ΕΙΠΕ ΤΕΛΙΚΑ Ο ΜΑΡΞ OTI OI ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΠΑΤΡΙΔΑ; MIA ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟΝ ΔΙΟΝΥΣΗ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟ
Γράφει Ο Γιώργος του Κλικ
Ο Διονύσης Χαριτόπουλος είναι ένας ικανός
και σοβαρός συγγραφέας του οποίου η ιστορική μελέτη “Άρης, ο αρχηγός των
ατάκτων” άφησε έντονα σημάδια στις συνειδήσεις και έβαλε στη θέση τους πράγματα
που η άγνοια και η σκοπιμότητα διατηρούσαν μπερδεμένα για δεκαετίες. Δεν
χορταίνω να διαβάζω αυτούς τους δυο τόμους.
Όπως όμως και με τον καθένα, έτσι
και με τον Χαριτόπουλο ισχύει, ή θα έπρεπε να ισχύει, το γνωστό “έκαστος στο
είδος του”.
Δεν γνωρίζω (αν και υποψιάζομαι)
ποιες ήταν οι πηγές του στη συγγραφή του άρθρου “MΟΝΟ ΟΙ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΙ ΕΧΟΥΝ
ΠΑΤΡΙΔΑ” αλλά το πρόβλημα στο άρθρο αυτό είναι ότι η κριτική που
ασκείται στον Μαρξ ξεπερνάει τα όρια του ιστορικού πεδίου και υπεισέρχεται και
σε εκείνα της κοινωνικής και οικονομικής ανάλυσης.
Είναι γνωστό ότι, από τη μια η
χειμαρρώδης και ιδιοφυής του έμπνευση και από την άλλη οι ιδιαίτερα δύσκολες
συνθήκες υπό τις οποίες έζησε, δεν επέτρεψαν στον Μαρξ να παρουσιάσει σε
ολοκληρωμένη μορφή το έργο του. Ήδη ενώ ήταν μια καταξιωμένη και έγκυρη
προσωπικότητα, σε ερώτηση ως προς το “πότε θα δημοσιευθεί το έργο του” είχε
απαντήσει “το έργο αυτό πρέπει πρώτα πρώτα να γραφτεί”.
Το έργο αυτό τελικά δεν γράφτηκε
ποτέ. Μας έχουν απομείνει βουνά αλληλογραφίας, κειμένων, σημειώσεων στο
περιθώριο, επισημάνσεων για την ανάγκη περαιτέρω ανάλυσης, συγγραφής μελετών
και πολλές αναλύσεις (ορισμένες για πάρα πολύ ειδικούς) του Μαρξ, το συνολικό
του όμως έργο βρίσκεται ακόμα και σήμερα στο στάδιο της έρευνας, της
ανασυγκρότησης και της περιοδικής δημοσίευσης.
Η προσπάθεια αυτή είναι πραγματικά
επική και τιτάνια. Επική γιατί χρονολογείται μέσα από τις διάφορες μορφές της
από την δεκαετία του 1920. Η τελευταία ξεκίνησε το 1998 και προβλέπει την
έκδοση 120 διπλών τόμων που θα περιλαμβάνει το σύνολο του έργου των Μαρξ,
Ένγκελς. Αυτό το τελευταίο στοιχείο είναι που την καθιστά τιτάνια.
Το ενδιαφέρον είναι
αποκλειστικά επιστημονικό μια και το έργο του Μαρξ αποτελεί
έναν ογκόλιθο για την ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού. Το μόνο πρόβλημα αυτού
του έργου βρίσκεται στο γεγονός ότι τεκμηριώνει το πως συντελείται η
εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και συνεπώς δύσκολα θα τύχαινε καλής υποδοχής
από ένα κοινωνικό σύστημα που βασίζεται στην πιο πάνω εκμετάλλευση.
Είναι για όλους αυτούς τους πιο πάνω
λόγους που πολλοί αναφέρονται στα έργα του Μαρξ με τους όρους “μαρξικός” και
“μαρξιστικός”. Με τον πρώτο όρο αναφερόμαστε στο φιλοσοφικό, οικονομικό,
κοινωνικό και πολιτικό έργο που διατυπώθηκε από τον ίδιο τον Μαρξ και με τον
δεύτερο σε οποιοδήποτε αντίστοιχο έργο στηρίχθηκε στον Μαρξ.
Εκεί βρίσκεται και το μεγάλο μπέρδεμα.
Ο Μαρξ είχε πολλούς ερμηνευτές-διαμορφωτές των θεωριών του που συχνά ωθούνταν
από περισσότερο ή λιγότερο πολιτικές σκοπιμότητες της εποχής που γίνονταν αυτές
οι ερμηνείες. Άλλοτε υποβιβάζοντας και άλλοτε ακόμα και αποκρύβοντας κάποια
στοιχεία των θεωριών αυτών που δεν κρίνονταν δόκιμα για τις τρέχουσες πολιτικές
εξελίξεις της στιγμής.
Η περί πατρίδας κριτική του
Χαριτόπουλου όμως, αναφέρεται προφανώς στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο που
συνέταξαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς το 1848 κάτω από την πίεση των δραματικών επαναστατικών
εξελίξεων τότε σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη. Το κομμουνιστικό κίνημα
χρειαζόταν επειγόντως ένα πρόγραμμα, μια πολιτική πλατφόρμα, και το
Κομμουνιστικό Μανιφέστο αποτέλεσε την πλατφόρμα αυτή.
Ήδη λοιπόν έχουμε ένα στοιχείο όχι
μικρής σημασίας: Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο δεν γράφτηκε σαν ένα φιλοσοφικό ή
κοινωνικό δοκίμιο, πόνημα ή πραγματεία ούτε σαν μια επιστημονική ανάλυση, αλλά
σαν πρόγραμμα ενός επαναστατικού κόμματος (της Κομμουνιστικής Λίγκας εν
προκειμένω). Πράγμα που σημαίνει ότι χρήζει ανάλυσης και ερμηνείας και
προπαντός κατανόησης της ιστορικής περιόδου κατά την οποία γράφτηκε.
Αν, αντί γι αυτό, ακολουθούμε τα
μάντρα και τα σλόγκαν παλαιών κομμουνιστικών κομμάτων που ερμήνευσαν το
Κομμουνιστικό Μανιφέστο ανάλογα με τις πολιτικές σκοπιμότητες της στιγμής (και
που στην ανάγκη “αναποδογύρισαν”, όπως έκανε η ΕΣΣΔ με τον Μεγάλο Πατριωτικό
Πόλεμο στον Β ΠΠ) τότε καταλήγουμε σε στείρες και ιδεολογικές ερμηνείες
αντάξιες ενός θεολογικού Πιστεύω.
Τι λένε στο Μανιφέστο ο Μαρξ και ο
Ένγκελς; Στην κατηγορία ότι οι κομμουνιστές “θέλουν να καταργήσουν την πατρίδα,
την εθνότητα” απαντούν με τα παρακάτω:
“Οι
εργάτες δεν έχουν δική τους πατρίδα. Δεν μπορούμε να τους πάρουμε αυτό που δεν
έχουν. [...] Οι εθνικοί διαχωρισμοί και συγκρούσεις ανάμεσα σε λαούς θα
εξαφανίζονται σιγά σιγά με την εξέλιξη της μπουρζουαζίας, με το ελεύθερο
εμπόριο και την παγκόσμια αγορά, με τον ομοιόμορφο χαρακτήρα της βιομηχανικής
παραγωγής και τις αντίστοιχες συνθήκες της σύγχρονης ζωής”
Στην παράγραφο αυτή παρατηρούμε ότι, αντίθετα με τον
ισχυρισμό του Χαριτόπουλου, ο Μαρξ και ο Ένγκελς μιλώντας για την “παγκόσμια
αγορά” προβλέπουν επακριβώς την “διεθνοποίηση”, όπως την ονομάζει ο
Χαριτόπουλος, του κεφαλαίου και συνεπώς η κριτική του “αντί να διεθνοποιηθεί
το εργατικό κίνημα διεθνοποιήθηκε το κεφάλαιο” είναι κριτική άνευ νοήματος.
Παρ' όλα αυτά, θα μπορούσε να σημειώσει κανείς ότι στην
ίδια αυτή παράγραφο αναφέρεται ξεκάθαρα το περίφημο μάντρα “οι εργάτες δεν
έχουν δική τους πατρίδα”. Είμαστε λοιπόν “επί τον τύπον των ήλων”, σωστά;
Λάθος. Γιατί στο σημείο της πιο πάνω παραγράφου που
σημειώνεται με αποσιωπητικά ([...]) αντιστοιχούν τα ακόλουθα:
“Από τη
στιγμή που το προλεταριάτο πρέπει πρώτα να πάρει τον πολιτικό έλεγχο, να αρθεί
στο ύψος της τάξης του έθνους, να καταστεί το ίδιο έθνος, τότε είναι εθνικό, αν
και όχι με την αστική έννοια του όρου”
Τι συμβαίνει εδώ; Όχι μόνο έχει πατρίδα αλλά το
προλεταριάτο είναι και “εθνικό”; Αντιφάσκουν μέσα στην ίδια παράγραφο με τα
ίδια τους τα λόγια ο Μαρξ και ο Ένγκελς; Τα είχαν χάσει;
Προφανώς και όχι. Η απάντηση στην φαινομενική αντινομία
των ιδρυτών του μαρξισμού (έννοια που ο ίδιος ο Μαρξ απεχθανόταν) βρίσκεται σε
4 λέξεις: αστική έννοια του όρου. Στην πραγματικότητα το προλεταριάτο
δεν έχει πατρίδα, όπως θεωρούν την πατρίδα οι αστοί. Σαν εθνικιστικό
ιδεολόγημα δηλαδή, με βάση το οποίο στρέφουν τον ένα λαό κατά του άλλου στους
επεκτατικούς ιμπεριαλιστικούς και εθνικιστικούς τους πολέμους.
Γι αυτό και παρακάτω, πάντα στο Μανιφέστο, οι συγγραφείς
του δηλώνουν:
“Ο αγώνας
του προλεταριάτου κατά της μπουρζουαζίας είναι αρχικά ένας εθνικός αγώνας στον
τύπο αν και όχι στο περιεχόμενο. Φυσικά, το προλεταριάτο κάθε χώρας πρέπει να
ξεμπερδεύει με την δική του μπουρζουαζία”
Συνεπώς όταν μεταφέρουμε φράσεις που έφτασαν στ' αυτιά
μας με τη μέθοδο του “σπασμένου τηλέφωνου” καλό είναι
* να μελετούμε τα αρχικά κείμενα ώστε να αντιλαμβανόμαστε
τα πραγματικά τους νοήματα
* να ερευνούμε τις ιστορικές συνθήκες υπό τις οποίες
διατυπώθηκαν τα νοήματα αυτά, και
* να αναλύουμε τις κοινωνικές κατηγορίες στις οποίες
αντιστοιχούν κάποιοι ορισμοί.
Πχ τι σήμαινε “προλετάριος” το 1848 και τι σημαίνει η
λέξη αυτή στον κόσμο και ειδικά στην Ελλάδα σήμερα. Όχι να αντικαθιστούμε το
“προλετάριος” με το “εργάτης”, να “ξεπατικώνουμε” το 1848 στο 2016 και να κάνουμε
τις αυθαίρετες και ανέξοδες κριτικές μας.
Θα ήταν το ίδιο με το να μείνουμε “κολλημένοι” στη
Νευτώνεια Μηχανική παραμερίζοντας το χωροχρονικό συνεχές ή να αποδεχόμαστε την
βιβλική “θεωρία'” της Γέννεσης αγνοώντας κάθε αστρονομικό ή γεωλογικό εύρημα.
Εξάλλου όλοι οι μεγάλοι μαρξιστές θεωρητικοί και
επαναστάτες του 20ου αιώνα (Λένιν, Τρότσκι, Τσε, ο δικός μας Βελουχιώτης και
πολλοί άλλοι) αναφέρθηκαν στην πατρίδα, την πατρίδα του αγωνιζόμενου λαού, με
όρους όπως “τις καλύβες και τα πεζούλια μας” που πρέπει να υπερασπιστούμε με το
σύνθημα “Πατρίδα ή θάνατος”.
Είναι σίγουρο πως όλοι αυτοί, τουλάχιστον το Μανιφέστο,
το είχαν διαβάσει.
Χωρίς να τους ξενίσει σε τίποτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια: