Στην Τσινετσιτά με τον maestro Φεντερίκο Φελίνι



 Γράφει η Φανή Πετραλιά

«Ο Φελίνι είναι μεγαλύτερος από τον κινηματογράφο»
Μάρτιν Σκορσέζε

Απανταχού θαυμαστές του Φεντερίκο Φελίνι τιμούν φέτος τα εκατό χρόνια από τη γέννησή του. Στη «Μonde Diplomatique», ο Μάρτιν Σκορσέζε, του αφιερώνει πρωτοσέλιδο άρθρο που συνεχίζεται σε δύο ολόκληρες σελίδες της εφημερίδας, με τον τίτλο «Ο Φελίνι είναι μεγαλύτερος από τον κινηματογράφο».

Και στην Αθήνα η Ταινιοθήκη της Ελλάδος σε συνεργασία με την ιταλική πρεσβεία και το Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο τον τίμησαν προβάλλοντας δεκαεπτά εμβληματικές ταινίες του. Παρακολουθήσαμε σε μια αίθουσα με προσηλωμένο και συγκινημένο κοινό την ταινία «Σατυρικόν». Αφορμή για αναδρομή στην κιβωτό της μνήμης, σε μια μικρή ιστορία με αναπόφευκτες τις αυτοαναφορές.

1969, χρονιά βυθισμένη στη χούντα. Προσπαθώντας να μπω στη δημοσιογραφία, δούλεψα ως συντάκτρια μόδας στο καλό περιοδικό «Γυναίκα» του Ευάγγελου Τερζόπουλου. Με αποστολές στη Ρώμη, στη Φλωρεντία, στο Παρίσι για τις κολεξιόν μόδας. Φυγές ανάσας όπου, εκτός από τον Ιβ Σεν-Λοράν, συναντούσα και αυτοεξόριστους φίλους.

Στη Ρώμη, συναντούσα τη σπουδαία ηθοποιό και σκηνοθέτιδα Χριστίνα Τσίγκου. Είχε ξεφορτωθεί την πλούσια πατρική αιγυπτιακή κληρονομιά, είχε χωρίσει από τον ζωγράφο Θανάση Τσίγκο και, λόγω οικονομικών δυσχερειών, είχε κλείσει το πρωτοποριακό θέατρό τους «Gaîté-Montparnasse» στο Παρίσι.

Μέσα σε τρένα πλανιόταν σε πόλεις της Ευρώπης και στη Ρώμη, ελεύθερη και φτωχή, αναζητούσε μικρούς ρόλους. Ονειρευόταν πάντα να παίξει τη Φραγκογιαννού με τον Βούλγαρη και, στα μεγάλα στριμώγματα, δεχόταν με περηφάνια και ευχαρίστηση την οικονομική στήριξη από τον στενό της φίλο Σάμιουελ Μπέκετ.

Ενα πρωί μού τηλεφώνησε και μου είπε πως ο Φελίνι έψαχνε κάποιον να του διαβάσει ένα κείμενο στα αρχαία ελληνικά. Κι εκείνη πρότεινε εμένα που ήμουν, του είπε, φιλόλογος και θα το διάβαζα σωστά. Μας περίμενε σε δύο ώρες.

Η μνήμη έχει διατηρήσει αρκετά από εκείνη τη συνάντηση στην Τσινετσιτά. Μια μεγάλη αμφιθεατρική αίθουσα σε ετοιμασίες για την ταινία «Σατυρικόν», βασισμένη στο ομώνυμο έργο του Πετρώνιου. Γύρω, τεχνικοί που ανεβοκατέβαιναν τα σκαλιά, ηθοποιοί που δοκίμαζαν μάσκες.

Στη μέση ο Φελίνι με ένα τραπέζι φορτωμένο με αλλαντικά και μπίρες και βλέμμα αεικίνητο να παρακολουθεί τα πάντα και να κερνάει τους πάντες. Και τον κομψό κύριο, που μ’ ένα τεράστιο λευκό φουλάρι ξεπρόβαλε στην πόρτα για μια «καλημέρα». «Luchinone mio!» φώναξε ο Φελίνι. «Μaestrissimo!» απάντησε ο Λουκίνο Βισκόντι αγκαλιάζοντάς τον.

Η δοκιμή για την ανάγνωση θα γινόταν σε μια μικρή διπλανή αίθουσα. Εγκάρδιος και καθόλου «μυθικός», μου έδωσε το κείμενο γραμμένο με τεράστια γράμματα. Και άρχισα το διάβασμα. «Στοπ!» φώναξε. Ηθελε να το διαβάσω με ερασμιακή προφορά. Του εξήγησα ότι στην Ελλάδα δεν μαθαίνουμε να διαβάζουμε με ερασμιακή προφορά. Παραξενεύτηκε και η συζήτηση άλλαξε θέμα.

Ζήτησε πληροφορίες για το πώς κυλούσε η ζωή στη χουντοκρατούμενη χώρα μας. Εξαιρετικά ενημερωμένος, ήθελε περισσότερα. Ρώτησε ποιες ταινίες βλέπαμε. Μιλήσαμε για τον κινηματογράφο «Studiο» του Καψάσκη στην πλατεία Αμερικής, για το περιοδικό «Σύγχρονος Κινηματογράφος» που ετοίμαζαν νέοι σκηνοθέτες και κινηματογραφικοί κριτικοί. Ενθουσιάστηκε.

Πήρε χαρτί. Κι έγραψε τις ευχές του αντιγράφοντας τον τίτλο που του είχα γράψει στα ελληνικά: «Για τους νέους φίλους “Σύγχρονος Κινηματογράφος” με πολλές ευχές για καλή δουλειά. Φεντερίκο Φελίνι».

Μας αποχαιρέτησε με πλατιές αγκαλιές και συγγνώμες γιατί δεν μπορούσε να μας συνοδεύσει στο αγαπημένο του εστιατόριο. Μας κέρασε τηλεφωνώντας να ετοιμάσουν τα φρέσκα λαζάνια, «τα καλύτερα στη Ρώμη», που έτρωγε κάθε απόγευμα.

Το πρώτο τεύχος του περιοδικού «Σύγχρονος Κινηματογράφος» (το στείλαμε στον Φελίνι) κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 1969. Αφιερωμένο στον Νέο Κινηματογράφο, «ιστορική, οικονομική, αισθητική διερεύνηση ενός φαινομένου». Με διευθυντή τον Βασίλη Ραφαηλίδη και μια ομάδα από εθελοντές συνεργάτες. Ανάμεσά τους ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ο Γιώργος Κόρρας, ο Τώνης Λυκουρέσης, ο Λάκης Παπαστάθης, ο Κώστας Σφήκας, ο Παντελής Βούλγαρης, ο Χρήστος Παλιγιαννόπουλος.

Εντυπο-πόλος πολιτισμού και στοχασμού, που καθόρισε την πορεία του ελληνικού κινηματογράφου και, με τις όποιες δυσκολίες και διακοπές, συνέχισε να κυκλοφορεί μέχρι το 1984. Τραυματική στιγμή η έστω όχι μακροχρόνια αρπαγή του από την κυρία Μυριβήλη και το Ιδρυμα Φορντ (Ford Foundation).

Το οποίο, με απροκάλυπτο ορμητήριο την αμερικανική πρεσβεία, πολεμούσε τον έντονο αντιαμερικανισμό του ελληνικού λαού μοιράζοντας χρήματα (τα αποκαλούσε «υποτροφίες») σε επιφανείς των Γραμμάτων, των Τεχνών και της Επιστήμης. Απαραίτητη προϋπόθεση, οι αιτούντες από την πρεσβεία να είχαν ιδέες προοδευτικές και, ει δυνατόν, να ήσαν αντιφρονούντες απέναντι στη χούντα.

Κατορθώνοντας να προκαλεί στιγματισμούς, να δημιουργεί ενοχές και έχθρες. Να απομυθοποιεί μύθους, να σηκώνει πόλεμο μεταξύ εκείνων που έλεγαν το «ναι» κι εκείνων που έλεγαν το «όχι». Μια τραγωδία. Το Ιδρυμα Φορντ κατήγγειλαν ανοιχτά ο Γιώργος Μιχαηλίδης, η Λιλή Ζωγράφου, η Μαριέτα Ριάλδη και ο Λεωνίδας Χρηστάκης. Αρνήθηκαν φανερά τα αργύρια ο Μανώλης Αναγνωστάκης, ο Ανδρέας Φραγκιάς και ο Σάκης Καράγιωργας.

Κλείνοντας την παρένθεση Ford Foundation, επιστρέφουμε στον Φελίνι που με τις ταινίες του φώτισε νύχτες της σκοτεινής Επταετίας. Δίνουμε τον λόγο στον απόλυτο θαυμαστή του, τον Μάρτιν Σκορσέζε, ο οποίος είχε μαθητεύσει δίπλα στον Φελίνι, ο οποίος Φελίνι είχε μαθητεύσει δίπλα στον Ροσελίνι.

Στο τρισέλιδο άρθρο του ο Σκορσέζε μιλάει για τους κώδικες της φελινικής δημιουργίας και αναλύει μία μία τις ταινίες του δάσκαλου. Αποκαλύπτει και ποια υπήρξε η πλέον αγαπημένη του δημιουργού τους: «Η “La Strada”, που δεν έτυχε θερμής υποδοχής στην Ιταλία, όπου θεωρήθηκε προδοσία στον νεορεαλισμό, ενώ θριάμβευε στο εξωτερικό. Η ένταση όταν την γύριζε, τον βασάνισε, τον έφτασε σε ψυχολογική κατάρρευση και ψυχαναλυτικές εμπειρίες».

Γυρισμένη το 1954, με πρωταγωνιστές τη γυναίκα του Τζουλιέτα Μασίνα και τον Αντονι Κουίν, παίχτηκε και με τον τίτλο «Πουλημένη από τη μητέρα της», έμελλε να μείνει στην ιστορία του κινηματογράφου ως το αξεπέραστο νεορεαλιστικό ποίημα. Εδειξε τον δρόμο που ο Φελίνι θα ακολουθούσε στα πλατό του ονείρου, όπου, σε διαρκή δίνη, ο maestro «θα ήταν ωσάν να διηύθυνε δώδεκα ορχήστρες ταυτοχρόνως».

από efsyn

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.