους, η «λύση» στο θέμα των κόκκινων δανείων είναι, πλέον, διαφορετική και αντί της νέας «σεισάχθειας» περιλαμβάνει πλειστηριασμούς κατοικιών και την πώληση των δανείων σε ξένες εταιρίες.

Πράγματι, το Δεκέμβριο του 2013 στην ομιλία του στη βουλή για τον προϋπολογισμό ο κ. Τσίπρας είχε υποστηρίξει ότι «οι πλειστηριασμοί είναι σχέδιο της τρόικας… για να μετατραπεί η Ελλάδα σε αποικία χρέους» και «ν’ αλλάξει χέρια η χώρα» τονίζοντας πως «η διενέργεια πλειστηριασμών ακόμα και με την πρόφαση ότι δεν αφορά το σύνολο των πολιτών αλλά μόνο τους μπαταχτσήδες θα υποτιμήσει τα ακίνητα και η αναπροσαρμογή των τιμών θα αναγκάσει τις τράπεζες να ξεπουλήσουν τα κόκκινα δάνεια στα κοράκια και θα σπεύσουν να βρουν κεφάλαια από την κατακόρυφη πτώση κεφαλαίων τους» ενώ είχε ρωτήσει την τότε κυβέρνηση «πού θα βρείτε τα λεφτά για τις τράπεζες;» προβλέποντας πως το όλο σχέδιο θα αποτύχει «και τότε θα ξυπνήσει ο εφιάλτης της Κύπρου».

Αντίθετα, στην ψηφοφορία για το δεύτερο πακέτο προαπαιτούμενων, χτες το βράδυ, ψηφίστηκε το πολυνομοσχέδιο που μεταξύ άλλων επιτρέπει και οδηγεί στη δημιουργία ενός χρηματιστηρίου δανείων.

Χρηματιστήριο δανείων ύψους 107 δισ. ευρώ
Η ιδέα μοιάζει πολύ με αυτήν που κατέθεσε πρόσφατα ο διεθνής χρηματοοικονομικός οίκος Nomura, ο οποίος πρότεινε τη δημιουργία μιας νέας δευτερογενούς αγοράς μη εξυπηρετούμενων δανείων με τη χορήγηση αδειών σε ξένες εταιρίες για την αγοραπωλησία και τη διαχείριση τους.


Πράγματι, με το νέο νομοθετικό πλαίσιο στόχος είναι να δημιουργηθεί, όντως, μία δευτερογενής αγορά στην οποία θα συμμετέχουν ξένες Εταιρίες Διαχείρισης και Μεταβίβασης Απαιτήσεων από Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια (ΕΔΑΜΕΔ και ΕΜΑΜΕΔ) που θα μπορούν να αγοράσουν «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια και να διαχειριστούν προβληματικά στεγαστικά αλλά και να συμμετάσχουν στο μετοχικό κεφάλαιο υπερδανεισμένων ελληνικών επιχειρήσεων, οι οποίες, αν δεν καταφέρουν να εξυπηρετήσουν τα δάνεια τους, θα περάσουν ολόκληρες στα χέρια των ξένων εταιριών.
Προς το παρόν η αγορά ανοίγει μόνο για τα δάνεια των μεγάλων επιχειρήσεων που απασχολούν πάνω από 250 εργαζόμενους και έχουν κύκλο εργασιών άνω των 50 εκατ. ευρώ και εκείνα που δόθηκαν χωρίς να υποθηκευτεί η πρώτη κατοικία αλλά η εξοχική κατοικία ή άλλη στέγη. Το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων των μεγάλων επιχειρήσεων εκτιμάται σε 40 δισ. ευρώ και των στεγαστικών όχι πρώτης κατοικίας υπολογίζεται σε 16 δισ. ευρώ. Τα στεγαστικά δάνεια που αφορούν πρώτη κατοικία καθώς και τα δάνεια μικρομεσαίων επιχειρήσεων και τα καταναλωτικά δε θα μπορούν να πουληθούν μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου/ Αν μέχρι τότε δεν υπάρξει ρύθμιση θα μπορούν και αυτά να πουληθούν όπως και τα υπόλοιπα, ενώ αν υπάρξει ρύθμιση τότε αυτή θα καθορίζει και κάτω από ποιες προϋποθέσεις θα πουληθούν.

Ποια δάνεια θα «διαπραγματεύονται»

Με βάση το νόμο που ψηφίστηκε χτες το βράδυ, στο νέο χρηματιστήριο δανείων θα μπορούν να πουληθούν άμεσα τα στεγαστικά δάνεια για εξοχικές ή δεύτερες κατοικίες και όλες οι επιχειρήσεις που δεν θεωρούνται «μικρομεσαίες». Μετά τις 15 Φεβρουαρίου αναμένεται να προστεθούν περισσότερες κατηγορίες δανείων.


Σύμφωνα με τις διατάξεις του νομοσχεδίου οι δανειολήπτες και οι εγγυητές θα ειδοποιούνται εντός 12 μηνών πριν την μεταβίβαση με εξώδικη πρόσκληση να προχωρήσουν σε διακανονισμό ενώ μετά την αγορά των δανείων του από ξένες εταιρίες, αυτές θα υποχρεούνται να κάνουν προτάσεις διευθέτησης των ληξιπρόθεσμων δανείων σύμφωνα με όσα ορίζει ο Κώδικας Δεοντολογίας και ο νόμος Κατσέλη που προστατεύει τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Αν δεν επιτευχθεί διευθέτηση, ωστόσο, θα μπορούν να κινηθούν δικαστικά εναντίων των δανειοληπτών ενώ εξ αρχής θα μπορούν να ζητούν από τις τράπεζες άρση του τραπεζικού απορρήτου των οφειλετών.

Εποπτεία της νέας αγοράς δανείων

Η νέα αγορά θα εποπτεύεται από την Τράπεζα της Ελλάδας. Με το νομοσχέδιο καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις αδειοδότησης, λειτουργίας και δραστηριοποίησης των ΕΔΑΜΕΔ και ΕΜΑΔΕΔ οι οποίες θα πρέπει να έχουν ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο 100.000 ευρώ, υποκατάστημα στην Ελλάδα και να λαμβάνουν ειδική άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδας προκειμένου να ξεκινήσουν τη δραστηριότητά τους.


Άπαξ και πουληθούν τα δάνεια θα μπορούν να μεταπωληθούν.

Σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στο νομοσχέδιο, οι τράπεζες θα μπορούν να αναθέτουν τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων στις ΕΔΑΜΕΔ και να πωλούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε ΕΜΑΜΕΔ. Άπαξ και πουληθεί ένα δάνειο σε μία ΕΜΑΜΕΔ, αυτή θα έχει το δικαίωμα να το μεταπωλήσει σε τράπεζες και άλλες παρόμοιες με εκείνη εταιρίες.


Σε ποιες τιμές θα διαπραγματεύονται τα δάνεια

Οι τιμές πώλησης για τα καταναλωτικά δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις υπολογίζονται στα 4-5 σεντς του ευρώ για να έχει απόδοση, ενώ για τα δάνεια με μεγάλες υποθήκες οι τιμές μπορούν να φτάσουν τα 20-40 σεντς ανάλογα με τις εμπράγματες εγγυήσεις και τις προβλέψεις που έχουν σχηματίσει.


Ποιες τράπεζες θα μπορούν να πουλούν δάνεια
Παρά τη νέα νομοθεσία δεν είναι απαραίτητο ότι όλες οι τράπεζες θα μπορέσουν να την εκμεταλλευτούν πουλώντας μη εξυπηρετούμενα δάνεια χωρίς να βρεθούν κάτω από τα επιτρεπόμενα όρια κεφαλαίων και έτσι το πιθανότερο είναι στις πρώτες τράπεζες που θα προβούν σε πωλήσεις δανείων να βρίσκονται η Alpha και η Πειραιώς που έχουν τους υψηλότερους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας στην Ελλάδα.


Πού αλλού έχει υπάρξει ανάλογη αγορά διαπραγμάτευσης δανείων

Ανάλογη αγορά διαπραγμάτευσης δανείων υπάρχει στην Ιρλανδία και την Ισπανία ενώ δάνεια έχουν πουληθεί και σε χώρες της ανατολικής Ευρώπης όπως η Ρουμανία, η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Τσεχία.


Τι συνέβη με τα στεγαστικά δάνεια σε άλλες χώρες
Η εφαρμογή της νομοθεσίας περί πωλήσεων δανείων σε συνδυασμό με τη δυνατότητα πλειστηριασμού πρώτης κατοικίας οδήγησε σε αύξηση ρεκόρ των εξώσεων και κατασχέσεων σε άλλες χώρες. Στην Ισπανία το 2014 καταγράφηκαν 98 εξώσεις την ημέρα ενώ στην Ιρλανδία χρησιμοποιήθηκε καταχρηστικά η αιτιολογία του «μη συνεργαζόμενου δανειολήπτη» με αποτέλεσμα την παραπομπή στο δικαστήριο της συντριπτικής πλειοψηφίας των μη εξυπηρετούμενων δανείων.


Ποιες είναι οι βασικές υποψήφιες εταιρίες για την αγορά των δανείων

Μεταξύ των υποψηφίων εταιριών για αγορά δανείων από τις ελληνικές τράπεζες είναι οι εταιρίες Deutsche Bank, Apollo Capital, Lone Star (κατοικίες και πάσης φύσεως ακίνητα), οι Cerberus Capital Management, Oaktree Capital, Blackstone, Kohlberg Kravis Roberts & Co (KKR), York Capital, Marathon Asset Management, Capital Management και Fortress (επιχειρηματικά δάνεια).


Είναι η νέα νομοθεσία η λύση στο πρόβλημα των κόκκινων δανείων;

Με απλά λόγια «όχι». Τουλάχιστον αυτό φάνηκε στην Ιρλανδία και την Ισπανία όπου ο αριθμός των μη εξυπηρετούμενων δανείων εξακολουθεί να αυξάνεται.


Εξασφαλίζεται ότι οι τράπεζες θα αποφύγουν νέα ανακεφαλαιοποίηση;

Και πάλι «όχι». Ο μόνος τρόπος για να συμβεί αυτό είναι μέσω της ουσιαστικής ανάπτυξης της οικονομίας, της μείωσης της ανεργίας και της αύξησης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ στη χώρα. Οτιδήποτε άλλο θα αποτελεί πάντα ημίμετρο που αν δε συνδυαστεί με τα παραπάνω θα είναι καταδικασμένο να αποτύχει.


Τελικά είναι μία καλή ή κακή ρύθμιση;

Είναι μία ρύθμιση με μεγάλα κοινωνικά ρίσκα και αμφίβολα οικονομικά αποτελέσματα στην οποία η χώρα και δη η κυβέρνηση έφτασαν από έσχατη ανάγκη εξαιτίας της αποτυχίας όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων ετών, συμπεριλαμβανομένης της τρέχουσας, να αντιμετωπίσουν την κρίση και να βάλουν την Ελλάδα σε ουσιαστική και βιώσιμη αναπτυξιακή τροχιά. Σε κάθε περίπτωση όπως και να το δει κανείς δεν είναι κάτι για το οποίο οποιαδήποτε χώρα θα ήταν χαρούμενη η περήφανη.


 ΠΗΓΗ:analitis

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.