Σε τούνελ το συνταξιοδοτικό σύστημα στην Ευρώπη


Σάββας Ρομπόλης-Βασίλης Μπέτσης

Σ' όλες σχεδόν τις χώρες-μέλη της ΕΕ, το συνταξιοδοτικό σύστημα χαρακτηρίζεται από ανισότητες, εσωτερικές αντιφάσεις και αδιέξοδα. Η κατάσταση αυτή έχει συμβάλλει στην αύξηση της αβεβαιότητας και ταυτόχρονα του ενδιαφέροντος των Ευρωπαίων για τη μελλοντική σύνταξή τους. Μετά το 1990 οι συνταξιούχοι στην Ευρώπη υπέστησαν περιοριστικές πολιτικές.
Εντούτοις, διαπιστώνεται από την έρευνα ότι οι συγκεκριμένες πολιτικές υπονομεύουν την μακροχρόνια βιωσιμότητα και κοινωνική αποτελεσματικότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων.

Αυτό συμβαίνει εξαιτίας, κατά βάση, της ανεργίας, της αύξησης ευελιξίας της απασχόλησης, της γήρανσης του πληθυσμού, του προσδόκιμου ζωής, κλπ. Με άλλα λόγια, οι ασκούμενες οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές στα κράτη-μέλη της ΕΕ δεν επικεντρώνονται στην αναθέρμανση και ανασύσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας και της αγοράς εργασίας των κρατών-μελών. Όπως προκύπτει εκ του αποτελέσματος, εστιάζονται στην διαχείριση της λιτότητας και στην περιοριστική επιλογή των παραμετρικών αλλαγών στα συνταξιοδοτικά συστήματα. Αυτή, όμως, μεταξύ των άλλων, οδηγεί στην ανασφάλεια των εργαζομένων-ασφαλισμένων και των συνταξιούχων.
Το αποτέλεσμα αυτής της θεμελιώδους αντίφασης συνίσταται στον υπερδιπλασιασμό π.χ. του ενδιαφέροντος των Ιταλών, αλλά και των άλλων Ευρωπαίων για τη σύνταξή τους. Το 2010 μόνο το 8% του πληθυσμού της Ιταλίας θεωρούσε το συνταξιοδοτικό ως το πιο σημαντικό πρόβλημα της χώρας του. Το 2018 το ποσοστό αυτό αυξήθηκε σε 18%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι παρόλα αυτά, ο ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης), σε έκθεσή του (2017) εκτιμά ότι τα κράτη-μέλη του, προκειμένου να εξασφαλίσουν την οικονομική βιωσιμότητα των συνταξιοδοτικών τους συστημάτων, θα πρέπει να επικεντρωθούν σε τρεις άξονες πολιτικής:
  • Πρώτον, στην αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης.
  • Δεύτερον, στην αύξηση των εισφορών των μισθωτών.
  • Τρίτον, στην μείωση του επιπέδου των καταβαλλόμενων συντάξεων.
Όμως, η αύξηση των εισφορών των μισθωτών, ή η μείωση του επιπέδου των συντάξεων, όπως προκύπτει εκ του αποτελέσματος, περιπλέκουν ακόμη περισσότερο το πρόβλημα της οικονομικής βιωσιμότητας, αλλά και αυτό της κοινωνικής αποτελεσματικότητας. Η παρατήρηση αυτή επιβεβαιώνεται ως ένα βαθμό.

Αύξηση ανισοτήτων

Σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες (εξαιρουμένων των χωρών που κατά την τρέχουσα δεκαετία εφήρμοσαν μνημονιακές πολιτικές) η δεσπόζουσα θέση των ασκούμενων περιοριστικών πολιτικών αναφέρεται στην άμεση ή έμμεση αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης για την καταβολή πλήρους σύνταξης. Δηλαδή, στην παράταση της περιόδου που ο καταβάλλονται εισφορές. Παραδείγματος χάριν, στην Γαλλία η περίοδος καταβολής των εισφορών αυξήθηκε πρόσφατα από 41,5 σε 43 έτη ασφάλισης.
Στην κατεύθυνση αυτή ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι μέχρι το 2060 στις μισές από τις χώρες-μέλη του, η κανονική ηλικία έναρξης της συνταξιοδότησης θα αυξηθεί κατά 1,5 έτος για τους άνδρες και κατά 2 έτη για τις γυναίκες. Όμως, η έρευνα αναδεικνύει ότι η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης, συμβάλλει, μεταξύ των άλλων, στην αύξηση των ανισοτήτων μεταξύ των εργαζομένων και συνταξιούχων.
Αυτό συμβαίνει, γιατί το προσδόκιμο όριο ζωής δεν αυξάνεται με τον ίδιο ρυθμό για όλες τις κοινωνικές κατηγορίες. Για παράδειγμα στην Γαλλία για το 5% του πληθυσμού (φτωχοί άνδρες με μέσο εισόδημα 470 ευρώ τον μήνα), το προσδόκιμο όριο ζωής μετά το έτος συνταξιοδότησης δεν είναι 18,1 έτη (μέσος όρος ανδρών στην Γαλλία) αλλά 13 έτη.
Κατά συνέπεια, η αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης αντιπροσωπεύει μεγαλύτερο έλλειμμα και ανισότητα για τους ασφαλισμένους με χαμηλό εισόδημα, παρά για τους ασφαλισμένους με υψηλό εισόδημα. Το συμπέρασμα αυτό σημαίνει ότι ακόμη και μία αριθμητική μείωση τριών ετών της μέσης ηλικίας συνταξιοδότησης στην ΕΕ μέχρι το 2060, θα συνέβαλε στην μείωση του επιπέδου της σύνταξης των φτωχών εργαζομένων κατά 2,2% (Α. Μαrtin, 2018).

Θύμα οι νέες γενιές

Ταυτόχρονα, μεγαλώνουν οι μισθολογικές ανισότητες σε βάρος των νέων γενεών εργαζομένων, σε σύγκριση με τις παλαιότερες γενεές εργαζομένων. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας κυρίως των διαφορετικών μορφών απασχόλησης για τους νέους (ευέλικτες μορφές απασχόλησης) και των διαφορετικών μοντέλων οικονομικής δραστηριότητας (gig economy, platform economy, κ.λ.π.). Αλλά οι ανισότητες ισχύουν και για τους νέους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης.
Το γεγονός αυτό θα επιφέρει αυξημένους κινδύνους ανισότητας στο επίπεδο των συντάξεών τους. Στην Γαλλία, στην Ισπανία, στην Ιταλία, στην Ελλάδα και όπου οι φτωχοί εργαζόμενοι (ως "ευέλικτοι" εργαζόμενοι) έχουν εισόδημα λιγότερο από το 50% του μέσου εισοδήματος, θα έχουν χαμηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης και χαμηλότερα επίπεδα συντάξεων σε σύγκριση με τους άλλους εργαζόμενους της γενιάς τους.
Στις συνθήκες αυτές των ανισοτήτων, των αντιφάσεων και των αδιεξόδων των συνταξιοδοτικών συστημάτων στην ΕΕ, η απαιτούμενη εναλλακτική στρατηγική για την αποκατάσταση της ισότητας στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, προϋποθέτει σχεδιασμένες και αποτελεσματικές πολιτικές. Κατά προτεραιότητα πρέπει να αντιμετωπιστεί η "ευελιξία" της απασχόλησης, οι μισθολογικές ανισότητες, η μείωση των γεννήσεων, η γήρανση του πληθυσμού, η ανεργία, κ.λπ. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις γενιές που γεννήθηκαν μετά τις αρχές της δεκαετίας του 1960. Διαφορετικά, για τις γενιές αυτές η επιδείνωση των συνθηκών της εργασιακής τους ζωής, θα επηρεάσει καθοριστικά και αρνητικά το βιοτικό τους επίπεδο κατά την περίοδο της συνταξιοδότησής τους.
από slpress

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.