Από τη μαζικοδημοκρατία στη μεταδημοκρατία
Γράφει ο Κώστας Μελάς
Είναι γνωστό ότι η φιλελεύθερη κοινοβουλευτική (μαζικο)δημοκρατία, όπως έχει καθιερωθεί να ονομάζεται, αποτέλεσε το διάδοχο σχήμα του αστικού αυταρχικού φιλελευθερισμού του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα. Επικράτησε στις χώρες της Δύσης κυρίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έχοντας ως βασικά χαρακτηριστικά
Ακολουθήστε μας στο Facebook Τελευταία Έξοδος
- Την παραχώρηση του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στο σύνολο του πληθυσμού στο όνομα της λαϊκής παράδοσης, δηλαδή της ισότητας και της ισονομίας.
- Την κατοχύρωση όλων εκείνων των φιλελεύθερων δικαιωμάτων και ελευθεριών που ως σώμα αποτέλεσε τον δικαιϊκό πολιτισμό των χωρών της Δύσης.
- Την παράλληλη δημιουργία του κοινωνικού κράτους, του δημόσιου νοικοκυριού, θέτοντας τις προϋποθέσεις για την άμβλυνση και τον περιορισμό των οικονομικών ανισοτήτων που εκ προοιμίου και εγγενώς ενυπάρχουν στις φιλελεύθερες οικονομίες. Η όλη προσπάθεια εντάχθηκε στο γενικότερο πλαίσιο πρόσδοσης ουσιαστικού περιεχομένου στη νομοτυπική έννοια της ισότητας.
Η αστική νεωτερικότητα νοηματοδότησε την έννοια της ισονομίας και της ελευθερίας, η πραγμάτωση των οποίων επιχειρήθηκε στο πλαίσιο της μεταπολεμικής φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Αποφασιστικό ρόλο έπαιξαν οι πιέσεις των εργαζομένων μαζών που εισήλθαν με δύναμη στον ρου της ιστορίας. Οι δύο αυτοί βασικοί πυλώνες της φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας (ισονομία και ελευθερία) υπέστησαν σοβαρότατους κλυδωνισμούς κατά τη διεργασία της παγκοσμιοποίησης. Το αποτέλεσμα είναι σήμερα να έχουν καταρρεύσει σε μεγάλο βαθμό. Η φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει μεταλλαχθεί σε μεταδημοκρατία.
Συγκεκριμένα, ισχυρίζομαι ότι η υποχώρηση της συλλογικής ρύθμισης και η άρνηση του ελέγχου της αγοράς, η κατάργηση του δημόσιου νοικοκυριού ως φορέα εξισορρόπησης των ανισοτήτων, η ιδιωτικοποίηση των πάντων, η ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων και εμπορευμάτων, αλλά όχι ανθρώπινου δυναμικού, η επικράτηση «ουδέτερων εκσυγχρονιστικών» μηχανισμών και ιδεολογιών, η απίστευτη διόγκωση της χρηματιστηριακής σφαίρας και ο υπερκαταναλωτισμός των οικονομικών ελίτ, έχουν προκαλέσει σοβαρότατες αλλαγές στις υλικές συνθήκες παραγωγής και κατανομής του πλούτου.
Οι υπάρχουσες ανισότητες έχουν οξυνθεί στο έπακρον, έτσι ώστε ο πυλώνας της ισότητας και της ισονομίας ουσιαστικά να μην υφίσταται πλέον. Αυτό σημαίνει ουσιαστική εγκατάλειψη του αιτήματος της ισότητας, παρότι στα λόγια η ισότητα αναφέρεται συνεχώς ως ζητούμενο. Το γεγονός αυτό αποτελεί τη γενεσιουργό αιτία του φαινομένου του λαϊκισμού, το οποίο κυριαρχεί σε ολόκληρη την αναπτυγμένη Δύση και όχι μόνο.
Η αντιτρομοκρατία και οι ελευθερίες
Παράλληλα, η αναγωγή του πολέμου κατά της τρομοκρατίας σε κυρίαρχο πολιτικό δόγμα σιγά-σιγά υποσκάπτει –αν δεν έχει ήδη ολοκληρώσει το έργο του– τον δεύτερο πυλώνα, τα δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες. Το πρόβλημα της τρομοκρατίας είναι προφανώς πραγματικό και οξύ, αλλά οι λύσεις που δίνονται δεν προστατεύουν τις ελευθερίες των πολιτών. Ας θυμηθούμε απλά τη ρήση του Βενιαμίν Φραγκλίνου: Όσοι θυσιάζουν στοιχειώδεις ελευθερίες για λίγη ασφάλεια, δεν αξίζουν ούτε ελευθερία ούτε ασφάλεια.
Όπως η σκληρή πραγματικότητα δείχνει, απειλούνται όχι μόνο ο δημοκρατικός έλεγχος των κυβερνήσεων, αλλά και το ίδιο το κράτος δικαίου, η διάκριση των εξουσιών, η ελευθερία της έκφρασης, τα αστικά δικαιώματα, το απόρρητο του ιδιωτικού βίου, της αλληλογραφίας και γενικά ό,τι κατοχυρώνει τις ανθρώπινες ελευθερίες. Επιπλέον, η ελευθερία δεν απειλείται μόνο από τα ολοκληρωτικά, ή τα αυταρχικά καθεστώτα.
Απειλείται με πιο ύπουλο και ίσως πιο επικίνδυνο τρόπο από την εξαφάνιση της κριτικής και της σύγκρουσης, από την εξάπλωση της αμνησίας και της ασημαντότητας, από την αυξανόμενη ανικανότητα αμφισβήτησης της παρούσας κατάστασης και των υπαρχόντων θεσμών. Καθαρά πολιτικών θεσμών, αλλά και κοσμοθεωρητικών, δηλαδή θεσμών που αφορούν τη θεσμισμένη παράσταση του κόσμου και της ζωής.
Η φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία από κατ’ αρχάς κοινοβουλευτική μετατρέπεται σε κυβερνητική, με βασικά της χαρακτηριστικά την επικράτηση της ολιγαρχίας και του δεσποτισμού. Οι εξελίξεις αυτές καθιστούν, ουσιαστικά, άνευ νοήματος και τη διαδικασία του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι, αλλά και την πολιτική ως πρακτική γενικότερα.
Ολιγαρχία και δεσποτισμός
Ο προεκλογικός αγώνας είναι ένα πλήρως ελεγχόμενο θέαμα. Ενορχηστρώνεται από ανταγωνιστικές ως προς την αποκομιδή κέρδους επαγγελματικών ομάδων ειδικευμένων στις τεχνικές της πειθούς. Και επικεντρώνεται σε μικρό αριθμό θεμάτων που οι ομάδες αυτές επιλέγουν και επιβάλλουν στη λεγόμενη κοινή γνώμη. Οι βουλευτές αδυνατούν εκ των πραγμάτων να εξυπηρετήσουν τους ψηφοφόρους τους, δεδομένου ότι οι πραγματικές πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονται μέσα από τη «διαπλοκή» κυβερνήσεων και μεγάλων συμφερόντων. Για να αποκτήσουν κάποιο ρόλο υποκύπτουν με τη σειρά τους στους ολιγάρχες του πλούτου.
Υποτάσσονται μετατρέποντας την πολιτική σε ελεγχόμενο θέαμα, σε θέατρο σκιών μέσα από τους δείκτες των τηλεοράσεων. Παραχωρούν το προνόμιο «του καθορισμού των ερωτήσεων» άρα και της επιλογής των θεμάτων στους τηλεπαρουσιαστές-δημοσιογράφους. Γίνονται υποχείρια εκτός των πάσης φύσεως επιχειρηματιών και των αντίστοιχων ιδιοκτητών των ΜΜΕ.
Δεν είμαι μακριά από την πραγματικότητα εάν υποστηρίξω ότι το Κοινοβούλιο έχει υποστεί διάβρωση από τη διαφθορά και τη διαπλοκή. Εκεί δεν αντιπροσωπεύεται ο λαός, αλλά το κράτος. Η νομοθετική και η εκτελεστική εξουσία έχουν συγχωνευθεί και η Βουλή λειτουργεί ως διαβιβαστικός ιμάντας μεταξύ ολιγαρχίας και λαού. Παράλληλα, τα κόμματα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας έχουν αποκτήσει ολιγαρχικές δομές. Η δημοσιότητα και ο δημόσιος διάλογος έχουν δώσει τη θέση τους σε μια «αντιπροσώπευση» που δεν αναπαράγει την πραγματικότητα του θεμελιώδους κοινωνικού ανταγωνισμού, αλλά τον καταστέλλει και τον απωθεί.
Επομένως, καμία ορθολογική διαβούλευση δεν μπορεί να εκφράσει την πραγματική κοινωνική σύγκρουση. Η σύγκρουση παραμένει καλυμμένη και δεν βγαίνει ποτέ στην επιφάνεια. Το Κοινοβούλιο έχει απολύτως παρακμάσει. Έχει καταλήξει να είναι τόπος υπόγειων συναλλαγών και τόπος αντιδημοκρατικών συμφωνιών ισχυρών κοινωνικών συμφερόντων.
Δεν υπάρχουν σχόλια: