Η επιλογή της Γιάννας έφερε… σύγκρυο - Οι λάθος συμβολισμοί και τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση
Γράφει ο Σταύρος Χριστακόπουλος
Όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγγελλε τον πανηγυρικό εορτασμό για τα διακόσια χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, «με υπερηφάνεια για το παρελθόν μας και αυτοπεποίθηση για το μέλλον μας», το περιεχόμενο του εορτασμού ήταν έτσι κι αλλιώς άγνωστο.
Ακολουθήστε μας στο Facebook Τελευταία Έξοδος
Και ακόμη παραμένει.
Προφανώς το να στηθούν ποικίλες εκδηλώσεις είναι μια εύκολη δουλειά, αφού «δεκάρικους» πανηγυρικούς πολλοί θα είναι πρόθυμοι να εκφωνήσουν. Επίσης εύκολο θα είναι να προετοιμαστούν εκθέσεις, συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις, προβολές, διαλέξεις και συζητήσεις επί παντός του... ελληνικού.
Η αλήθεια είναι ότι στη διάρκεια των διακοσίων χρόνων η πορεία των απελευθερωμένων – από τον τουρκικό ζυγό – Ελλήνων και του ελληνικού κράτους υπήρξε τόσο δύσκολη και τόσο περιπετειώδης, ώστε η αποτίμησή της να αποτελεί μια πολύ σύνθετη αποστολή. Ακόμη πιο σύνθετη θα ήταν μια απόπειρα να προσδιοριστούν οι επόμενοι σημαντικοί εθνικοί στόχοι επί τη βάσει όχι μόνο της ιστορικής πείρας, αλλά και των νέων προκλήσεων και κινδύνων που περιβάλλουν τη χώρα μας.
Όσοι όμως ευελπιστούσαν ότι η διακοσιοστή αυτή επέτειος θα αποτελούσε μια υπέροχη ευκαιρία για αποτίμηση, αναστοχασμό και επανασχεδιασμό της πορείας του έθνους και του κράτους των Ελλήνων, την Τετάρτη το μεσημέρι, στις 31 Ιουλίου 2019, ένιωσαν ένα σύγκρυο να διαπερνά τη ραχοκοκαλιά τους όταν ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι η Γιάννα Αγγελοπούλου ανέλαβε επικεφαλής της επιτροπής «Ελλάδα 2021», η οποία «θα συγκροτηθεί για τις εκδηλώσεις οι οποίες θα γίνουν για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση».
Αρχικά, διά της πρωθυπουργικής ανακοίνωσης, δεν διευκρινίστηκε ποιος ακριβώς θα είναι ο ρόλος της επιτροπής αυτής. Εν συνεχεία όμως το... σύγκρυο που ένιωσαν πολλοί και πολλές υποχρέωσε τον υπουργό Επικρατείας Γιώργο Γεραπετρίτη να διευκρινίσει ότι «η επιτροπή (σ.σ.: τα μέλη της οποίας θα εργαστούν αμισθί) θα είναι συμβουλευτική του πρωθυπουργού και θα κάνει προτάσεις για τις δράσεις που πρέπει να αναληφθούν. Η τελική επιλογή ανήκει στην κυβέρνηση και τη Βουλή».
Λίγο πριν από τη μετωπική
Πού οφείλεται όμως το σύγκρυο στο οποίο αναφερθήκαμε προηγουμένως; Προφανώς όχι στις οργανωτικές ικανότητες της Γιάννας Αγγελοπούλου, τις οποίες άλλωστε λίγοι αμφισβητούν. Αλλά στους ισχυρούς συμβολισμούς που τη συνοδεύουν ελέω Ολυμπιακών Αγώνων, για κάποιους εκ των οποίων ευθύνεται και η ίδια.
Όπως για παράδειγμα όταν, στα μέσα Αυγούστου 2004, «λαμπάδιασε» το άλσος της Φιλοθέης με 3,5 τόνους πυροτεχνημάτων για να γιορτάσει σε ιδιωτικό πάρτι μαζί με τους υψηλούς καλεσμένους της την επιτυχή έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας.
Οι εν λόγω συμβολισμοί πάντως αποτελούν πρόβλημα όχι μόνο για τη Γιάννα Αγγελοπούλου, αλλά και για την κυβέρνηση. Άλλωστε οι Ολυμπιακοί της Αθήνας, ως κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό γεγονός – ανεξάρτητα από την ποιότητα και το κόστος της διοργάνωσης, που απαιτούν μια άλλη συζήτηση –, σηματοδότησαν φαινόμενα τα οποία σε καμιά περίπτωση δεν αποτελούν παρακαταθήκη για μια επανεκκίνηση της Ελλάδας:
● Την αποθέωση μιας αφόρητα κιτσάτης γκλαμουριάς που ήδη κυριαρχούσε επί χρόνια χάρη στην επικράτηση ενός απίστευτα χυδαίου λαϊφστάιλ, το οποίο προπαγάνδιζε χωρίς ντροπή το αυτοκαταστροφικό δόγμα «Η χλιδή υπεράνω όλων».
● Τον επίλογο του μύθου περί «ισχυρής Ελλάδας», ο οποίος είχε στιγματιστεί από τους «εθνικούς εργολάβους», τα νοθευμένα στοιχεία με τα οποία μπήκαμε στο ευρώ και τα αμέτρητα σκάνδαλα γύρω από το δημόσιο χρήμα.
● Τον ενταφιασμό του ελληνικού «αθλητικού θαύματος» της εποχής εκείνης, το οποίο πνίγηκε σε μια θάλασσα ντόπας, και μάλιστα μέσα στην Αθήνα, καθιστώντας τον ελληνικό αθλητισμό περίγελο της οικουμένης.
● Την απαρχή μιας ταχύτατα καθοδικής πορείας, η οποία, ελάχιστα χρόνια μετά, κατέληξε στη μετωπική πρόσκρουση της χρεοκοπίας.
Μεγάλες προκλήσεις, μικροί στόχοι
Επομένως είναι πράγματι άξιον απορίας το γιατί η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός θέλησαν να συνδέσουν – και μάλιστα στο κρίσιμο επίπεδο των συμβολισμών – την απαρχή της ραγδαίας παρακμής της χώρας με το δικό τους ξεκίνημα και, ακόμη χειρότερα, με τον εορτασμό των διακοσίων χρόνων μιας εθνικής πορείας σημαδεμένης από τεράστιους θριάμβους και καταστροφές, από ποτάμια αίματος, από μεγάλα επιτεύγματα και τραγωδίες, από διχασμούς και εμφυλίους.
Γιατί, ύστερα από μια βίαιη και σκληρή χρεοκοπία της οικονομίας, των θεσμών και των αξιών μας, πρέπει να ορίσουμε ως σημείο εθνικής επανεκκίνησης τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 και όσα αυτοί συμβόλισαν;
Η χώρα αυτή ζει οριακούς καιρούς.
● Πρώτον, με δική της ευθύνη, αφού η χρεοκοπία της δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο κάποιων επιμέρους άστοχων πολιτικών και οικονομικών χειρισμών, αλλά και της δομής της οικονομίας, του παρασιτισμού και του ηλίθιου καταναλωτισμού, της έλλειψης μιας άρχουσας τάξης με ισχυρή εθνική συνείδηση, της απουσίας ενός οράματος για τη θέση της χώρας.
● Δεύτερον, με ευθύνη των «εταίρων» της, οι οποίοι δέχτηκαν – αν δεν υποκίνησαν – την εγκληματική λαθροχειρία με τα πλαστά στοιχεία, την υπερδάνεισαν για να αγοράσει τα προϊόντα τους και την έριξαν στην πυρά για να σώσουν τις τράπεζές τους. Και τώρα επιχειρούν να τη μετατρέψουν σε «αποθήκη» των απόκληρων του κόσμου – σύντομα και ο Μητσοτάκης θα έρθει αντιμέτωπος με αυτή τη σκληρή παράμετρο της διαπραγμάτευσής του με τους Ευρωπαίους.
● Τρίτον, λόγω της περιφερειακής και παγκόσμιας πολιτικής και οικονομικής αστάθειας, στο πλαίσιο της οποίας ανοίγουν διαρκώς νέα μεγάλα μέτωπα, εκ των οποίων είναι δυσανάλογα πολλά αυτά που μας αφορούν.
● Τέταρτον, εξ αιτίας της διαρκώς εντεινόμενης τουρκικής επιθετικότητας, καθώς η Άγκυρα διεκδικεί, αναθεωρώντας τα έως σήμερα ισχύοντα, να κατοχυρώσει εμπράκτως επιπλέον δικαιώματα στην Κύπρο, το Αιγαίο και τη Θράκη.
Προφανώς ο στόχος που έθεσε για τη χώρα η ανακοίνωση του πρωθυπουργικού γραφείου στις 31 Ιουλίου, «να ξανασυστηθεί στη διεθνή κοινότητα μετά την πολυετή κρίση», είναι εύλογος, αλλά πολύ λίγος για τις απαιτήσεις των καιρών. Η κύρια ανάγκη της Ελλάδας είναι να αποφασίσει ποια θέση θέλει να κατοχυρώσει στη «γειτονιά» της, στην Ευρώπη και στον κόσμο.
Άλλωστε τι θα πει «να ξανασυστηθούμε»; Όλοι μας ξέρουν. Και απ’ την καλή και απ’ την ανάποδη...
Δεν υπάρχουν σχόλια: