MEDIA: Τί δεν λένε στο λαό για το χρέος και τη διαπραγμάτευση…
του Στάθη Καγιαλέ
Το χρέος είναι το «όχημα»
για την υποδούλωση μιας χώρας χωρίς πόλεμο με χρήση στρατιωτικών μέσων. Η
«συνταγή» δεν είναι καινούρια. Θέλεις να καθυποτάξεις ένα ελεύθερο λαό; Τον
βουλιάζεις στα χρέη με δανεικά και μετά έρχεσαι σαν «σωτήρας» του και τον
ξαναδανείζεις για να σου ξεπληρώνει τους τόκους και ενίοτε τα δανεικά.
Αυτοί που προσέτρεξαν να «σώσουν» την Ελλάδα με τα
μνημόνια και τα PSI, στην πραγματικότητα, δεν ενδιαφέρονται να πάρουν πίσω
τα δανεικά. Αυτό φαίνεται πρώτα –
πρώτα από το γεγονός ότι ηθελημένα δεν βλέπουν πώς το χρέος δεν είναι
«βιώσιμο». Αυτό σημαίνει πως όποια μέτρα ληφθούν, το χρέος δεν θα μπορεί ποτέ
να εξοφληθεί. Αντίθετα, το χαρακτηρίζουν ως «βιώσιμο», για να
διαιωνίσουν ένα καθεστώς επιβολής μέτρων χωρίς «ταβάνι» και χρονικό όριο. Με αυτό επιτυγχάνουν να τους
παραχωρείται εθνική ανεξαρτησία μέσω λήψης αποφάσεων που δεν λαμβάνονται από
τις κυβερνήσεις των μέχρι τότε κυρίαρχων κρατών, αλλά από «διευθυντήρια» και
κέντρα ξένων συμφερόντων. ...
Φυσικά, για τις αποφάσεις και τις πολιτικές που επιβάλλουν
αυτά τα διευθυντήρια και κέντρα ξένων συμφερόντων, δεν φέρουν καμία ευθύνη, την
οποία «αναγνωρίζουν» στις εθνικές κυβερνήσεις.
Όποιος δεν πιστεύει στα γραφόμενα, ας θυμηθεί, τί
είχε πει ο Γιωργάκης στο Καστελόριζο. Τότε που προανήγγειλε ότι θα παραχωρηθεί εθνική
ανεξαρτησία για να αντιμετωπιστεί η κρίση.
Αλλά ας θυμηθεί, επίσης, τις αλλεπάλληλες δηλώσεις
Μπαρόζο, επί κυβερνήσεων Κώστα Καραμανλή, που διαβεβαίωναν για τη «βιωσιμότητα» και «καλή πορεία»
της ελληνικής οικονομίας, παρά τις αδυναμίες και τα καμπανάκια που βγήκαν στη
φόρα με την απογραφή Αλογοσκούφη, η οποία άνοιξε το δρόμο στη διεθνή τοκογλυφία
και σύγχρονη αποικιοκρατία να οργανώσει μεθοδικά την επίθεσή της κατά της
Ελλάδας.
Η κρίση, τώρα, που επικαλούνται οι διάφοροι
«σωτήρες» που προτείνουν και μέτρα, δεν είναι τίποτε άλλο από μία «σικέ
κατάσταση», η οποία προκαλείται κατά βούληση και κατ’ επιλογή
των λεγόμενων αγορών, οι οποίες επίσης ελέγχονται από τα «διευθυντήρια» και κέντρα
ξένων συμφερόντων. Η τελική απόφαση, προκειμένου να τραβήξουν το χαλί της
κρίσης σε κάθε κράτος, εξαρτάται από το ύψος του χρέους που του έχουν
δημιουργήσει, τη δυνατότητα αποπληρωμής του και το «τάιμινγκ», που επίσης
φέρνουν στα μέτρα τους.
Στην Ελλάδα, υπεύθυνες για τη διαχείριση της
οικονομίας, δεν είναι μόνο οι εγχώριες κυβερνήσεις , που ταυτίστηκαν με τα
συμφέροντα των ξένων κέντρων, αλλά και άλλοι παράγοντες, όπως η ΕΕ.
Η ΕΕ, μέσω των νέων συνθηκών, Μάαστριχτ και Λισαβόνας, οι οποίες επέβαλαν όρους οριστικής κατεδάφισης του παραγωγικού ιστού της Ελλάδας, αποδυνάμωσαν τη χώρα, κάνοντάς την περισσότερο εξαρτημένη από το διεθνές εμπόριο, με όρους, μάλιστα, δυσμενείς σε σχέση με τον ανταγωνισμό που είχε να αντιμετωπίσει από τις ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες, αντίθετα, ενίσχυσαν την παραγωγή τους.
Η ΕΕ, μεταβλήθηκε σε μία διεθνή «αρένα», όπου τα
αδύναμα κράτη προσφέρθηκαν σταδιακά βορρά στα θηρία των ισχυρών οικονομιών της
Ευρώπης. Οι πολιτικές του ανταγωνισμού λειτούργησαν για να
«ποινικοποιήσουν» τις κρατικές ενισχύσεις σε επιχειρηματικές οντότητες του
Δημόσιου τομέα σε βάρος των οποίων ενίσχυσαν ιδιωτικά μονοπώλια.
Η Ελλάδα, χωρίς παραγωγικό ιστό και δικά της έσοδα,
δεν μπορεί να εφαρμόσει καμία αναπτυξιακή πολιτική. Τα μνημόνια δεν μπορούν να ενισχύσουν την
ανάπτυξη, γιατί ο προορισμός και η αποστολή τους είναι να «αναχρηματοδοτήσουν»
τα δάνεια και το χρέος, σωρεύοντας νέα χρέη στις επόμενες γενιές. Ακόμα και
αυτά τα έσοδα που θα προκύπτουν από έμμεσους ή άμεσους φόρους, δεν θα μπορούν
να διοχετευθούν στην χρηματοδότηση της ανάπτυξης, που δεν θα έρθει, με όλους
αυτούς τους περιοριστικούς όρους που περιέχουν μνημόνια και δανειακές
συμβάσεις.
Η διαπραγμάτευση, όσο και αν στοχεύει σε καλυτέρευση των όρων δανεισμού –
αποπληρωμής και παράλληλα στην ελάφρυνση των βαρών για τους πολίτες, δεν παύει να παρατείνει την κατάσταση κηδεμονίας, στην
οποία βρίσκεται η χώρα.
Το ξαναλέμε: Οι δανειστές δεν ενδιαφέρονται να
πάρουν πίσω τα δανεικά. Μέσω των δανεικών, επιδιώκουν να φέρουν τη χώρα σε
κατάσταση που κάθε μέρα η επιρροή τους θα γίνεται μεγαλύτερη και μέσω
ιδιωτικοποιήσεων (μπιρ παρά), να κάνουν «επενδύσεις» χαμηλού κόστους και υψηλών
αποδόσεων, σπρώχνοντας σε μεγαλύτερη φτώχεια και εξαθλίωση το λαό μέσα από
εξαντλητική φορολογία στο κυνήγι πρωτογενών πλεονασμάτων, ώστε πέρα από τον
επιούσιο, να μην έχει ούτε χρόνο, ούτε τη δύναμη να σκεφτεί τίποτε άλλο και
περισσότερο την ανάκτηση της ανεξαρτησίας του.
ΥΓ: Και αυτά τα πρωτογενή πλεονάσματα έχουν όρια και οροφή, αφού η επίτευξή τους είναι άμεσα συνδεδεμένη με
τη φοροδοτική ικανότητα των πολιτών, οι οποίοι έχουν ξεπεράσει τα όριά τους.
Ο Στάθης Καγιαλές, είοναι δημοσιογράφος, Δρ. σε θέματα
ΕΕ-Κοινοτικού Δικαίου
ΠΗΓΗ: journalist
Δεν υπάρχουν σχόλια: