Το μπάρμπεκιου των... Χριστουγέννων και τα 10 κορίτσια της Ν. Φιλαδέλφειας


Γράφει ο Κυριάκος Αργυρόπουλος

Το 2005 κυκλοφόρησε μία εξαιρετική αντιπολεμική ταινία γαλλογερμανικής παραγωγής (κυρίως), το Joyeux Noel (Καλά Χριστούγεννα). Ίσως, μία από τις ελάχιστες ουσιαστικά αντιπολεμικές ταινίες που έχουν γυριστεί τις τελευταίες δεκαετίες και σίγουρα πολύ πιο ριζοσπαστική από κάθε αντίστοιχη προσπάθεια του Hollywood.
Αντιπολεμική, όχι γιατί απλά σου λέει πόσο κακός είναι ο πόλεμος και πόσο μεγάλες καταστροφές προκαλεί, αλλά γιατί κάνει κάτι πιο βαθύ. Αξιοποιώντας ένα πραγματικό περιστατικό που συνέβη σε ένα από τα μέτωπα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αποδομεί και διαλύει όχι μόνο την αντίληψη για την αναγκαιότητα του πολέμου, αλλά αμφισβητεί ένα από τα βασικά θεμέλια του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού.
Για όσους δεν έχουν δει την ταινία, η ιστορία εκτυλίσσεται την παραμονή των Χριστουγέννων του 1914 στο δυτικό μέτωπο της Γαλλίας όπου πολεμούν από τη μία πλευρά οι Γάλλοι με τους Σκωτσέζους και από την άλλη οι Γερμανοί. Σε μία αριστοτεχνικά δομημένη πλοκή, δουλεμένη από την ίδια τη ζωή, είπαμε ότι πρόκειται για πραγματική ιστορία, οι δύο στρατοί κάνουν κάτι αδιανόητο για την πρακτική του πολέμου. Αφήνουν κάτω τα όπλα, συνάπτουν μία ειδική συμφωνία ανακωχής για την παραμονή των Χριστουγέννων και πλησιάζει ο ένας τον άλλο. Οι “εχθροί” έστω και για λίγο, με μία μεγαλειώδη κίνηση ανατρέπουν το πλαίσιο, αναγνωρίζουν κάτι σημαντικότερο από την αντιπαλότητα,  αναγνωρίζουν ο ένας για τον άλλο, το δικαίωμα στη ζωή και τις ομορφιές της.
Οι δύο αντίπαλοι στρατοί έρχονται κοντά και γιορτάζουν μαζί, ο ένας δίπλα στον άλλο την γέννηση του θεανθρώπου, πίνουν κρασί, λένε ιστορίες, γελάνε, παίζουν μπάλα και θυμούνται ξανά ότι εκτός από Γερμανοί, Σκωτσέζοι, Γάλλοι, είναι άνθρωποι και έχουν πάθος για ζωή.
Οι δύο στρατοί, ο κάθε στρατιώτης ξεχωριστά, πλησιάζοντας ο ένας τον άλλο, δεν ακυρώνουν μόνο το νόημα και την αναγκαιότητα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά ακυρώνουν, χωρίς να το καταλαβαίνουν μία από τις βασικές αιτίες όλων των σύγχρονων πολέμων, όλων των διχασμών, όλων των αναίτιων θανάτων. Πλησιάζοντας ο ένας τον άλλο, αποδομούν και διαλύουν την βασική αρχή της γέννησης του μίσους, την διαφοροποίηση και τη διάκριση του “άλλου”, του “ξένου”, του “διαφορετικού”.  Χωρίς αυτή την διαφοροποίηση, χωρίς αυτή τη διάκριση, χωρίς τον “άλλο” αποσυντίθεται και η ίδια η έννοια του εχθρού και εξαντλείται οποιαδήποτε ανάγκη πολέμου. 
Αυτή η ταινία, ανέδειξε τη “χαμένη” ιστορία, έδωσε ένα εξαιρετικό παράδειγμα και πρότεινε ένα διαφορετικό δρόμο. Η ταινία έχει σημασία γιατί εκτός από καλλιτεχνική αξία, αποτελεί αντίβαρο σε ένα σύστημα κινηματογραφικό και τηλεοπτικό και mediaκο, όπου η ζωή του “άλλου”, του “ξένου” δεν αξίζει περισσότερο από τη σφαίρα που τον δολοφονεί. Έχει σημασία γιατί το παράδειγμα που προτείνει ως τρόπο ζωής, αντιπαρατίθεται σε ένα διευρυμένο σύστημα εκπαίδευσης, κοινωνικοποίησης, ψυχαγωγίας, σχέσεων κλπ, όπου γαλουχεί τους νέους σε μία διαδικασία διαρκούς αντιπαράθεσης. Όπου ο “εχθρός” είναι παντού και πρέπει να εξοντωθεί. 
Και η ανάδειξη του “ξένου” ως απειλή και ως “εχθρού” στην ελληνική κοινωνία και πρωτίστως στην εκπαίδευση (και γι’ αυτό και στην κοινωνία), δυστυχώς είναι παντού και με ιδιαίτερα έντονη παρουσία. Στα κάδρα στους διαδρόμους των δημοτικών σχολείων, στην πρωινή προσευχή,  στο μάθημα της ιστορίας, στις εθνικές εορτές, στα ποιήματα, στα ρεπορτάζ των δελτίων ειδήσεων και εμφανώς στο απόλυτο σύμβολο του διαχωρισμού και διχασμού, τις στρατιωτικού τύπου παρελάσεις.  Ο “ξένος” είναι παντού, μάλλον ως ένας εύκολος τρόπος να προσδιορίζει το ποιοι είμαστε εμείς. Είναι εκεί για να μας θυμίζει ότι το πρώτιστο καθήκον είναι να υιοθετούμε και να υπηρετούμε μία εύκολη και εύπεπτη εθνική ταυτότητα, να την αναπαράγουμε και να τη συντηρούμε και άρα να έχουμε ένα πληθυσμό, έτοιμο ανά πάσα στιγμή να εναντιώνεται σε αυτό που του ορίζουμε ως εχθρό. Έχουμε ένα πληθυσμό έτοιμο να πολεμήσει, ένα πληθυσμό φανατισμένο, καχύποπτο, οργισμένο και βαθιά φοβισμένο. Έναν πληθυσμό που νιώθει ότι απειλείται διαρκώς, όλοι τον επιβουλεύονται και όλοι (για κάποιο παράξενο λόγο) θέλουν να  αλλοιώσουν τον πολιτισμό του.  Ένα πληθυσμό που παύει να χρησιμοποιεί λογικά επιχειρήματα, και εναποθέτει τις όποιες ελπίδες διεξόδου στο αδιέξοδο και σκοτεινό συναίσθημα. 
Κάπως έτσι, ένα πολυσχιδές σύστημα διαπαιδαγώγησης προσφέρει απλόχερα ευκαιρίες συναισθηματικής... ανάτασης. Συγκίνηση στις μαθητικές παρελάσεις, συγκίνηση για το πόσο πατριώτες είμαστε, συγκίνηση για κάτι ανώτερο που πλανάται στην ατμόσφαιρα, για κάτι ηρωικό και την ίδια ώρα μπροστά σε αυτό το απροσδιόριστα μεγαλειώδες, θεωρεί φυσιολογικό τα παιδιά να υποτάσσονται στην ομοιομορφία, στον συντονισμένο βηματισμό υπό τους ήχους στρατιωτικών εμβατηρίων. Αδιαφορεί για το γεγονός ότι δεν πρόκειται απλά για ένα φασιστικό κατάλοιπο, αλλά για μία προετοιμασία. Μία προετοιμασία των παιδιών, να μαθαίνουν να αποδέχονται την ιεραρχική ταξινόμηση με βάση ανορθολογικά κριτήρια, για τα οποία δεν ευθύνονται και δεν τα καθορίζουν, όπως το ύψος για παράδειγμα, μια προετοιμασία να ακολουθούν πειθήνια το πρόσταγμα, να μετατρέπονται από την παιδική ηλικία σε μάζα, ώστε να μπορεί εύκολα να καθοδηγείται και να χρησιμοποιείται είτε σε καιρό πολέμου είτε σε καιρό ειρήνης.
Αυτή την διαδικασία, αυτό το κρεβάτι του Προκρούστη, που κατηγοριοποιεί τα παιδιά με βάση το πως φαίνονται και τους καρφιτσώνει ταμπέλες στο μέτωπο, ακριβώς αυτό το σύμβολο κατήγγειλαν με ευρηματικό τρόπο οι 10 κοπέλες στην παρέλαση της Νέας Φιλαδέλφειας και μας έφεραν έστω και για λίγο τη γαλήνη της παραμονής των Χριστουγέννων, από τα τέλη Οκτώβρη. Τα κορίτσια αυτά, χωρίς εξάρσεις, με χιούμορ, που αγγίζει και τον Αριστοφάνη, έστειλαν ένα μήνυμα και το εξήγησαν με επάρκεια. Έδωσαν αυτή τη διάσταση, της παρέλασης που διαμορφώνει στρατιωτάκια αμίλητα και ακούνητα. Και μια τέτοια παρέλαση δεν τιμάει τους νεκρούς ήρωες, το αντίθετο. Δημιουργεί τις συνθήκες για την δημιουργία των μελλοντικών νεκρών και, κανένα παιδί δεν θέλει να είναι νεκρό, καμία μητέρα δεν θέλει να κλάψει το παιδί της, καμία γυναίκα τον αγαπημένο της, κανείς από αυτούς που τουλάχιστον εγώ γνωρίζω, δεν επιθυμεί να είναι νεκρός. 
Αυτή η παρέλαση δεν τιμά τους νεκρούς, είναι σύμβολο μιας διαδικασίας που εξελίσσεται αέναα στο παρασκήνιο. Μία διαδικασία που όσο περισσότερο την ανεχόμαστε τόσο περισσότερο μισαλλοδοξία γεννάει και όσο περισσότερο μισαλλοδοξία, τόσο περισσότερα μπάρμπεκιου και καρικατούρες “μακεδονομάχων” παράγει, έτοιμους να προτάξουν τις… σάρισές τους προκειμένου να σταματήσουν πρόσφυγες. Αυτή η διαδικασία, αδιαφορεί για τους “ήρωες”, για την ανθρώπινη ζωή και καταδικάζει όσους επιχειρούν να την αμφισβητήσουν. Και η καταδίκη είναι απόλυτη και ακαριαία και ολοένα και πιο ολοκληρωτική. Και αυτό μπορεί να γίνει ανεκτό μόνο από μία καχύποπτη, φανατισμένη και φοβισμένη κοινωνία. Από κανέναν άλλο.
από topontiki

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.