Οι Άρπυιες


του Νίκου Καραβέλου Δικηγόρου – Συγγραφέα. 
   

«Οι δ’οφείλοντες απαιτούμενοι δασμολογούμενοι δουλεύοντες υπαργυρεύοντες ανέχονται, καρτερούσιν, ως ο 
Φινεύς, Αρπυίας τινάς υποπτέρους βόσκοντες, αι φέρουσιν την τροφήν και διαρπάζουσιν …» (αποδ. Οι οφειλέτες, όμως, είναι αναγκασμένοι να ανέχονται τέσσερα πράγματα, την απαίτηση πληρωμών, την επιβολή δασμών (δηλ. φόρων), τη μετατροπή τους σε δούλους, την οικονομική τους εξαπάτηση, και σαν τον μυθικό Φινέα να τρέφουν τις φτερωτές Άρπυιες που έρχονται και του αρπάζουν την τροφή / Πλούταρχος «Περί του μη δειν δανείζεσθαι»).
 
Είναι γνωστό ότι οι Άρπυιες ήταν κόρες του Θαύμαντος και της θαλάσσιας νύμφης Ηλέκτρας. Ήταν τερατόμορφες υπάρξεις με τη μορφή πουλιών και με κεφάλια γυναικών. Συνήθως αναφέρονται τρεις από αυτές, η Αελλώ, η Ωκυπέτη και η Κελαινώ. Ήταν στην υπηρεσία του Άδη και άρπαζαν (εξ ου και η ονομασία τους) τις ψυχές των ανθρώπων και γι’ αυτό τις απεικόνιζαν πάνω σε τάφους να κρατούν στα νύχια τους την ψυχή του νεκρού. Κατά τη μυθολογία, οι Άρπυιες εκτελώντας εντολή του Δία άρπαζαν την τροφή από τον Φινέα έτσι ώστε να μην μπορεί ποτέ να χορτάσει την πείνα του. Απ’ αυτό το...
μαρτύριο τον απάλλαξαν οι Αργοναύτες, περνώντας από τον τόπο του μαρτυρίου του.
 
Είναι, επίσης, γνωστό, όχι μόνο από τη μυθολογία, αλλά και από την ιστορία των λαών που έχουν υποστεί και υφίστανται την καταστροφική επιθετικότητα των καπιταλιστών, ότι οι Άρπυιες συνήθως εμφανίζονται ως τριάδες. 
Κατά την κατάρτιση του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου, με βάση το οποίο ξεκίνησε η «απελευθέρωση» της Ελλάδας από τους Οθωμανούς, Άρπυιες ήταν οι απεσταλμένοι της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας.
 Και αργότερα, όταν η Ελλάδα έμπαινε υπό διεθνείς οικονομικούς ελέγχους, ήταν πάλι οι Άρπυιες, κατά τρεις, για λογαριασμό του Άδη. 
Κι έτσι, η Αελλώ, η Ωκυπέτη και η Κελαινώ, έκτοτε και μέχρι σήμερα (πότε με τη μορφή ενός Τόμσεν, ενός Γιούνκερ ή κάποιας Βρωμυλέσκου), τρώνε τις σάρκες των λαών και των πατρίδων.
 
Μη φοβόμαστε τις λέξεις. 

Πατρίδα είναι ο πατέρας, η μάνα, τα αδέλφια, οι φίλοι , η παιδική μας ηλικία, οι πρώτοι κι οι έσχατοι  έρωτες, τα έμψυχα και τα άψυχα, που μας γυρίζουν από τη γέννα μέχρι τον θάνατο. 

Πατρίδα η κούνια κι ο τάφος μας. Οι παραδόσεις, τα ιερά, οι εκκλησιές στο βουνό και στο ακροθαλάσσι κι ο παπάς του χωριού μας. Πατρίδα κι ό,τι ξεχάσαμε και περισσεύει στη λογική μας.

 Ό,τι θα υπάρχει ερήμην μας, που γι’ αυτό αξίζει να ζούμε και ας μην το χαιρόμαστε, και να πεθαίνουμε υπερασπίζοντάς το.

Να ταξιδέψουμε ανάμεσα στις λέξεις και τις έννοιες. 

Κάπου ανάμεσα στα παιδικά μας χρόνια και στα χρόνια που θα’ ρθουν χωρίς εμάς, στη μνήμη και τη λήθη μας. Εκεί, ανάμεσα στο ανυπόκριτο γέλιο των παιδιών, στο άγουρο βλέμμα τους, που απαιτεί να προστατεύουμε όλα τούτα.
 
Πρέπει να κυνηγήσουμε τις Άρπυιες έξω απ’ τα σπίτια μας, έξω απ’ τα σύνορα της πατρίδας μας, έξω απ’ τα σύνορα των πατρίδων όλου του κόσμου. Να μη φιλιωθούμε ποτέ με την «ιδέα» της υποταγής. 
Να μη συνηθίσουμε, να μη χαυνωθούμε, ξέροντας ότι ο μεγαλύτερος, ο πιο επικίνδυνος φόβος δεν είναι άλλος από τον φόβο του φόβου μας. Γιατί κανείς δε μπορεί να σου κάνει τίποτα, αν πρώτα εσύ δεν είσαι έτοιμος να το πάθεις.
 
Να μη δεχθούμε να γίνουμε ανδράποδα. Ναρκομανείς εξαρτημένοι από μηχανήματα ανάληψης μετρητών. Με ξύλα, με πελέκια πρέπει να διώξουμε τις Άρπυιες, εμείς, καθώς δεν υπάρχουν πια Αργοναύτες.
 
Όμως, ο πρωθυπουργός, που τόσες ελπίδες στηρίχτηκαν επάνω του, είπε τούτο : «(…) γνώριζα ότι (…) εάν έκανα αυτό που ήθελε η καρδιά μου, δηλαδή να σηκωθώ, να χτυπήσω τη γροθιά στο τραπέζι και να φύγω, τότε τα υποκαταστήματα των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό θα κατέρρεαν την ίδια μέρα» (συνέντευξη στον ρ/σ «Κόκκινο»).
 
Δηλαδή, τότε για πρώτη φορά κατάλαβε ότι θα έχουν πρόβλημα οι τράπεζες; Όταν αρνήθηκε την πρώτη συμφωνία και προκήρυξε δημοψήφισμα, δεν ήξερε τις παραπάνω «τραπεζικές συνέπειες»; Δεν γνώριζε ότι οι Άρπυιες θα επιτεθούν; Πώς προετοίμασε την άμυνα; Εκτός κι αν αποφεύγει να πει ότι για τούτη την επίθεση δεν σχεδίασε  άμυνα!
 
Καταφανώς κοροϊδεύει ή έστω φοβάται. Σε κάθε περίπτωση και τα δύο  «το ίδιο έβλαψαν τη Συρία».
 
Ανεξαρτήτως προθέσεων, ο ιστορικός του άμεσου μέλλοντος είναι βέβαιο ότι δε θα του χαριστεί. 

Θα μείνει στην ιστορία, αν δεν αντισταθεί έστω και τώρα, ως ο πολιτικός που ενταφίασε και τις έσχατες ελπίδες του λαού μας, κάνοντας, μάλιστα, χρήση «αριστερής» υποκρισίας.
 
Δε γνωρίζουμε τι θα πράξει ο κ. Τσίπρας. Φοβόμαστε ότι θα υποταγεί και θα απαιτήσει να αναγνωριστεί η υποταγή του ως «επαναστατικός ρεαλισμός».
 
Σ’ αυτά τα χρόνια, που έτυχε να ζούμε, μέσα σε τούτη τη βαριά καταιγίδα που μας έλαχε, ας θυμόμαστε ότι δεν υπάρχει γενιά που να μην πάλεψε με θύελλες. 

Σε τούτο το κακό, καθώς οι πολιτικοί μας «ηγέτες» λυγίζουν, προδίδουν ή συμβιβάζονται, όσοι αισθανόμαστε πολίτες και νιώθουμε μέσα μας αξιοπρέπεια, ας αγγίξουμε βαθιά την ψυχή, την καρδιά και τα χέρια μας. 
Να δούμε τη ζωή, που η φύση και η μάνα μας δώρισε και οπλισμένοι με θεωρία και γνώση, ας πολεμήσουμε με κάθε μέσον τις καινούργιες Άρπυιες.
 
Να πολεμήσουμε για να νικήσουμε.
 
Για να τις διώξουμε, να τις εξορίσουμε, κατά πως λέει ο Πάβλο Νερούδα, πέρα μακριά στην ωχρή σελήνη.
 
Κι εξορισμένες εκεί, λυσσασμένες κι ανήμπορες, να βλέπουν τους καρπούς της γης να ωριμάζουν, επιτέλους, για χάρη μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.