Στην εντατική παραμένει η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας



Συνέντευξη του γιατρού Γιώργου Βήχα για τους ανασφάλιστους, τις Τοπικές Μονάδες Υγείας και την κατάσταση στα νοσοκομεία.


Ακολουθήστε μας στο Facebook Τελευταία Έξοδος

Του Λεωνίδα Βατικιώτη

Μια δυσάρεστη έκπληξη περίμενε όσους πίστεψαν τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς, με αφορμή την ψήφιση του νόμου για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και τις Τοπικές Μονάδες Υγείας (ΤΟΜΥ) στις 2 Αυγούστου ότι ενισχύεται η δημόσια υγεία, πώς παρέχονται στο λαό και τους ασφαλισμένους αναβαθμισμένες υπηρεσίες πρωτοβάθμιας υγείας, ότι ανατρέπονται οι νεοφιλελεύθερες αλλαγές των προηγούμενων χρόνων κι άλλα τέτοια ηχηρά. Η δυσάρεστη έκπληξη προήλθε από το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού για το 2018 που δόθηκε στη δημοσιότητα ακριβώς δύο μήνες αργότερα: στις 2 Οκτωβρίου 2018. Ενώ λοιπόν μέσα από τις προβλέψεις του για το ρυθμό ανάπτυξης της τρέχουσας και της επόμενης χρονιάς (1,8% και 2,4%, αντίστοιχα) δημιουργούσε προσδοκίες για μια αντίστοιχη βελτίωση κι όλων των ποιοτικών στοιχείων που εξασφαλίζουν μια αξιοπρεπή ποιότητα ζωής, μια πιο ενδελεχή εξέταση των επιμέρους μεγεθών ανέτρεπε όλες τις κυβερνητικές υποσχέσεις αποδεικνύοντας ότι πρόκειται για μεγαλοστομίες. Χαρακτηριστικότερο όλων η μείωση των κρατικών επιδοτήσεων για τα νοσοκομεία και των υγειονομικών περιφερειών. «Το ύψος των μεταβιβάσεων από τον τακτικό προϋπολογισμό είναι μειωμένο κατά 350 εκ. ευρώ σε σχέση με τα αντίστοιχα μεγέθη του 2017», αναφέρει κατά λέξη!
Για την πραγματική κατάσταση στο χώρο της υγείας μιλήσαμε με ένα γιατρό που συνεχίζει να δίνει τη μάχη για τη δημόσια υγεία σταθερά τα τελευταία χρόνια, χωρίς δηλαδή να έχει αλλάξει την άποψή του μετά το 2015 ωραιοποιώντας την κατάσταση και κάνοντας τα στοιχειά …στιχάκια, τον Γιώργο Βήχα, καρδιολόγο – διευθυντή ΕΣΥ, στη μονάδα υγείας Δάφνης ΠΕΔΥ.
Αιματηρές οικονομίες ακόμη κι από το φαγητό των ασθενών
Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις από την μείωση των δημόσιων δαπανών για την υγεία το 2018, ρωτήσαμε το Γ. Βήχα. «Αρχικά να τονιστεί ότι υποχρηματοδότηση  είχαμε και φέτος, το 2017. Με βάση στοιχεία του κρατικού προϋπολογισμού οι δαπάνες για νοσοκομεία και ΠΕΔΥ θα είναι μειωμένες περίπου κατά 200 εκ. ευρώ. Οι συνέπειες αυτής της πολιτικής θα είναι οδυνηρές για τους ασθενείς. Συγκεκριμένα, οι διοικητές των νοσοκομείων θα είναι αναγκασμένοι να υπολειτουργούν τα νοσοκομεία έτσι ώστε να κρατήσουν ενεργές τις κλινικές που είναι ζωτικής σημασίας. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του νοσοκομείου Κατερίνης όπου ξεκίνησε να λειτουργεί Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Ωστόσο, μέχρι τον Ιούλιο δεν είχε δοθεί ούτε 1 ευρώ επιπλέον στο νοσοκομείο, παρότι η λειτουργία της ΜΕΘ αύξησε το κόστος του νοσοκομείου κατά 25%. Η λειτουργία επομένως της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας κατέληξε σε βάρος των άλλων μονάδων, επειδή δεν αυξήθηκε η χρηματοδότηση. Μου έλεγε η διοίκηση ότι κάνουν αιματηρές οικονομίες ακόμη κι από το φαγητό».
Η επιδείνωση της δημόσιας υγείας επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ θα οξύνει περαιτέρω το δημογραφικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα κι επισημάνθηκε από την Ελληνική  Γεροντολογική και Γηριατρική Εταιρεία, την 1η Οκτωβρίου, που είναι παγκόσμια μέρα των ηλικιωμένων. Στην ανακοίνωσή της τονίζεται ότι από το 2011, όταν για πρώτη φορά ο αριθμός των γεννήσεων και των μεταναστευτικών ροών προς τη χώρα μας έγινε μικρότερος των θανάτων και της μετανάστευσης Ελλήνων στο εξωτερικό, ο πληθυσμός σε απόλυτους αριθμούς μειώνεται συνεχώς.  Επίσης, η Ελλάδα κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις μεταξύ των κρατών – μελών της ΕΕ σε γηράσκοντα πληθυσμό (ποσοστό αύξησης 21,4%) έναντι μέσου όρου 17,2 στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η κυβέρνηση καυχιέται επίσης επειδή τακτοποίησε και το θέμα των ανασφάλιστων, παρέχοντας μια μόνιμη λύση στην ταλαιπωρία χιλιάδων πολιτών κατά βάση ανέργων, σύμφωνα με δικά της λόγια. Ενδεικτικά, η ψήφιση του νόμου για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας το καλοκαίρι χαρακτηρίστηκε από επίσημα κιόλας χείλη ως συνέχεια κι εμβάθυνση της ρύθμισης για τους ανασφάλιστους. Η αλήθεια όμως είναι εντελώς διαφορετική για τον Γ. Βήχα.
«Για να γίνει κατανοητή η απόσταση των λόγων από τα έργα θα σας αναφέρω ένα γεγονός. Εδώ και μήνες ζητώ να γνωστοποιήσει η κυβέρνηση μέσω των αρμόδιων φορέων πόσες χιλιάδες παραπεμπτικά γράφτηκαν για ανασφάλιστους και πόσα πραγματοποιήθηκαν. Ζητώ να μάθουμε το ποσοστό των ανεκτέλεστων. Ο λόγος είναι απλός. Από την εμπειρία μου ως γιατρός ξέρω ότι πολλά απ’ όσα γράφονται για αξονικές, μαγνητικές και άλλες εξετάσεις δεν πραγματοποιούνται επειδή για τον ανασφάλιστο με την παραλαβή του παραπεμπτικού ξεκινά μια Οδύσσεια, παίρνοντας τηλέφωνο από το ένα νοσοκομείο στο άλλο για να κλείσει ραντεβού. Του απαντούν ότι έχουν κλείσει για τον τρέχων μήνα, του ζητούν να καλέσει τον επόμενο, εν τω μεταξύ ενδέχεται το χρονικό περιθώριο να έχει παρέλθει, κοκ. Να υπογραμμίσω εδώ ότι για τους ανασφάλιστους δεν προβλέπεται η δυνατότητα των ιδιωτικών κέντρων, καθόλου τυχαία κατά τη γνώμη μου, όπως προβλέπεται για τους ασφαλισμένους. Έτσι, ενώ ένας ασφαλισμένος μπορεί αν δει ότι δεν υπάρχει διαθέσιμη ημερομηνία σε δημόσια δομή σε σύντομο χρονικό διάστημα, τότε να προσφύγει σε ιδιωτικό κέντρο πληρώνοντας μια συμμετοχή, ο ανασφάλιστος δεν έχει αυτή τη δυνατότητα. Ή δεν θα πάει καθόλου να κάνει την εξέταση ή αν επείγει θα πάει σε ιδιώτη πληρώνοντας από την τσέπη του όλο το κόστος. Άρα, οι δωρεάν εξετάσεις στους ανασφάλιστους γίνονται κενό γράμμα»!
Κοινωνική πολιτική σε βάρος των …νοσοκομείων
Γιατί όμως ο νόμος δεν προέβλεψε τη δυνατότητα των ανασφάλιστων να έχουν πρόσβαση και σε ιδιωτικά κέντρα, ρωτήσαμε τον Γ. Βήχα. «Πρέπει να σας πω ότι τα δημόσια νοσοκομεία δεν έχουν πάρει ούτε 1 ευρώ από τον προϋπολογισμό για τις υπηρεσίες που παρέχουν στους ανασφάλιστους! Δηλαδή, η κυβέρνηση ασκεί κοινωνική πολιτική επιβαρύνοντας τα οικονομικά των δημόσιων νοσοκομείων που αποτελεί κοινό τόπο ότι είναι σε δραματική κατάσταση. Το γεγονός ότι δεν συμπεριέλαβαν τα ιδιωτικά κέντρα μας οδηγεί να πιστεύουμε ότι ήταν εξ αρχής γνωστό και δεδομένο πώς δεν πρόκειται να δοθούν επιπλέον κονδύλια γι’ αυτή την καθόλα αναγκαία πρωτοβουλία, που επισείει ωστόσο μεγάλο κόστος».
Οι τεράστιες ελλείψεις  που υπάρχουν στο χώρο της δημόσιας υγείας και τα σοβαρά προβλήματα στο χώρο της ιδιωτικής υγείας (με δεσπόζοντα την υψηλή δανειοδότηση του κλάδου και την έλλειψη ρευστότητας) έχουν προκαλέσει μια εισβολή ξένων κερδοσκοπικών funds. Η εξαγορά του Metropolitan τον Απρίλιο, η συζητούμενη πώληση του Ιασώ General και η αναμενόμενη πώληση του Ερρίκος Ντυνάν από την Πειραιώς τον επόμενο χρόνο (σωστά το συμπεράνατε: όλα επί ΣΥΡΙΖΑ!) παραδίδουν τον κλάδο της ιδιωτικής υγείας  στα χέρια των πιο αδίστακτων κεφαλαίων! Ταυτόχρονα, ενώ τα δημόσια νοσοκομεία βουλιάζουν από τα χρέη, καθώς καλούνται να επωμιστούν το κόστος της κοινωνικής πολιτικής, τα ιδιωτικά αφήνονται ελεύθερα να κερδοσκοπούν…
Σε βάρος των ανασφάλιστων ήταν κι οι αλλαγές που εισήγαγε ο νόμος της σημερινής κυβέρνησης σχετικά με τα φάρμακα. «Το 2014, όταν με υπουργό τον Ά. Γεωργιάδη κατοχυρώθηκε για πρώτη φορά η φαρμακευτική κάλυψη, οι ανασφάλιστοι έπαιρναν τα φάρμακα από τα νοσοκομεία. Επί ΣΥΡΙΖΑ κατευθύνθηκαν στα φαρμακεία της γειτονιάς. Εκεί όμως οι ανασφάλιστοι έρχονται αντιμέτωποι με το κόστος του φαρμάκου που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ ασφαλιστικής και λιανικής τιμής, που κυμαίνεται από 2 ή 3 και μπορεί να φτάσει ακόμη και τα 50 ευρώ. Δεδομένου όμως ότι πρόκειται για φτωχούς ανθρώπους είναι ένα οικονομικό βάρος ασήκωτο. Έτσι, είναι πολύ συχνό το φαινόμενο να έρχονται στο Μητροπολιτικό Κοινωνικό Ιατρείο του Ελληνικού ανασφάλιστοι με παραπεμπτικό επειδή δεν μπορούν να πληρώσουν αυτή τη διαφορά και να ζητούν να τους παράσχουμε εμείς ένα φάρμακο το οποίο τυπικά παίρνουν δωρεάν!»
«Η δεινή κατάσταση της δημόσιας υγείας υπογραμμίζεται επίσης κι από την έλλειψη γιατρών», τονίζει ο Γιώργος Βήχας. «Από άποψη προσωπικού, η κατάσταση παραμένει ίδια με αυτήν που κυριαρχούσε το 2015, επί ΝΔ. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επαναπροσέλαβε τους γιατρούς που έδιωξε ο Άδωνης Γεωργιάδης, ως υπουργός Υγείας, όταν  το 50% του προσωπικού αναγκάστηκε να φύγει. Όταν η σημερινή κυβέρνηση ήταν στην αντιπολίτευση είχε δεσμευθεί ότι θα ανακαλέσει εκείνο το μέτρο. Μιλάμε για 2.500-3.000 ιατρούς! Μάλιστα μη βγάζετε συμπέρασμα από τους γιατρούς που εξακολουθούν να βρίσκονται σε πολλές μονάδες υγείας, όπως για παράδειγμα σε αυτή της Δάφνης. Η πλειοψηφία παραμένει στα ιατρεία κι εξετάζει κατόπιν ασφαλιστικών μέτρων. Εκτός Αθήνας, ολόκληρες μονάδες σε πολυπληθείς πόλεις στερούνται καρδιολόγων, παιδίατρων, κ.λπ.»
Δημοσιονομικός φραγμός στην υγεία
Εκεί όμως όπου υπάρχει η μεγαλύτερη αντίφαση μεταξύ εξαγγελιών και πραγματικότητας είναι στην περίφημη μεταρρύθμιση για την υγεία που προωθεί η κυβέρνηση, με την οποία μάλιστα επιχειρεί να επιδιορθώσει το προφίλ της και τις σχέσεις της με τους ψηφοφόρους της Αριστεράς. «Η μεταρρύθμιση προωθείται με τις ευλογίες και τις εντολές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, όπως ακριβώς κι η μεταρρύθμιση του Γεωργιάδη», επισημαίνει ο Γιώργος Βήχας. «Ο κορμός της βασίζεται στους γενικούς κι όχι ειδικούς γιατρούς κι αυτό είναι πρόβλημα για δύο λόγους. Πρώτο, επειδή στην Ελλάδα δεν έχουμε πληθώρα γενικών γιατρών, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στην Αγγλία. Και θα απαιτήσει μάλιστα χρόνο για να αποκτήσουμε. Δεύτερο, επειδή σε άλλες χώρες έχει αποτύχει. Κι εδώ είναι χρήσιμη πάλι η εμπειρία της Αγγλίας, καθώς το λεγόμενο gate keeping των γενικών  γιατρών καθυστερούσε την πρόσβαση στους ειδικούς γιατρούς. Λειτούργησε σαν δημοσιονομικός κι όχι επιστημονικός φραγμός. Είναι μάλιστα πολλαπλά διδακτικό ότι παρατηρήθηκε αύξηση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας σε ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, όπως για παράδειγμα τα παιδιά, καθώς καθυστερούσε η επίσκεψή τους στον παιδίατρο».
Δεν αποτελεί παρόλα αυτά έναν εκσυγχρονισμό η προωθούμενη μεταρρύθμιση, ρωτήσαμε τον Γιώργο Βήχα. «Η μεταρρύθμιση θα είχε λόγο να γίνει αν είχε προηγηθεί ένας υγειονομικός χάρτης της Ελλάδας, ώστε να ξέρουμε ποιες ακριβώς είναι οι ανάγκες ανά περιοχή. Αν δεν ξέρεις τι ανάγκες έχει συγκεκριμένα η Πτολεμαΐδα σε καρδιολόγους και πνευμονολόγους για παράδειγμα δεν μπορείς να προβείς σε έναν συγκεκριμένο και αποτελεσματικό καταμερισμό των γιατρών ώστε να αποφεύγονται τόσο οι ελλείψεις, όσο και η πληθώρα μη χρειαζούμενων γιατρών και ειδικοτήτων».
Γιατί δεν υπάρχει υγειονομικός χάρτης ώστε να γίνει ο καλύτερος δυνατός επιμερισμός γιατρών κι η άριστη κάλυψη των αναγκών του πληθυσμού; «Είχε ξεκινήσει η διαμόρφωσή του πριν αρκετά χρόνια. Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν στην αντιπολίτευση μάλιστα κατήγγειλε ότι είχαν φαγωθεί εκατομμύρια. Μετά την εκλογή του αγνοείται η τύχη και των εξαγγελιών και του υγειονομικού χάρτη».
Παρόλα αυτά η μεταρρύθμιση δεν έρχεται να δώσει μια στήριξη στο δημόσιο σύστημα υγείας, ρωτήσαμε τον Γιώργο Βήχα. «Η μεταρρύθμιση είναι με ημερομηνία λήξης  γιατί στερείται κρατικής χρηματοδότησης. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν πείσθηκαν ούτε καν οι νέοι γιατροί, που έχουν ανάγκη για δουλειά. Επειδή αντιλήφθηκαν ότι πρόκειται για αλλαγή πεπερασμένου χρόνου δεν έκαναν αίτηση πρόσληψης. Το ενδιαφέρον που έχει κατατεθεί μέχρι στιγμής κυμαίνεται στο 50% των θέσεων που έχουν ανοίξει. Σκέφτηκαν ότι είναι προτιμότερο να πάνε στο εξωτερικό από τώρα, αντί να μείνουν τέσσερα χρόνια σε ένα σύστημα που στηρίζεται σε πήλινα πόδια και να πρέπει να μεταναστεύσουν στη συνέχεια».
Έλλειψη πολιτικής βούλησης
Τι δημοσιονομικά περιθώρια όμως υπάρχουν ώστε να γίνουν οι απαραίτητες επενδύσεις σε επιστημονικό προσωπικό και εξοπλισμό, ρωτήσαμε τον Γιώργο Βήχα; Διαθέτει με άλλα λόγια πραγματικά περιθώρια η κυβέρνηση, δεδομένης της δέσμευσης που ανέλαβε για δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων μέχρι το 2040; «Αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση που εκθειάζει το δημόσιο χαρακτήρα της υγείας προσφέρει εκατομμύρια ευρώ στους ιδιώτες, χωρίς να είναι απαραίτητο. Θα σας το εξηγήσω με ένα παράδειγμα. Από τον Δεκέμβριο του 2016 έχω, με δική μου μάλιστα πρωτοβουλία, στο ιατρείο μου στο ΠΕΔΥ Δάφνης μηχάνημα υπερήχων. Το μηχάνημα αυτό βρέθηκε εγκαταλελειμμένο σε ένα υπόγειο. Μέχρι τώρα που μιλάμε έχω κάνει 900 περίπου υπερηχογραφήματα, χωρίς εννοείται να έχω κοστίσει ούτε 1 ευρώ παραπάνω στο ελληνικό δημόσιο. Το κράτος σε αυτό το δεκάμηνο όμως έχει κερδίσει 45.000 ευρώ. Αν είχε προμηθεύσει 100 καρδιολόγους σε όλη την Ελλάδα με ένα τέτοιο μηχάνημα, που το πιο ακριβό στοιχίζει 20.000 ευρώ, θα εξοικονομούσε 5 εκ. ετησίως μόνο από τους υπέρηχους καρδιάς. Φανταστείτε τι χρήματα θα κέρδιζε το δημόσιο, που σήμερα φεύγουν στα ιδιωτικά κέντρα, αν προμήθευε όλους τους καρδιολόγους και τους ακτινολόγους με μηχανήματα υπερήχων, τους γαστρεντερολόγους με γαστροσκόπια και κολονοσκόπια, κοκ. Σε λίγους μήνες θα είχε κάνει απόσβεση, χώρια που θα μπορούσε να είχε αγοράσει τα μηχανήματα και με σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης (leasing), ώστε να απέφευγε την καταβολή του εφ άπαξ κόστους. Επομένως, δεν είναι τόσο θέμα κόστους και δημοσιονομικών περιορισμών. Είναι κυρίως θέμα πολιτικής βούλησης, η οποία απουσιάζει από την κυβέρνηση»…
Πάνω από τα δημόσια νοσοκομεία όμως εξακολουθεί να  κρέμεται μια απειλή: Είναι οι Ομοιογενείς Διαγνωστικές Κατηγορίες ή DRG (Diagnosis Related Group). Πρόκειται για ένα σύστημα κοινά αποδεκτής κοστολόγησης όλων των υπηρεσιών που προσφέρουν τα νοσοκομεία (επεμβάσεις, θεραπείες, επισκέψεις, κλπ.), έτσι ώστε να πληρώνονται με ενιαίο τρόπο δημόσιες και ιδιωτικές μονάδες. Ενδεικτικό για τη νεοφιλελεύθερη λογική (που σημαίνει ότι δίνει βάση στο κόστος και όχι στον ασθενή) η οποία διαπερνά το σύστημα είναι ότι για πρώτη φορά εφαρμόστηκε στις ΗΠΑ αρχές δεκαετίας του ‘80, δηλαδή επί Ρέιγκαν, και στη Γερμανία το 2000, δηλαδή όταν καγκελάριος ήταν ο Γκέχαρντ Σρέντερ, που με σειρά άλλων ανάλογων μέτρων (βλ. Χαρτζ 4) μείωσε το κόστος της εργασίας και συρρίκνωσε το κράτος πρόνοιας. Καθόλου τυχαία λοιπόν στην Ελλάδα μας ήρθε το 2010, με την υπογραφή του πρώτου μνημονίου και εισήχθη σε μια πρωτόλεια μορφή με τα Κλειστά Ενοποιημένα Νοσήλια. Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και με πολλά άλλα θέματα είχε προαναγγείλει ότι δε θα εφαρμόσει αυτή τη διάταξη για προφανείς λόγους: επειδή οδηγεί σε συνεχή συμπίεση του κόστους νοσηλείας, επειδή εξομοιώνει τα δημόσια και τα ιδιωτικά νοσοκομεία, κοκ. Παρόλα αυτά αποδέχθηκε τα DRG και εντός του 2017 το υπουργείο Υγείας είχε αναλάβει την υποχρέωση να εκπονήσει σχέδιο υιοθέτησης τους στα νοσοκομεία.
«Ματωμένα εξιτήρια»
«Το μέτρο αυτό στην πράξη θα επιβάλει κυρώσεις σε όσα νοσοκομεία παρατείνουν τις ημέρες νοσηλείας ενός ασθενούς, πέραν των όσων προβλέπει η λίστα», τονίζει ο Γιώργος Βήχας. Και συνεχίζει: «Η εμπειρία που υπάρχει από τη Γερμανία και την Αγγλία είναι δραματική και οφείλει η κυβέρνηση να τη λάβει υπ’ όψη της έστω και τώρα. Διάβασα για παράδειγμα ότι στην Αγγλία το σύστημα DRG οδήγησε στην αύξηση των μετεγχειρητικών επιπλοκών οι οποίες όμως σημειώνονται στα σπίτια των ασθενών. Από τη στιγμή που τα νοσοκομεία τους διώχνουν για να είναι συνεπείς στο χρονοδιάγραμμα που προβλέπει η λίστα, παρουσιάζονται προβλήματα τα οποία θα μπορούσαν να μην είχαν εμφανιστεί αν συνεχιζόταν η νοσηλεία υπό τη συνεχή επίβλεψη γιατρών ή θα είχαν αντιμετωπιστεί πιο εύκολα στο νοσοκομείο. Στη Γερμανία μια ανάλογη εμπειρία έκανε γιατρούς και νοσηλευτές να μιλούν για «ματωμένα εξιτήρια». Εξιτήρια δηλαδή που δίνονταν πριν ολοκληρωθεί η θεραπεία του ασθενούς, με κίνδυνο επιπλοκών…»
Η υλοποίηση αυτών των μέτρων που στρέφονται εναντίον της δημόσιας υγείας θα οδηγήσει την Ελλάδα ακόμη πιο χαμηλά στην κατάταξη των κρατών – μελών του ΟΟΣΑ με βάση τις δαπάνες υγείας από την 27η θέση στην οποία βρίσκεται, όπως παραστατικά φαίνεται στον πίνακα που δημοσιεύουμε. Μια απλή ματιά δείχνει ότι οι ιατρικές δαπάνες στην Ελλάδα υπολείπονται όλων των άλλων μεσογειακών χωρών, με τις οποίες έχουμε μια συγκρίσιμη οικονομική δομή,  όπως της Γαλλίας (14η θέση), της Ιταλίας (20η),  της Ισπανίας (21η) και της Πορτογαλίας (23η). Το πρότυπο δαπανών της Ελλάδας περισσότερο ομοιάζει με το πρότυπο των υπερ-νεοφιλελεύθερων χωρών της ανατολικής Ευρώπης, παρά της δυτικής. Μάλιστα τα στοιχεία αφορούν το 2015 και ξέρουμε ότι έκτοτε στην Ελλάδα συνεχίστηκαν οι περικοπές, ελέω τρίτου Μνημονίου που υπογράφτηκε τον Αύγουστο εκείνης της χρονιάς, ενώ ο υπόλοιπος κόσμος όσο απομακρυνόταν από την κρίση του 2008 τόσο βήμα – βήμα αναιρούσε τα έκτακτα μέτρα, δηλαδή ξόδευε  περισσότερα για υγεία. Η ψαλίδα επομένως θα μεγαλώνει.
Η Ελλάδα όμως δεν κάνει βήματα προς τα πίσω μόνο σε σύγκριση  με τις άλλες ανεπτυγμένες καπιταλιστικά χώρες, που ανήκουν στο κλαμπ του ΟΟΣΑ, αλλά και σε σύγκριση με τις δικές της προγενέστερες επιδόσεις στον τομέα της υγείας. Στο διάγραμμα που δημοσιεύουμε φαίνεται ότι μέχρι και το 2007 – 2008 η Ελλάδα ακολουθούσε με απόσταση μεν, αλλά μια πορεία σύγκλισης προς τον μέσο όρο δαπανών υγείας του ΟΟΣΑ, όπως μετριούνται ως ποσοστό του ΑΕΠ. Το 2000 και το 2009 χαρακτηριστικά ήταν 7,6% και 9,8% για την Ελλάδα και 9,8% και 12,2% στον ΟΟΣΑ. Το 2014 όμως ενώ στον ΟΟΣΑ αυξήθηκε, αμυδρά έστω, φτάνοντας το 12,3% στην Ελλάδα μειώθηκε σημαντικά, φθάνοντας το 8,1%! Έχει σημασία μάλιστα να τονίσουμε ότι μιλούμε για ποσοστά επί του ΑΕΠ κι όχι για απόλυτα ποσά οπότε κάποιος θα μπορούσε να αντιτείνει ότι με την μείωση του ΑΕΠ λόγω κρίσης παραπάνω από ένα τέταρτο η Ελλάδα δεν μπορούσε να συνεχίσει να έχει τις ίδιες δαπάνες για υγεία. Μιλούμε όμως για ποσοστό, που σημαίνει ότι εν μέσω κρίσης, πρωτοφανούς ανεργίας και φτωχοποίησης, δίνονται ακόμη κι ως ποσοστό λιγότερα για την υγεία… Ας μην παίρνουμε επομένως σοβαρά τις βαρύγδουπες εξαγγελίες της κυβέρνησης για τη δημόσια υγεία…
Συνολικές (δημόσιες και ιδιωτικές) κατά κεφαλή ιατρικές δαπάνες (σε δολ. ΗΠΑ) στις χώρες του ΟΟΣΑ το 2015.
1
2
3
4
5
6
7
8
9
10
11
12
13
14
15
16
17
18
19
20
21
22
23
24
25
26
27
28
29
30
31
32
33
34
35
ΗΠΑ9451
Λουξεμβούργο7765
Ελβετία6935
Νορβηγία6567
Ολλανδία5343
Γερμανία5267
Σουηδία5228
Ιρλανδία5131
Αυστρία5016
Δανία4943
Βέλγιο4611
Καναδάς4608
Αυστραλία4420
Γαλλία4407
Ιαπωνία4150
Ισλανδία4012
Αγγλία4003
Φινλανδία3984
Νέα Ζηλανδία3590
Ιταλία3272
Ισπανία3153
Σλοβενία2644
Πορτογαλία2631
Ισραήλ2533
Κορέα2488
Τσεχία2464
Ελλάδα2245
Σλοβακία2064
Ουγγαρία1845
Εσθονία1824
Χιλή1728
Πολωνία1677
Λετονία1370
Τουρκία1064
Μεξικό1052

Πηγή: περιοδικό Nexus, Τεύχος Νοεμβρίου 2017


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.