Οι ανορθολογικές και θρησκευτικές χρήσεις της επιστήμης


Γράφει η Σαρηγιαννίδη Ευγενία

Στις μέρες μας η "θρησκεία της επιστήμης", δηλαδή ο λεγόμενος επιστημονισμός, έχει πάρει τη θέση της παλαιάς θρησκείας στις "απομαγευμένες" (δυτικές κυρίως) συνειδήσεις. Πιο συγκεκριμένα, αυτό που εμφανίζεται ως πίστη στο έλλογο για το δυτικό άνθρωπο, είναι συνήθως μια μονοδιάστατα εργαλειακή ορθολογικότητα που εφαρμόζεται (μεταξύ άλλων) κατά την προσέγγιση των θεμάτων του ανθρώπου και της κοινωνίας, οδηγώντας συχνά σε ψευδοεπιστημονικά και αφελή συμπεράσματα.

Διότι, όπως δεν υπάρχει τίποτα πιο πολιτικό από τον ισχυρισμό κάποιων διαχειριστών της καθημερινότητας «ότι δεν κάνουν πολιτική», έτσι δεν υπάρχει τίποτα πιο άρρητα θεωρητικό από τον ισχυρισμό μιας νεοθετικιστικής προσέγγισης των επιστημών του ανθρώπου και της κοινωνίας, που αρνείται τη θεωρία και διατείνεται πως «δεν θεωρητικολογεί». Είναι ένας εύσχημος τρόπος να αποφεύγονται οι συζητήσεις και συνεπώς, κάθε κριτική πάνω στις προϋποθέσεις και τις συνέπειες της παραπάνω άρρητης πολιτικής επιλογής ή άρρητης θεωρίας.
Ο Wittgestein αναρωτιόταν ως προς την ψυχολογική λειτουργία της επιστημονικής πίστης: «πόσο μεγάλη είναι η απόσταση ανάμεσα στην πίστη εκείνη όπου βασίζεται η επιστήμη: ότι δηλαδή η φύση χαρακτηρίζεται από κανονικότητα και στην πίστη εκείνη όπου βασίζεται η θρησκεία: ότι δηλαδή ο κόσμος βρίσκεται κάτω από την καθοδήγηση ενός πάνσοφου και πανάγαθου Νου που ρυθμίζει τα πάντα;» (βλ.Wittgestein, L. Διαλέξεις για τη Θρησκευτική Πίστη, εκδ. Αστρολάβος/ Ευθύνη, Αθήνα, 1993, σ. 65).
Θα συμπληρώναμε επικαλούμενοι τα λόγια του Καθηγητή Ανατομίας-Νευροβιολογίας του Πανεπιστημίου του Τεννεσί, Ανδρέα Κ. Παπανικολάου πως «δεν είναι μόνο η θρησκεία που μπορεί να λειτουργήσει και σαν όπιο. Η τεχνοκρατία δεν πάει πίσω.» Είναι εύλογο λοιπόν να τονίσουμε ότι από τα τρία πλαίσια άσκησης ηγεμονίας (το οικονομικό, το γεωπολιτικό-στρατιωτικό και το πολιτισμικό), το πολιτισμικό είναι εκείνο που παρέχει σ’ ένα ηγεμονικό καθεστώς την συλλογική νομιμοποίηση, η οποία του εξασφαλίζει την συναίνεση των πολιτών και των υπηκόων, άρα συνεπώς, την σχετική ιστορική του σταθερότητα.
Τα πρόσφατα μέτρα και ιδίως οι υπερβολές που έγιναν σε παγκόσμιο επίπεδο κατά την πρόσφατη κρίση της πανδημίας του κορονοϊού δίνουν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του τι θα μπορούσε να είναι στο μέλλον η επικράτηση μιας τέτοιου τύπου υγειονομικής ορθολογικότητας στη διαχείριση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης.

Η ιατρικοποίηση της ανθρώπινης ύπαρξης

Υπό αυτούς τους όρους, καθίσταται περισσότερο επίκαιρη από κάθε άλλη ιστορική περίοδο, η δήλωση του ποιητή Οδυσσέα Ελύτη με αφορμή την βράβευσή του για το Νόμπελ Λογοτεχνίας στις 19.10.1979: «Είναι η βαρβαρότητα. Την βλέπω να ‘ρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευτελισμό του. Για την ατίμωσή του…»
Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα προέρχεται από τις παραστάσεις και τις ιδέες περί της ίδιας της επιστήμης της ψυχολογίας (όπως και της ψυχιατρικής που σε μεγάλο βαθμό έχουν ιατρικοποιήσει εντελώς την ανθρώπινη ύπαρξη και πραγματικότητα, καταργώντας συχνά κατά τη διάγνωση και την θεραπευτική αγωγή, κάθε ιστορική ή ψυχική αιτιολογία των ψυχικών προβλημάτων και διαταραχών, όπως και τις κοινωνικές και πολιτισμικές διαστάσεις των ατομικών δυσχερειών και δυσφοριών).
Ο ασθενής, ακριβώς εξαιτίας αυτής της καλπάζουσας ιατρικοποίησης και του βιολογικού αναγωγισμού στις κυρίαρχες επιστημονικές αντιλήψεις που κατατείνουν στην ερμηνεία του ανθρώπου και της κοινωνίας, εγκαταλείπεται συχνά αποκλειστικά σε φαρμακευτικές αγωγές. Αυτές οι τελευταίες ανακουφίζουν βεβαίως από τα συμπτώματα μέσα σε μια επαναλαμβανόμενη προσωρινότητα, χωρίς προφανώς να μπορούν να εμβαθύνουν. Αδυνατούν δηλαδή να ανακαλύψουν τις βαθύτερες αιτίες της δυσφορίας των ατόμων και τελικά να αντιμετωπίσουν το "πρόβλημα" στην πραγματική ρίζα του (δηλαδή στα πλαίσια μιας σύνθετης κοινωνιο-πολιτισμικο-βιολογικής προσέγγισης της ανθρώπινης πραγματικότητας).
Την ίδια ώρα λοιπόν που η διάγνωση της ψυχικής ασθένειας απλουστεύεται καταχρηστικά και βιολογικοποιείται, το γονίδιο ή οι νευρώνες και οι συνάψεις του εγκεφάλου, αποκτούν σε μεγάλο βαθμό μαγικές ερμηνευτικές διαστάσεις στην σκέψη του κοινού νου. Η έννοια της Φύσης μπαίνει στη θέση του Θεού. Συνήθως, αφενός, υποτιμάται ο Λόγος του υποκειμένου επί του εαυτού του και η μόνη επιστημονική οδός θεραπείας καταλήγει να είναι η φαρμακευτική.

Η ψευδοεπιστήμη καλύπτει το κενό

Το κενό λοιπόν έρχονται να καλύψουν διάφορες παραθρησκευτικές, παραψυχολογικές παραφιλοσοφικές, σίγουρα μη επιστημονικές, "θεραπείες" και πρακτικές. Δημιουργείται έτσι, παράλληλα με ένα μοντέλο τεχνοεπιστήμης που τίθεται στην υπηρεσία του "τεχνο-ατόμου" (το οποίο ως οργανισμός οφείλει να λειτουργεί καλά ανεξάρτητα από τις επιθυμίες του), μια παραψυχολογικού τύπου μεταφυσική εκλαΐκευση της ίδιας της ψυχολογίας, ως επιστήμης του ανθρώπου.
Αυτό που παρατηρούμε επομένως είναι η ψυχολογία ως επιστήμη του ανθρώπινου ατόμου να αποκτά θέση ισχύος μέσα σε μια περιρρέουσα ιδεολογία εξατομίκευσης. Με άλλα λόγια, γίνεται η mainstream επιστήμη που εξηγεί τα πάντα! Άρα και οι υπηρετούντες την επιστήμη αυτή αποκτούν στις κοινωνικές παραστάσεις ένα ρόλο σύγχρονου μάγου ή μύστη, που έχει άποψη την οποία διατυπώνει δημόσια σε κάθε ευκαιρία, με τρόπο συνήθως αποφθεγματικό και στερεότυπο.
Τα δύο πρόσφατα παραδείγματα της απαγωγής της μικρής Μαρκέλλας και της υπόθεσης της γυναίκας που δέχτηκε βιτριόλι στο πρόσωπο από κάποια άλλη γυναίκα, δείχνουν για πολλοστή φορά την εμπορευματοποίηση από τα media των εφαρμογών της ψυχολογίας επί των προβλημάτων που συνδέονται με την κοινωνική ζωή και τη νομιμοποίηση οποιασδήποτε στερεότυπης κοινοτυπίας (ερμηνείας, εξήγησης κλπ.), όταν αυτή φαίνεται να απορρέει από κάποιον ο οποίος διαθέτει τον τίτλο του κοινωνικού επιστήμονα, προσδίδοντας εξ’ ορισμού κάποιο ορθολογικό κύρος στην άποψή του.

Μία θρησκεία χωρίς δόγμα

Συνεπώς, η υπεραπλούστευση σύνθετων επιστημονικών εννοιών σε συνδυασμό με την εκλαϊκευσή και διάδοση τους μέσω της τηλεόρασης και του διαδικτύου σε ατάκτως ειρημένες ασυγκρότητες πληροφορίες (χωρίς μέθοδο επεξεργασίας και κατανόησης), οδηγεί σε μια νεομαγικού τύπου σκέψη. Μία σκέψη που κινείται μεταξύ της δογματικής θρησκευτικής πεποίθησης (χωρίς επίσημο δόγμα και επίσημη θρησκεία) και μιας μεταμοντέρνας, πρόχειρα πολυσυλλεκτικής και σχετικιστικής ιδεολογίας των επιστημών του ανθρώπου και της κοινωνίας.
Έτσι, κατασκευάζεται μια υπερπληροφορημένη και μεθοδολογικά ασυγκρότητη κοινή γνώμη. Μία κοινή γνώμη που δεν πιστεύει σε κάποιο σταθερό αξιακό πλαίσιο, που είναι ρευστή και ευμετάβλητη, άρα "διαχειρίσιμη" σε θυμικό επίπεδο, χωρίς καν τη συνειδητοποίηση του γεγονότος της χειραγώγησης της.
Η προαναφερόμενη ψυχοδιανοητική κατάσταση αφορά όχι μόνο την ίδια την άγνοια, αλλά κυρίως την απουσία της συνειδητοποίησης της ύπαρξης της άγνοιας. Μάλιστα αυτό που τείνει να συμβαίνει είναι πως ο κάθε ένας επειδή κάτι άκουσε, κάτι διάβασε ή κάτι πληροφορήθηκε περί των ζητημάτων της ψυχολογίας, νομίζει ότι έχει και έγκυρη άποψη πάνω σε αυτά.
από slpress

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.