Η πανδημία δεν σημαίνει το τέλος των πόλεων
Γράφει η Jennifer Keesmaat
Η πανδημία του κορωνοϊού απειλεί να ανατρέψει την αστική ζωή όπως την γνωρίζουμε. Μητροπόλεις όπως η Νέα Υόρκη έχουν σταματήσει [τις δραστηριότητές τους] ενώ αντιμετωπίζουν υψηλά ποσοστά μόλυνσης. Οι απαιτήσεις της κοινωνικής αποστασιοποίησης είναι πιο δύσκολο να τηρηθούν στις πόλεις από όσο σε μέρη όπου οι άνθρωποι ζουν σε μεγαλύτερα σπίτια ή οδηγούν αυτοκίνητα. Κάποιοι κάτοικοι της πόλης έχουν φύγει ή σχεδιάζουν να φύγουν σύντομα.
Το νέο φυσιολογικό φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με την κουλτούρα των πυκνών αστικών κέντρων. Οι πόλεις φέρνουν κοντά τους ανθρώπους και τις δραστηριότητές τους. Στηρίζονται σε κοινόχρηστο δημόσιο χώρο και αγαθά -πάρκα, συγκοινωνία, βιβλιοθήκες, και παραλίες. Το μεγάλο αστικό σχέδιο της Βόρειας Αμερικής του περασμένου αιώνα έχει ενθαρρύνει τους ανθρώπους να ανταλλάσσουν τις [ιδιωτικές] πισίνες στις πίσω αυλές με τις δημόσιες πισίνες˙ μια μακρά μετακίνηση με αυτοκίνητο με μια σύντομη με μετρό ή ποδήλατο˙ την παραχώρηση ενός ιδιωτικού κήπου για κοινόχρηστες πλατείες, πάρκα και άλλα αστικά τοπία˙ τη μοναξιά για την πρόσβαση σε θεάματα του αθλητισμού, της τέχνης, και του πολιτισμού. Ο κορωνοϊός περιπλέκει αυτούς τους συλλογικούς χώρους και δραστηριότητες, οδηγώντας ορισμένους στην πρόγνωση ότι το αστικό σχέδιο έχει φτάσει σε ένα πρόωρο τέλος: μια συντονισμένη υποχώρηση [1] από τις πόλεις της Βόρειας Αμερικής είναι επικείμενη, προβλέπουν όλο και περισσότερο τα μέσα ενημέρωσης και οι κτηματομεσίτες.
Αλλά οι νεκρολογίες είναι πρόωρες. Οι πόλεις θα παραμείνουν ζωντανά και δυναμικά κέντρα οικονομικής και πολιτιστικής δραστηριότητας. Η πυκνότητα που υποτίθεται ότι τις έκανε ευάλωτες στην πανδημία δεν πρέπει να αποτελεί λόγο για την διάλυσή τους. Οι πολεοδόμοι πρέπει απλώς να πάρουν ένα μάθημα από αυτήν την εμπειρία και να κάνουν τις πόλεις πυκνές με τους σωστούς τρόπους: αποφεύγοντας τον υπερσυνωστισμό, ελαχιστοποιώντας την χρήση αυτοκινήτου, και χτίζοντας κοινότητες χωρίς αποκλεισμούς, με προσιτή στέγαση. Όταν η πανδημία θα έχει εξαφανιστεί, η πυκνότητα και ο καλός πολεοδομικός σχεδιασμός θα συνεχίσουν να ανταποκρίνονται στις μεγάλες υποσχέσεις της πόλης τον 21ο αιώνα.
Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΥΚΝΟΤΗΤΑΣ
Καθώς οι πυκνές αστικές περιοχές, όπως η Νέα Υόρκη, έχουν γίνει χοτ σποτ της COVID-19, της ασθένειας που προκαλείται από τον νέο κορωνοϊό, αμέτρητα άρθρα έχουν επιτιμήσει την πυκνότητα [2] ως αιτία ή παράγοντα επιδείνωσης της ανεξέλεγκτης εξάπλωσης του ιού. Οι σχολιαστές έχουν φτάσει στο σημείο να προτείνουν ότι η πανδημία θα μπορούσε να θέσει τέρμα στην «άνοδο των πόλεων» και να αναγκάσει πολλούς αστικούς κατοίκους να μετακινηθούν σε μικρότερες πόλεις και προαστιακές ή αγροτικές περιοχές [3].
Αλλά η πυκνότητα από μόνη της δεν καταδικάζει τις πόλεις σε υψηλά ποσοστά μόλυνσης. Η πόλη της Νέας Υόρκης, φυσικά, είναι εξαιρετικά πυκνή σε σύγκριση με τις περισσότερες άλλες πόλεις των ΗΠΑ, αλλά πυκνές πόλεις αλλού στον κόσμο έχουν αντιμετωπίσει με επιτυχία τον κορωνοϊό. Το Χονγκ Κονγκ, η Σεούλ, η Σιγκαπούρη και η Ταϊπέι -για να αναφέρουμε μόνο λίγες- έχουν δει πολλές λιγότερες λοιμώξεις και θανάτους. Η πόλη της Νέας Υόρκης, με πληθυσμό μητροπολιτικών περιοχών περίπου 21 εκατομμυρίων ανθρώπων, έχει αναφέρει περισσότερες από 200.000 περιπτώσεις COVID-19 και περισσότερους από 20.000 θανάτους [στμ: τον Μάιο του 2020 οπότε γράφτηκε το κείμενο αυτό], ενώ η Σεούλ, η οποία έχει μητροπολιτικό πληθυσμό άνω των 25 εκατομμυρίων, έχει αναφέρει μόλις 735 κρούσματα COVID-19 και τέσσερις θανάτους [4] μέχρι τις 16 Μαΐου. Τόσο η Νέα Υόρκη όσο και η Σεούλ είναι πυκνές πόλεις, αλλά οι αποκρίσεις τους στον ιό δεν θα μπορούσαν να ήταν πιο διαφορετικές. Στη Νότια Κορέα, οι Αρχές ενήργησαν γρήγορα και αποφασιστικά για να περιορίσουν την ασθένεια. Οι Αμερικανοί ομόλογοί τους δεν το έκαναν.
Διαβάστε την συνέχεια στο foreignaffairs
Δεν υπάρχουν σχόλια: