Η τάση εξουσίασης ανθρώπων επί ανθρώπων!
Θουκυδίδης, Ιστορίαι,
Βιβλίον Α', πργφ. 73-78, σε μετάφραση Ελευθ. Βενιζέλου. Θυμηθείτε εδώ και τον
περίφημο διάλογο Αθηναίων-Μηλίων. Οι έφοροι τους προσεκάλεσαν να παρουσιασθούν
ενώπιον της συνελεύσεως του λαού, και προχωρήσαντες είς τό βήμα οί Αθηναίοι
είπαν περίπου τά έξης.
Θουκυδίδης
73. Η αποστολή μας έδώ
δέν έγινε διά να ελθωμεν είς άντιλογίαν μέ τους συμμάχους σας, αλλά διά νά
διεξαγάγωμεν τάς υποθέσεις, τάς οποίας μας άνέθεσεν η πόλις μας. Επειδή όμως
έμάθαμεν, ότι υπάρχει όχι όλίγη κατακραυγή εναντίον μας, έζητήσαμεν τόν λόγον, όχι
δια ν' άποκρούσωμεν τάς κατηγορίας τών πόλεων (καθόσον ούτε αυτοί, ούτε ημείς
άπευθυνόμεθα προς σας ώς προς δικαστάς), άλλα λιά να μη παρασυρθήτε ευκόλως άπό
τους λόγους τών συμμάχων σας και καταλήξετε τοιουτοτρόπως, άνευ ωρίμου σκέψεως,
είς αποφάσεις έσφαλμένας, προκειμένου περί τόσον σπουδαίων ζητημάτων.
Έπιθυμούμεν συγχρόνως, σχετικώς προς τήν γενικωτέραν κρίσιν, η οποία έχει
σχηματισθή περί ημών, νά δείξωμεν, ότι και δικαιότατα κατέχομεν τάς κτήσεις μας
και η πόλις μας είναι αξία πολλής εκτιμήσεως. ...
Και τά μέν λίαν παλαιά,
όσα έξ ακοής μόνον γνωρίζετε, άλλά τά όποία κανείς άπό σας που μας άκούετε δεν
είδε μέ τά μάτια του, ποία η ανάγκη νά τ' άναφέρωμεν; Αλλά τους Περσικούς
πολέμους και τά γεγονότα, όσων έχετε προσωπικήν άντίληψιν, όφείλομεν νά μνημονεύσωμεν,
μολονότι η διηνεκής ύπόμνησίς των καταντά ενοχλητική. Διότι, όταν υπεβαλλόμεθα
είς τους αγώνας εκείνους, έπράττομεν τούτο χάριν τής κοινής ωφελείας. 'Αλλ'
άφού άπό τήν ώφέλειαν τών αγώνων αυτών έλάβατε τό ανήκον είς σας μέρος, δέν
είναι ορθόν νά στερηθώμεν ήμείς έξ ολοκλήρου τήν ώφέλειαν, τήν οποίαν τυχόν
παρέχει η επαινετική μνεία αυτών. Τά γεγονότα άλλωστε αυτά θά μνημονεύσωμεν,
όχι διά νά σας έξευμενίσωμεν, άλλ' όπως διά παραδειγμάτων σας άποδείξωμεν προς
ποίου είδους πόλιν θέλετε περιέλθει εις πόλεμον, έάν αί αποφάσεις, είς τάς
όποιας θά καταλήξετε, λέν είναι όρθαί. Ίσχυριζόμεθα δηλαδή, ότι και είς τόν
Μαραθώνα μόνοι έπροτάξαμεν τά στήθη μας κατά του βαρβάρου, και κατά τήν
δευτέραν αύτού έπιλρομήν, έπειδή δέν είμεθα αρκετά Ισχυροί ν' άντιταχθώμεν εναντίον
του κατά ξηράν, είσήλθαμεν μέχρι του τελευταίου άνδρός είς τόν στόλον μας και
έλάβαμεν μέρος μαζί μέ τους άλλους Ελληνας είς τήν ναυμαχίαν τής Σαλαμίνος, η
οποία τόν εμπόδισε νά πλεύση κατά τής Πελοποννήσου και να έρημώση τήν μίαν μετά
τήν άλλην τάς πόλεις της, αί όττοίαι θά ήσαν ανίκανοι ν' αλληλοβοηθηθούν
εναντίον στόλου τόσον ισχυρού. Τήν καλλιτέραν τούτου απόδειξιν έδωσεν ό ίδιος,
διότι μετά τήν ήτταν του κατά θάλασσαν, θεωρήσας ότι δέν ήτο πλέον ισοδύναμος
προς τους Ελληνας, άνεχώρησεν εσπευσμένως μέ τό μεγαλήτερον μέρος του στρατού
του.
74. Τοιούτο λοιπόν
υπήρξε τό αποτέλεσμα της ναυμαχίας αυτής, η οποία απέδειξε κατά τρόπον
άναμφισβήτητον, ότι η σωτηρία των Ελλήνων έκρεμάσθη από τόν στόλον των. Διά τήν
έπίτευξιν του αποτελέσματος αυτού, ήμείς παρέσχομεν τά τρία χρησιμώτατα
στοιχεία, δηλαδή τόν μέγιστον αριθμόν των πλοίων, τόν ικανώτατον στρατηγόν, και
τόν πλέον άκατάβλητον ζήλον. Διότι άπό τά τετρακόσια πλοία του όλου Ελληνικού
στόλου ήμείς έχορηγήσαμεν σχεδόν τά δύο τρίτα. Εις τόν στρατηγόν μας Θεμιστοκλή
οφείλεται προ πάντων ότι η ναυμαχία διεξήχθη είς τό στενόν, πράγμα τό όποιον
έσωσεν ομολογουμένως τήν κατάστασιν, και διά τούτο, μολονότι ξένον, τόν
έτιμήσατε σεις υπέρ πάντα άλλον άπό όσους επεσκέφθησαν τήν πόλιν σας. Ο ζήλος
μας, άλλωστε, συνεβάδισε μέ τόλμην άκροτάτην, διότι, όταν κανείς δέν ήρχετο είς
βοήθειάν μας κατά ξηράν, καθόσον οί άλλοι μέχρι των συνόρων μας είχαν ήλη
ύποδουλωθή, έθεωρήσαμεν καθήκον μας νά έκκενώσωμεν τήν πόλιν και νά θυσιάσωμεν
τά υπάρχοντα μας, άλλα νά μή έγκαταλείψωμεν ούτε τότε ακόμη τό κοινόν συμφέρον
των υπολειπομένων συμμάχων, και νά μή διασκορπισθώμεν εδώ και έκεί,
καθιστάμενοι ούτως άχρηστοι προς αυτούς. Τουναντίον, έπεβιβάσθημεν είς τόν
στόλον μας και ήγωνίσθημεν χωρίς νά μνησικακήσωμεν, λόγω του ότι σεις παρελείψατε
νά μας βοηθήσετε εγκαίρως. Ίσχυριζόμεθα, επομένως, ότι σας έπροσφέραμεν
ύπηρεσίαν μεγαλητέραν άπό έκείνην πού έλάβαμεν. Τωόντι, όταν σεις ήλθατε προς
βοήθειάν μας, δέν άφίσατε έρήμους τάς πόλεις σας και σκοπός σας ακριβώς ήτο νά
ασφαλίσετε τάς εστίας σας διά τό μέλλον. Τό έλατήριον πού σας ώθησε ήτο φόβος
δια τους εαυτούς σας περισσότερον παρά δι' ημάς. Έν πάση περιπτώσει, δέν ήλθατε
είς βοήθειάν μας, έφ' όσον είμεθα σώοι. Ήμείς, έξ εναντίας, ορμώμενοι άπό
πόλιν, η οποία δέν ύφίστατο πλέον, και άγωνιζόμενοι υπέρ της μόλις έλπιζομένης
ανακτήσεως της, έσυντελέσαμεν τό καθ' εαυτούς είς τήν ιδικήν σας όσον και τήν
ίδικήν μας σωτηρίαν. Ένώ, έάν, φοβούμενοι τήν καταστροφήν τής χώρας μας,
έμιμούμεθα και ήμείς άλλους, καί έπροσχωρούσαμεν είς τους Πέρσας κατά τήν αρχήν
του πολέμου, ή έάν ακολούθως, θεωρούντες τους εαυτούς μας οριστικώς
κατεστραμμένους, δέν έτολμούσαμεν νά έπιβιβασθώμεν έπί του στόλου μας, καμμία
πλέον δέν υπήρχε διά σας ανάγκη, όπως μέ τόν ανεπαρκή στόλον σας πολεμήσετε
κατά θάλασσαν, καί οί Πέρσαι θά κατώρθωναν ανενόχλητοι νά πραγματοποιήσουν τους
σκοπούς των.
75. Λαμβανομένης ύπ'
όψιν, Λακεδαιμόνιοι, και τής προθυμίας καί τής συνέσεως ως προς τάς ληφθείσας
αποφάσεις, πού έπεδείξαμεν τότε, είμεθα άραγε άξιοι του τόσον μεγάλου φθόνου
τών Ελλήνων, τόν όποιον έπεσύραμεν ένεκα της ηγεμονίας πού άπεκτήσαμεν; Άλλά
τήν ήγεμονίαν αυτήν δέν άπεκτήσαμεν διά τής βίας, άλλά μόνον άφού σεις δέν
ήθελήσατε νά μείνετε προς συνέχισιν του αγώνος κατά τών ύπολειφθεισών δυνάμεων
του βαρβάρου, οί ίδιοι δέ οί σύμμαχοι προσήλθαν καί μας ίκέτευσαν νά άναλάβωμεν
τήν άρχηγίαν των. Η προαγωγή τής ηγεμονίας μας, είς τό σημείον πού έφθασε
σήμερον, μας επεβλήθη κατ' αρχάς άπό αυτήν τήν δύναμιν τών πραγμάτων. Ο φόβος
τών βαρβάρων υπήρξε τό κυριώτερον έλατήριον μας, έπειτα η δόξα, καί τελευταίον
το συμφέρον. Καί όταν άπαξ εύρέθημεν εκτεθειμένοι είς τήν απέχθειαν τών
πλείστων συμμάχων μας, μερικούς άπό τους οποίους καί έπαναστατήσαντας
καθυπετάξαμεν, καί όταν σεις είσθε όχι πλέον οί φίλοι, τους οποίους είχαμεν
γνωρίσει, αλλά καχύποπτοι καί κακώς διατεθειμένοι, λέν ένομίσαμεν ότι
ήμπορούσαμεν του λοιπού νά χαλαρώσωμεν τήν αυστηρότητα, χωρίς νά έκτεθώμεν είς
μεγάλους κινδύνους. Διότι οί άποσπώμενοι άπό ήμας θά ήρχοντο προς τά μέρος σας.
Καί κανείς δέν ημπορεί νά κατηγορηθή διότι ευρισκόμενος ενώπιον τών μεγίστων
κινδύνων ζητεί νά εξασφάλιση τά συμφέροντα.
76. Σεις έν πάση
περιπτώσει, Λακεδαιμόνιοι, κατά τήν ασκησιν τής ηγεσίας σας έπί τών
Πελοποννησιακών πόλεων, έφροντίσατε νά ρυθμίσετε τά πολιτεύματα των προς τό
συμφέρον σας. Καί άν τότε ήθέλατε εμμείνει μέχρι τέλους είς τήν ήγεσίαν τών
συμμάχων και ήθέλατε γίνει απεχθείς λόγω της μακροτέρας ασκήσεως της, όπως
έγίναμεν ημείς, γνωρίζωμεν καλώς, ότι δέν θά ήσθε όλιγώτερον δυσάρεστοι είς
αυτούς, καί ότι θά ήναγκάζεσθε νά άσκήτε την έττ' αυτών έξουσίαν μέ ίσχυράν
πυγμήν, έάν δέν ήθέλατε νά έκτεθήτε οί ίδιοι είς κινδύνους. Επομένως, δεν
έκάμαμεν τίττοτε τό παράδοξον ή άντίθετον προς την άνθρωπίνην φύσιν, έάν
έδέχθημεν τήν ήγεμονίαν προσφερομένην, και άφού άπαξ τήν άπεκτήσαμεν, άρνούμεθα
νά τήν παραιτήσωμεν, ύπείκοντες είς τά ισχυρότατα τών ελατηρίων-τήν δόξαν, τον
φόβον, και τό συμφέρον. Ούτε άλλωστε πρώτοι ήμείς ένκαινιάσαμεν τοιαύτην
πολιτικήν, άλλ' ανέκαθεν έχει κρατήσει η αρχή, ότι ό ασθενέστερος υποκύπτει είς
τήν θέλησιν του ισχυρότερου. Και ήμείς, έξ άλλου, νομίζομεν εαυτούς άξίους της
ηγεσίας, και σεις μας έκρίνατε τοιούτους, μέχρις ότου αίφνιδίως έσκέφθητε νά
προβάλετε τώρα τάς αρχάς της δικαιοσύνης, ένώ πράγματι αποβλέπετε είς τά
συμφέροντα σας. Ποτέ, τωόντι, άνθρωπος, είς τον όποίον παρουσιάσθη η ευκαιρία
νά άποκτήση κάτι διά της σκαιάς βίας, δέν παρέλειψε νά τό κάμη, προτιμήσας τήν
δικαιοσύνην. Και είναι άξιοι επαίνου εκείνοι, οί όποίοι, παρασυρόμενοι άπό τήν
φυσικήν είς τόν άνθρωπον φιλολοξίαν του ν' άρχη έπί άλλων, ήθελαν δειχθή
δικαιότεροι παρ' όσον έττέτρεπεν είς αυτούς η δύναμις πού διαθέτουν. Έάν άλλοι
ήθελαν λάβει τήν θέσιν μας, θά άπεδεικνύετο έξ αντιπαραβολής μέ πόσην
μετριοπάθειαν άσκούμεν τήν ήγεμονίαν μας. Έν τούτοις, και αυτή ακόμη η
επιείκεια μας έπέσυρεν αδίκως εναντίον μας τήν κατάκρισιν μάλλον παρά τόν
έπαινον.
77. Τωόντι, μολονότι είς
τάς επί τη βάσει τών εμπορικών συμβάσεων διεξαγομένας ενώπιον τών δικαστηρίων
τών συμμάχων δίκας, ευρισκόμεθα είς μειονεκτικήν άπέναντί των θέσιν, ένώ έξ
άλλου είς τάς δίκας τάς δικαζομένας είς τάς Αθήνας έχομεν καθιερώσει ισότητα
δικαιωμάτων δι' ημάς και αυτούς, θεωρούμεθα έν τούτοις φιλόδικοι. Και κανείς
άπό τους κατηγόρους μας δέν εξετάζει, διατί η μομφή αυτή της φιλονικίας δέν
απευθύνεται και εναντίον εκείνων, οί όποιοι, άσκούντες κυριαρχίαν άλλαχού,
δεικνύουν όλιγωτέραν έπιείκειαν απέναντι τών υπηκόων των παρ όσην ήμείς. Έάν
έξήταζαν, θά εύρισκαν τόν λόγον της διαφοράς είς τό γεγονός, ότι ό δυνάμενος νά
μεταχειρισθή βίαν καμμίαν ανάγκην δέν έχει, νά ττροσφεύγη είς τά δικαστήριον. Άλλ'
οί σύμμαχοί μας, συνειθισμένοι, όπως είναι, νά επικοινωνούν προς ημάς ώς ίσοι
προς ίσους, έάν ποτέ θεωρήσουν, ότι καμμία άπόφασις ή άλλο έξαναγκαστικόν
μέτρον πού έλάβαμεν κατά τήν έξάσκησιν της κυριαρχικής μας εξουσίας, καί τό
όποίον δέν ανταποκρίνεται προς τάς προσδοκίας των, έζημίωσεν αυτούς οπωσδήποτε,
αντί νά ευγνωμονούν διότι τους έπιτρέπομεν νά έχουν τόσα πολλά, δυσανασχετούν
δια τό ολίγον πού έστερήθησαν, περισσότερον παρά έάν έξ αρχής, θέτοντες κατά
μέρος κάθε ιδέαν δικαιοσύνης, έπλεονεκτούμεν άνευ προσχημάτων. Ένώ έάν
ένηργούμεν κατ' αυτόν τόν τρόπον, ούτε αυτοί θά ήμφισβήτουν, ότι ό ασθενέστερος
οφείλει νά ύποχωρή απέναντι του ισχυρότερου. Πράγματι, φαίνεται ότι οί άνθρωποι
όργίζονται περισσότερον οσάκις αδικούνται, παρά οσάκις ύποκύπτουν είς βίαν.
Διότι είς μέν τήν πρώτην περίπτωσιν θεωρούν, ότι γίνονται θύματα της πλεονεξίας
τών ίσων προς αυτούς, είς δέ τήν δευτέραν, ότι υποτάσσονται είς τόν άνώτερόν
των. Τά βέβαιον είναι ότι τά δεινότερα κακά, πού τους επέβαλαν οί Πέρσαι,
ήνείχοντο, τήν δικήν μας όμως ήγεμονίαν θεωρούν δυσβάστακτον. Και ευλόγως,
διότι ό άρχων της ημέρας είναι πάντοτε απεχθής είς τους υπηκόους. Τουλάχιστον,
διά σάς δέν άμφιβάλλομεν ότι, έάν καθαιρούντες ημάς, ήθέλατε αναλάβει τήν
ήγεμονίαν, θά έχάνατε ταχέως τήν εύνοιαν, τήν οποίαν οφείλετε είς τόν προς ημάς
φόβον, εφόσον ήθέλατε ακολουθήσει καί τώρα όμοίαν πολιτικήν προς έκείνην, τήν
οποίαν άφίσατε νά διαφανή καί είς τήν έποχήν πού έπ' ολίγον χρόνον άρχηγεύσατε
εναντίον τών Περσών. Διότι καί τά ήθη καί έθιμα πού επικρατούν είς τήν
Λακεδαίμονα είναι ασυμβίβαστα προς τά τών άλλων λαών, καί προς τούτοις καθείς
άπό σας, όταν εξέρχεται άπό τά όρια της Λακεδαίμονος, ούτε προς αυτά
συμμορφώνεται, ούτε προς έκείνα πού επικρατούν είς τήν άλλην Έλλάδα.
78. Μή προβήτε λοιπόν
είς έσπευσμένας αποφάσεις, προκειμένου περί ζητήματος τόσον σπουδαίου, μήτε,
έπηρεαζόμενοι άπό γνώμας καί κατηγορίας άλλων, αναλάβετε αγώνα του οποίου αί
ταλαιπωρίαι θά είναι εντελώς ιδικαί σας. Όφείλετε νά σταθμίσετε προηγουμένως
πόσον μεγάλαι είναι αί πιθανότητες του νά πλανηθή κανείς είς τους περί πολέμου
υπολογισμούς του, πρίν περιπλεχθήτε είς αυτόν. Διότι ό πόλεμος, παρατεινόμενος,
καταντά νά περιέρχεται συνήθως ύπό τήν επιρροήν τυχαίων περιστατικών, επί τών
περιστατικών δε τούτων καμμίαν άσκούμεν έπίδρασιν ούτε σεις, ούτε ημείς, καί ό
κίνδυνος, τόν όποίον αναλαμβάνει τις, άδηλον έχει την έκβασιν. Μή λησμονήτε
ακόμη, ότι οί άνθρωποι εισέρχονται είς τόν πόλεμον άρχίζοντες άπό τα αμοιβαία
κτυπήματα, είς τά όποία έπρεπε νά προστρέχουν τελευταίον, και μόνον όταν έχουν
ήδη αρχίσει αί άτυχίαι, προσφεύγουν εις τους λόγους. Αλλ άφού ούτε σεις, ούτε
ημείς διεπράξαμεν ακόμη τοιούτο σφάλμα, συνιστώμεν επιμόνως, εφόσον είς την
ελευθέραν έκλογήν αμφοτέρων απόκειται ακόμη νά λάβωμεν όρθάς αποφάσεις, το νά
μή διαρρήξετε τήν συνθήκην της είρήνης, μήτε νά παραβήτε τους όρκους σας, άλλά
νά λύσωμεν τάς διαφοράς μας διά της δικαστικής οδού, σύμφωνα μέ τήν συνθήκην.
Ειδεμή, έπικαλούμενοι μάρτυρας τους θεούς, είς τό όνομα των οποίων ώρκίσθημεν,
θά προσπαθήσωμεν νά τιμωρήσωμεν τους αιτίους του πολέμου μέ τά ίδια μέσα, των
οποίων τό παράδειγμα δίδετε σεις.
Παρατήρηση. Μελετώντας
τον μέγιστο Φιλόσοφο, τον φιλόσοφο του Πολέμου, πανάξιο τέκνο των
κατασυκοφαντημένων Σοφιστών, ίσως καταλάβουμε, επιτέλους!, πως οι διεθνείς
σχέσεις ήταν και εσαεί θα είναι, όσο θα υπάρχει το Σύστημα της Ατομικής
Ιδιοχτησίας, σχέσεις Βίας και ωμού συμφέροντος!
Πηγή: gfragoulis.blogspot.gr μέσω ΝΕΑ ΚΡΗΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια: