Ανθρώπινες ιστορίες τον καιρό της κρίσης και των μνημονίων

 


Γράφει ο Γιώργος Πετρόπουλος

Η «Καρδιά του ελέφαντα» είναι το κέντρο της πόλης με τις γκρίζες πολυκατοικίες, μέσα στις οποίες χτυπά η καρδιά της. Εκεί διαδραματίζονται πλήθος ιστοριών κι ένα σημαντικό μέρος της οικονομικής ζωής. Κάποιες από τις δονήσεις προσπαθεί να αποτυπώσει ο συγγραφέας.

Εδώ κι ένα χρόνο* στις προθήκες των βιβλιοπωλείων βρίσκεται το βιβλίο του συναδέλφου - δημοσιογράφου του πολιτικού ρεπορτάζ της «Εφ.Συν.»- Δημήτρη Τερζή «Η καρδιά του ελέφαντα» (Ιωλκός). Πρόκειται για το τρίτο κατά σειρά βιβλίο του αλλά για το πρώτο του μυθιστόρημα, καθώς τα δύο πρώτα βιβλία του -«Το Τέλος μιας Τέλειας Μέρας» («Ιβίσκος») και «Θερισμός» («Ιωλκός»)- αποτελούνται από συλλογές διηγημάτων.

Αγνωστος επομένως στα ελληνικά γράμματα ο Τερζής δεν είναι και ως δημοσιογράφος είναι ευρύτερα γνωστός στο αναγνωστικό κοινό- όχι μόνο της εφημερίδας μας. Αλλά είναι διαφορετικό να σε γνωρίζουν ως δημοσιογράφο κι εντελώς διαφορετικό να έρχεσαι σε επαφή με τους αναγνώστες ως λογοτέχνης. Ο Δημήτρης είναι εξίσου καλός και στα δυο και φροντίζει να βελτιώνεται διαρκώς.

Η δημοσιογραφία τού δίνει καθημερινά υλικό για να ασχοληθεί αλλά η λογοτεχνία δεν είναι τόσο... εύκολη υπόθεση. Ο λογοτέχνης χρειάζεται χρόνο για να συγκεντρώσει, να επιλέξει και επεξεργαστεί το υλικό του αλλά κι εκείνη τη συγκίνηση που θα τον συνεπάρει και θα τον οδηγήσει στη συγγραφή ενός διηγήματος, μιας νουβέλας, ενός μυθιστορήματος, ενός ποιήματος. Με οποιονδήποτε τρόπο κι αν εκφράζεται ένας λογοτέχνης, κινείται έξω από τη ρουτίνα της καθημερινότητας ενός δημοσιογράφου. Αν όμως είναι ταυτόχρονα και δημοσιογράφος αυτό μπορεί να αποδειχτεί πλούτος για το λογοτεχνικό του έργο. Βρίσκεται διαρκώς μέσα στη ζώσα πραγματικότητα, βιώνει έντονα την καθημερινότητα, μπορεί να συγκεντρώσει πλήθος υλικού και παρά τη ρουτίνα του επαγγέλματος ακονίζει συνεχώς τη γραφή του. Υπό αυτή την έννοια η δημοσιογραφία έχει βοηθήσει πολύ τον Τερζή κι αυτό φαίνεται στο έργο του.

Το τελευταίο του βιβλίο είναι εμπνευσμένο από την κρίση και τη μνημονιακή εποχή. Ο αναγνώστης θα το διαπιστώσει αυτό από τις πρώτες ακόμα σελίδες όπου είναι ολοφάνερη εκείνη η καταθλιπτική αίσθηση της κρίσης, η οποία του είναι βιωματικά γνώριμη. Θα το διαπιστώσει επίσης από τους ήρωες του μυθιστορήματος. Κεντρικός ήρωας ένας αδέσποτος σκύλος στο κέντρο της Αθήνας που παρακολουθεί τα πάντα. Δεν ήταν πάντοτε αδέσποτος, αλλά κατέληξε τέτοιος. Κι από κοντά ένας άστεγος, πολύ καλλιεργημένος άνθρωπος, που πριν γίνει άστεγος ήταν εκδότης βιβλίων.

Επίσης, ένας αποτρελαμένος της ζωής που σκοτώνει και σκοτώνεται, μια ξεπεσμένη αστή που νομίζει πως έχει ποιητικό ταλέντο αλλά δεν έχει τίποτα περισσότερο από την αστική θελκτικότητά της, ένας βετεράνος ναυτικός που έχει μάθει να τη βολεύει ως εραστής με το αζημίωτο, μια κοπέλα των Εξαρχείων που μάλλον βρίσκεται εκεί γιατί έχει εγκαταλείψει την ησυχία και την ασφάλεια της τάξης της αναζητώντας την αλήθεια της ζωής έξω από τις συμβάσεις και τα δήθεν, ένας ομοφυλόφιλος κομμωτής, ένας αριστερός -μάλλον κομμουνιστής- ιδιοκτήτης καφε-τυροπιτάδικου που προσπαθεί εντατικοποιώντας την εργασία του προσωπικού του να σώσει την επιχείρησή του και άλλοι. Στην πλοκή του μύθου συμμετέχει και ο συγγραφέας που παρατηρεί και βιώνει όλο αυτό το σκηνικό παρεμβαίνοντας όπου και όπως χρειάζεται για να σπρώξει την πλοκή στα επόμενα στάδια. Ολοι αυτοί αναζητούν μια διέξοδο.

Η «Καρδιά του Ελέφαντα» είναι το κέντρο της πόλης με τις γκρίζες πολυκατοικίες, μέσα στις οποίες χτυπά η καρδιά της, καθώς στα ισόγεια και στις στοές τους κυκλοφορούν καθημερινά χιλιάδες άνθρωποι, ενώ εκεί διαδραματίζονται πλήθος ιστοριών κι ένα σημαντικό μέρος της οικονομικής ζωής (τράπεζες, μικροεπιχειρήσεις, καταστήματα, γραφεία κ.ο.κ.). Κάποιες από τις δονήσεις αυτής της καρδιάς μέσα στην κρίση και στην αγωνία της επιβίωσης προσπαθεί να αποτυπώσει ο συγγραφέας.

Ο Τερζής δεν είναι συγγραφέας της διδαχής και κάποιου νοήματος. Προωθεί το υλικό του μέσα από χαρακτήρες ανθρώπων και καταστάσεις. Κι αν βγαίνει κάποιο νόημα από την «Καρδιά του Ελέφαντα» αυτό έχει να κάνει με την πτώση, την κατάπτωση και την παρακμή που προκάλεσε η κρίση σε μια ολόκληρη κοινωνία κινητοποιώντας ταυτόχρονα τους ανθρώπους να κρατηθούν όρθιοι, να επιβιώσουν και να ξαναστήσουν τη ζωή τους στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται καθημερινά γύρω τους. Μια κοινωνία δηλαδή που αποσυντίθεται και ανασυντίθεται εκ νέου κι από την αρχή με δυσμενέστερους όρους.

Μια κοινωνία που οι άνθρωποί της στα χρόνια των μνημονίων σκέφτηκαν πολλές φορές σαν τον Λάζαρο, τον άστεγο πρωταγωνιστή του βιβλίου.

«Ωρες ώρες σκέφτομαι, να, θα ήθελα να έχω ένα μεγάλο φιτίλι, που τη μία του άκρη θα τη σφήνωνα βαθιά στη Γη και την άλλη θα την κρατούσα και θα ταξίδευα ώς το πιο απομακρυσμένο σημείο του γαλαξία... Ισως να καβαλήσω πολλούς κομήτες μέχρι να φτάσω στον προορισμό μου, σαν τα βραχάκια που πηδάς για να φτάσεις από τη μια όχθη του ποταμού στην άλλη. Αμολάω πίσω μου το φιτίλι που με δένει με τη Γη και παρακαλάω να μην κοπεί από κάποια αστρική καταιγίδα. Σαν φτάσω στο πιο απομακρυσμένο σημείο του γαλαξία θα γυρίσω και θα τη δω για τελευταία φορά. Θα ξαναγίνω το παιδί μιας Καθαρής Δευτέρας που πέταξε το χαρταετό του μακριά και τον κρατάει με σπάγκο για να μη του φύγει.

Μα δε θέλω να φύγει.
Να τον τινάξω σε μυριάδες κομμάτια θέλω.
Να χαθεί θέλω.
Αντικρίζω τη Γη κι εκείνη εμένα.
Το φιτίλι στο χέρι μου. Μετέωρο...».

* Οφείλω μια εξήγηση για το γεγονός ότι γράφω πολύ καθυστερημένα για το βιβλίο του Δημήτρη Τερζή. Δεν γράφω ποτέ για κάτι που δεν έχω διαβάσει. Αξιώθηκα να το διαβάσω μόλις πρόσφατα.

από efsyn



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.